Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Νόμοι

Αιτιολογική έκθεση στο Σχέδιο Νόμου 'Επείγουσες Ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015'

Αιτιολογική έκθεση στο Σχέδιο Νόμου  «Επείγουσες Ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015»

Α. Γενική παρουσίαση

Ενόψει της έναρξης των συζητήσεων με τους θεσμικούς μας εταίρους (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ΔΝΤ) που συγκροτούν την Τρόικα για το νέο πρόγραμμα στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας και την εφαρμογή της απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με σύνθεση Ευρωζώνης της 26ης – 27ης Οκτωβρίου 2011, η χώρα μας πρέπει να ρυθμίσει μια σειρά από θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής και των Μνημονίων Συνεργασίας αφενός μεν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αφετέρου δε με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (MOU KAI MEFP).

Στο παρόν νομοσχέδιο περιλαμβάνονται θέματα κατεπείγοντος χαρακτήρα η συντριπτική πλειονότητα των οποίων έχει διαρθρωτικό περιεχόμενο και συνιστά εκπλήρωση ανειλημμένων υποχρεώσεων της χώρας οι οποίες σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί πριν την συμφωνία για το νέο πρόγραμμα και τη νέα δανειακή σύμβαση που είναι άμεσα συναρτημένες με την συμμετοχή των ιδιωτών στην μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους (PSI).

Η αρχή συνεπώς που διέπει το παρόν νομοσχέδιο είναι η συμμόρφωση της χώρας με τέτοιου είδους υποχρεώσεις της και αυτό δικαιολογεί τον οριζόντιο  πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα του νομοθετήματος που διαθέτει εντούτοις έναν ισχυρό και ευανάγνωστο κοινό παρονομαστή που διέπει το σύνολο των διατάξεων  του. 

Β.  Ειδικότερα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

Επείγουσες Ρυθμίσεις των Υπουργείων Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εσωτερικών, Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων  και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας – Γενικής Γραμματείας Μέσων Ενημέρωσης.

Επί του άρθρου 1

Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των παραγράφων 1 έως και 4 προσαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου Θ’ του νόμου 3979/2011 προς τις πραγματικές συνθήκες υλοποίησης των προβλέψεων για το ΕΣΥΠ και το Δίκτυο του Δημόσιου Τομέα.

Με τις παραγράφους 5 έως και 7 επέρχονται βελτιώσεις που αφορούν στο βαθμολόγιο των Πολιτικών Δημοσίων Υπαλλήλων. Ειδικότερα με την παράγραφο 5 παρέχονται κίνητρα διαρκούς εκπαίδευσης των υπαλλήλων και ταυτόχρονα διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση υπαλλήλων που διαθέτουν ίδια τυπικά προσόντα, ανεξάρτητα από το χρόνο που τα απέκτησαν. Στο ίδιο πλαίσιο, συμπληρώνεται η παραγράφος 1 του άρθρου 28 του ν. 4024/2011, ώστε για την βαθμολογική κατάταξη των υπαλλήλων να είναι δυνατός ο υπολογισμός περισσότερων του ενός τυπικού προσόντος. Ανάλογη ρύθμιση υπάρχει και στην παράγραφο  4 του άρθρου 6 του ν. 4024/2011 που αφορά το σταθερό σύστημα βαθμολογικής κατάταξης.

