Grant Thornton Φοροδοξίες, 07.03.2021
Γνωρίζετε ότι...
Ένας δικτυακός ιστότοπος δεν συνιστά καθορισμένο τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας που να μπορεί να αποτελέσει μόνιμη εγκατάσταση.
Για την υπαγωγή των επιχειρηματικών κερδών της αλλοδαπής εταιρίας σε ελληνικό φόρο απαιτείται αυτά να έχουν προκύψει από μόνιμη εγκατάστασή στην Ελλάδα, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις της Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας Ελλάδος – Ηνωμένου Βασιλείου και τα Ερμηνευτικά σχόλια του Ο.Ο.Σ.Α.. Επίσης, γίνεται δεκτό ότι ένας server (διακομιστής) λόγω του ότι έχει υλική υπόσταση και φυσική τοποθεσία μπορεί δυνητικά να αποτελέσει μόνιμη εγκατάσταση επιχείρησης. Αντιθέτως, στην περίπτωση του δικτυακού ιστότοπου, ο οποίος δεν συνιστά ενσώματο αντικείμενο, δεν υφίσταται καθορισμένος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας που να μπορεί να αποτελέσει μόνιμη εγκατάσταση. Δεν υφίσταται μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα της αλλοδαπής εταιρείας που παρείχε υπηρεσίες τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου και άρα η εταιρεία δεν είχε ούτε υποχρέωση τήρησης βιβλίων και στοιχείων για την δραστηριότητα της στην Ελλάδα (ΔεφΑθ 145/2021).
Δεν αποδεικνύεται άτυπη δωρεά χρημάτων με μόνη την πίστωση του τραπεζικού λογαριασμού ενός προσώπου με αντίστοιχη χρέωση του ατομικού λογαριασμού άλλου προσώπου.
Εφόσον, η ελεγκτική αρχή, η οποία φέρει το βάρος της απόδειξης, δεν απέδειξε ότι η μεταφορά του εν λόγω χρηματικού ποσού έγινε από χαριστική αιτία (animus donandi) αλλά στηρίχθηκε για τον καταλογισμό του φόρου στην στιγμιαία και βραχυχρόνια επαύξηση της περιουσίας της προσφεύγουσας. Δεν συντρέχει «αληθής» απόκτηση περιουσιακών στοιχείων, καθώς η μεταφορά του χρηματικού ποσού έγινε για την εκπλήρωση οικογενειακών υποχρεώσεων (πληρωμή φόρων της θυγατέρας). Εντύπωση προκαλεί πως αιτία του ελέγχου αποτέλεσε, η έρευνα κινήσεων τραπεζικών λογαριασμών της προσφεύγουσας από την ανάλυση των οποίων πρόκυπτε παροχή χρηματικού ποσού μικρότερου των 5 χιλ. € (ΔΕΔ Θες/νίκης 738/2020).
H αποφυγή της διπλής φορολόγησης του εισοδήματος της αλλοδαπής δια της μεθόδου της συνήθους πίστωσης του φόρου αλλοδαπής δεν μπορεί να καταλήγει σε επιστροφή από την ελληνική φορολογική διοίκηση του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή.
Σύμφωνα με το ΣτΕ είναι σύμφωνη με το νόμο η πρόβλεψη περί έκπτωσης του φόρου αλλοδαπής μετά την έκπτωση τυχόν παρακρατούμενου και προκαταβληθέντος φόρου. Ο μηχανισμός έκπτωσης του φόρου αλλοδαπής επαφίεται στην ευχέρεια της εθνικής νομοθεσίας και πρακτικής και δεν επιτάσσει την κατά προτεραιότητα αφαίρεση του φόρου αλλοδαπής. Αν αυτό γινόταν δεκτό, θα οδηγούσε το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στην επιχείρηση τον φόρο αλλοδαπής που αυτή πλήρωσε στο κράτος όπου προέκυψε το εισόδημά. Η ερμηνεία δόθηκε επί του προισχύοντος Ν. 2238/1994, η ρύθμιση όμως που ερμηνεύθηκε είναι παρόμοια και σήμερα (ΣτΕ 650/2020).
Για την αναβολή φορολόγησης της υπεραξίας που προκύπτει κατά την συγχώνευση επιχειρήσεων τίθεται ως προϋπόθεση η εμφάνισή της σε ειδικό λογαριασμό.
Πρόσφατα το ΣτΕ έκρινε ότι, η εμφάνιση σε ειδικό λογαριασμό της υπεραξίας που προκύπτει κατά την συγχώνευση σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 1297/1972 δηλώνει την βούληση της συγχωνεύουσας ή της νέας εταιρείας να χρησιμοποιήσει το ευεργέτημα της αναστολής φορολόγησης ενώ παράλληλα ενημερώνεται τόσο η Φορολογική Αρχή όσο και το συναλλακτικό κοινό για την παρακολούθηση της εν λόγω αναβαλλόμενης φορολογικής υποχρέωσης που θα επηρεάζει την καθαρή θέση της εταιρείας κατά τον χρόνο της λύσης της. Στα πλαίσια αυτά, το ΣτΕ αναίρεσε την σχετική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου η οποία υποστήριζε ότι η μη εμφάνιση της υπεραξίας σε ειδικό λογαριασμό δεν επηρεάζει την δυνατότητα αναστολής φορολόγησής της παρά μόνο ενδεχομένως να επισύρει πρόστιμα λόγω παράβασης των διατάξεων του προισχύσαντος Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. (ΣτΕ 1147/2020).
Σε περίπτωση εκποίησης ακινήτου που περιήλθε στην επιχείρηση λόγω συγχώνευσης, το προϊόν θα πρέπει να παρακολουθείται σε ειδικό δεσμευμένο λογαριασμό εσόδων.
Κατά την συγχώνευση σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.Δ. 1297/1972, προβλέπεται απαλλαγή από τον Φόρο Μεταβίβασης Ακινήτων εάν τα εισφερθέντα ακίνητα χρησιμοποιηθούν από την απορροφώσα εταιρεία για την κάλυψη των αναγκών της για πέντε έτη. Περαιτέρω, επιτρέπεται η εκποίηση των εισφερθέντων ακινήτων μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το προϊόν της εκποίησης χρησιμοποιηθεί εντός δύο ετών, μεταξύ άλλων, για την αγορά νέου ακινήτου τουλάχιστον ίσης αξίας. Στα πλαίσια αυτά το ΣτΕ έκρινε ότι το προϊόν της εν λόγω εκποίησης θα πρέπει να παρακολουθείται αυτοτελώς λογιστικά, όχι δηλαδή μαζί με τα λοιπά έκτακτα έσοδα από εκποίηση παγίων, αλλά σε ειδικό δεσμευμένο λογαριασμό εσόδων από την εκποίηση εισφερθέντων ακινήτων, που αντικρύζει αντίστοιχο ειδικό αποθεματικό απορρίπτοντας την αίτηση αναίρεσης κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου. (ΣτΕ 1614/2020).
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!