ΠΟΛ. 1320/11-12-1996 Κοινοποίηση των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 21 και των παρ. 3, 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 22 του ν. 2443-1996, σχετικά με την υποβολή δηλώσεων χωρίς την επιβολή κυρώσεων κ.τ.λ.
YΠOIK 1131876/10718/Β0012/ΠΟΛ. 1320/11.12.1996
Κοινοποίηση των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 21 και των παρ. 3, 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 22 του ν. 2443/1996, σχετικά με την υποβολή δηλώσεων χωρίς την επιβολή κυρώσεων κ.τ.λ.
Σας κοινοποιούμε τις αναφερόμενες στο θέμα διατάξεις του ν. 2443/1996, ο οποίος δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Α_ 265/3.12.1996) και παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:
Ι. ΓΕΝΙΚΑ
Με τις κοινοποιούμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ως άνω νόμου επαναφέρονται σε ισχύ, με ορισμένες τροποποιήσεις, οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2198/1994 (ΦΕΚ Α_ 43), για τους φορολογούμενους οι οποίοι είτε δεν έχουν υποβάλει δηλώσεις, είτε έχουν υποβάλει ανακριβείς ή ελλιπείς δηλώσεις για την καταβολή φόρων, τελών, εισφορών ή κρατήσεων υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Περαιτέρω, με τις κοινοποιούμενες διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 22 του εν λόγω νόμου αναπροσαρμόζονται από 1.1.1997 τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων που καταβάλλονται με το ειδικό σήμα και με τις κοινοποιούμενες διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 7 του ίδιου άρθρου και νόμου παρατείνεται η αναστολή επιβολής Φ.Π.Α. αφενός στις παραδόσεις ακινήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και στην περίπτωση α_ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 1642/1986 και αφετέρου στα εργολαβικά προσύμφωνα με το σύστημα της αντιπαροχής που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 56 του ν. 1642/1986, για τα οποία η σχετική άδεια κατασκευής θα εκδοθεί μέχρι και 31.12.1999.
ΙΙ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
Με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του κοινοποιούμενου άρθρου 21 του ν. 2443/1996 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994 φορολογούμενοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση για την καταβολή των φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου, για εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι 31.12.1995, έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού (3.12.1996) μέχρι τις 3 Ιανουαρίου 1997 αρχική ή συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος.
Οσοι υποβάλουν, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αρχική ή συμπληρωματική δήλωση, καθώς και τα συνυποβαλλόμενα με αυτή στοιχεία εισοδήματος (έντυπο Ε3, Ε9 κλπ.) απαλλάσσονται από την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης, προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης, λόγω της εκπρόσθεσμης υποβολής τους.
Η ανωτέρω ρύθμιση, όπως προαναφέρουμε, αφορά τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995.
Διευκρινίζεται ότι οι υπόχρεοι της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2238/1994 (Ο.Ε., Ε.Ε. κτλ.) και οι Ε.Π.Ε., οι οποίοι μέσα στη σχετική προθεσμία υποβάλλουν τις υπαγόμενες στις παραπάνω κοινοποιούμενες διατάξεις αρχικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, δεν νομιμοποιούνται να αφαιρέσουν από τα καθαρά κέρδη που δηλώνουν με αυτές, επιχειρηματική αμοιβή για όσα πρόσωπα τη δικαιούντο, καθόσον οι δηλώσεις που θα υποβληθούν με βάση τις κοινοποιούμενες διατάξεις δεν θεωρούνται εμπρόθεσμες. Τα παραπάνω, για τον ίδιο λόγο, ισχύουν αναλόγως και για τις συμπληρωματικές δηλώσεις φόρου εισοδήματος, τις οποίες υποβάλλουν οι πιο πάνω υπόχρεοι κατ_εφαρμογή των εν λόγω κοινοποιούμενων διατάξεων.