Με την παράγραφο 8 προβλέπεται η διατήρηση των κενών οργανικών θέσεων  του κατά τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3142/1955  ναυτικού προσωπικού των Πλοηγικών Σταθμών, αρμοδιότητας Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και του  εκπαιδευτικού προσωπικού των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού, κατά τις διατάξεις του ν. 2638/1998 «Οργάνωση και λειτουργία της ναυτικής εκπαίδευσης, μισθολογικές ρυθμίσεις για το προσωπικό αυτής και άλλες διατάξεις».
Η εξαίρεση κατάργησης των οργανικών θέσεων του ναυτικού προσωπικού των Πλοηγικών Σταθμών είναι αναγκαία, προκειμένου να μη διαταραχθεί η λειτουργία των Σταθμών, γεγονός  που θα είχε αρνητικές συνέπειες ως προς τις παρεχόμενες λιμενικές υπηρεσίες και την εν γένει ανάπτυξη λιμενικών και ναυτιλιακών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα. Άλλωστε το εν λόγω προσωπικό αμείβεται από τον ειδικό Λογαριασμό Πλοηγικής Υπηρεσίας
Η διατήρηση δε των ως άνω κενών οργανικών θέσεων, καθώς και τυχόν κάλυψή τους στο μέλλον, καμία επιβάρυνση δεν προκαλεί στον Κρατικό Προϋπολογισμό, αφού οι δαπάνες μισθοδοσίας του εν λόγω προσωπικού βαρύνουν το Κεφάλαιο Πλοηγικής Υπηρεσίας, το οποίο τροφοδοτείται από έσοδα των Πλοηγικών Σταθμών- Πλοηγικής Υπηρεσίας, κατά τις διατάξεις του Ν. 3142/1955 όπως ισχύει.
Η εξαίρεση κατάργησης των οργανικών θέσεων του εκπαιδευτικού προσωπικού των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού είναι αναγκαία, προκειμένου να μη διαταραχθεί η λειτουργία της ναυτικής εκπαίδευσης.  Άλλωστε τα τυχόν εκπαιδευτικά κενά καλύπτονται μεν με προσλήψεις ωρομισθίων εκπαιδευτικών, που και επιβαρύνουν τον Ειδικό Λογαριασμό «Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαίδευσης» που συστάθηκε με το ν.δ. 99/1973 (Α΄173) όπως τροποποιήθηκε με το ν. 996/1979 (Α΄287) αλλά και αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την ποιοτική αναβάθμιση της ναυτικής εκπαίδευσης.  Περαιτέρω δε έλλειψη εκπαιδευτικού προσωπικού θα οδηγούσε σε πλήρη υποβάθμιση της ναυτικής εκπαίδευσης.
Τέλος, με την προσθήκη της περίπτωσης θ) στην παρ. 1α του ν. 4024/2011 διατηρούνται οι θέσεις του κλάδου ΔΕ τηλεφωνητών, οι οποίες όμως πρέπει να καλυφθούν αποκλειστικά από τυφλούς, κατόχους πτυχίου σχολών εκπαίδευση τυφλών τηλεφωνητών που εποπτεύονται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Η διάταξη αυτή σκοπεύει στην προστασία του δικαιώματος της εργασίας μιας κοινωνικής ομάδας ιδιαίτερα ευαίσθητης και με εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες εργασίας.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 9 προβλέπεται η υποχρέωση δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των πράξεων πρόσληψης ή αποχώρησης του προσωπικού με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, καθώς και του προσωπικού με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου εφόσον παρέχεται δυνατότητα ανανέωσης.
Για το προσωπικό αυτό, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Π.Δ. 410/1988), οι πράξεις πρόσληψης δεν δημοσιεύονταν.

Επίσης, στην παράγραφο 10 προβλέπεται η υποχρέωση των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου των περιπτώσεων στ’ έως θ’ της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.3812/2009 να δημοσιεύουν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τις πράξεις πρόσληψης ή αποχώρησης του προσωπικού με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ή ορισμένου χρόνου ή επί θητεία, εφόσον παρέχεται δυνατότητα ανανέωσης, καθώς και του προσωπικού με σχέση δημοσίου δικαίου, όπου υπάρχει. Σκοπός της προτεινόμενης διάταξης είναι η βελτίωση του ελέγχου και της εποπτείας στον αριθμό προσλήψεων/αποχωρήσεων του συνόλου του τακτικού προσωπικού του δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. αλλά και των κρατικών Ν.Π.Ι.Δ. Παράλληλα, από τις διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 (Α΄66) προβλέπεται ότι οι διορισμοί και αποχωρήσεις του τακτικού προσωπικού των ανωτέρω φορέων θα πρέπει να καταγράφονται στο Μητρώο της απογραφής και ο αριθμός καταγραφής τους θα πρέπει να αναφέρεται στην περίληψη της απόφασης που αποστέλλεται για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης. Ως εκ τούτου, για τη δημοσίευση των ανωτέρω πράξεων θα πρέπει να εκδίδεται και η βεβαίωση καταγραφής της ενέργειας στο Μητρώο της απογραφής.

