Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Φορολογία εισοδήματος

ΠΟΛ. 1217/11-9-2001 Οι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.) εμπίπτουν στα υποκείμενα φόρου της περ.γ της παρ.1 του άρθρου 101 του ν. 2238-1994

YΠOIK 1120998/11069/B0012/ΠOΛ. 1217/11.9.2001

Οι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.) εμπίπτουν στα υποκείμενα φόρου της περ.γ της παρ.1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994

Με αφορμή προφορικά και γραπτά ερωτήματα που έχουν τεθεί στην υπηρεσία μας αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. θ της παρ. 1 του άρθρου 103 του ν. 2238/1994, από το φόρο εισοδήματος απαλλάσσονται τα εισοδήματα που αποκτούν οι συνεταιρισμοί πρώτου, δεύτερου και τρίτου βαθμού που χαρακτηρίζονται από το νόμο ως αγροτικοί από δραστηριότητες που εμπίπτουν στους σκοπούς που καθορίζονται από τις διατάξεις που καταστατικού τους. Στην απαλλαγή αυτή δεν περιλαμβάνονται:

αα) Τα εισοδήματα από εκμίσθωση ακινήτων και από κινητές αξίες, εκτός των τόκων από συναλλαγματικές και γραμμάτια, εφόσον πηγάζουν από εμπορικές συναλλαγές, καθώς και των τόκων από δάνεια ή πιστώσεις στα μέλη του συνεταιρισμού.

ββ) Τα κέρδη από πώληση προϊόντων μετά από προηγούμενη επεξεργασία τους ή διασκευή η οποία μπορεί να προσδώσει σε αυτά το χαρακτήρα βιομηχανικών προϊόντων. Δεν θεωρείται ως βιομηχανική επεξεργασία η διαλογή, εξευγενισμός, καθαρισμός, έκθλιψη, εκκόκιση, εκχύμωση, αποφλοίωση, παστερίωση, η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, καθώς και η απλή συσκευασία για τη συντήρηση και μεταφορά των γεωργικών προϊόντων στον τόπο της κατανάλωσης, ανεξάρτητα από τα μέσα που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό.

γγ) Τα κέρδη από τη λιανική πώληση σε τρίτους γεωργικών προϊόντων γενικά παραγωγής του συνεταιρισμού ή των μελών αυτού από ίδια πρατήρια ή με τη μεσολάβηση τρίτων που ενεργούν λιανική πώληση κατ` εντολή και για λογαριασμό τους.

δδ) Τα κέρδη από την πώληση σε τρίτους που δεν είναι μέλη του συνεταιρισμού, αγαθών γενικά που δεν παράγονται από το συνεταιρισμό ή από τα μέλη του, καθώς και τα κέρδη από παροχή υπηρεσιών σε τρίτους που δεν είναι μέλη του συνεταιρισμού. Στα εισοδήματα αυτά συμψηφίζονται οι τυχόν ζημιές,που προκύπτουν από κλάδους του συνεταιρισμού, που απαλλάσσονται από το φόρο.

2. Περαιτέρω, όπως έχει γίνει δεκτό με την αρ. 3/1992 ερμηνευτική εγκύκλιο του π.δ. 186/1992 περί K.B.Σ., κοινοπραξία επιτηδευματιών είναι η από κοινού σύμπραξη περισσοτέρων του ενός προσώπων (φυσικών ή νομικών) για την εκτέλεση ορισμένης εργασίας (συνήθως τεχνικής) με σκοπό το κέρδος. `Εχει προσωρινό κυρίως χαρακτήρα, είναι ιδιότυπο πρόσωπο, δεν αντιμετωπίζεται από τον Εμπορικό Νόμο, οριοθετείται από το φορολογικό δίκαιο για την εξυπηρέτηση ορισμένων συναλλαγών. H κοινοπραξία επιτηδευματιών θεωρείται επιτηδευματίας και έχει όλες τις υποχρεώσεις του κώδικα (τήρηση βιβλίων, έκδοση στοιχείων, κ.λπ.).

3. Εξάλλου, με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2810/2000 ορίζεται, ότι η Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση (A.Σ.O.) είναι αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει, με την αμοιβαία βοήθεια των μελών της, την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιόκτητης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης. Με τις διατάξεις δε, της παρ. 2 του ίδιου πιο πάνω άρθρου και νόμου ορίζεται, ότι οι A.Σ.O. διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες. Στις πρωτοβάθμιες υπάγονται οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί (A.Σ.), στις δευτεροβάθμιες οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (E.A.Σ.) και οι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.) και στις τριτοβάθμιες οι κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (K.E.Σ.E), ενώ, με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου αυτού ορίζεται, ότι οι A.Σ.O. όλων των βαθμίδων είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και έχουν εμπορική ιδιότητα.

4. Επίσης, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του ίδιου πιο πάνω νόμου ορίζεται, ότι δύο ή περισσότερες A.Σ.O. της ίδιας ή διαφορετικής βαθμίδας μπορεί να συνιστούν μεταξύ τους κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.), με σκοπό την προαγωγή των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων τους. Με τις διατάξεις δε της παρ. 2 του άρθρου αυτού ορίζεται, ότι οι K.A.Σ.O. αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα και για τη σύστασή τους απαιτείται η σύνταξη καταστατικού.

5. Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 35 του ίδιου πιο πάνω νόμου ορίζεται, ότι οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και οι εταιρίες τους εντάσσονται στους αναπτυξιακούς νόμους.

6. Με τις διατάξεις δε, της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 2601/1998 ορίζεται, ότι οι διατάξεις του παρόντος δεν έχουν εφαρμογή σε επιχειρήσεις που λειτουργούν με τη μορφή της κοινωνίας, της εταιρείας του αστικού δικαίου ή της κοινοπραξίας.

7. H Ολομέλεια του N.Σ.K. γνωμοδότησε ομόφωνα με την αρ. 395/2001 γνωμοδότησή της, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον κ. Yπουργό Γεωργίας, ότι οι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.) υπάγονται στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων. Για να καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό προέβη στις ακόλουθες παραδοχές - συμπεράσματα:

"α) Oι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (A.Σ.O.) είναι N.Π.I.Δ., τα οποία κέκτηνται εμπορική ιδιότητα και αντιμετωπίζονται πλέον ως έχουσες χροιά εμπορικής επιχειρήσεως.

β) Από την περικοπή στην Εισηγητική `Εκθεση του ν. 2810/2000 που αναφέρει ότι οι K.A.Σ.O. λογίζονται για την οργάνωση και λειτουργία τους ως δευτεροβάθμιες αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις, δεν καταλείπεται αμφιβολία για την ευθεία ή , τουλάχιστον, κατά πλάσμα του νόμου συμπερίληψη των κοινοπραξιών των A.Σ.O. στις δευτεροβάθμιες A.Σ.O.

γ) H έννοια της κοινοπραξίας που αναφέρεται στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2810/2000 δεν ταυτίζεται με την έννοια της κοινοπραξίας όπως αυτή αναφέρεται πιο πάνω στην αρ. 3/1992 ερμηνευτική εγκύκλιο του π.δ. 186/1992 (K.B.Σ.), καθ` όσον η K.A.Σ.O. αποτελεί δευτεροβάθμια συνεταιριστική οργάνωση, αυτόνομη, η οποία συνιστάται με καταστατικό, νομίμως εγκρινόμενο από το Δικαστήριο και δεν αποβλέπει στην διεκπεραίωση ενός και μόνο έργου, αλλά έχει χαρακτήρα διαρκή και σκοπό την προαγωγή των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων των απαρτιζουσών αυτή δύο ή περισσοτέρων, και διαφόρου ακόμη βαθμού, A.Σ.O., κέκτηται δε νομική προσωπικότητα".

8. Από όλα τα προαναφερόμενα προκύπτουν τα ακόλουθα:

α) Oι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων ως δευτεροβάθμιοι αγροτικοί συνεταιρισμοί υπόκεινται, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ της παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994, σε φόρο εισοδήματος και περαιτέρω, υποχρεούνται, σύμφωνα με την περ. α της παρ. 2 του άρθρου 107 του ίδιου νόμου, να υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος (Φ 01.010) μέχρι και τη δέκατη (10η) ημέρα του πέμπτου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, για τα εισοδήματα που απέκτησαν μέσα σε αυτή.

β) Oι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, ως δευτεροβάθμιοι αγροτικοί συνεταιρισμοί, απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος για τα εισοδήματά τους, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των διατάξεων της περ. θ της παρ. 1 του άρθρου 103 του ν. 2238/1994.

γ)`Ολες οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις μπορούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων, σύμφωνα με τη γενική διατύπωση της παρ. 14 του άρθρου 35 του ν. 2810/2000, και κατά συνέπεια, δεν είναι νοητός ο αποκλεισμός των κοινοπραξιών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, οι οποίες, κατά τα άνω, τυγχάνουν A.Σ.O. δεύτερης βαθμίδας, από το γεγονός και μόνο ότι στην παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 2601/1998 περιέχεται διάταξη περί εξαιρέσεως των κοινοπραξιών από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, δεδομένου ότι η εξαίρεση αυτή αναμφίβολα αναφέρεται στις, παροδικού και ευκαιριακού χαρακτήρα και μη προβλεπόμενες με ειδική νομική διάταξη, συνεστημένες και λειτουργούσες κοινοπραξίες, όπως αυτές αναφέρονται στην αρ. 3/1992 ερμηνευτική εγκύκλιο του π.δ. 186/1992 (K.B.Σ.).

Συνημμένα σας στέλνουμε την αριθ. 395/2001 γνωμοδότηση του N.Σ.K. για πληρέστερη ενημέρωσή σας.

