Το καθεστώς τεκμαρτής φορολόγησης για τους αυτοαπασχολούμενους στην Ιταλία (regime forfettario)
του Γιάννη Σταματόπουλου,
Οικονομολόγου - Φορολογικού Συμβούλου,
Διδάκτορα του Παν. Πειραιώς
Το φορολογικό καθεστώς "regime forfettario", στο οποίο αναφέρθηκε το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στις 16 ερωτήσεις – απαντήσεις σε σχέση με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, είναι ένα απλοποιημένο φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην Ιταλία από το 2015.
Συγκεκριμένα, εισήχθη με το νόμο 190/2014 και αφορά κυρίως τους αυτοαπασχολούμενους και τις μικρές επιχειρήσεις.
Αναλυτικότερα, στο καθεστώς αυτό, το οποίο είναι προαιρετικό, εντάσσονται φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ιταλίας, που ασκούν επιχειρηματική ή καλλιτεχνική δραστηριότητα εφόσον κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος είχαν έσοδα που δεν υπερέβαιναν τις 85.000 € και είχαν πραγματοποιήσει δαπάνες για υπαλλήλους που δεν υπερέβαιναν τις 20.000 ευρώ.
Τα πρόσωπα που εντάσσονται στο καθεστώς αυτό υπολογίζουν και δηλώνουν ετησίως το ακαθάριστο εισόδημά τους. Στη βάση αυτού του ακαθάριστου εισοδήματος εφαρμόζεται ακολούθως τεκμαρτός συντελεστής, αναλόγως της δραστηριότητάς τους (κωδικοί ATECO), προκειμένου να προσδιοριστεί το καθαρό φορολογητέο τους εισόδημα.
Οι επιχειρήσεις, δηλαδή, που εντάσσονται στο καθεστώς αυτό δεν εκπίπτουν τις πραγματικές τους δαπάνες από το ακαθάριστο εισόδημά τους. Αντιθέτως, η έκπτωση των δαπανών υπολογίζεται τεκμαρτώς στη βάση ενός συντελεστή και αναλόγως της δραστηριότητας της επιχείρησης.
Για παράδειγμα, για έναν γιατρό που αποκτά στην Ιταλία ακαθάριστο εισόδημα 60.000 ευρώ και έχει ενταχθεί στο καθεστώς αυτό, το φορολογητέο του εισόδημα θα προσδιοριστεί με την εφαρμογή ενός τεκμαρτού συντελεστή 78% στο ποσό των 46.800 ευρώ (60.000 x 78% = 46.800 €).
Σε διαφορετική ανάγνωση, στο γιατρό που πληροί τις προϋποθέσεις και εντάσσεται στο καθεστώς αυτό, επιτρέπεται τεκμαρτή έκπτωση δαπανών 22% επί του ακαθάριστου εισοδήματός του. Ο γιατρός αναγνωρίζει προς έκπτωση από το ακαθάριστο εισόδημά του το τεκμαρτό αυτό ποσό και δεν παρακολουθεί τις πραγματικές του δαπάνες. Ειδικώς, από το φορολογητέο εισόδημα του φορολογούμενου, όπως προκύπτει κατά τα ανωτέρω, αφαιρούνται μόνο οι υποχρεωτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.
Εάν, δηλαδή, ο γιατρός του παραδείγματός μας κατέβαλε κατά το φορολογικό έτος ασφαλιστικές εισφορές 10.000 ευρώ, το φορολογητέο του εισόδημα θα διαμορφωνόταν τελικώς στο ποσό των 36.800 ευρώ.
Επί του φορολογητέου αυτού εισοδήματος, και προκειμένου να υπολογιστεί ο φόρος που θα κληθεί να καταβάλει ο φορολογούμενος, εφαρμόζεται συντελεστής φορολόγησης 15%. Ο φόρος αυτός που προκύπτει αντικαθιστά το φόρο εισοδήματος για τον φορολογούμενο αλλά και τις επιβαρύνσεις που προκύπτουν από επιμέρους ειδικές φορολογίες (περιφερειακοί και δημοτικοί φόροι, περιφερειακός φόρος παραγωγικών δραστηριοτήτων).
Προκειμένου να ενισχυθεί η νέα επιχειρηματικότητα, ο συντελεστής αυτός μειώνεται σε 5% για το φορολογικό έτος κατά το οποίο ο φορολογούμενος πραγματοποιεί την έναρξη της δραστηριότητάς του και για τα επόμενα τέσσερα φορολογικά έτη.
Περαιτέρω, τα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται στο καθεστώς αυτό απολαμβάνουν και άλλες απλοποιήσεις/απαλλαγές, όπως ενδεικτικά:
- δεν χρεώνουν Φ.Π.Α. επί των παραστατικών εσόδων τους (αλλά και δεν εκπίπτουν τον Φ.Π.Α. των αγορών τους),
- οι αμοιβές τους δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος αλλά και δεν διενεργούν και οι ίδιοι παρακράτηση φόρου εισοδήματος όταν καταβάλλουν αμοιβές (πλην της περίπτωσης πληρωμών για μισθωτή εργασία),
- απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις καταχώρισης και τήρησης λογιστικών βιβλίων.
Συμπερασματικά, το φορολογικό καθεστώς "regime forfettario" στην Ιταλία είναι ένα απλοποιημένο φορολογικό καθεστώς που θυμίζει το καθεστώς των κατ' επάγγελμα Μοναδικών Συντελεστών Καθαρού Κέρδους (ΜΣΚΚ) που ίσχυε στην Ελλάδα πριν την καθιέρωση του λογιστικού προσδιορισμού του εισοδήματος. Είναι προαιρετικό και στοχεύει στη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας σε πρώτο επίπεδο, μέσω της απλοποίησης των διαδικασιών, της μείωσης της γραφειοκρατίας και της φιλικότερης - προς το φορολογούμενο - διαδικασίας είσπραξης των φόρων.
Συγγνώμη αλλά είναι πολύ πιο απλό. Ορίζεις μια ημερομηνία όπου όλοι θα πρέπει να καταθέσουν ότι μετρητά έχουν ( χωρίς πόθεν έσχες ) και μετά καταργείς το πραγματικό χρήμα, μόνο πλαστικό. Το διαφημίζεις και στο εξωτερικό μαζί με οδηγίες για προσοχή στην αισχροκέρδεια κάποιων ¨επαγγελματιών¨. Ελέγχεις με τη βοήθεια της τεχνολογίας όλες τις συναλλαγές. Με τα αποτελέσματα του πρώτου χρόνου, μειώνεις τη φορολογία . Αλλά αυτό δεν συμφέρει κανέναν εεεε;;;
Για να περιοριστεί η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα δεν ωφελεί, θεωρώ, να μειωθεί ο φορολογικός συντελεστής των αυτοαπασχολούμενων, αλλά να δοθούν κίνητρα στους φορολογούμενους να ζητούν αποδείξεις για τις υπηρεσίες που δέχονται. Μια πρόταση είναι να ενταχθούν οι υπηρεσίες αυτές σε χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ, διότι όσο ο καταναλωτής-φορολογούμενος έχει να πληρώσει στον παρέχοντα την υπηρεσία 24% σε ΦΠΑ, και δεδομένου ότι δεν έχει ο ίδιος κάποιο φορολογικό όφελος, σαφώς και θα προτιμήσει να μην λάβει απόδειξη.