Με την παράγραφο 11 ορίζεται ότι μέχρι την παροχή πρόσβασης στο Μητρώο της απογραφής στα Ν.Π.Ι.Δ., θα δημοσιεύουν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τις πράξεις  πρόσληψης/ διορισμού, μεταφοράς ή αποχώρησης του προσωπικού χωρίς την αναγραφή του Αριθμού Βεβαίωσης και της ημερομηνίας καταχώρισης.

Με την παράγραφο 12 ορίζεται ότι η προθεσμία στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του ν. 4024/2011 παρατείνεται για τρεις μήνες.

Με την παράγραφο 13 ερμηνεύεται αυθεντικά η περ. ζ. της παραγράφου 7 του άρθρου 33 του ν. 4024/2011, προκειμένου να καταστεί σαφές, ότι η διάταξη καταλαμβάνει μόνο όσους κατά το χρόνο δημοσίευσης του ν. 4024/2011 είχαν οριστεί και ασκούσαν ήδη καθήκοντα προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης ως αναπληρωτές και όχι τους Διευθυντές που κατά τις κείμενες διατάξεις έχουν γενικά τη δυνατότητα αναπλήρωσης σε περίπτωση κωλύματος του Γενικού Διευθυντή.

Με την παράγραφο 14 εξαιρείται από τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 34 του ν. 4024/2011, το εκπαιδευτικό προσωπικό των  Κέντρων Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού Πλοιάρχων, Μηχανικών, Ραδιοηλεκτρονικών – Ραδιοεπικοινωνιών και των Δημόσιων Σχολών Σωστικών Πυροσβεστικών Μέσων ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ και ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ.  Σημειώνεται ότι οι παραπάνω Σχολές και Κέντρα επιμόρφωσης λειτουργούν αποκλειστικά με προσωπικό με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατά τις διατάξεις  του π.δ. 63/1974 (Α΄ 24), του  π.δ. 110/1986 όπως αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε από το π.δ. 50/1997 (Α΄45) και  του β.δ. 631/1972 (Α΄180) όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το π.δ. 425/1988 (Α΄196).
Η υπαγωγή του προσωπικού αυτού σε διατάξεις περί εργασιακής εφεδρείας αλλά και η ταυτόχρονη κατάργηση των κενών οργανικών θέσεων της κατηγορίας αυτής, θα οδηγούσε σε πλήρη αποδυνάμωση της ναυτικής κατάρτισης και επιμόρφωσης των στελεχών Εμπορικού Ναυτικού και κατ’ επέκταση σε αδυναμία απόκτησης αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας και εύρεσης ναυτικής εργασίας. Εξ’ άλλου η μισθοδοσία του εν λόγω προσωπικού δεν βαρύνει τον τακτικό προϋπολογισμό αλλά τον διατηρηθέντα Ειδικό Λογαριασμό «Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαίδευσης, έσοδα του οποίου αποτελούν, κατά τις διατάξεις του ν.δ. 99/1973 (Α΄173) όπως τροποποιήθηκε με το ν. 996/1979 (Α΄287)
Επιπρόσθετα σημειώνεται ότι τα Κέντρα Επιμόρφωσης Εμπορικού Ναυτικού (ΚΕΣΕΝ) αποτελούν σχολές συνεχιζόμενης κατάρτισης, είχαν ενταχθεί  στο επιχειρησιακό πρόγραμμα Απασχόληση και Επαγγελματική Κατάρτιση (2000 – 2006), ενώ και στην προγραμματική περίοδο ΕΣΠΑ 2007 - 2013 υλοποιούνται πράξεις για την κατάρτιση ανέργων ναυτικών και την παροχή επαγγελματικής πιστοποίησης,  με στόχο τη βελτίωση της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης στελεχών Εμπορικού Ναυτικού και την παροχή Αποδεικτικών Ναυτικής Ικανότητας.

