Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Κεφάλαιο

ΠΟΛ. 1256/21-12-1999 Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13 και 14 του ν.2753-1999 -Απλοποιήσεις και ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και άλλες διατάξεις-

ΥΠΟΙΚ 1119236/681/Α0013/ΠΟΛ.1256/21.12.1999 Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13 και 14 του ν.2753/1999 "Απλοποιήσεις και ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και άλλες διατάξεις".

Με τις διατάξεις των άρθρων 13 και 14 του Ν.2753/1999 (ΦΕΚ 249/Α`/17.11.1999) "Απλοποιήσεις και ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και άλλες διατάξεις", που ισχύει από 17.11.1999 και τις οποίες σας κοινοποιήσαμε με το υπ` αριθ. 1100650/550/Α0013/17.11.1999 έγγραφό μας, επέρχονται τροποποιήσεις στη φορολογία κεφαλαίου και ρυθμίζονται θέματα περαίωσης εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, μεταβίβασης ακινήτων και μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Ηδη με την παρούσα σας παρέχουμε οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων αυτών και ειδικότερα:

Αρθρο 13 π. 1

Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999

Μαχητό τεκμήριο στην κληρονομιά

Προσδιορισμός του τιμήματος της εκποίησης από τον κληρονομούμενο:

α) Κινητού περιουσιακού στοιχείου (μετοχές, συμμετοχές κ.λπ.), μέσα στην τελευταία προ του θανάτου τριετία.

β) Ακινήτου περιουσιακού στοιχείου μέσα στην τελευταία προ του  θανάτου πενταετία.

Αρθρο 13

Παράγραφος 1

Με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν.Δ.118/1973 έχει καθιερωθεί τεκμήριο μαχητό ότι στην κληρονομιά περιλαμβάνονται οι τίτλοι και οι αξίες των οποίων ο αποβιώσας εισέπραξε τα εισοδήματα ή πραγματοποίησε οποιεσδήποτε συναλλακτικές πράξεις μέσα στο προηγούμενο του θανάτου έτος, καθώς και το τίμημα από την εκποίηση από τον κληρονομούμενο κάποιου περιουσιακού στοιχείου που πραγματοποιήθηκε μέσα στην τελευταία προ του θανάτου τριετία, προκειμένου για κινητό περιουσιακό στοιχείο ή μέσα στην τελευταία προ του θανάτου πενταετία, προκειμένου για ακίνητο περιουσιακό στοιχείο.

Ηδη, με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999, προκειμένου να εκλείψουν τόσο οι αμφισβητήσεις, όσο και οι προσπάθειες καταστρατήγησης της πιο πάνω διάταξης, ρυθμίζεται ρητά ποιο είναι το αντικείμενο φορολογίας στις περιπτώσεις εφαρμογής της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν.Δ.118/1973 και συγκεκριμένα:

α) Ως τίμημα από την εκποίηση ακινήτου θεωρείται η αντικειμενική αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της εκποίησης αυτού, εφόσον το ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή όπου ίσχυε - κατά το χρόνο εκποίησης - το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας ή η αξία του ακινήτου, όπως οριστικά προσδιορίστηκε από την αρμόδια για τη φορολογία της μεταβίβασης ΔΟΥ για την επιβολή του φόρου αυτού, εφόσον το ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή όπου δεν ίσχυε - κατά το χρόνο εκποίησης - το αντικειμενικό σύστημα. Αν το αναγραφόμενο στο συμβολαιογραφικό έγγραφο της μεταβίβασης τίμημα είναι μεγαλύτερο από την κατά τα ανωτέρω αξία, για την εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν.Δ.118/1973 λαμβάνεται υπόψη αυτό το αναγραφόμενο τίμημα.

β) Ως τίμημα από την εκποίηση μετοχών και λοιπών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο τίτλων κινητών αξιών και συμμετοχών σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς, για τα οποία έχει συνταχθεί συμβολαιογραφικό ή ιδιωτικό έγγραφο, λαμβάνεται η αξία που προκύπτει από τον εμπορικό έλεγχο που διενεργείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 12, παρ. 2 και 3 του Ν.Δ.118/1973. Αν το τίμημα που αναγράφεται στο μεταβιβαστικό έγγραφο είναι μεγαλύτερο από την αξία που προκύπτει κατά το πιο πάνω άρθρο 12, παρ. 2 και 3, λαμβάνεται υπόψη το αναγραφόμενο τίμημα.

Δεδομένου δε ότι με την υπ` αριθ. 1112719/11072/Β0012/ΠΟΛ.1233/2.12.1999 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού της πραγματικής αξίας μεταβιβαζόμενων μετοχών ημεδαπών ΑΕ μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ως αξία των μετοχών αυτών θα λαμβάνεται αυτή που προσδιορίζεται με βάση την πιο πάνω απόφαση, εφόσον είναι μεγαλύτερη από το αναγραφόμενο στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο τίμημα.

Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999 εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 26, περ. θ` του Ν.2753/1999 από 17.11.1999, δηλαδή καταλαμβάνουν υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών για τις οποίες η φορολογική ενοχή γεννιέται μετά την ημερομηνία αυτή.

Αρθρο 13 π. 2

Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999

Στις εικονικές συμβάσεις μεταβίβασης ακινήτων, πλοίων, τίτλων μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο κ.λπ. που για τις μεταβιβάσεις έχει επιβληθεί φόρος, κατά την επιβολή του φόρου δωρεάς, από τον αναλογούντα φόρο (δωρεάς) εκπίπτεται ο βεβαιωθείς φόρος μεταβίβασης ή φόρος υπεραξίας.

Παράγραφος 2

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για τη φορολογία δωρεών (άρθρο 34 του Ν.Δ.118/1973) φόρος δωρεάς επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση μεταβίβασης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου (κινητού ή ακίνητου, ενσώματου ή ασώματου) χωρίς αντάλλαγμα, έστω κι αν γι` αυτή δεν καταρτίσθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο. Στην έννοια της δωρεάς περιλαμβάνονται οι δωρεές που συνιστώνται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, καθώς και κάθε άλλη παραχώρηση ή μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων που έχει αποτέλεσμα τη μείωση της περιουσίας αυτού που δίνει και την αύξηση της περιουσίας αυτού που λαμβάνει και γίνεται από ελευθεριότητα και όχι σε εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης του παρέχοντος προς το λαμβάνοντα.

Στα πλαίσια της ελεγκτικής του αρμοδιότητας, ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ έχει τη δυνατότητα να χαρακτηρίσει ως δωρεά και κάθε άλλη μεταβίβαση περιουσίας που γίνεται μεν εικονικά με τον τύπο της σύμβασης με αντάλλαγμα, υποκρύπτει όμως δωρεά κατά την παραπάνω έννοια.