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996, τα ανωτέρω αναφερόμενα δεν εφαρμόζονται για τα φορολογικά αντικείμενα και τα οικονομικά έτη για τα οποία μέχρι την 25.10.1996 έχει εκδοθεί εντολή διενέργειας τακτικού ή προσωρινού ελέγχου. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι ο υπόχρεος, του οποίου υποθέσεις συγκεκριμένων φορολογικών αντικειμένων και οικονομικών ετών έχουν ανατεθεί, με βάση σχετική εντολή που εκδόθηκε μέχρι την 25.10.1996, για τακτικό ή προσωρινό έλεγχο, δεν δύναται να υποβάλει γι` αυτά τα συγκεκριμένα φορολογικά αντικείμενα και οικονομικά έτη αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις μέσα στη σχετική προθεσμία χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου κ.τ.λ. 1/4μως, είναι γνωστό ότι λόγω του φόρτου εργασίας των υπαλλήλων των Δ.Ο.Υ. που διενεργούν ελέγχους, ενώ έχει ανατεθεί σ_αυτούς, με βάση σχετικές εντολές που έχουν εκδοθεί πριν από μεγάλο χρονικό διάστημα, ο έλεγχος (τακτικός ή προσωρινός) συγκεκριμένων φορολογικών αντικειμένων και οικονομικών ετών φορολογουμένων, εντούτοις ο έλεγχος αυτός δεν έχει καν αρχίσει. Ενόψει αυτής της κατάστασης και δεδομένου ότι η εξαίρεση από τη ρύθμιση τέτοιων υποθέσεων που δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος από τα αρμόδια όργανα της Δ.Ο.Υ. δεν είναι ούτε στο πνεύμα ούτε στους σκοπούς των κοινοποιούμενων διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996, γίνεται δεκτό ότι οι εν λόγω υποθέσεις εξαιρούνται από τη ρύθμιση, εφόσον μέχρι την 25.10.1996 όχι μόνο έχει εκδοθεί γι` αυτές εντολή διενέργειας τακτικού ή προσωρινού ελέγχου, αλλά να έχει γίνει και έναρξη του ελέγχου. Για την εφαρμογή των παραπάνω δεν θεωρείται έναρξη ελέγχου προσωρινού ή τακτικού, όπως αυτό ίσχυσε και με την αριθμ. 670/ΠΟΛ. 17/20.1.88 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η θεώρηση των βιβλίων και, όπου απαιτείται, η κατάστρωση των οικονομικών δεδομένων και των λογαριασμών εξαγωγής των αποτελεσμάτων, όπως προκύπτουν από τα τηρηθέντα βιβλία και στοιχεία και δεν έχουν γίνει άλλες ελεγκτικές ενέργειες.
Στις πιο πάνω εξαιρούμενες υποθέσεις υπάγονται, όπως είναι ευνόητο, και οι υποθέσεις των υπόχρεων για τις οποίες μέχρι τη δημοσίευση του ν. 2443/1996 έχουν κοινοποιηθεί σ` αυτούς φύλλα ελέγχου ή καταλογιστικές πράξεις και αποφάσεις επιβολής προστίμου.
Εξάλλου, σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994, τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του ανωτέρω άρθρου 13 δεν εφαρμόζονται και στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Στις υποθέσεις της φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και ακίνητης περιουσίας.
β) Στις δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη. Αν δηλαδή στη δήλωση υπάρχει επιφύλαξη, αυτή δεν μπορεί να υπαχθεί στην ανωτέρω ρύθμιση.
ΙΙΙ.ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ
Με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994 δυνατότητα υποβολής αρχικής ή συμπληρωματικής δήλωσης κατά τα ανωτέρω, δηλαδή από 3.12.1996 μέχρι 3.1.1997 χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης, προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης, παρέχεται και για τις πιο κάτω φορολογίες, για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι και 30.6.1996:
α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων άρθρου 32 του ν.δ. 3323/ 1955 (νυν άρθρο 13 ν. 2238/1994), δηλαδή για εισοδήματα των ειδικών περιπτώσεων που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου αυτού και ειδικότερα του κέρδους ή ωφέλειας που προέρχεται από την εκχώρηση ή μεταβίβαση κάθε δικαιώματος το οποίο είναι συναφές με την άσκηση της επιχείρησης ή του επαγγέλματος, καθώς και το κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση εταιρικού μεριδίου (Ο.Ε., Ε.Ε. κ.τ.λ.) ή ολόκληρης επιχείρησης.
β) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδήματος από ακίνητα της παραγράφου 3 του άρθρου 17 του ν.δ. 3323/1955 (νυν άρθρο 11 ν. 2238/1994), δηλαδή φορολόγησης με συντελεστή 20% του ακαθάριστου εισοδήματος από εκμίσθωση κοινόχρηστων χώρων, οικοδομών που ανήκουν σε ιδιοκτήτες διηρεμένων ιδιοκτησιών (πολυκατοικιών κ.τ.λ.).
γ) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 8 έως και 18 του ν. 1249/1982, της Υπουργικής Απόφασης Ε. 2665/1988 και των άρθρων 20 έως και 27 του ν. 2065/1992.
δ) Φόρου κύκλου εργασιών.
ε) Φόρου πολυτελείας, ειδικού φόρου κατανάλωσης του ν.δ. 3829/ 1958 και φόρου κατανάλωσης στις κηρώδεις ύλες του ν. 4324/1963, στα απορρυπαντικά του άρθρου 4 του α.ν. 156/1967, στα φορτηγά αυτοκίνητα του ν. 1223/1981 όπως ίσχυσαν και μετά την ενοποίηση των φόρων κατανάλωσης και πολυτελείας του άρθρου 3 του ν. 1477/1984.
στ) Φόρου κατανάλωσης στα επιβατικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται, διασκευάζονται ή συναρμολογούνται στο εσωτερικό του ν. 363/1976, στα λιπαντικά έλαια του άρθρου 57 του ν. 12/1975 και στα ελαφρά και μέσα έλαια του ν. 216/1975, όπως ίσχυσαν.
ζ) Φόρου κατανάλωσης στις ανυψωτικές συσκευές του άρθρου 65 του ν. 542/1977 και φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα μισθώματα δρομώνων ίππων του άρθρου 58 του ν. 1249/1982 όπως ίσχυσαν.
η) Φόρου που επιβαλλόταν στα κέντρα διασκέδασης και κέντρα πολυτελείας του ν.δ.254/1973, όπως ίσχυσε.
θ) Τελών χαρτοσήμου, εκτός από τις συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή.
ι) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις, όπως φόρου εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών, για μισθούς συντάξεις και λοιπές πρόσθετες αμοιβές που καταβλήθηκαν μέχρι 30.6.1996, φόρου εισοδήματος κινητών αξιών, παρακρατούμενου φόρου ελευθέρων επαγγελματιών κ.τ.λ.
ια) Φόρου του άρθρου 5 του α.ν.843/1948.
ιβ) Εισφοράς υπέρ ΟΓΑ Δήμων και Κοινοτήτων του άρθρου 10 του ν. 4169/1961, εισφοράς υπέρ ΟΓΑ του εδαφίου β_ της περίπτωσης Ζ_ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν.4169/1961 και εισφοράς υπέρ ΟΓΑ του άρθρου 3 του ν. 1066/1980, όπως ίσχυσαν.
ιγ) Φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) του ν. 1642/1986.
ιδ) Εισφοράς υπέρ ΕΛ.Γ.Α. του άρθρου 31 του ν. 2040/1992.
ιε) Φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων και ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών του ν. 1676/1986.
ιστ) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α_ έως και ιε_, όπως αποζημιώσεων που καταβάλλονται στους δικαιούχους βάσει του ν. 2112/1920 οι οποίες και φορολογούνται αυτοτελώς, αυτοτελούς φορολόγησης διανεμομένων ή κεφαλαιοποιουμένων αφορολόγητων αποθεματικών ανώνυμων εταιριών, εταιριών περιορισμένης ευθύνης ή συνεταιρισμών κτλ., με εξαίρεση τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών.