Με την παράγραφο 15 λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τους μονίμους δημοσίους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου οι οποίοι εντάσσονται σε καθεστώς προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας ή εφεδρείας που οδηγεί σε συνταξιοδότηση ώστε η διαδικασία έκδοσης συντάξεως να ολοκληρώνεται, κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, εντός τεσσάρων μηνών από την κατάθεση των δικαιολογητικών. Η ειδική αυτή πρόβλεψη είναι αναγκαία δεδομένου ότι οι υπάλληλοι αυτοί βρίσκονται σε δυσμενέστερη οικονομικά θέση και επέρχεται με τη θέση στο καθεστώς της προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας ή εφεδρείας μείωση των εισοδημάτων τους σε σχέση με άλλους υπαλλήλους οι οποίοι συνταξιοδοτούνται με την πλήρωση των προϋποθέσεων που τάσσουν οι κείμενες διατάξεις.

Με την παράγραφο 16 σκοπείται η αποφυγή του  περιττού πολλαπλασιασμού των υποστηρικτικών μονάδων επιπέδου Γενικής Δ/νσης. Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 3Β του ν.2362/1995 (Α΄247) όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 12α του άρθρου 49 του ν.3943/2011 (Α΄66) συνεστήθησαν σε όλα τα υπουργεία Γενικές Δ/νσεις Οικονομικών Υπηρεσιών, υπαγόμενες στους Γενικούς Γραμματείς των οικείων υπουργείων.
Σε εφαρμογή της πιο πάνω ρύθμισης καθώς και αυτής του άρθρου 34 του ν.3979/2011(Α΄138), θα προκύψουν τρεις μονάδες υποστήριξης σε επίπεδο Γενικής Δ/νσης διασπώντας τη μία Γενική Δ/νση Διοικητικής Υποστήριξης που υπήρχε έως τώρα σε κάθε υπουργείο. Η εξέλιξη αυτή όμως ειδικά για τα «μικρά» υπουργεία δηλ. αυτά στα οποία δεν υπάγονται πολλές αυτοτελείς Γενικές Γραμματείες, θα οδηγήσει σε Γενικές Δ/νσεις Οικονομικών Υπηρεσιών και σε Γενικές Δ/νσεις Διοικητικών Υπηρεσιών με πολύ περιορισμένο αντικείμενο, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με την προσπάθεια που καταβάλλεται για τη μείωση του αριθμού των υπηρεσιακών μονάδων στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης των υπουργείων.
Με την εν λόγω διάταξη παρέχεται η δυνατότητα συγχώνευσης της Γενικής Δ/νσης Οικονομικών Υπηρεσιών με άλλες υποστηρικτικές μονάδες, π.χ. Διοίκησης Προσωπικού ή Πληροφορικής-Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης,  στο πλαίσιο του κάθε υπουργείου.   

Η εισαγωγή της διάταξης της παραγράφου 17 κρίνεται αναγκαία λόγω των δημοσιονομικών συνθηκών της χώρας και στο πλαίσιο της προσπάθειας για εξορθολογισμό του ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης ενώ διασφαλίζεται η αποτελεσματικότερη εφαρμογή του λόγου μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις του Ν.3833/2010, όπως ισχύει.

Τέλος, με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 18 εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη στελέχωση και λειτουργία του Σώματος Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, δεδομένης της καθιέρωσης με τις διατάξεις των άρθρων 4 και επόμενα του ν. 4024/2011, νέου συστήματος βαθμολογικών προαγωγών των δημοσίων υπαλλήλων. Πλέον για την κατάληψη θέσης Επιθεωρητή – Ελεγκτή απαιτείται ο υπάλληλος να διαθέτει σωρευτικά βαθμό Δ΄ και τουλάχιστον δωδεκαετή δημόσια υπηρεσία. Με την διάταξη αυτή επιτυγχάνεται η αντιστοίχηση των τυπικών προσόντων που απαιτούσε ο ν. 3074/2002, δηλαδή την κατοχή του Α΄ βαθμού, ο οποίος συνεπάγονταν σύμφωνα με άρθρο 80 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26) για τους υπαλλήλους ΠΕ κατηγορίας τουλάχιστον δώδεκα χρόνια δημόσιας υπηρεσίας, με το ισχύον βαθμολόγιο και διασφαλίζεται ότι οι υπάλληλοι που αποσπώνται στη θέση του Επιθεωρητή – Ελεγκτή διαθέτουν τα ίδια υψηλά προσόντα όπως και με το προϊσχύσαν βαθμολόγιο.  