Στις περιπτώσεις αυτές, αν πρόκειται για εικονικές συμβάσεις μεταβίβασης με αντάλλαγμα ακινήτων, πλοίων, μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο ή λοιπών τίτλων μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, καθώς και συμμετοχών σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς, για τις οποίες μεταβιβάσεις έχει επιβληθεί φόρος, κατά την επιβολή του φόρου δωρεάς, από τον αναλογούντα φόρο (δωρεάς) εκπίπτεται ο βεβαιωθείς φόρος μεταβίβασης ή φόρος υπεραξίας.

Στη μέχρι σήμερα ισχύουσα διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 34 του Ν.Δ.118/1973 και όσον αφορά το θέμα της έκπτωσης του βεβαιωθέντος φόρου μεταβίβασης, καλύπτονταν μόνο οι περιπτώσεις του φόρου μεταβίβασης ακινήτων και πλοίων. Με την παρούσα διάταξη - και για την αποφυγή φορολογίας δύο φορές για το ίδιο αντικείμενο - καλύπτεται το θέμα έκπτωσης του βεβαιωθέντος φόρου και των λοιπών κατά τα πιο πάνω μεταβιβάσεων μετοχών και λοιπών τίτλων μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, καθώς και συμμετοχών σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς.

Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999 εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 26, περ. θ` του Ν.2753/1999 από 17.11.1999, δηλαδή αφορούν υποθέσεις δωρεών που έγιναν με τον εικονικό τύπο μεταβιβάσεων με αντάλλαγμα μετά την ημερομηνία αυτή.

Αρθρο 13 π. 3

Ισχύς μετά τις 17 Νοεμβρίου 1999

Σε περίπτωση αγοράς ακινήτου ή ανέγερσης οικοδομής από πρόσωπο που στερείται εισοδημάτων ή τα εισοδήματα αυτού δεν είναι επαρκή ή δεν αιτιολογείται η πηγή προέλευσης των χρημάτων, επιβάλλεται από τη ΔΟΥ φόρος άτυπης δωρεάς στο ποσό της αύξησης της περιουσίας του δωρεοδόχου.

Παράγραφος 3

Με την παρ. 3 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999 προστίθεται παρ. 4 στο άρθρο 34 του Ν.Δ.118/1973, με την οποία ρυθμίζονται τα ακόλουθα:

Οπως πιο πάνω στην παρ. 2 αναφέρθηκε, οποιαδήποτε μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων χωρίς αντάλλαγμα, που γίνεται από ελευθεριότητα και όχι σε εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης και που έχει ως συνέπεια την αύξηση της περιουσίας αυτού που λαμβάνει και μείωση της περιουσίας αυτού που δίνει, υπόκειται σε φόρο δωρεάς.

Σε περίπτωση αγοράς ακινήτου ή ανέγερσης οικοδομής από πρόσωπο που στερείται εισοδημάτων ή τα εισοδήματα αυτού δεν είναι επαρκή, επιβάλλεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ φόρος άτυπης δωρεάς, εφόσον αποκλεισθεί αιτιολογημένα κάθε άλλη πηγή προέλευσης χρημάτων που επικαλείται ο φορολογούμενος (δανεισμός, εκποίηση ακινήτου κ.λπ.) και κατά το ποσό κατά το οποίο λογίζεται ότι αυξήθηκε η περιουσία του φερόμενου ως δωρεοδόχου και εφόσον παράλληλα διαπιστωθεί ότι ο φερόμενος ως δωρητής είχε την οικονομική δυνατότητα να προβεί στη συγκεκριμένη δωρεά.

Για τον υπολογισμό του φόρου αυτού, ειδικότερα όσον αφορά τον προσδιορισμό της αξίας της δωρεάς για τη δαπάνη ανέγερσης κτισμάτων, σας είχαμε δώσει οδηγίες με την υπ` αριθ. 1020263/92 π.ε/Α0013/ΠΟΛ.1231/30.11.1999 εγκύκλιο διαταγή μας. Συγκεκριμένα, λέγαμε ότι:

"α) προκειμένου για ανέγερση οικοδομών, των οποίων η οικοδομική άδεια εκδόθηκε μέχρι και 31.12.1994, θα λαμβάνεται η αντικειμενική αξία των κτισμάτων.

β) προκειμένου για ανέγερση οικοδομών, των οποίων η οικοδομική άδεια εκδόθηκε από 1.1.1995 και μεταγενέστερα, θα λαμβάνεται το ελάχιστο κόστος οικοδομής, όπως προσδιορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 35 του Ν.2238/1994.

Σε κάθε, όμως, περίπτωση που σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα ή υπάρχοντα παραστατικά (Τιμολόγια ή Αποδείξεις Παροχής Υπηρεσιών ή αγοράς υλικών, εισφορές ΙΚΑ, καταβολή ΦΠΑ κ.λπ.) προκύπτει δαπάνη του φορολογούμενου μεγαλύτερη από την αντικειμενική αξία των κτισμάτων ή από το ελάχιστο κόστος οικοδομής, κατά τα παραπάνω, για την επιβολή του φόρου άτυπης δωρεάς θα λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές αυτές δαπάνες.

Η εγκύκλιος αυτή εξακολουθεί να ισχύει για όλες τις περιπτώσεις επιβολής φόρου άτυπης δωρεάς για τις οποίες η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 16.11.1999 (αγορά ακινήτου ή ανέγερση οικοδομής).

Ηδη, με την παρούσα παρ. 3 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999 ρυθμίζονται οι περιπτώσεις επιβολής φόρου άτυπης δωρεάς για την αγορά ακινήτου ή την ανέγερση οικοδομής από πρόσωπο που δεν έχει αυτή την οικονομική δυνατότητα και που συντελείται (η αγορά ή η ανέγερση) μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, δηλαδή μετά τις 17.11.1999.

Με τη διάταξη αυτή ορίζεται ότι για την επιβολή του φόρου άτυπης δωρεάς στις πιο πάνω περιπτώσεις λαμβάνονται υπόψη:

α) Προκειμένου για αγορά ακινήτου, η αντικειμενική αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της αγοράς, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη από το αναγραφόμενο στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο τίμημα. Αν πρόκειται για ακίνητο που βρίσκεται σε περιοχή όπου δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα, λαμβάνεται υπόψη η αξία του ακινήτου όπως οριστικά προσδιορίστηκε από τη ΔΟΥ, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη από το αναγραφόμενο στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο τίμημα.

β) Προκειμένου για ανέγερση οικοδομής, η αντικειμενική αξία του κτίσματος, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη από τη συνολική δαπάνη που πραγματοποιήθηκε, όπως αυτή προκύπτει από τα νόμιμα παραστατικά (Τιμολόγια ή Αποδείξεις Παροχής Υπηρεσιών ή αγοράς υλικών, εισφορές ΙΚΑ, καταβολή ΦΠΑ κ.λπ.).