Οπως ορίζεται στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996, για να υπαχθεί στη ρύθμιση αυτή κάποια περίπτωση θα πρέπει η φορολογική υποχρέωση να γεννήθηκε μέχρι και τις 30 Ιουνίου 1996, η σχετική δηλαδή πράξη, συναλλαγή και γενικότερα το γεγονός που δημιουργεί τη φορολογική υποχρέωση να έλαβε χώρα μέχρι την ημερομηνία αυτή.
Εξάλλου, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, στη ρύθμιση υπάγονται μόνο περιπτώσεις για τις οποίες η προθεσμία υποβολής της σχετικής δήλωσης απόδοσης του φόρου κ.τ.λ. είχε λήξει πριν από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή πριν από τις 3.12.1996.
Περαιτέρω, στη ρύθμιση υπάγονται τα τέλη χαρτοσήμου που δεν έχουν αποδοθεί για οποιαδήποτε αιτία ανεξάρτητα από τον τρόπο απόδοσης, με εξαίρεση τις συναλλαγματικές και τα γραμμάτια σε διαταγή. Επομένως, η ρύθμιση καταλαμβάνει και τα τέλη χαρτοσήμου που αποδίδονται με αποδεικτικό πληρωμής κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του κώδικα χαρτοσήμου (εντός 5 ημερών από την κατάρτιση του εγγράφου), εφόσον βεβαίως το σχετικό έγγραφο είχε καταρτισθεί μέχρι 30.6.1996.
Οι παρεχόμενες διευκολύνσεις αφορούν και τον ειδικό φόρο των τηλεοπτικών διαφημίσεων (30%). Για τον ειδικό όμως φόρο των τηλεοπτικών διαφημίσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2328/1995 όπως ισχύει, δηλαδή για τις διαφημίσεις που έγιναν από 1.1.1996, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της κοινοποιούμενης παραγράφου 1 του άρθρου 21.
Ειδικότερα για το φόρο των τηλεοπτικών αυτών διαφημίσεων οι διευκολύνσεις καλύπτουν διαφημίσεις που έγιναν από 1.1.1996 μέχρι 9.7.1996 και όχι μέχρι 30.6.1996. Καλύπτουν δηλαδή τις διαφημίσεις για τις οποίες ο φόρος έπρεπε να αποδοθεί στην Εθνική Τράπεζα μέχρι 10.9.1996.
Στην περίπτωση αυτή για να μην επιβληθούν κυρώσεις ο φόρος πρέπει να αποδοθεί στην Εθνική Τράπεζα από τους κατά περίπτωση υποχρέους μέχρι 3.1.1997 με την υποβολή σ` αυτή της συγκεντρωτικής κατάστασης (λντυπο ΣΤ_) που προβλέπεται από την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Τύπου και ΜΜΕ 1086567/40/ 29.7.1996 ΠΟΛ. 1217 (ΦΕΚ Β 689).
Ο φόρος στην περίπτωση αυτή πρέπει να καταβληθεί στην Εθνική Τράπεζα εφάπαξ με την υποβολή της συγκεντρωτικής κατάστασης.
Εννοείται ότι στις διευκολύνσεις εμπίπτουν και οι τηλεοπτικές διαφημίσεις που έγιναν μέχρι 31.12.1995.
Στην περίπτωση αυτή ο ειδικός φόρος που δεν έχει αποδοθεί ή έχει αποδοθεί ανακριβώς ή ελλιπώς μπορεί να αποδοθεί από τους κατά περίπτωση υποχρέους στη Δ.Ο.Υ. μέχρι 3.1.1997, χωρίς κυρώσεις.
Τέλος σημειώνεται ότι τα αναφερόμενα στο κεφάλαιο της φορολογίας εισοδήματος για τις υποθέσεις για τις οποίες εκδόθηκαν εντολές ελέγχου μέχρι 25.10.1996 ισχύουν ανάλογα και για εντολές ελέγχου λοιπών φορολογιών.