Επί του άρθρου 2

Η  εξυγίανση των υπερχρεωμένων δήμων και περιφερειών αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση  για την ουσιαστική εκπλήρωση της αποστολής της σύγχρονης και ισχυρής τοπικής αυτοδιοίκησης καθιστώντας την παράγοντα  δυναμικής υπέρβασης της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου της εξυγίανσης των δήμων και των περιφερειών  κατευθύνεται κυρίως προς την ουσιαστική και παράλληλα ευέλικτη στήριξη των υπερχρεωμένων δήμων και περιφερειών έτσι ώστε να διαχειρίζονται με την συνδρομή των χρηματοπιστωτικών δομών το χρέος τους, να το εξυπηρετούν αξιόπιστα χωρίς παράλληλα να αναστέλλουν κρίσιμες προς τους πολίτες λειτουργίες τους. Στόχος των προτεινομένων διατάξεων είναι να καταστήσουν το πρόγραμμα εξυγίανσης πραγματικό εργαλείο ανάκαμψης και αναγέννησης των υπερχρεωμένων δήμων και περιφερειών, συμμορφούμενο σε δεσμεύσεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης. Ειδικότερα  με τις προτεινόμενες διατάξεις ρυθμίζονται τα ακόλουθα:

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 1 καθίσταται δυνατή η δανειοδότηση για την εξόφληση χρεών που προέρχονται από κάθε μορφής δαπάνες οι οποίες προέκυψαν έως την 31η Δεκεμβρίου 2011, έτσι ώστε να αναγκαστούν οι ΟΤΑ να περιορίσουν την υπερχρέωση και να εξυγιάνουν  τα οικονομικά τους.

Με την διάταξη της παραγράφου 2 παρέχεται στους δήμους και στις περιφέρειες που δεν μπορούν να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους λόγω υπερχρέωσης και εφόσον έχουν εξαντλήσει κάθε δυνατότητα περιορισμού των  επενδυτικών δαπανών τους  να εγγράψουν και εν συνεχεία να συνάψουν δάνειο με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή με πιστωτικά ιδρύματα. Για την λήψη του δανείου οφείλουν να υποβάλλουν Σχέδιο Οικονομικής Υποστήριξης, το οποίο ελέγχεται από την Ελεγκτική Επιτροπή του άρθρου 262 του ν.3852/2010.

Η ρύθμιση της παραγράφου 3 εισάγεται, προκειμένου να μειωθεί το επιτόκιο των δανείων των ΟΤΑ πρώτου και δεύτερου βαθμού και των νομικών τους προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, που συνήφθησαν με νόμο με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και των οποίων το επιτόκιο δανεισμού είναι συνδεδεμένο με το επιτόκιο των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου δεκαετούς διάρκειας. Λόγω της οικονομικής κρίσης και της ανόδου των επιτοκίων των 10ετών ομολόγων, το επιτόκιο των δανείων αυτών είναι σήμερα δυσβάσταχτο για τους ΟΤΑ. Με την ανωτέρω διάταξη το επιτόκιο των δανείων αποσυνδέεται από αυτό των ομολόγων και ανακαθορίζεται με απόφαση του ΔΣ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.

Η διάταξη της παραγράφου 4 προτείνεται προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία εξυγίανσης των ΟΤΑ.

Με την παράγραφο 5 παρατείνεται η προθεσμία της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 49 του ν.3943/2011, έτσι ώστε να  καταστεί δυνατή η ρύθμιση των δανείων των ΟΤΑ και των νομικών τους προσώπων κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Η προθεσμία λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2011 και με την προτεινόμενη διάταξη παρατείνεται κατά ένα εξάμηνο.

