Grant Thornton Φοροδοξίες, 06.04.2025
Γνωρίζετε ότι...
Συνταγματική η 20ετής παραγραφή της αξίωσης των φορέων κοινωνικής ασφάλισης για επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του ασφαλισμένου.
Το ΣτΕ κατόπιν προδικαστικών ερωτημάτων που υποβλήθηκαν από το Διοικητικό Πρωτοδικείο έκρινε ότι: η ρύθμιση περί εικοσαετούς γενικής παραγραφής δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ούτε σε άλλη υπερνομοθετική διάταξη και αρχή. Ο ασφαλιστικός φορέας έχει δικαίωμα να αναζητήσει ως αχρεώστητες τις κοινωνικοασφαλιστικές παροχές που έχει καταβάλει στον ασφαλισμένο/συνταξιούχο χωρίς να έχει νόμιμη υποχρέωση προς καταβολή τους. Κρίσιμο ζήτημα είναι ότι ο λήπτης των παροχών ωφελήθηκε χωρίς νόμιμη αιτία και με ζημία του ασφαλιστικού φορέα, ανεξαρτήτως της υπαιτιότητάς του. Ο ασφαλισμένος/συνταξιούχος για να απαλλαγεί από την υποχρέωση επιστροφής των ανωτέρω παροχών πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει σωρευτικώς α) την καλή πίστη του και β) τις σοβαρές δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις καθώς και την έκταση των επιπτώσεων αυτών στην αξιοπρεπή διαβίωσή του σε περίπτωση επιστροφής των παροχών. Τέλος για τον καταλογισμό τόκων επί του ποσού της κύριας οφειλής ο φορέας πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει την υπαιτιότητα του λήπτη (ΣτΕ Ολομ. 532/2025).
Η δωρεάν διάθεση προϊόντων υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις δεν συνεπάγεται υποχρέωση καταβολής ΦΠΑ εφόσον εξυπηρετεί επιχειρηματικούς σκοπούς.
Αυτή την θέση έλαβε το Ανώτατο δικαστήριο σε απόφαση του που αφορά τη φορολογική μεταχείριση της δωρεάν διάθεσης μπύρας από επιχείρηση ζυθοποιίας σε πελάτες της, καθώς και τις εκπτώσεις στην τιμή πώλησης προϊόντων που γίνονται για εμπορικούς σκοπούς. Συγκεκριμένα, η εταιρία είχε προβεί σε έκπτωση σε είδος η οποία χορηγούνταν στους πελάτες της ανάλογα με τον όγκο των πωλήσεων τους. Το Δημόσιο εν προκειμένω, ισχυρίστηκε ότι η συγκεκριμένη πράξη συνιστά πράξη αυτοπαράδοσης ή δωρεάν διάθεση δειγμάτων, για σκοπούς ξένους προς την επιχειρηματική δραστηριότητα και γι’ αυτό η ποσότητα αυτών των προϊόντων θα έπρεπε να συνυπολογιστεί στον προσδιορισμό του ΦΠΑ. Το Δικαστήριο, απέρριψε τους ισχυρισμούς του Δημοσίου, τονίζοντας ότι ακόμα και στην συγκεκριμένη περίπτωση το γεγονός ότι η έκπτωση ανέρχεται στο σύνολο της αξίας των προϊόντων, δεν επαρκεί για να συνυπολογιστεί η αξία τους στον υπολογισμό του ΦΠΑ, καθώς αποτελεί εγγενές στοιχείο της αμφοτεροβαρούς σύμβασης και στοχεύει στην μείωση της αρχικής τιμής του προϊόντος (ΣτΕ 134/2025).
Είναι δυνατή η μείωση φορολογητέας βάσης ΦΠA εφόσον αποδειχθεί η οριστικότητα της μη είσπραξης απαιτήσεών.
H προσφεύγουσα εταιρία είχε εκδώσει τιμολόγια προς πελάτες της, οι οποίοι δεν είχαν εξοφλήσει τις οφειλές τους προς αυτήν. Ακολούθως, οι ως άνω πελάτες συγχωνεύθηκαν με άλλη εταιρία, η οποία υπέγραψε συμφωνία εξυγίανσης συνεπεία του οποίου ήταν η οριστική διαγραφή ποσοστού 80 % της συνολικής οφειλής της προς την προσφεύγουσα. Η τελευταία ζήτησε από τη Δ.Ο.Υ. την μείωση της φορολογητέας βάσης για τα διαγραμμένα ποσά και την επιστροφή του αναλογούντος ΦΠΑ. Κατόπιν τούτου, και αφού δεν έλαβε απάντηση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, προσέφυγε ζητώντας την ακύρωση της σιωπηρής απόρριψης και την επιστροφή του ΦΠΑ με τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών να κάνει δεκτή την αίτησή της (ΔΕΔ 18/2025).
Το ΣτΕ απεφάνθη για τις προϋποθέσεις επιμήκυνσης της παραγραφής επί τη βάσει διαδοχικής διοικητικής συνδρομής.
Στην συγκεκριμένη υπόθεση, που αφορά φορολογία εισοδήματος, η αιτούσα ζήτησε ενώπιον του ΣτΕ την αναίρεση της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, το οποίο δέχθηκε ότι οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν από τις βουλγαρικές αρχές στο πλαίσιο αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής και παρέπεμπαν σε εικονικές συναλλαγές μετά την πάροδο της πενταετούς παραγραφής, ήταν στοιχεία που δικαιολογούσαν την επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής. Η αναιρεσείουσα ισχυριζόμενη ότι τα στοιχεία αυτά ήταν ήδη γνωστά στην αρμόδια ΔΟΥ εντός της πενταετούς προθεσμίας, υποστήριξε ότι οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν μετά την πάροδο αυτής δεν δικαιολογούν την επιμήκυνση της παραγραφής λόγω διαδοχικής αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής. Το ΣτΕ έκανε δεκτή την αίτηση της αναιρεσειούσας υποστηρίζοντας ότι η φορολογική αρχή όφειλε να ζητήσει τα στοιχεία αυτά εντός του χρόνου της πενταετούς παραγραφής και η υποχρέωσή της αυτή δεν μπορούσε να αρθεί, λόγω της δυσκολίας και της πολυπλοκότητας της επίδικης υπόθεσης, των αντικειμενικών δυσκολιών και της έλλειψης συνεργασίας της αναιρεσείουσας (ΣτΕ 1676/2023).
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!