Αρθρο 13 π. 4

Ισχύς μετά την 17 Νοεμβρίου 1999

1. Σε κάθε περίπτωση αγοράς ακινήτου από Φυσικό Πρόσωπο, έγγαμο ή ενήλικο άγαμο, για την αξία του ακινήτου ή για το καταβληθέν τίμημα που υπερβαίνουν το ποσό της απαλλαγής από Φ.Μ.Α. ως πρώτης κατοικίας, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς.

2. Σε κάθε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής από Φυσικό Πρόσωπο, έγγαμο ή ενήλικο άγαμο, για την αξία της οικοδομής ή για τη δαπάνη ανέγερσης αυτής που αναλογούν στο πάνω από το απαλλασσόμενο εμβαδόν της, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς.

Παράγραφος 4

Με την παρ. 4 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999 προστίθεται παρ. 5 στο άρθρο 34 του Ν.Δ.118/1973, σύμφωνα με την οποία:

1. Σε κάθε περίπτωση αγοράς από Φυσικό Πρόσωπο, έγγαμο ή ενήλικο άγαμο, ακινήτου για το οποίο έτυχε απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου ως πρώτη κατοικία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.1078/1980, για το ποσό μέχρι του οποίου έτυχε της απαλλαγής δεν επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς. Για την αξία του ακινήτου ή για το καταβληθέν τίμημα που υπερβαίνουν το ποσό της απαλλαγής, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς σύμφωνα με τα οριζόμενα πιο πάνω στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου του Ν.2753/1999.

Υπενθυμίζουμε ότι το ποσό της απαλλαγής από το Φ.Μ.Α. ανέρχεται:

α) Για αγορά οικοπέδου από άγαμο σε 8.050.000 δρχ. και από έγγαμο σε 14.950.000 δρχ., προσαυξανόμενο κατά 1.955.000 δρχ. για κάθε τέκνο αυτού.

β) Για αγορά οικίας ή διαμερίσματος από άγαμο σε 17.250.000 δρχ. και από έγγαμο σε 27.600.000 δρχ., προσαυξανόμενο κατά 5.750.000 δρχ. για κάθε τέκνο αυτού. Διευκρινίζουμε ότι, ακόμη κι αν οι φορολογούμενοι υποβάλλουν δηλώσεις φόρου δωρεάς για όλο το ποσό του καταβληθέντος τιμήματος ή της αξίας του αγοραζομένου ακινήτου, το κατά τα πιο πάνω απαλλασσόμενο ποσό δεν θα θεωρηθεί δωρεά και δεν θα επιβληθεί ο οικείος φόρος, ούτε θα συνυπολογισθεί σε τυχόν μεταγενέστερες δωρεές του ίδιου δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο ή στην κληρονομιά αυτού.

Η ρύθμιση αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26, περ. θ' του Ν.2753/1999, αφορά τις περιπτώσεις δωρεών που γίνονται (και επομένως αγορών που πραγματοποιούνται) μετά την 17.11.1999.

2. Σε κάθε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής από Φυσικό Πρόσωπο, έγγαμο ή ------------------- ενήλικο άγαμο, η οποία αποτελεί γι` αυτό πρώτη κατοικία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.1078/1980, για την αξία της οικοδομής που αναλογεί στο εμβαδόν που κατά τις διατάξεις του ίδιου αυτού νόμου θεωρείται ότι καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες αυτού και της οικογένειάς του, δεν επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς. Για την αξία της οικοδομής ή για τη δαπάνη ανέγερσης αυτής που αναλογούν στο πάνω από το απαλλασσόμενο εμβαδόν αυτής, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς σύμφωνα με τα οριζόμενα πιο πάνω στην παρ. 3 του παρόντος άρθρου του Ν.2753/1999.

Υπενθυμίζουμε ότι κατά τις διατάξεις του Ν.1078/1980 θεωρείται ότι οι στεγαστικές ανάγκες καλύπτονται, εφόσον ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας σε άλλη οικία ή διαμέρισμα επιφανείας 35 τ.μ., προκειμένου για άγαμο ή 70 τ.μ., προκειμένου για έγγαμο, προσαυξανόμενο κατά 15 τ.μ. για κάθε τέκνο αυτού.

Διευκρινίζουμε ότι, όπως και πιο πάνω αναφέρθηκε, ακόμη κι αν οι φορολογούμενοι υποβάλλουν δηλώσεις φόρου δωρεάς για το συνολικό ποσό της αξίας της οικοδομής ή της πραγματοποιηθείσας δαπάνης, το κατά τα πιο πάνω απαλλασσόμενο ποσό δεν θα θεωρηθεί δωρεά και δεν θα επιβληθεί ο οικείος φόρος, ούτε θα συνυπολογισθεί σε τυχόν μεταγενέστερες δωρεές από τον ίδιο δωρητή προς τον ίδιο δωρεοδόχο ή στην κληρονομιά αυτού.

Η ρύθμιση αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26, περ. θ' του Ν.2753/1999, αφορά τις περιπτώσεις δωρεών που γίνονται (και επομένως ανέγερσης οικοδομών που πραγματοποιούνται) μετά την 17.11.1999.

Παραδείγματα

1. Αγορά οικοπέδου από ενήλικο άγαμο στις 1.12.1999 με αντικειμενική αξία 10.000.000 δρχ. και τίμημα 12.000.000 δρχ. Απαλλαγή πρώτης κατοικίας για αξία 8.050.000 δρχ. Φόρος άτυπης δωρεάς οφείλεται για αξία (12.000.000 - 8.050.000) = 3.950.000 δρχ.

2. Αγορά διαμερίσματος από έγγαμο με δύο (2) παιδιά στις 5.12.1999, με αντικειμενική αξία 35.085.000 δρχ. και τίμημα 35.000.000 δρχ. Δικαιούμενη απαλλαγή από το Φ.Μ.Α. ως πρώτης κατοικίας για όλο το ποσό (27.600.000 + 5.750.000 + 5.750.000 = 39.100.000). Δεν επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς.

3. Ανέγερση οικίας 100 τ.μ. από ενήλικο άγαμο με αντικειμενική αξία κτισμάτων 30.000.000 δρχ. και συνολική δαπάνη 28.000.000 δρχ. Αξία που αναλογεί στα 35 τ.μ. (30.000.000 Χ 35 : 100 =) 10.500.000 δρχ. Φόρος άτυπης δωρεάς οφείλεται για (30.000.000 - 10.500.000 =) 19.500.000 δρχ.