Η ρύθμιση της παραγράφου 6 κρίνεται απαραίτητη, δεδομένου ότι αρκετοί πρωτοβάθμιοι ΟΤΑ δεν θα έχουν ψηφισμένους και εγκεκριμένους προϋπολογισμούς από την αρχή του οικονομικού έτους 2012 και θα προσφύγουν στην εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 160 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, περί διάρκειας της ισχύος του προϋπολογισμού, προκειμένου να προβούν σε δαπάνες. Ειδικότερα στο άρθρο αυτό προβλέπεται μεταξύ άλλων η δυνατότητα πληρωμής για το πρώτο τρίμηνο του έτους των υποχρεωτικών δαπανών του άρθρου 158 του ιδίου Κώδικα, το οποίο συμπληρώνουμε με τις δαπάνες εκείνες, οι οποίες εάν δεν πραγματοποιηθούν, θα προκαλέσουν κοινωνική αναστάτωση και θα οδηγήσουν σε ακόμη χειρότερη οικονομική κατάσταση πολλούς ιδιώτες (εργολήπτες, προμηθευτές κλπ) που συναλλάσσονται με τους δήμους, εμφανίζοντας τους ΟΤΑ χρεωμένους,  παρά το γεγονός ότι μπορεί να υπάρχουν οι σχετικές πιστώσεις διαθέσιμες για την εξόφληση αυτών των οφειλών και αυξάνοντας επιπλέον το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης.  

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 7 εναρμονίζεται και απλοποιείται το καθεστώς και η διαδικασία απόδοσης στους Δήμους των εσόδων του άρθρου 259 του ν.3852/2010, με αυτά του άρθρου 260 που αφορούν στις Περιφέρειες.

Την τελευταία τριετία, ο νομοθέτης έχει παρατείνει τις συμβάσεις μεταφοράς των μαθητών προκειμένου να καταστεί δυνατή έως την σύναψη νέων συμβάσεων η απρόσκοπτη μεταφορά των μαθητών. Σε αρκετές περιπτώσεις οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις και κατά το τρέχον έτος οι περιφέρειες δεν κατόρθωσαν εντός των οριζομένων προθεσμιών να συνάψουν νέες συμβάσεις ή  οι συναφθείσες συμβάσεις δεν είχαν εγκριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο με αποτέλεσμα οι δικαιούχοι κάτοχοι των παρεχομένων μεταφορικών μέσων να μην έχουν πληρωθεί. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 8 παρέχεται το δικαίωμα στον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης με διαπιστωτική του πράξη να βεβαιώσει την πραγματική μεταφορά των μαθητών αλλά και το ύψος της δαπάνης δηλαδή να διαπιστώσει ότι η μεταφορά έχει ήδη συντελεστεί και συνεπώς οι αντίστοιχες δαπάνες θεωρούνται νόμιμες.  

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 9 αποσαφηνίζεται ότι νομίμως αποδόθηκαν τα χρηματικά ποσά που έχουν κατανεμηθεί έως την 31.12.2010, στους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, ως ποσοστό των τελών κυκλοφορίας αυτοκινήτων.
Η απόδοση των ανωτέρω ποσών έγινε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 34 του ν. 3697/2008, με την οποία αυξήθηκε από την 1-1-2009, το ποσοστό από τα τέλη κυκλοφορίας που αποτελούσε πόρο των Κ.Α.Π. από 50% σε 90%. Η αύξηση αυτή έγινε προκειμένου να καλυφθεί το κόστος μεταφερθεισών κρατικών αρμοδιοτήτων προς τους ανωτέρω οργανισμούς. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του άρθρου 259 «Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι Δήμων» του ν. 3852/2010, καθώς και της παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 3888/2010, ήτοι την 1-1-2011 και εφεξής, τα τέλη κυκλοφορίας δεν αποτελούν πλέον πόρο των Κ.Α.Π.
Με τον τρόπο αυτό, αίρονται τυχόν νομικές επιφυλάξεις ως προς τη νομιμότητα απόδοσης των χρηματικών ποσών που έχουν κατανεμηθεί στους Ο.Τ.Α. έως την 31-12-2010, δυνάμει των προαναφερόμενων διατάξεων του ν. 3697/2008.