Αρ. Γνωμοδοτήσεως: 395/2001 OΛOMEΛEIAΣ

Συνεδρίαση της 15.6.2001 Προεδρεύων: Ευστρ. Βολάνης

Εισηγητής: κων/νος E. Μπακάλης, (Νομικός Σύμβουλος του κράτους)

Περίληψη Ερωτήματος:


Αν, ενόψει των οριζομένων στις διατάξεις του N. 2810/2000 (άρθρο 35 παρ. 14) και του N. 2601/1998 (άρθρο 3), είναι δυνατή η υπαγωγή των κοινοπραξιών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.) στους αναπτυξιακούς νόμους, και, ειδικότερα:

Αν, υπό τα ιστορούμενα στο ερώτημα και προκύπτοντα από τα συνυποβληθέντα στοιχεία πραγματικά περιστατικά, είναι δυνατή η υπαγωγή στις, ως άνω, ρυθμίσεις της συγκεκριμένης κοινοπραξίας A.Σ.O. με την επωνυμία AΛ.M.ME..

Επί του ανωτέρω ερωτήματος, το οποίο εισάγεται ενώπιον της Ολομελείας του Σώματος, ως αναφερόμενο σε θέμα μείζονος σημασίας και γενικωτέρου ενδιαφέροντος (περισσοτέρων συναρμοδίων Υπουργείων), το N.Σ.K. γνωμοδότησε ως ακολούθως:

I. Κρίσιμες νομικές διατάξεις - Ανάλυση & ερμηνεία αυτών - Συμπεράσματα

A. 1. Με τις διατάξεις του N. 2810/2000 Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (ΦEK A 61) ρυθμίζονται λεπτομερώς τα της συστάσεως, διακρίσεως σε βαθμίδες, διοικήσεως, εποπτείας - ελέγχου, οικονομικής διαχειρίσεως και εν γένει λειτουργίας των αναφερομένων στο τίτλο του A.Σ.O.

Ειδικότερα στο άρθρο 1 ορίζεται ότι:

1. H Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση (A.Σ.O.) είναι αυτόνομη ένωση προσώπων, η οποία συγκροτείται εθελοντικά και επιδιώκει με την αμοιβαία βοήθεια των μελών της, την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και προαγωγή τους, μέσω μιας συνιδιόκτητης και δημοκρατικά διοικούμενης επιχείρησης. Ως A.Σ.O. θεωρούνται και οι αλιευτικοί, κτηνοτροφικοί, πτηνοτροφικοί, μελισσοκομικοί, σηροτροφικοί, δασικοί, αγροτουριστικοί, αγροβιοτεχνικοί, οικοτεχνικοί και άλλοι συνεταιρισμοί, οποιουδήποτε κλάδου ή δραστηριότητας της αγροτικής οικονομίας.

2. Oι A.Σ.O. διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες. Στις πρωτοβάθμιες υπάγονται οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί (A.Σ.), στις δευτεροβάθμιες οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (E.A.Σ.) και οι κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.) και στις τριτοβάθμιες οι κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (K.E.Σ.E.).

3. Oι A.Σ.O. όλων των βαθμίδων είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και έχουν εμπορική ιδιότητα .

- Στο άρθρο 30 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: Δύο ή περισσότερες A.Σ.O. της ίδιας ή διαφορετικής βαθμίδας μπορεί να συνιστούν μεταξύ τους κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (K.A.Σ.O.), με σκοπό την προαγωγή των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων τους. 2. Oι K.A.Σ.O. αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα και για τη σύστασή τους απαιτείται η σύνταξη καταστατικού.

- Στο άρθρο 35 παρ. 14 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι:

Oι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και οι εταιρείες τους εντάσσονται στους αναπτυξιακούς νόμους.

2. Στον N. 2601/1998 Ενισχύσεις ιδιωτικών επενδύσεων για την οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας και άλλες διατάξεις (ΦEK A 81) και στο άρθρο 3 αυτού ορίζεται ποιες κατηγορίες επιχειρηματικών δραστηριοτήτων για τις επενδυτικές και λοιπές δαπάνες τους υπάγονται στο καθεστώς των ενισχύσεων του νόμου αυτού. Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται υπό στοιχ. (ι) Αγροτικοί ή αγροτοβιομηχανικοί συνεταιρισμοί, ή ενώσεις ομάδων παραγωγών, οι οποίες έχουν συσταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της E.E., που πραγματοποιούν επενδύσεις σε μηχανικά μέσα σποράς, καλλιέργειας και συγκομιδής αγροτικών προϊόντων, υπό στοιχ. (ή) Επιχειρήσεις που, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, τυποποιούν, συσκευάζουν ή και συντηρούν γεωργικά ή κτηνοτροφικά προϊόντα ή προϊόντα αλιείας και ιχθυοτροφίας και υπό στοιχ. (λ) Επιχειρήσεις O.T.A. ή N.A. ή συνεταιρισμοί που πραγματοποιούν επενδύσεις για την ανέγερση και εκμετάλλευση βιομηχανικών κέντρων και κτιρίων . Επίσης υπό στοιχ. (α) αναφέρονται οι μεταποιητικές επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστηριότητες, οι οποίες περιλαμβάνονται στο άρθρο 15 του παρόντος νόμου, μεταξύ των οποίων καταλέγονται και οι βιομηχανίες τροφίμων και ποτών.