4. Ανέγερση οικίας 100 τ.μ. από έγγαμο με δύο (2) παιδιά με αντικειμενική αξία κτισμάτων 30.000.000 δρχ. και συνολική δαπάνη 35.000.000 δρχ. Δεν επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς.

Αρθρο 13 π. 5

Ισχύς μετά την 17η Νοεμβρίου 1999

Στις περιπτώσεις που είτε με συμβολαιογραφικό, είτε με ιδιωτικό έγγραφο, γίνεται αγορά μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, καθώς και λοιπών τίτλων κινητών αξιών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο και μεριδίων συμμετοχής σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς και το τίμημα που καταβλήθηκε για την αγορά αυτή προέρχεται από δωρεά τρίτου προσώπου προς τον αγοραστή, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς σύμφωνα με το άρθρο 34 του Ν.Δ.118/1973.

Παράγραφος 5

Με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999, προστίθεται νέο εδάφιο μετά το τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 41 του Ν.Δ.118/1973, με το οποίο ρυθμίζονται τα ακόλουθα:

Στις περιπτώσεις που είτε με συμβολαιογραφικό, είτε με ιδιωτικό έγγραφο, γίνεται αγορά μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, καθώς και λοιπών τίτλων κινητών αξιών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο και μεριδίων συμμετοχής σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς και το τίμημα που καταβλήθηκε για την αγορά αυτή προέρχεται από δωρεά τρίτου προσώπου προς τον αγοραστή, επιβάλλεται φόρος άτυπης δωρεάς σύμφωνα με το άρθρο 34 του Ν.Δ.118/1973. Για τον υπολογισμό του φόρου αυτού και για την αποφυγή καταστρατηγήσεων των φορολογικών διατάξεων, θεωρείται, με βάση τις παρούσες διατάξεις, ότι η αξία της δωρεάς ισούται με την αξία των μετοχών και λοιπών τίτλων ή μεριδίων συμμετοχής σε εταιρίες ή συνεταιρισμούς, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, παρ. 2 και 3 του Ν.Δ.118/1973.

Εφόσον στα μεταβιβαστικά συμβόλαια το αναγραφόμενο τίμημα είναι μεγαλύτερο της αξίας που προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, παρ. 2 και 3 του Ν.Δ.118/1973, ο φόρος δωρεάς επιβάλλεται επί του τιμήματος. Δεδομένου δε ότι με την υπ` αριθ. 1112719/11072/Β0012/ΠΟΛ.1233/2.12.1999 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού της πραγματικής αξίας μεταβιβαζόμενων μετοχών ημεδαπών Ανωνύμων Εταιριών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ως αξία των μετοχών αυτών θα λαμβάνεται αυτή που προσδιορίζεται με βάση την πιο πάνω απόφαση, εφόσον είναι μεγαλύτερη από το αναγραφόμενο στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο τίμημα.

Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται κατά το άρθρο 26, περ. θ` του Ν.2753/1999 στις δωρεές (και επομένως στις αγορές) που γίνονται μετά την 17.11.1999.

Αρθρο 13 π. 6

(Διαδικαστικά)

Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999

Παράγραφος 6

Η διάταξη της παραγράφου αυτής είναι διαδικαστικού χαρακτήρα και θεσπίστηκε για την καλύτερη εξυπηρέτηση των φορολογούμενων, λόγω ένταξης στο TAXIS. Σύμφωνα με αυτή, από 17.11.1999 ο φόρος κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών βεβαιώνεται στην αρμόδια για τη φορολογία του εισοδήματος του υπόχρεου σε φόρο (κληρονόμου, δωρεοδόχου, τέκνου) ΔΟΥ. Ως βεβαίωση θα λαμβάνεται η, υπό ευρεία έννοια, βεβαίωση από την αρμόδια για την κληρονομιά, δωρεά ή γονική παροχή ΔΟΥ.

Αρθρο 13 π. 7

Ισχύει και για τις μεταβιβαστικές πράξεις του δικαιώματος της  επικαρπίας ή της οίκησης που έγιναν πριν την έναρξη ισχύος του νόμου.

Η μεταβίβαση του δικαιώματος επικαρπίας ή οίκησης δεσμεύει τον κύριο επί πενταετία να μην μπορεί να τύχει απαλλαγής κατά την αγορά νέας οικίας κ.λπ.

Παράγραφος 7

Με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 14 του Ν.2579/1998 ορίζεται ότι ο κύριος οικίας, διαμερίσματος, οικοπέδου ή ποσοστού αυτών που μεταβιβάζει με επαχθή ή χαριστική αιτία την επικαρπία αυτών, δεν μπορεί να τύχει απαλλαγής κατά την αγορά νέας οικίας, διαμερίσματος ή οικοπέδου πριν την πάροδο πενταετίας από τη μεταβίβαση της επικαρπίας.

Με την κοινοποιούμενη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 13 του Ν.2753/1999 αντικαθίστανται οι εν λόγω διατάξεις, προκειμένου να προστεθεί και η περίπτωση της μεταβίβασης του δικαιώματος οίκησης και να αποσαφηνισθεί ότι ο χρόνος της πενταετούς απαγόρευσης περιλαμβάνει και τις μεταβιβαστικές πράξεις του δικαιώματος της επικαρπίας ή της οίκησης που έγιναν πριν την έναρξη ισχύος του νόμου.

Επίσης, διευκρινίζεται ότι η απαγόρευση της μεταβίβασης του δικαιώματος της επικαρπίας ή της οίκησης για τη χορήγηση της απαλλαγής αναφέρεται στο σύνολο των ακινήτων ή των εμπραγμάτων δικαιωμάτων του αγοραστή κατά το χρόνο της μεταβίβασης και όχι μόνο στο συγκεκριμένο ακίνητο (ή ακίνητα) στο οποίο ο παραπάνω μεταβίβασε το δικαίωμα της επικαρπίας ή της οίκησης.

Παράδειγμα

Εστω ότι ο Α έγγαμος με δύο (2) ανήλικα παιδιά είχε στην κυριότητά του δύο (2) διαμερίσματα σε Δήμο άνω των 5.000 κατοίκων, εμβαδού 70 και 40 τ.μ., αντίστοιχα.

Στις 21.11.1997 προέβη στη μεταβίβαση του δικαιώματος της επικαρπίας του ενός ακινήτου των 70 τ.μ. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν δικαιούται απαλλαγής πριν την παρέλευση πενταετίας, διότι κατά το χρόνο μεταβίβασης της επικαρπίας είχε στην κυριότητά του δύο (2) ακίνητα συνολικού εμβαδού 110 τ.μ. που πληρούσαν τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειάς του.