IV. Φ.Π.Α.
Ειδικότερα για την περίπτωση ιγ_ της παραγράφου 2 του άρθρου 13, του νόμου 2198/1994, που αναφέρεται στο Φ.Π.Α., παρέχονται οι παρακάτω διευκρινίσεις:
α. Οι υποκείμενοι στο Φ.Π.Α. υπάγονται στις ρυθμίσεις των διατάξεων αυτών, μπορούν να υποβάλουν μέχρι 3.1.1997 αρχική ή συμπληρωματική ή τροποποιητική περιοδική ή εκκαθαριστική, κατά περίπτωση, δήλωση, στον αρμόδιο για τη φορολογία τους, Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., για φορολογικές περιόδους μέχρι και του μηνός Ιουνίου 1996. Ο υποκείμενος στο Φ.Π.Α. έχει δυνατότητα να υποβάλει τροποποιητική δήλωση για τη μεταβολή - τροποποίηση οποιουδήποτε στοιχείου της αρχικής του δήλωσης, ανεξάρτητα εάν η μεταβολή - τροποποίηση αυτή έχει σαναποτέλεσμα τη μεταβολή ή όχι του τελικού ποσού της δήλωσης, χρεωστικού, μηδενικού ή πιστωτικού υπολοίπου αυτής.
Επομένως, στη ρύθμιση αυτή υπάγονται και οι επιχειρήσεις που ζήτησαν και έλαβαν επιστροφή Φ.Π.Α., χωρίς να έχουν δικαίωμα επιστροφής, αφού η σχετική τροποποίηση των ενδείξεων της αρχικής δήλωσης δεν θα μεταβάλει αριθμητικά το τελικό ποσό του πιστωτικού υπολοίπου, αλλά μόνο το τμήμα αυτού για το οποίο έχει δικαίωμα επιστροφής.
Επίσης διευκρινίζεται ότι, με τη διαδικασία των παραπάνω διατάξεων, μπορεί να επιστραφεί στο δημόσιο, ποσό Φ.Π.Α. που έτυχε επιστροφής ο υποκείμενος, χωρίς να υπάρχει νόμιμο δικαίωμα για την επιστροφή αυτή, στα πλαίσια των αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών για επιστροφή του φόρου (όπως Π.3082/87, Π. 5514/87, Π. 1185/88, Π.953/88, ΠΟΛ. 1078/91 κλπ.).
Η επιστροφή του φόρου στο Δημόσιο γίνεται με υποβολή έκτακτης περιοδικής δήλωσης χωρίς την καταβολή του αντίστοιχου προστίμου που προβλέπεται από την απόφαση αυτή.
Ομοίως, στις ρυθμίσεις των διατάξεων αυτών υπάγονται και οι επιχειρήσεις για τις οποίες ύστερα από έλεγχο με βάση τις διατάξεις των εκάστοτε υπουργικών αποφάσεων της αριθμ. 1076235/4875/ΠΟΛ. 1177/1991 ΑΥΟ δεν είχε αναγνωριστεί, μερικά ή ολικά το πιστωτικό υπόλοιπο προηγούμενης διαχειριστικής/κών περιόδου/δων και για το οποίο κατά το μέρος αυτό έπρεπε να υποβληθούν τροποποιητικές περιοδικές δηλώσεις της επόμενης διαχειριστικής περιόδου, προκειμένου να αποδοθεί το μέρος αυτό του πιστωτικού υπολοίπου που δεν είχε αναγνωρισθεί από τον έλεγχο, με το οποίο είχε συμψηφισθεί ή επιστραφεί κατά περίπτωση σε φορολογικές περιόδους της επόμενης ή των επόμενων διαχειριστικών περιόδων.
Επισημαίνεται ότι στη ρύθμιση αυτή υπάγεται και η υποβολή δηλώσεων περιοδικών ή εκκαθαριστικών, αρχικών ή τροποποιητικών με αποτέλεσμα μηδενικό ή πιστωτικό.
β. 1/4σοι υποκείμενοι επιθυμούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις αυτές, υποβάλλουν οι ίδιοι προσωπικά ή με νόμιμα, εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, αρχικές ή τροποποιητικές περιοδικές δηλώσεις μόνο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. τους.