Με τη διάταξη της παραγράφου 10 ρυθμίζεται το θέμα της εκλογής νέων διοικητικών συμβουλίων στους υφιστάμενους Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων κατά το υπόλοιπο της μεταβατικής περιόδου έως την συγχώνευσής τους στον νέο ενιαίο ΦΟΔΣΑ. Με το καταργούμενο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 104 του ν.3852/2010 παρατάθηκε η θητεία των διοικητικών συμβουλίων που είχαν εκλεγεί πριν την 1.1.2011 με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η λειτουργία τους δεδομένου ότι τα περισσότερα των μελών δεν είναι πλέον αιρετοί.
Με την προτεινόμενη διάταξη οι δήμοι οφείλουν να ορίσουν νέους αντιπροσώπους και να συγκροτηθεί το διοικητικό συμβούλιο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 246 του ν. 3463/2006 και την συστατική πράξη (ανάλογα εάν είναι σύνδεσμοι ή ανώνυμες εταιρίες). Ως προς τον αριθμό των αντιπροσώπων ισχύει όμως ο αριθμός που προέκυπτε από τους πρώην ΟΤΑ που τώρα είναι δημοτικές ενότητες και συνεπώς το κάθε δημοτικό συμβούλιο θα πρέπει να ορίσει τόσους αντιπροσώπους όσους αντιστοιχούν στο σύνολο των αντιπροσώπων των ΟΤΑ που συγχωνεύθηκαν. Για την αντιπροσωπευτικότερη εκπροσώπηση  κάθε δήμου μέλους του ΦΟΔΣΑ προβλέπεται η συμμετοχή και αντιπροσώπων που εκλέγονται από την  μειοψηφία του δημοτικού συμβουλίου.

Επί του άρθρου 3

Με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.3888/2010 (ΦΕΚ 175 Α΄/2010) ρυθμίζονται τα μέχρι τις 30-9-2010 βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, τα οποία έχουν βεβαιωθεί βάσει των διατάξεων του Κ.Ε.Δ.Ε. στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία. Με την ρύθμιση της παραγράφου 1 οι οφειλέτες μπορούν να εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις τους με ευνοϊκές προϋποθέσεις, σε λίγες ή πολλές μηνιαίες δόσεις με ελάχιστα ποσά δόσης από τριακόσια (300) εως χίλια (1.000) ευρώ, ανάλογα με το πρόγραμμα δόσεων που επιλέγει ο οφειλέτης.  Λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ύφεσης προτείνεται, με την παράγραφο 1, η τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 14 του ν. 3888/2010 προκειμένου να αντικατασταθούν-μειωθούν τα ελάχιστα ποσά δόσεων των προγραμμάτων ρύθμισης για να δοθεί η δυνατότητα στους οφειλέτες, και ιδιαίτερα σε αυτούς που οφείλουν μικρά ποσά, να υπαχθούν στα υφιστάμενα προγράμματα της ρύθμισης με περισσότερες δόσεις.
Επίσης, επειδή οι μέγιστες δυνατές δόσεις της ρύθμισης του άρθρου 14 του ν. 3888/2010 βαίνουν συνεχώς μειούμενες (για ρυθμίσεις του Δεκεμβρίου 2011 απομένουν 31 δόσεις), καθώς η τελευταία δόση της ρύθμισης είναι υποχρεωτικά ο Ιούνιος του 2014, προτείνεται η κατάργηση της παραγράφου 5 του ιδίου άρθρου, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα επιλογής στους οφειλέτες υπαγωγής είτε στην εν λόγω ρύθμιση, είτε σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής των διατάξεων των άρθρων 13-21 του ν. 2648/98, όπου οι προβλεπόμενες δόσεις δύνανται να ανέλθουν μέχρι τις 26 και υπό προϋποθέσεις μέχρι και τις 48.