Σημειώνεται ότι η εν λόγω διάταξη αναφέρεται στην περίπτωση που κάποιος είχε την πλήρη κυριότητα ακινήτου ή ακινήτων που κάλυπταν τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας του αγοραστή κατά το χρόνο της μεταβίβασης και προέβη στη μεταβίβαση της επικαρπίας (με επαχθή ή χαριστική αιτία) ή του δικαιώματος της οίκησης και δεν περιλαμβάνει τις περιπτώσεις που ο αγοραστής υπήρξε δικαιούχος των ανωτέρω εμπραγμάτων δικαιωμάτων (επικαρπίας ή οίκησης) και μεταβίβασε αυτά σε χρόνο προγενέστερο της αγοράς.

Σε περίπτωση που ο αγοραστής προέβη στη μεταβίβαση της επικαρπίας ακινήτου (που κάλυπτε τις στεγαστικές του ανάγκες) και στη συνέχεια πριν την πάροδο της πενταετίας μεταβίβασε και την ψιλή κυριότητα αυτού, ώστε κατά το χρόνο της αγοράς του νέου ακινήτου (για το οποίο αιτείται απαλλαγής) το επίμαχο ακίνητο έχει εκφύγει της κυριότητάς του, δύναται να τύχει απαλλαγής, διότι κατά το χρόνο φορολογίας που είναι ο χρόνος σύνταξης του συμβολαίου αγοράς δεν έχει ακίνητο που να πληροί τις στεγαστικές του ανάγκες.

Ετσι, στο πιο πάνω παράδειγμα ο Α μπορεί να τύχει απαλλαγής, εφόσον με οποιαδήποτε αιτία μεταβιβάσει, πριν τη νέα αγορά, και την ψιλή κυριότητα του ακινήτου.

Αρθρο 13 π. 8

Ισχύει από 1η Ιανουαρίου 2000

Απαλλαγή από τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ) του 50% της αξίας των γηπέδων υπό απαλλοτρίωση.

Παράγραφος 8

Με τη διάταξη της παρ. 8 του άρθρου αυτού απαλλάσσεται από το Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας το 50% της αξίας των γηπέδων που τελούν υπό απαλλοτρίωση, από το έτος 2000.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να εξαιρεθούν του φόρου τα ακίνητα αυτά, είναι η προσκόμιση σχετικού ΦΕΚ, στο οποίο να εμφαίνεται η κήρυξη του ακινήτου ως απαλλοτριωτέου, καθώς και βεβαίωση της αρμόδιας Υπηρεσίας ότι δεν έχει ανακληθεί η απαλλοτρίωση.

Αρθρο 13 π. 9

Υπόχρεος για την υποβολή δήλωσης ΦΜΑΠ για περιουσία κληρονομιαία που τελεί υπό εκκαθάριση.

Παράγραφος 9

Με την παράγραφο αυτή διευκρινίζεται ότι υπόχρεος για την υποβολή δήλωσης ΦΜΑΠ για κληρονομιαία περιουσία που τελεί υπό εκκαθάριση, η οποία έχει καταληφθεί υπέρ Νομικών Προσώπων με τον όρο της εκτέλεσης κοινωφελών ή φιλανθρωπικών έργων ή υπέρ Φυσικών Προσώπων, είναι ο εκτελεστής διαθήκης για το διάστημα που τη διαχειρίζεται και τη διοικεί.

Η υποχρέωση υποβολής δήλωσης από τον εκτελεστή διαθήκης για τα ανωτέρω Νομικά Πρόσωπα προβλεπόταν από τις διατάξεις του άρθρου 22 του Ν.2459/1997.

Η διευκρίνιση κρίθηκε αναγκαία, ώστε να μην υπάρχουν αμφισβητήσεις για τον υπόχρεο σε δήλωση ΦΜΑΠ στις περιπτώσεις αυτές.

Αρθρο 13 π. 10

Ισχύς από 1η Ιανουαρίου 2000

Δεν υποβάλλουν δήλωση ΦΜΑΠ τα Νομικά Πρόσωπα που δεν έχουν ακίνητη περιουσία και έχουν υποβάλει μία τουλάχιστον φορά δήλωση.

Παράγραφος 10

Με τις διατάξεις αυτής της παραγράφου προβλέπεται η μη υποβολή δήλωσης ΦΜΑΠ από 1.1.2000 για τα Νομικά Πρόσωπα που δεν έχουν στην κατοχή τους ακίνητη περιουσία και έχουν υποβάλει μία τουλάχιστον φορά δήλωση.

Περαιτέρω, προβλέπεται η κατάργηση της υποχρέωσης υποβολής δήλωσης ΦΜΑΠ από τις κοινωνίες αστικού δικαίου.

Η κατάργηση έγινε επειδή η δηλώσεις αυτές ήταν μηδενικές, δεδομένου ότι οι κοινωνίες αστικού δικαίου δεν έχουν ακίνητα στην κυριότητά τους, αλλά αυτά ανήκουν στα Φυσικά ή Νομικά Πρόσωπα (κοινωνούς) και σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεγάλης ακίνητης περιουσίας υπόχρεος σε δήλωση και φόρο είναι ο κύριος του ακινήτου.

Διευκρινίζεται ότι με την ανωτέρω παράγραφο δεν αίρεται η υποχρέωση υποβολής δήλωσης όλων των Νομικών Προσώπων και των κοινωνιών αστικού δικαίου, ανεξάρτητα από το αν είχαν ή όχι ακίνητη περιουσία, για τα έτη 1997, 1998 και 1999.

Αρθρο 13 π. 11

Ισχύς μετά την 17η Νοεμβρίου 1999

Κατάργηση προστίμου σε παραβάσεις των διατάξεων της νομοθεσίας περί ΦΜΑΠ.

Παράγραφος 11

Με την παρ. 11 του άρθρου αυτού καταργείται το άρθρο 33 του Ν.2459/1997, το οποίο προέβλεπε την επιβολή προστίμου και κυρώσεων σε παραβάσεις των διατάξεων της νομοθεσίας περί ΦΜΑΠ.

Με την κατάργηση του άρθρου αυτού εναρμονίζεται πλήρως η φορολογία μεγάλης ακίνητης περιουσίας με το Ν.2523/1997, που ισχύει και για τις λοιπές φορολογίες και, συνεπώς, μετά την 17.11.1999, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 33 για οποιαδήποτε πράξη εκδίδεται, ανεξάρτητα από το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης.

Αρθρο 14

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, παρέχεται η δυνατότητα μέχρι 31.12.1999 στους φορολογούμενους να περαιώσουν με ευεργετικό τρόπο υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, μεταβίβασης ακινήτων και μεγάλης ακίνητης περιουσίας που εκκρεμούν στις ΔΟΥ και στα Διοικητικά Πρωτοδικεία και ειδικότερα:

Α. Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές όπου εφαρμοζόταν το αντικειμενικό σύστημα στις 17.11.1999

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. Α` του άρθρου 14 του Ν.2753/1999, περαιώνονται εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία και μεγάλης ακίνητης περιουσίας (των άρθρων 21-35 του Ν.2459/1997), που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές όπου, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (δηλαδή στις 17.11.1999), ίσχυε το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας αυτών κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41α` του Ν.1249/1982.