Για όσες υποθέσεις μέχρι 30.6.1996 έχει λήξει η προθεσμία υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης, οι υποκείμενοι υποβάλλουν αρχικέςή τροποποιητικές εκκαθαριστικές δηλώσεις και όχι περιοδικές δηλώσεις για κάθε διαχειριστική περιόδο.
γ. Επισημαίνεται ότι ειδικά για τη χρονική περίοδο από 1.1.1996 έως 30.6.1996 θα υποβληθούν οι περιοδικές δηλώσεις των οικείων φορολογικών περιόδων.
Για την υποβολή των παραπάνω δηλώσεων μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα έντυπα δηλώσεων που υπάρχουν με τις κατάλληλες διορθώσεις ή ακόμα και φωτοτυπίες εντύπων.
δ. Η συμπλήρωση των αρχικών ή τροποποιητικών εκκαθαριστικών δηλώσεων θα γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δοθεί στο Φυλλάδιο 19 δηλαδή σε όλες τους τις ενδείξεις και όχι συνολικά.
ε. Οι υποκείμενοι μπορούν, εάν το επιθυμούν, να καταβάλουν τη διαφορά του φόρου με την υποβολή της δήλωσης στο τμήμα εσόδων, μετά από θεώρηση της δήλωσης από το τμήμα Φ.Π.Α. της Δ.Ο.Υ.
Στην περίπτωση της άμεσης καταβολής, η δήλωση (περιοδική ή εκκαθαριστική) θα συντάσσεται σε τέσσερα (4) αντίτυπα και το επιπλέον αντίτυπο θα τίθεται στο φάκελλο του υποκείμενου στο τμήμα Φ.Π.Α. της Δ.Ο.Υ. Για τις δηλώσεις αυτές δεν θα συνταχθεί χρηματικός κατάλογος, αλλά η βεβαίωση θα γίνει από το ΚΕ.Π.Υ.Ο. με τη συνήθη διαδικασία.
στ. Εάν η καταβολή δεν γίνει αμέσως με την υποβολή της δήλωσης θα γίνει βεβαίωση με πράξη του αρμόδιου υπαλλήλου, κατά περίπτωση πάνω στο έντυπο της εκκαθαριστικής ή περιοδικής δήλωσης και θα συνταχθεί χρηματικός κατάλογος.
Η καταβολή του φόρου θα γίνει σε οκτώ (8) ίσες μηνιαίες δόσεις, το ποσό δε της κάθε μιάς δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) δρχ. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του παραπάνω νόμου, χωρίς καμμία έκπτωση. Για τη βεβαίωση αυτή δεν θα ενημερωθεί το ΚΕ.Π.Υ.Ο.
Σημειώνεται ότι, και σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης του ποσού, μέσα στην προθεσμία της πρώτης δόσης, δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης.
ζ. Οι δηλώσεις θα καταχωρούνται σε ειδικό βιβλίο κατά χρήση, στο οποίο θα αναγράφονται:
ο αύξων αριθμός, το ονοματεπώνυμο ή επωνυμία, η διεύθυνση, το αντικείμενο εργασιών, καθώς και το ποσό του φόρου σε χωριστές στήλες αν αυτό καταβλήθηκε αμέσως με την υποβολή της δήλωσης ή αν θα βεβαιωθεί για να καταβληθεί.
η. Τονίζεται ότι, η υποβολή των δηλώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 21 και η καταβολή των φόρων γίνεται χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων, προστίμων και άλλων κυρώσεων και συνεπώς δεν επιβάλλονται οι προσαυξήσεις και τα πρόστιμα που προβλέπονται τόσο από τις διατάξεις του άρθρου 47 και 48 του ν. 1642/86, όσο και αυτές που επιβάλλονται με βάση τις σχετικές Υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν στα πλαίσια του ίδιου νόμου, όπως π.χ. η Π.5514/87, ΠΟΛ.1078/91 κλπ.
θ. Σημειώνουμε ότι, οι ρυθμίσεις του άρθρου αυτού αφορούν δηλώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν.1642/86 και ανεξάρτητα αν αυτές είναι περιοδικές, εκκαθαριστικές, έκτακτες καθώς και δηλώσεις αποθεμάτων μετάταξης των άρθρων 32 παράγραφος 11 και 33 παράγραφος 12.