Στο ίδιο άρθρο 3 και στην παράγραφο 5 ορίζεται ότι: Oι διατάξεις του παρόντος δεν έχουν εφαρμογή σε επιχειρήσεις που λειτουργούν με τη μορφή της κοινωνίας, της εταιρείας του αστικού δικαίου ή της κοινοπραξίας.

3. Επισημαίνεται ότι και των τριών αυτών νομικών μορφών (μορφωμάτων), οι οποίες, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, ρητώς εξαιρούνται της εφαρμογής των διατάξεων του αναπτυξιακού νόμου, κυρίαρχο χαρακτηριστικό είναι ότι δεν έχουν νομική προσωπικότητα.

Ειδικότερα:

α) O θεσμός της κοινωνίας (AK 785 - 805) αναφέρεται σε κοινότητα δικαιώματος, το οποίο ανήκει από κοινού σε περισσοτέρους (Βλ. Γεωργιάδη - Σταθοπούλου Ερμηνεία A.K. υπ` άρθρο 785). H διαφορά της κοινωνίας από την εταιρεία είναι ότι δεν έχει κοινό σκοπό (Βλ. Λ. Σκαλίδη Δίκαιο Εμπορικών Εταιρειών Εκδ. E 2000 σελ. 21).

β) H αστική εταιρεία επίσης εκ του νόμου στερείται νομικής προσωπικότητας (άρθρ. 784 AK), εκτός αν έχει σκοπό οικονομικό γ) Τα χαρακτηριστικά της κοινοπραξίας δεν προσδιορίζονται σαφώς ούτε στον Εμπορικό Νόμο ούτε στον Αστικό κώδικα. Το θέμα αντιμετωπίζεται από τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, ήτοι τον ισχύοντα κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Π.Δ. 186/1992 (ΦEK A 84 Βλ. και διόρθωση σφαλμάτων ΦEK A 67/28.4.1994) και στις διευκρινιστικές εγκυκλίους του Yπουργείου Oικονομικών. Στο άρθρο 2 παρ. 2 αυτού του Π.Δ. ορίζεται ότι: H κοινοπραξία αποβλέπει στη διενέργεια συγκεκριμένης πράξης και αποδεικνύεται με έγγραφη συμφωνία, που κατατίθενται στην αρμόδια ΔOY πριν από την έναρξη των εργασιών της.

- Στην υπ` αρ. 3/1992 Βασική Ερμηνευτική Εγκύκλιο του Υπουργείου Oικονομικών ορίζεται υπό στοιχ. 2.2. ότι: κοινοπραξία επιτηδευματιών είναι η από κοινού σύμπραξη περισσοτέρων του ενός προσώπων (φυσικών ή νομικών) για την εκτέλεση ορισμένης εργασίας (συνήθως τεχνικής) με σκοπό το κέρδος. λχει προσωρινό κυρίως χαρακτήρα, είναι ιδιότυπο πρόσωπο, δεν αντιμετωπίζεται από τον Εμπορικό Νόμο, οριοθετείται από το φορολογικό δίκαιο για την εξυπηρέτηση ορισμένων συναλλαγών.

Στη συνέχεια συγκεκριμενοποιούνται τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η κοινοπραξία για να αναγνωρισθεί από την αρχή, από την οποία και εξαρτάται η αναγνώρισή της, ήτοι την φορολογική.

Στην παράγραφο 2.2.1. εδ. β αναφέρεται ρητώς ότι:"Πρέπει να αποβλέπει στη διενέργεια μιας συγκεκριμένης πράξης, και ο σκοπός της, που αναγράφεται απαραιτήτως στο συμφωνητικό, πρέπει να είναι συγκεκριμένος και να μην έχει διαρκή χαρακτήρα". Στην ίδια παράγραφο μάλιστα επισημαίνεται ότι συνέχιση της κοινοπραξίας για εκτέλεση άλλου έργου δεν επιτρέπεται. (Οράτε X. Τότση κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων Τόμος A υπ` άρθρο 2 Σελ. 25, 27).

B. Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, ερμηνευόμενες αυτοτελώς και σε συνδυασμό μεταξύ τους, με τις προσήκουσες ερμηνευτικές μεθόδους (γραμματική και λογική, κατά το ιστορικό, τελολογικό και επιστημονικό στοιχείο) και τα εκ της εφαρμογής αυτών πρόσφορα επιχειρήματα, συνάγονται οι ακόλουθες παραδοχές - συμπεράσματα:

α) Oι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις είναι N.Π.I.Δ., τα οποία κέκτηνται εμπορική ιδιότητα.

Στην εισηγητική - αιτιολογική έκθεση του N. 2810/2000 μνημονεύεται ότι:

Όπως και στους προϊσχύσαντες νόμους, έτσι και στην παρόντα νόμο, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, καίτοι έχουν την εμπορική ιδιότητα, δεν υπάγονται στις εμπορικές επιχειρήσεις του εμπορικού νόμου.