Εκκρεμείς θεωρούνται οι υποθέσεις:

α) Για τις οποίες έχει υποβληθεί δήλωση (εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη, αρχική ή συμπληρωματική) και δεν έχει εκδοθεί η οικεία καταλογιστική πράξη ή έχει εκδοθεί πράξη, αλλά αυτή δεν έχει καταστεί οριστική. Ειδικά στη φορολογία δωρεών, γονικών παροχών και μεταβίβασης ακινήτων, για τις οποίες έχει προσδιοριστεί προσωρινή αξία, εκκρεμείς θεωρούνται οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει γίνει αποδεκτή η προσωρινή αυτή αξία ή δεν έχει παρέλθει το δίμηνο για την αποδοχή της.

β) Για τις οποίες έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη προσφυγή και εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων (Πρωτοδικείων), εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους, έστω κι αν γι` αυτές έχει εκδοθεί προδικαστική απόφαση. Αν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους, δεν θεωρούνται εκκρεμείς, έστω κι αν δεν έχουν εκδοθεί οι οικείες αποφάσεις.

Για την περαίωση των πιο πάνω υποθέσεων, οι φορολογούμενοι πρέπει να υποβάλουν μέχρι 31.12.1999 (προθεσμία που είναι ανατρεπτική) συμπληρωματική δήλωση με αίτημα υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος νόμου, στην οποία επισυνάπτονται τα οικεία φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων. Για υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων, κατά την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης, πρέπει να προσκομισθεί βεβαίωση του Γραμματέα του Διοικητικού Πρωτοδικείου στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί σε πρώτο βαθμό και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί από το Γραμματέα Πρωτοδικών και πάνω στο σώμα της φορολογικής δήλωσης.

Με την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης, οι υπόχρεοι αποδέχονται ως φορολογητέα αξία εκείνη που προκύπτει με βάση το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων κατά το χρόνο της πρώτης εφαρμογής αυτού, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε κατά το χρόνο αυτό και μειωμένη κατά 3% για κάθε προηγούμενο έτος και μέχρι 15%, κατ` ανώτατο όριο, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε σε χρόνο προγενέστερο του χρόνου πρώτης εφαρμογής. Στις υποθέσεις στις οποίες για τον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων εφαρμόσθηκαν, κατά την υποβολή της δήλωσης ή την έκδοση της καταλογιστικής του φόρου πράξης, οι διατάξεις του άρθρου 7, παρ. 7 του Ν.1160/1981, για τον υπολογισμό -κατά τα πιο πάνω - της αντικειμενικής αξίας, θα λαμβάνεται υπόψη εκείνη του έτους της πρώτης εφαρμογής του συστήματος στην περιοχή, μειωμένη κατά 3% για κάθε προηγούμενο έτος μέχρι το χρόνο υποβολής της αρχικής δήλωσης ή έκδοσης της οικείας καταλογιστικής πράξης (στις υποθέσεις στις οποίες δεν είχε υποβληθεί δήλωση) - δηλαδή μέχρι το χρόνο υπολογισμού της αξίας κατά το Ν.1160/1981 - και κατ` ανώτατο όριο μέχρι 15%.

Παραδείγματα

1. Θάνατος 1985. Υποβολή δήλωσης (με εφαρμογή του Ν.1160/1981), το 1990. Ενταξη της περιοχής στο αντικειμενικό σύστημα το 1994. Περαίωση της υπόθεσης με τις αντικειμενικές αξίες του 1994 μειωμένες κατά 12% (δηλαδή μέχρι το 1990 που υποβλήθηκε η δήλωση και όχι το 1985 που γεννήθηκε η φορολογική ενοχή).

2. Θάνατος 1988. Δεν υποβλήθηκε δήλωση, αλλά κοινοποιήθηκε πράξη της ΔΟΥ το 1998 (με εφαρμογή του Ν.1160/1981). Ενταξη της περιοχής στο αντικειμενικό σύστημα, το 1999. Περαίωση της υπόθεσης με αντικειμενικές αξίες του 1999 μειωμένες κατά 3% και όχι κατά 15%.

Σας εφιστούμε την προσοχή ότι, για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων, λαμβάνεται η αντικειμενική αξία του έτους της πρώτης εφαρμογής του συστήματος αυτού σε κάθε περιοχή και όχι η σημερινή - μετά από τυχόν αναπροσαρμογές αυτής - αντικειμενική αξία.

Με την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης για την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων - κατά τα ανωτέρω - επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς για τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στη δήλωση αυτή, με τον όρο ότι όλα τα στοιχεία που αναγράφονται στα φύλλα υπολογισμού αξίας ακινήτων είναι ειλικρινή. Σε περίπτωση που από έλεγχο της αρμόδιας ΔΟΥ διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων αυτών, η υπόθεση δεν θεωρείται περαιωθείσα, αλλά εκδίδεται η οικεία πράξη επιβολής φόρου, με βάση πλέον τα συγκριτικά στοιχεία (και όχι την αντικειμενική αξία της παρούσας διάταξης) και επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις.

Οι υπόχρεοι σε φόρο έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν συμπληρωματική δήλωση υπαγωγής στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, είτε για ένα, είτε για όλα τα περιουσιακά στοιχεία των υποθέσεών τους. Ειδικότερα, για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων, ο Προϊστάμενος ης ΔΟΥ γνωστοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, στο αρμόδιο Δικαστήριο ότι υποβλήθηκε η δήλωση περαίωσης της υπόθεσης και -συνεπώς- η δίκη καταργείται ως προς το ακίνητο για το οποίο υποβλήθηκε η δήλωση. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από εκείνα για τα οποία υποβλήθηκε η δήλωση περαίωσης, ο φάκελος παραμένει ως προς τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία στο Δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

Αν η αξία των ακινήτων, όπως προκύπτει με την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης, είναι μικρότερη από εκείνη που είχε δηλωθεί με την αρχική δήλωση, η υπόθεση περαιώνεται ως ειλικρινής, με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης και με την επιφύλαξη ότι τα προσδιοριστικά στοιχεία τα προβλεπόμενα στο φύλλο υπολογισμού της αξίας είναι ειλικρινή.

Στις υποθέσεις που έχει κοινοποιηθεί πράξη της αρμόδιας ΔΟΥ και δεν έχει καταστεί αυτή οριστική, οι φορολογούμενοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ της υποβολής συμπληρωματικής δήλωσης υπαγωγής στις ρυθμίσεις της διάταξης του άρθρου 14 του Ν.2753/1999 ή μεταξύ της εξώδικης λύσης της διαφοράς.