ι. Δεν υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου αυτού:
- Οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί καταλογιστικές πράξεις επιβολής φόρου (προσωρινές ή οριστικές), αποφάσεις επιβολής προστίμων μέχρι και την ημερομηνία δημοσίευσης του πιο πάνω νόμου (3.12.1996).
- Για δηλώσεις, περιοδικές ή εκκαθαριστικές που τυχόν θα υποβληθούν με επιφύλαξη.
- Στις υποθέσεις, για τις οποίες έχει αρχίσει έλεγχος και δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης και κοινοποίησης πράξεων επιβολής του φόρου μέχρι την παραπάνω ημερομηνία (3.12.1996), εφόσον για τις υποθέσεις αυτές τα βιβλία και στοιχεία, που προβλέπονται από τον Κ.Β.Σ. έχουν κριθεί ανεπαρκή ή ανακριβή από τις επιτροπές της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του Π.Δ. 186/1992 ή εφόσον έληξε η προθεσμία προσφυγής στις επιτροπές αυτές, ή εκκρεμούν ενώπιον των επιτροπών αυτών.
- Δηλώσεις που υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα στις Δ.Ο.Υ. πριν τη δημοσίευση του παραπάνω νόμου (3.12.1996), με βάση τις οποίες καταβλήθηκε ο κύριος φόρος, χωρίς να καταβληθεί και η αναλογούσα προσαύξηση. Στις περιπτώσεις αυτές εξυπακούεται ότι θα γίνει η σχετική βεβαίωση της προσαύξησης που αναλογεί, καθώς και του προστίμου.
- Δηλώσεις που τυχόν θα υποβληθούν σε αναρμόδια Αρχή, λ.χ. στα ΕΛΤΑ ή σε αναρμόδια Δ.Ο.Υ.
- Τα αυτοτελή πρόστιμα των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 47 και της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ν. 1642/86, που έχουν εκδοθεί μέχρι 3 Δεκεμβρίου 1996 με εξαίρεση μόνο τις περιπτώσεις που τα πρόστιμα αυτά αναφέρονται σε υποθέσεις (δηλώσεις ή πράξεις προσδιορισμού του φόρου) που θα υποβληθούν εκπρόθεσμα ή θα εκδοθούν σύμφωνα και μέσα στην προθεσμία ισχύος των διατάξεων του νόμου αυτού. λτσι, δεν εμπίπτουν στις ρυθμίσεις αυτές πρόστιμα που πρέπει να επιβληθούν ή έχουν ήδη επιβληθεί, με πράξεις που δεν έχουν οριστικοποιηθεί, για εκπρόθεσμες αρχικές περιοδικές ή εκκαθαριστικές δηλώσεις που υποβλήθηκαν πριν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού (3.12.1996) ανεξάρτητα του χρόνου που αφορούν αυτές.
- Δηλώσεις η υποβολή των οποίων δεν συνεπάγεται την καταβολή φόρου ή τέλους βάσει ισχυουσών διατάξεων όπως των παραγράφων 1 και 5 περιπτώσεις β, δ και ε του άρθρου 29 του ν. 1642/86.
Τέλος σημειώνεται ότι τα αναφερόμενα στο κεφάλαιο της φορολογίας εισοδήματος για τις υποθέσεις για τις οποίες εκδόθηκαν εντολές ελέγχου μέχρι 25.10.1996 ισχύουν και για εντολές ελέγχου φόρου προστιθέμενης αξίας.
ια. Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του κοινοποιούμενου άρθρου 22 του ν. 2443/96 αντικαθίσταται η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του ν. 1642/86.
Σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α_ της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 1642/86 εφαρμόζονται για ακίνητα των οποίων η άδεια κατασκευής εκδίδεται από 1ης Ιανουαρίου του έτους 2000.
- Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του κοινοποιούμενου άρθρου 22 αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 56 του ν. 1642/86.
