Grant Thornton Φοροδοξίες, 27.08.2023
Γνωρίζετε ότι...
Η νέα Οδηγία DAC7 προβλέπει νέες υποχρεώσεις συνεργασίας με τις φορολογικές αρχές για τους διαχειριστές ψηφιακών πλατφορμών που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ, ανεξαρτήτως της έδρας τους.
Ειδικότερα, με βάση τις νέες υποχρεώσεις, οι διαχειριστές πλατφορμών οφείλουν να κοινοποιούν στις φορολογικές αρχές δεδομένα για πωλητές που αξιοποιούν την πλατφόρμα τους για δραστηριότητες όπως μισθώσεις ακίνητων και μέσων μεταφοράς, παροχή προσωπικών υπηρεσιών και πωλήσεις αγαθών. Στο πλαίσιο αυτό, οι διαχειριστές πλατφορμών θα συλλέγουν στοιχεία από τους χρήστες προκειμένου να προσδιορίσουν ποιοι από αυτούς θεωρούνται δηλωτέοι πωλητές βάσει του νόμου. Καταρχάς κάθε πωλητής, εκτός των εξαιρουμένων πωλητών, που είναι κάτοικος κράτους – μέλους ή που εκμίσθωσε ακίνητη περιουσία, η οποία βρίσκεται σε κράτος μέλος, θεωρείται δηλωτέος πωλητής. Τα στοιχεία που διαβιβάζονται για τους πωλητές αφορούν, μεταξύ άλλων, τον ΑΦΜ και στοιχεία ταυτοποίησης, το εισόδημα που αποκτούν μέσω της πλατφόρμας, στοιχεία για το ακίνητο στην περίπτωση εκμίσθωσης ακινήτων. Η διαβίβαση πληροφοριών θα γίνεται σε ετήσια βάση και μέχρι την 31 Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο ο πωλητής προσδιορίζεται ως δηλωτέος. Η πρώτη διαβίβαση πληροφοριών θα ολοκληρωθεί την 31.1.2024 και θα αφορά στοιχεία για το φορολογικό έτος 2023. Τα νέα μέτρα αναμένεται να ενσωματωθούν με την ψήφιση σχεδίου νόμου, που κατατέθηκε στη Βουλή.
Νέες αυστηρές κυρώσεις και πρόστιμα σε περίπτωση μη διαβίβασης των απαιτούμενων δεδομένων από τις ψηφιακές πλατφόρμες προς τις φορολογικές αρχές.
Πρόστιμα της τάξης των 100 και 300 ευρώ ανά δηλωτέο πωλητή επιβάλλονται αντίστοιχα σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής στοιχείων και υποβολής ελλιπών ή ανακριβών πληροφοριών. Σε περίπτωση που κατόπιν ελέγχου δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις υποβολής πληροφοριών σχετικά με κάθε δηλωτέο πωλητή επιβάλλεται πρόστιμο 5 χιλ. ευρώ για κάθε παράβαση και έως 500 χιλ. ευρώ συνολικά ενώ αν δεν συνεργάζονται στη διάρκεια ελέγχου το πρόστιμο ανέρχεται σε 2.500 ευρώ. Παράλληλα, για την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων δέουσας επιμέλειας, προβλέπεται ότι εφόσον ο πωλητής δεν παρέχει τα απαιτούμενα στοιχεία στον διαχειριστή της πλατφόρμας, ο τελευταίος κλείνει τον λογαριασμό του πωλητή και δεν επιτρέπει να επανακαταχωριστεί στην πλατφόρμα ή παρακρατεί την πληρωμή του για όσο διάστημα δεν παρέχει τα ζητούμενα στοιχεία. Ταυτόχρονα με τα νέα πρόστιμα, συνεχίζει να ισχύει η υπάρχουσα υποχρέωση συνεργασίας με τις φορολογικές αρχές για τις ψηφιακές πλατφόρμας και επιβάλλονται παράλληλα και κυρώσεις σε περίπτωση μη ανταπόκρισης σε αίτημα παροχής πληροφοριών, όπως η διακοπή της πρόσβασης στον ιστότοπο της πλατφόρμας, πρόστιμο στον πάροχο υπηρεσιών διαδικτύου από 30 – 100 χιλ. ευρώ καθώς και 5 χιλ. ευρώ πρόστιμο στον πωλητή που συνεχίζει την χρήση της πλατφόρμας παρά την διακοπή πρόσβασης.