Με την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης περαίωσης, οι υπόχρεοι απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης (με την επιφύλαξη της επιβολής προσθέτων φόρων και προστίμων, στην περίπτωση διαπίστωσης ανακρίβειας των προσδιοριστικών στοιχείων που αναγράφονται στα φύλλα υπολογισμού).

Στις περιπτώσεις που με την παρούσα ρύθμιση γίνεται μερική περαίωση της υπόθεσης (για ορισμένα μόνο ακίνητα), ως προς τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία εξακολουθούν να οφείλονται οι επιμεριστικά αναλογούντες πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα. Ο φόρος κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών που προκύπτει με βάση τη ρύθμιση αυτή, βεβαιώνεται και καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε μία από αυτές δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 100.00 δρχ., πλην της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται με την υποβολή της συμπληρωματικής δήλωσης. Σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης ολόκληρου του οφειλόμενου φόρου με την υποβολή της δήλωσης περαίωσης, παρέχεται έκπτωση 10%.

Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων και μεγάλης ακίνητης περιουσίας καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 100.000 δρχ., πλην της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται με την υποβολή της οικείας δήλωσης. Αν ο οφειλόμενος αυτός φόρος εξοφληθεί κατά την υποβολή της οικείας δήλωσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού 5%.

Β. Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που εντάσσονται στο αντικειμενικό σύστημα μετά τις 17.11.1999

Η διάταξη της περ. Β` του άρθρου 14 του Ν.2753/1999 είναι διαρκούς ισχύος και εφαρμόζεται σε εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, μεταβίβασης ακινήτων και μεγάλης ακίνητης περιουσίας Ν.2459/1997, που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές όπου εφαρμόζεται για πρώτη φορά το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας αυτών μετά την 17.11.1999, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

Για την εφαρμογή της περ. Β` παρέχεται αποκλειστική προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την εφαρμογή σε κάθε περιοχή του αντικειμενικού συστήματος για την υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης από το φορολογούμενο, με αίτημα υπαγωγής του στην παρούσα διάταξη.

Οσον αφορά τον τρόπο περαίωσης των υποθέσεων που υπάγονται στις ρυθμίσεις της παρούσας διάταξης, καθώς και ποιες θεωρούνται κάθε φορά εκκρεμείς υποθέσεις, ισχύουν όσα προαναφέρθηκαν στην ανάλυση της περ. Α` του άρθρου 14.

Ειδικότερα, για υποθέσεις που παραγράφονται στις 31 Δεκεμβρίου του έτους ένταξης κάποιας περιοχής στο αντικειμενικό σύστημα και προκειμένου να υπάρχει το χρονικό περιθώριο στις ΔΟΥ για την περαίωση αυτών των υποθέσεων, στις περιπτώσεις που δεν θα υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση από το φορολογούμενο περί υπαγωγής στις ρυθμίσεις της παρούσας διάταξης, ρητά ορίζεται ότι η τετράμηνη προθεσμία συντέμνεται ένα (1) μήνα πριν το χρόνο παραγραφής, π.χ. έστω εκκρεμής υπόθεση φόρου κληρονομιάς παραγραφόμενη στις 31.12.2000 που αφορά ακίνητα σε περιοχή όπου το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας αυτών θα εφαρμοσθεί στις 1.10.2000. Η προθεσμία υποβολής της συμπληρωματικής δήλωσης περαίωσης λήγει γι` αυτήν στις 30.11.2000 και όχι στις 1.2.2001.

Με την υπ` αριθ. 1107357/5686/ΔΟΟΤΥ/16.11.1999 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων επεκτάθηκε στα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμών, που δεν έχουν ειδικούς όρους δόμησης, ακίνητα των Νομών που ορίζει η απόφαση αυτή, από 29.11.1999.

Με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 45 του σχεδίου νόμου "Αμοιβαία κεφάλαια ακίνητης περιουσίας - Εταιρίες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και άλλες διατάξεις", που έχει ψηφιστεί κατ` άρθρο και στο σύνολό του και εκκρεμεί η δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, παρατείνεται μέχρι 30.6.2000 ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για επιβολή φόρου και προστίμου που συμπληρώνεται στις 31.12.1999, για υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, που προβλέπουν οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 12 του Α.Ν.1521/1950 και της παρ. 1α` του άρθρου 102 του Ν.Δ.118/1973, αντίστοιχα.

Ενόψει των ανωτέρω, σας εφιστούμε την προσοχή ότι, για την εφαρμογή της παρούσας περ. Β` του άρθρου 14 του Ν.2753/1999, ειδικά για τις περιοχές όπου το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων εφαρμόσθηκε στις 29.11.1999, η υποβολή της δήλωσης αποδοχής της φορολογητέας αξίας των ακινήτων μπορεί να γίνει και για τις υποθέσεις που παραγράφονταν στις 31.12.1999 μέχρι την 29.3.2000 (σχετική η υπ` αριθ. 1118969/680/Α0013/ΠΟΛ.1254/21.12.1999 εγκύκλιος).

Σε κάθε δε περίπτωση, η δήλωση περί υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση θα πρέπει να υποβάλλεται μέχρι την οριστικοποίηση της πράξης της αρμόδιας ΔΟΥ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του Ν.2717/1999, στις περιπτώσεις που έχει κοινοποιηθεί η οικεία πράξη.

Αρθρο 14, περ. Γ`

Εως και την 31.12.1999, χωρίς την επιβολή προσθέτων φόρων, προστίμων ή άλλων κυρώσεων, παρέχεται η δυνατότητα στους φορολογούμενους να υποβάλουν αρχικές δηλώσεις, που δεν έχουν υποβληθεί και η προθεσμία τους έχει λήξει μέχρι 17.11.1999, φόρου κληρονομιών, δωρεών, ατύπων δωρεών, γονικών παροχών, ατύπων γονικών παροχών, προικών, μεταβίβασης ακινήτων και μεγάλης ακίνητης περιουσίας Ν.2459/1997.

Γ. Υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων

Με τις διατάξεις της περ. Γ` του άρθρου 14 του Ν.2753/1999 παρέχεται η δυνατότητα μέχρι 31.12.1999 στους φορολογούμενους που δεν έχουν υποβάλει δήλωση και έχει λήξει η προθεσμία για υποβολή δήλωσης μέχρι 17.11.1999, να υποβάλουν αρχικές δηλώσεις φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, μεταβίβασης ακινήτων κα μεγάλης ακίνητης περιουσίας Ν.2459/1997, χωρίς την επιβολή προσθέτων φόρων, προστίμων ή άλλων κυρώσεων.