Σύμφωνα με τη νέα διάταξη στο φόρο προστιθέμενης αξίας υπάγονται και τα εργολαβικά προσύμφωνα ανέγερσης οικοδομών με το σύστημα της αντιπαροχής τα οποία συντάχθηκαν μετά την 21.8.1986 και η σχετική άδεια εκδίδεται μετά την 1.1.2000.
Η ισχύς των παραπάνω περιπτώσεων αρχίζει σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του ιδίου άρθρου 22, από 1.1.1997.
V. ΧΡΟΝΟΣ - ΤΡΟΠΟΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ
Με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν.2443/1996 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994 ορίζεται ο τρόπος καταβολής των οφειλομένων με βάση τις υποβαλλόμενες κατά τα ανωτέρω αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις.
Ειδικότερα, τα ποσά αυτά καταβάλλονται σε οκτώ (8) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επομένου μήνα από τη βεβαίωση της οφειλής και κάθε μία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των επομένων συνεχών μηνών.
Για τις οφειλές δηλαδή που θα βεβαιωθούν το μήνα Ιανουάριο του 1997, η πρώτη δόση πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Φεβρουαρίου 1997, δηλαδή μέχρι τις 28 του μήνα αυτού. Για την απόδοση του ειδικού φόρου των τηλεοπτικών διαφημίσεων που έγιναν από 1.1.1996 μέχρι 9.7.1996 ισχύουν όσα αναφέρθηκαν σχετικά ανωτέρω (ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ).
Το ποσό πάντως κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) δρχ., συνολικά για όλα τα οικονομικά έτη κατά φορολογικό αντικείμενο.
Εννοείται ότι όσοι επιθυμούν μπορούν να καταβάλουν ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό κατά την υποβολή της σχετικής δήλωσης με έκπτωση βεβαίως 10% στην περίπτωση που προβλέπεται έκπτωση σύμφωνα με τα επόμενα.
Τέλος, με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994 προβλέπεται ότι όσοι εξοφλούν μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης ολόκληρο το ποσό του οφειλόμενου φόρου, τέλους ή εισφοράς, με εξαίρεση τους παρακρατούμενους φόρους και το φόρο προστιθέμενης αξίας, έχουν δικαίωμα έκπτωσης ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις κοινοποιούμενες διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 2443/1996 σε συνδυασμό και με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 13 του ν. 2198/1994, για τα εισοδήματα από εκμίσθωση ακινήτων, τα οποία περιλαμβάνονται στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται κατ_εφαρμογή των παραπάνω κοινοποιούμενων διατάξεων, δεν εφαρμόζεται η αυτοτελής φορολόγησή τους κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 73α του ν.δ. 3323/1955 ή της παραγράφου 2 του άρθρου 88 του ν. 2238/1994, εφόσον η αίτηση για την έκδοση του σχετικού πιστοποιητικού υποβάλλεται κατά το χρονικό διάστημα από 3.12.1996 μέχρι και 3.1.1997 και όχι μεταγενέστερα και μέσα στο προβλεπόμενο τρίμηνο.
Επομένως, σ` αυτές τις περιπτώσεις τα εν λόγω εισοδήματα φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου κ.τ.λ.
VI. TEΛΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ
Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 22 αναπροσαρμόζονται από 1.1.1997 τα τέλη κυκλοφορίας των οχημάτων που καταβάλλονται με ειδικό σήμα.
Ειδικότερα τα τέλη κυκλοφορίας των 20.000, 35.000, 75.000 και 100.000 αναπροσαρμόζονται σε 25.000, 45.000, 100.000 και 130.000 αντίστοιχα.
Τονίζεται ότι το ποσό των 2.000 δραχμών που αφορά το ειδικό σήμα που προορίζεται για τα απαλλασσόμενα από τα τέλη κυκλοφορίας οχήματα και για όσα έχουν κυλινδρισμό μέχρι 785 κυβικά εκατοστά παραμένει αμετάβλητο για το έτος 1997 (σχετ. εγκύκλιος 1120537/442/Τ. & Ε.Φ. ΠΟΛ.1290/8.11.1996).
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!