Τη δυνατότητα εξόφλησης του φόρου κληρονομιάς μέσω καταβολής σε είδος επιβεβαίωσε με πρόσφατη απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το ΣτΕ απεφάνθη ότι φορολογούμενος που δεν μπορεί να αποπληρώσει το φόρο κληρονομιάς λόγω διαπιστωμένης οικονομικής του αδυναμίας, μπορεί να προβεί σε αποπληρωμή του φόρου μέσω της μεταβίβασης ακινήτου του στο Δημόσιο. Σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, το συγκεκριμένο ακίνητο μπορεί να είναι μέρος της κληρονομιαίας περιουσίας ή και άλλο ακίνητο κυριότητας του φορολογούμενου. Η εν λόγω απόφαση επιβεβαιώνει τη δυνατότητα των φορολογουμένων να ανταποκριθούν στη φορολογική τους υποχρέωση μέσω της καταβολής σε είδος αποφεύγοντας τυχόν πρόστιμα και προσαυξήσεις λόγω μη πληρωμής του φόρου. Η συγκεκριμένη νομοπολιτική επιλογή σηματοδοτεί την προτεραιοποίηση της είσπραξης δημοσίων φορολογικών εσόδων άμεσα, αντί για την πιο μακροχρόνια διαδικασία της είσπραξης των εσόδων μέσω της αναγκαστικής εκτέλεσης εναντίον του φορολογούμενου. Στην ίδια απόφαση μάλιστα, το ΣτΕ απεφάνθη ότι το Δημόσιο πρέπει να απέχει από πράξεις διοικητικής εκτέλεσης μέχρι ο φορολογούμενος να λάβει απάντηση σε τυχόν σχετικό του ερώτημα περί της δυνατότητας καταβολής του φόρου σε είδος (ΣτΕ 278/2023).
Ο εξ αποστάσεως χαρακτήρας παροχής υπηρεσιών δεν συνιστά επαρκές τεκμήριο ύπαρξης φορολογικής κατοικίας.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος παρέχει τις υπηρεσίες του με συμβάσεις εργασίας σε περισσότερες από μία χώρες, προκειμένου να προσδιοριστεί η φορολογική του κατοικία, λαμβάνονται υπόψη τα επιμέρους χαρακτηριστικά της κάθε σύμβασης. Εν προκειμένω, ο αιτών με αίτημά του στη Δ.Ο.Υ. ζήτησε να μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεδομένου ότι εργάζεται με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου ως αναπληρωτής καθηγητής σε Πανεπιστήμιο. Η φορολογική αρχή, αν και δέχθηκε ότι με βάση τα προσκομισθέντα στοιχεία αποδεικνύεται πλήρως ότι ο αιτών διαμένει και εργάζεται στην αλλοδαπή, απέρριψε το εν λόγω αίτημα, με την αιτιολογία ότι ο αιτών παρείχε παράλληλα υπηρεσίες διδασκαλίας στην Ελλάδα και συγκεκριμένα, σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Ανοιχτού Πανεπιστημίου, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης εργασίας. Μετά από άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως, το ΣτΕ έκρινε την απόφαση της φορολογικής αρχής ως μη νόμιμη, αφού δεν συνεκτίμησε τον εξ αποστάσεως χαρακτήρα των παρεχόμενων υπηρεσιών του αναιρεσίοντος στην Ελλάδα, όπως αυτός προέκυπτε από τη σύμβαση εργασίας του με το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Ειδικότερα, το ΣτΕ διατύπωσε ότι η εξ αποστάσεως παροχή υπηρεσιών, εφόσον διενεργείται μέσω διαδικτύου και δεν απαιτεί τη φυσική παρουσία του παρέχοντος τις υπηρεσίες στην ημεδαπή, δεν συνιστά ισχυρό οικονομικό δεσμό του αναιρεσείοντος με την εν λόγω χώρα, λαμβάνοντας υπόψη μάλιστα, ότι ο αναιρεσείων το ίδιο χρονικό διάστημα είχε καταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο, αποδεδειγμένα, το κέντρο των βιοτικών σχέσεων και ζωτικών συμφερόντων του. (ΣτΕ 121/2022).
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!