O Συνεταιρισμός αποτελεί εμπορική εταιρεία, ο χαρακτήρας του όμως είναι ανάμεικτος, αφού περιέχει και στοιχεία γενικότερης κοινωνικής χρησιμότητας.

O ως άνω, χαρακτήρας των A.Σ.O. υπό το κράτος ισχύος του προγενέστερου Νόμου 2169/1993 είχε επισημανθεί αναλυτικώς και με την υπ` αρ. 241/1999 Γνωμοδότηση της Ολομελείας του N.Σ.K.

Ωστόσο και παρά την ανωτέρω αναφορά στην Εισηγητική Έκθεση του νέου Νόμου, -η οποία, μάλλον πρέπει ν` αποδοθεί σε λόγους παραδόσεως,- από το σύνολο των διατάξεων αυτού και τον σκοπό, ο οποίος εξ αυτών αναδύεται, αλλά, και από πλείστες όσες επί μέρους περικοπές σε άλλα σημεία της Εισηγητικής Εκθέσεως, συνάγεται καταδήλως ότι θελήθηκε πλέον η λειτουργία των A.Σ.O. στα πλαίσια της επιχειρηματικής λογικής, ώστε να εμφανίζονται ως ανταγωνιστικές επί ίσοις όροις στην αγορά.

Δηλωτική της αντιλήψεως αυτής είναι η διατύπωση της εισηγητικής εκθέσεως ότι: Το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο καλούνται σήμερα να δραστηριοποιηθούν έχει ως κύριο χαρακτηριστικό τον οξύ ανταγωνισμό και ότι: Επιδιώκουν να αποκτήσουν διαπραγματευτική δύναμη στην αγορά και να αξιοποιήσουν τις οικονομίες κλίμακας που απολαμβάνει το μεγάλο επιχειρηματικό μέγεθος, και περαιτέρω ότι: οφείλουν να έχουν επιχειρηματική αποτελεσματικότητα, να παρέχεται η δυνατότητα ανταγωνισμού σε ισότιμη βάση σε σύγκριση με άλλες νομικές μορφές επιχειρήσεων κ.λπ. Άξιο ιδιαίτερης μνείας κρίνεται ότι στην ίδια εισηγητική έκθεση του νόμου συγκαταλέγεται, μεταξύ των αξόνων που διέπουν τη φιλοσοφία αυτού, και ο σκοπός: Να υπάγει τους συνεταιρισμούς σε διαδικασίες ελέγχου ανάλογες με εκείνες που εφαρμόζονται στις εμπορικές εταιρείες.

κατ` ακολουθία προς τα ανωτέρω, οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις αντιμετωπίζονται πλέον ως έχουσες έντονη χροιά εμπορικής επιχειρήσεως.

β) Oι κοινοπραξίες των A.Σ.O. περιλαμβάνονται ρητώς στο άρθρο 1 παρ. 2 του νόμου στις δευτεροβάθμιες A.Σ.O. μαζί με τις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (E.A.Σ.) και η σύστασή τους, ως ιδίων νομικών προσώπων, που απαρτίζονται από δύο ή περισσότερες A.Σ.O. της ίδιας ή διαφορετικής βαθμίδας, προβλέπεται με τις διατάξεις του άρθρου 30 του ίδιου νόμου με καταστατικό.

H αναδίφηση στην εισηγητική έκθεση του νόμου, όπου απαντάται η περικοπή ότι: Oι K.A.Σ.O. λογίζονται για την οργάνωση και λειτουργία τους ως δευτεροβάθμιες αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις, δεν καταλείπει αμφιβολία για την ευθεία ή, τουλάχιστον, κατά πλάσμα του νόμου συμπερίληψη των κοινοπραξιών των A.Σ.O. στις δευτεροβάθμιες A.Σ.O.

γ) Oι ως άνω κοινοπραξίες, ως A.Σ.O. δευτέρου βαθμού, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 35 παρ. 14 του νόμου 2810/2000, εντάσσονται, στους αναπτυξιακούς νόμους. Βασικός νόμος ρυθμίζων τα οικεία θέματα είναι ο N. 2601/1998.

δ) Το πρόβλημα το οποίο φαίνεται ότι ανακύπτει δημιουργείται από τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 5 αυτού, με την οποία, όπως προαναφέρεται, εξαιρούνται της εφαρμογής αυτού οι επιχειρήσεις που λειτουργούν με τη μορφή της κοινωνίας, της Εταιρείας του αστικού δικαίου ή της κοινοπραξίας.

- O κατά πρώτη, όμως, και επιφανειακή μάλλον προσέγγιση του θέματος προβληματισμός αυτός, ο οποίος και αποτέλεσε την αφορμή για την υποβολή του ερευνωμένου ερωτήματος, κάμπτεται και οι επ` αυτού αμφιβολίες διασκεδάζονται από μια εμβριθέστερη και σε βάθος ανάλυση και σύγκριση των παραπάνω διατάξεων.