Επειδή στην πράξη γεννήθηκαν πολλά ερωτήματα για τις υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση αυτή και για την αποφυγή άδικης και άνισης μεταχείρισης μεταξύ των φορολογούμενων, σας διευκρινίζουμε τα ακόλουθα:

1. Φορολογία κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών

- Υπόχρεοι σε φόρο κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών, μπορούν να υποβάλουν, κατά τις διατάξεις της περ. Γ`, χωρίς την επιβολή προσθέτων φόρων κ.λπ., δηλώσεις αρχικές, συμπληρωματικές ή διορθωτικές για οποιασδήποτε φύσεως περιουσιακά στοιχεία, είτε δηλαδή δεν έχουν υποβάλει μέχρι σήμερα δήλωση (και έχει λήξει μέχρι 17.11.1999 η προθεσμία υποβολής αυτής), είτε έχουν υποβάλει την οικεία δήλωση ως προς μερικά περιουσιακά στοιχεία και έχουν παραλείψει άλλα, είτε έχουν δηλώσει κάποια περιουσιακά στοιχεία, αλλά υποβάλλουν συμπληρωματική δήλωση ως προς αδήλωτο ή ανακριβώς δηλωθέν τμήμα αυτών, ακόμα κι αν γι` αυτό έχει εκδοθεί η οικεία πράξη, αλλά αυτή δεν έχει κοινοποιηθεί στο φορολογούμενο. Διευκρινίζεται ότι στην έννοια των δωρεών και γονικών παροχών περιλαμβάνονται και οι άτυπες δωρεές και γονικές παροχές.

- Σε περιοχές όπου ισχύει το αντικειμενικό σύστημα, με την υποβολή της οικείας δήλωσης θα συνυποβληθούν και τα οικεία φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακινήτων, όπου έχει εφαρμογή ο Ν.1160/1981 (άρθρο 7, παρ. 7).

- Στις περιοχές όπου, κατά το χρόνο υποβολής της παρούσας δήλωσης ισχύει το αντικειμενικό σύστημα, αλλά δεν ίσχυε κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης και δεν έχει εφαρμογή ο Ν.1160/1981, οι φορολογούμενοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ της υποβολής της οικείας δήλωσης με βάση τα συγκριτικά στοιχεία ή της υποβολής της οικείας δήλωσης με βάση το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας, με συνυποβολή και των οικείων φύλλων υπολογισμού αξίας, οπότε η υπόθεση περαιώνεται οριστικά κατά τα αναγραφόμενα πιο πάνω στην περ. Α`, δηλαδή με αντικειμενικές αξίες του έτους πρώτης εφαρμογής μειωμένες κατά 3% - 15%.

- Δηλώσεις που υποβάλλονται εμπρόθεσμα και αφορούν ακίνητα που κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης δεν βρίσκονται σε περιοχή όπου εφαρμοζόταν το αντικειμενικό σύστημα, αλλά κατά το χρόνο υποβολής της οικείας δήλωσης (μέχρι 31.12.1999) έχουν ενταχθεί στο αντικειμενικό σύστημα, μπορούν να υποβληθούν είτε με βάση το αντικειμενικό σύστημα (οπότε περαιώνονται οριστικά κατά τα ανωτέρω), είτε με βάση τα συγκριτικά στοιχεία.

Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις ο φόρος κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών βεβαιώνεται και καταβάλλεται κατά την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 82 του Ν.Δ.118/1973), δηλαδή σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, κάθε μία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 100.000 δρχ., πλην της τελευταίας, με δυνατότητα έκπτωσης 10%, σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης του οφειλόμενου φόρου μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης.

2. Φορολογία μεταβίβασης ακινήτων

Οι υπόχρεοι που δεν έχουν υποβάλει αρχική δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτων δύνανται μέχρι τις 31.12.1999 να υποβάλουν την οικεία δήλωση, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Ο οικείος φόρος μεταβίβασης καταβάλλεται εξ ολοκλήρου με την υποβολή της δήλωσης (άρθρο 8 του Α.Ν.1521/1950).

3. Φορολογία μεγάλης ακίνητης περιουσίας

Σύμφωνα με την περ. Γ` του άρθρου 14, οι υπόχρεοι που δεν έχουν υποβάλει αρχική δήλωση φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας, μπορούν μέχρι 31.12.1999 να υποβάλουν αυτή, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης, για τα έτη 1997, 1998 και 1999.

Τόσο τα Φυσικά Πρόσωπα που κλήθηκαν και δεν προσήλθαν εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης, όσο και τα Φυσικά Πρόσωπα που δεν κλήθηκαν από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ, σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 8 του άρθρου 27 του Ν.2459/1997, αλλά που η αξία της ακίνητης περιουσίας υπερέβαινε τα ποσά που ορίζονται στην περ. 5α` του άρθρου 26 του Ν.2459/1997, δύνανται να υποβάλουν την οικεία δήλωση ΦΜΑΠ μέχρι την 31.12.1999.

Διευκρινίζεται ότι για το έτος 1997, εφόσον η προθεσμία των τριάντα (30) ημερών λήγει μετά την 31.12.1999, η υποβολή της οικείας δήλωσης μπορεί να γίνει μέχρι τη λήξη της 30ήμερης προθεσμίας.

Μέσα στην ίδια προθεσμία δύνανται να υποβάλουν και συμπληρωματική δήλωση ΦΜΑΠ, χωρίς καταβολή πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης, για τα ίδια έτη. Διευκρινίζεται ότι συμπληρωματική δήλωση ΦΜΑΠ είναι η δήλωση με την οποία συμπληρώνεται (προστίθεται) φορολογητέα ύλη.

Οι δηλώσεις μόνο των Νομικών Προσώπων θα συνοδεύονται από τα οικεία φύλλα υπολογισμού της αξίας (σχετικές οι υπ` αριθ. 1027053/128/Β0013/ΠΟΛ.1068/24.2.1998 και 1011881/30/0013/ΠΟΛ.1024/2.2.1999 ΑΥΟ). Ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας για τα έτη 1998 και 1999 θα καταβληθεί σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις, εκ των οποίων η πρώτη με την υποβολή της δήλωσης.

Ειδικά για το έτος 1997, ο ΦΜΑΠ θα βεβαιωθεί σε δύο (2) ισόποσες διμηνιαίες δόσεις, εκ των οποίων η πρώτη θα καταβάλλεται την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου, από τη βεβαίωση του φόρου, μήνα.

Σε περίπτωση ολοσχερούς εξόφλησης του ΦΜΑΠ, στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης παρέχεται έκπτωση 5% για το έτος 1997 και 2,5% για τα έτη 1998 και 1999.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!