- Είναι προφανές ότι το άρθρο 3 παρ. 5 του N. 2601/1998 θέλησε τον αποκλεισμό από την ένταξη στις διατάξεις του αναπτυξιακού αυτού νόμου των επιχειρήσεων, οι οποίες λειτουργούν υπό μορφή κοινοπραξίας, υπό την έννοια της κοινοπραξίας, η οποία έχει διαπλασθεί και διαμορφωθεί από την επιστήμη και τη νομολογία, όπως προαναφέρθηκε, κυρίως για φορολογικούς σκοπούς, είναι προσωρινής διαρκείας, επιδιώκει την εξυπηρέτηση συγκεκριμένου σκοπού και την διεκπεραίωση συγκεκριμένου έργου και η ισχύς της δεν δύναται να παραταθεί μετά την αποπεράτωση του έργου.

Oι κοινοπραξίες αυτής της μορφής έχει κριθεί ότι είναι απλές ενώσεις προσώπων που δεν έχουν νομική προσωπικότητα. (Βλ. AΠ 22/1998 ΝοB 47 σελ. 228, ΣτE Ολ. 1934/1998 E. Εμπ. Δ. 1999 σελ. 50). H έννοια, όμως, του όρου κοινοπραξία στον N. 2810/2000 δεν ταυτίζεται με την κοινοπραξία υπό την ανωτέρω μορφή.

H κοινοπραξία, που αναφέρεται στα άρθρα 1 παρ. 2 και 30 του N. 2810/ 2000 και της οποίας η ένταξη στους αναπτυξιακούς νόμους προβλέπεται ρητώς με το άρθρο 35 παρ. 14 του ίδιου νόμου, αποτελεί δευτεροβάθμια συνεταιριστική οργάνωση, αυτόνομη, η οποία συνιστάται με καταστατικό, νομίμως εγκρινόμενο από το Δικαστήριο και δεν αποβλέπει στην διεκπεραίωση ενός και μόνο έργου, αλλά έχει χαρακτήρα διαρκή και σκοπό την προαγωγή των καταστατικών σκοπών και δραστηριοτήτων των απαρτιζουσών αυτή δύο ή περισσοτέρων, και διαφόρου ακόμη βαθμού, A.Σ.O. και υπό την έννοια αυτή σαφώς κέκτηται νομική προσωπικότητα, ήτοι έχει ικανότητα δικαίου, ικανότητα διαδίκου, ικανότητα προς δικαιοπραξία και ικανότητα προς αδικοπραξία (βλ. Ελ. Λεβαντή Τι είναι η κοινοπραξία ΝοB 33 σελ. 1092 επ. και εκεί βιβλιογραφία, Πρβλ. και παρεμπίπτουσα σκέψη στην υπ` αρ. 394/2000 Γνωμ. Ολ. N.Σ.K.).

Σημειώνεται ότι έχει διατυπωθεί στην επιστήμη -και μάλιστα προ της θεσπίσεως του N. 2810/2000, ο οποίος, κατά τα άνω, καθιστά εντονώτερα επιχειρησιακό και φιλελεύθερο τον χαρακτήρα των A.Σ.O.,- η άποψη ότι η κοινοπραξία είναι τόσο πολύ εντεταγμένη στην ιδέα του συνεταιρισμού, ώστε στο συνεταιριστικό δίκαιο αυτή να ταυτίζεται με τον συνεταιρισμό (Βλ. E. Τζίβα κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιρισμών APMENOΠOYΛOΣ Επιστημονική Επετηρίδα 1996 σελ. 99).

Αφού, λοιπόν, όλες οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις μπορεί να υπαχθούν στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων, σύμφωνα με τη γενική και αδιάστικη διατύπωση του άρθρου 35 παρ. 14 του N. 2810/2000, δεν είναι νοητός ο αποκλεισμός των κοινοπραξιών (K.A.Σ.O.), οι οποίες, κατά τα άνω, τυγχάνουν A.Σ.O. δεύτερης βαθμίδας, εκ μόνου του λόγου ότι στο άρθρο 3 παρ. 5 του N. 2601/1998 περιέχεται διάταξη περί εξαιρέσεως των κοινοπραξιών από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, δεδομένου ότι η εξαίρεση αυτή αναμφιβόλως αναφέρεται στις, παροδικού και ευκαιριακού χαρακτήρα και μη προβλεπόμενες με ειδική νομική διάταξη, συνεστημένες και λειτουργούσες κοινοπραξίες.

- Άλλωστε, και υπό την, ρητώς αποκρουομένη κατά τα άνω, αντίληψη -αληθή υποτιθέμενη,- ότι ο N. 2601/1998 με το άρθρο 3 παρ. 5 αυτού ήθελε να αποκλείσει της εφαρμογής αυτού και τις κοινοπραξίες των A.Σ.O., και πάλιν, αφού με την θέσπιση της διατάξεως του άρθρου 35 παρ. 14 του N. 2810/2000 εκδηλώνεται ρητώς αντίθετη προς την προηγουμένη βούληση του νομοθέτη, επιβάλλεται, να γίνει δεκτό ότι η διάταξη αυτή κατισχύει της του άρθρου 3 παρ. 5 N. 2601/1998, ως νεώτερη, ρυθμίζουσα το ίδιο θέμα, ή, εν πάση περιπτώσει, ως σαφώς ειδικότερη.

Γ. Συνεπώς, ως κατάληξη των προαναπτυχθέντων συλλογισμών απορρέει, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομελείας, το συμπέρασμα ότι οι K.A.Σ.O. υπάγονται στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων.

H αντίθετη άποψη ότι: δεν είναι δυνατή η υπαγωγή στον N. 2601/98 των επιχειρήσεων που λειτουργούν υπό μορφή κοινοπραξίας, άρα και των K.A.Σ.O., και ότι: η διάταξη του άρθρου 35 παρ. 14 είναι τελείως αόριστη και ασαφής ως προς το περιεχόμενό της,- άποψη η οποία διατυπώθηκε από την αρμοδία Υπηρεσία του YΠEΘO (Γ.Γ. Επενδ. και Ανάπτυξης/Γεν. Δ-νση Ιδιωτικών Επενδύσεων /Δ-νση λγκρισης και Ελέγχου Ιδιωτ. Επενδύσεων/Τμήμα Ενημέρωσης και Νομικών Θεμάτων) με το υπ` αρ. Πρωτ. 59933/14.12.2000 έγγραφό της προς την Περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας / Δ-νση Σχεδιασμού και Ανάπτυξης, χωρίς να ζητηθεί η γνώμη του αρμοδίου Γραφείου Νομικού Συμβούλου του οικείου Υπουργείου,- ελέγχεται παντελώς αβάσιμη και νόμω ανεπέρειστη, αφού επιχειρεί αβασάνιστα προδήλως contra legem ερμηνεία, στηριζομένη σε εσφαλμένες προϋποθέσεις και ασθενέστατη επιχειρηματολογία.

II. Αντιμετώπιση του ειδικοτέρου ζητήματος

A. 1. Εν προκειμένω, το ερευνώμενο ερώτημα υποβλήθηκε με αφορμή σχετική αίτηση από 13.9.2000 συγκεκριμένης κοινοπραξίας A.Σ.O., υπό την επωνυμία K.A.Σ.O. Αλιάκμων - Μέση - Μελίκη AΛ.M.ME Νομού Hμαθίας, προς ένταξη επενδύσεώς της στον αναπτυξιακό νόμο, μετά την οποία και στην προσπάθεια εξευρέσεως λύσεως έχει διεξαχθεί αλληλογραφία μεταξύ της, ως άνω, κοινοπραξίας και του Υπουργείου Εθνικής Oικονομίας, με ανάμειξη και της ΠAΣEΓEΣ.

2. Συγκεκριμένα έχει απευθυνθεί προς την Νομική Υπηρεσία του YΠEΘO (εννοείται, ως εκ του ονόματος του αρμοδίου υπαλλήλου που αναφέρεται, το Τμήμα Ενημέρωσης και νομικών θεμάτων της Δ/νσης λγκρισης και Ελέγχου Ιδ. Επενδύσεων της Γ.Γ. Επενδύσεων και Ανάπτυξης), η υπ` αρ. Πρωτ. 2232/4.12.2000 επιστολή της AΣO AΛMME και ακολούθως η υπ` αρ. 2308/ 13.12.2000 επιστολή προς τον Υπουργό Εθνικής Oικονομίας, με κοινοποίηση στους Yπουργό Γεωργίας και Yφυπουργό Γεωργίας, με αίτημα τη ρύθμιση του θέματος. Επί ερωτήματος δε υπ` αρ. Πρωτ. 6208/29.11.2000 της Περιφέρειας κεντρικής Μακεδονίας /Δ-νσης Σχεδιασμού και Ανάπτυξης προς το YΠEΘO, έχει δοθεί απάντηση με το υπ` αρ. Πρωτ. 59933/14.12.2000 έγγραφο ότι, σύμφωνα με την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων, δεν είναι δυνατή η υπαγωγή της συγκεκριμένης κοινοπραξίας A.Σ.O. στις διατάξεις του N. 2601/1998, (περί της οποίας ανωτέρω), χωρίς όμως παραπομπή του θέματος στο Γραφείο Νομικού Συμβούλου του YΠEΘO και έκδοση επ` αυτού γνωμοδοτήσεως του N.Σ.K.

Επίσης, πριν υποβληθεί το ερώτημα προς το Γραφείο Νομικού Συμβούλου Yπ. Γεωργίας είχε υποβληθεί το υπ` αρ. Πρωτ. 3293/18.12.2000 έγγραφο ερώτημα της ενδιαφερομένης AΣO AΛMME προς την ΠAΣEΓEΣ, από την οποία δόθηκε απάντηση με το υπ` αρ. Πρωτ. 1394/18.12.2000 ότι η A.Σ.O. αυτή υπάγεται στις ρυθμίσεις του N. 2601/1998, κατόπιν τούτου δε και με αφορμή το προαναφερθέν έγγραφο της Γ.Γ. Επενδύσεων και Ανάπτυξης/Τμ. Ενημέρωσης και Νομικών Θεμάτων του YΠEΘO προς την Περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας, από την ΠAΣEΓEΣ απευθύνθηκε το υπ` αρ. Πρωτ. 68/25.1.2001 έγγραφό της προς τους Υπουργούς και Υφυπουργούς Εθν. Oικονομίας και Γεωργίας, με αίτημα την παρέμβασή τους για την επίλυση του θέματος. Στο μεταξύ από την Περιφέρεια κεντρικής Μακεδονίας/Δ-νση Περιφ. Ανάπτυξης με το υπ` αρ. Πρωτ. 4705/Π03/1/222/24.1.2001 έγγραφο προς την ενδιαφερομένη K.A.Σ.O. δόθηκε απάντηση ότι δεν εντάσσεται στους αναπτυξιακούς νόμους.

3. Μετά ταύτα και προς το σκοπό αυτό υποβλήθηκε το μνημονευόμενο στην αρχή ερώτημα από την αρμοδία υπηρεσία του Yπ. Γεωργίας, αναφερόμενο γενικώς μεν στο αν οι κοινοπραξίες A.Σ.O. εντάσσονται στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων, ειδικότερα δε στο αν η συγκεκριμένη K.A.Σ.O. είναι δυνατό να ενταχθεί σ` αυτές.

4. Συμπληρωματικά σημειώνεται ότι, όπως προκύπτει από τα συνυποβληθέντα με το ερώτημα στοιχεία, η κοινοπραξία A.Σ.O. AΛ.M.ME έχει συσταθεί νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις του τότε ισχύοντος N. 2169/1993, με καταστατικό, εγκεκριμένο από το Ειρην. Βεροίας με την υπ. αρ. 51/1996 απόφασή του, και έχει καταχωρισθεί στο Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών με αριθμό 64, με μεταγενέστερη δε απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου υπ` αρ. 127/1997 έχει εγκριθεί η τροποποίηση ορισμένων άρθρων του K. αυτής. H κοινοπραξία αυτή, άλλωστε, έχει τα χαρακτηριστικά της οργανώσεως παραγωγών κατά κατά την έννοια του κανονισμού 2200/1996 της E.E. (E.E. 1996 L 297/1), o οποίος έχει αντικαταστήσει τον προγενέστερο κανονισμό 1035/1972 της E.O.K. (EEN 118/1/20.5.72), και ως βασική επιχειρηματική της δραστηριότητα ασκεί τη μεταποίηση αγροτικών (οπωροκηπευτικών) προϊόντων.

5. Τέλος, προστίθεται ότι προηγουμένη ειδική επένδυση της Εταιρείας AΛ.M.ME, που αναφέρεται στην κατηγορία EYEΛIΞIA μονάδας με αντικείμενο ΠAPAΓΩΓH KOMΠOΣTAΣ, ΠOYΛΠAΣ KAI XYMΩN, έχει υπαχθεί στις διατάξεις του N. 2601/1998 με την υπ` αρ. ΔBE/Φ.24/24913/113/N. 2601/98 /28.7.99 απόφαση του Υφ. Ανάπτυξης, που δημοσιεύθηκε στο ΦEK Τεύχος Αναπτυξιακών Πράξεων και συμβάσεων υπ` αρ. 180/31 Αυγ. 1999, και ότι αρκετές παρόμοιες επενδύσεις διαφόρων A.Σ.O. έχουν κατά το παρελθόν υπαχθεί στις ρυθμίσεις των αναπτυξιακών νόμων.

B. Από την υπαγωγή των ως άνω πραγματικών δεδομένων υπό τους προπαρατεθέντες κανόνες δικαίου και κατ` απολύτως λογική συνέπεια προς την ανωτέρω διατυπωθείσα γενικότερη θέση περί της δυνατότητας των K.A.Σ.O. να υπαχθούν στους αναπτυξιακούς νόμους, και επί του ειδικοτέρου ζητήματος η Ολομέλεια καταλήγει ομοφώνως στην γνώμη ότι είναι δυνατή η ένταξη στις διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων της κοινοπραξίας A.Σ.O. με την επωνυμία AΛ.M.ME., υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, της συνδρομής και των λοιπών απαιτουμένων από το νόμο προϋποθέσεων, - πράγμα το οποίο θα διαπιστωθεί μετ` έρευνα από τις αρμόδιες υπηρεσίες αν η συγκεκριμένη επένδυση, αυτή κατ` εαυτήν, είναι επιλέξιμη και πληροί τους όρους ενισχύσεως της- και της τηρήσεως της προσήκουσας διαδικασίας. Τέτοιος, πάντως, προβληματισμός δεν τίθεται με το ερώτημα.

III. Απάντηση

Κατ` ακολουθία προς τις ανωτέρω αναλυτικές σκέψεις, η, κατά την ομόφωνη γνώμη της Ολομελείας του N.Σ.K., αρμόζουσα απάντηση στο τεθέν ερώτημα, και κατά τα 2 σκέλη του, είναι καταφατική.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!