Με την παράγραφο 2, καταργείται ενόψει των δυσμενών οικονομικών συνθηκών, η παράγραφος 5 του άρθρου 14 του ν.3888/2010 με την οποία απαγορευόταν η χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, όσον αφορά χρέη που βεβαιώθηκαν ταμειακά μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 3888/2010.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 3 (τροποποίηση άρθρου 17 ν.2648/98), καταργείται ρητά το τρίτο εδάφιο του άρθρου 17, το οποίο παρείχε στην Επιτροπή του άρθρου 15 ν.2648/98 την δυνατότητα να γνωμοδοτεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις για χορήγηση δόσεων μέχρι του τριπλασιασμού του αθροίσματος των συντελεστών των κριτηρίων του αιτούντος οφειλέτη, που δεν υπερέβαιναν όμως τις 48 μηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο και η ελάχιστη μηνιαία δόση ήταν 146,75 ευρώ. Μετά την τροποποίηση του άρθρου 18 ν.2648/98 με το άρθρο 65 ν.3842/2010 ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων της πρώτης και δεύτερης διευκόλυνσης ισούται με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας κριτηρίων του άρθρου 17 του παρόντος νόμου, κατά συνέπεια η ισχύς του εν λόγω τρίτου εδαφίου του άρθρου 17 έχει σιωπηρά καταργηθεί. Επιπλέον προτείνεται η αναδιατύπωση του τέταρτου εδαφίου του ίδιου άρθρου, λόγω της κατάργησης του τρίτου εδαφίου αυτού ώστε να διατηρείται το δικαίωμα για τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. να παρέχει διευκόλυνση τμηματικής καταβολής σε οφειλέτες από καταλογισμό αποδοχών, συντάξεων και λοιπών βοηθημάτων που έχουν ληφθεί χωρίς δόλο αχρεωστήτως σε δόσεις που δεν υπερβαίνουν όμως τις σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις κατά ανώτατο όριο και με τον περιορισμό του ελάχιστου ύψους μηνιαίας δόσης στα εκατό (100) ευρώ.

Στην παράγραφο 4, με την προτεινόμενη κατάργηση της παραγράφου 8 του άρθρου 18 του ν.2648/98, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 65 ν. 3842/2010), παρέχεται η δυνατότητα στους φορολογούμενους που έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους από παρακρατούμενους, επιρριπτόμενους φόρους, ή φόρο εισοδήματος τρέχοντος έτους σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, να υποβάλλουν το αίτημα της επανεξέτασης για αύξηση δόσεων χωρίς την απαραίτητη προϋπόθεση της κατάθεσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος. Με την προτεινόμενη τροποποίηση, συνυπολογίζοντας την οικονομική συγκυρία γενικά, καθώς και τη δυσχερή οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονται σ’ αυτό διάστημα πολλές επιχειρήσεις, εκτιμάται ότι παρέχεται μια ακόμη δυνατότητα για την περαιτέρω καταβολή των χρεών τους προς το Δημόσιο.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 5, παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η δυνατότητα χορήγησης παράτασης της ημ/νίας υποβολής αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση της παρ. 5 του άρθρου 18 ν.4002/2011 των πρωτοβάθμιων και των δευτεροβάθμιων Ο.Τ.Α., των νομικών προσώπων και των επιχειρήσεων που ανήκουν σε Ο.Τ.Α., καθώς και των συνδέσμων Ο.Τ.Α. που αφορά σε χρέη βεβαιωμένα μέχρι τις 31.12.2010 προς το Δημόσιο, καθώς και τα χρέη που είναι βεβαιωμένα μέχρι 22.08.2011, τα οποία αφορούν σε χρόνο μέχρι και 31.12.2010, που έχουν βεβαιωθεί βάσει των διατάξεων του Κ.Ε.Δ.Ε. στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία.
Η σχετική διάταξη κρίνεται αναγκαία προκειμένου να καταστεί δυνατή η παράταση υπαγωγής στη σχετική ρύθμιση, λόγω της οικονομικής κρίσης και της συνακόλουθης αδυναμίας πολλών εκ των ως άνω οφειλετών, να ανταποκριθούν έγκαιρα στην εξόφληση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών τους προς το Δημόσιο.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 6α , τροποποίηση του άρθρου 26 του ν. 1882/90, όπως ισχύει, δίνεται η δυνατότητα στη Διεύθυνση Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων να αιτείται την έκδοση βεβαίωσης οφειλής χρεών προς το Δημόσιο. Λόγω της ανασυγκρότησης της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, κρίνεται αναγκαία η επικαιροποίηση αλλά και διεύρυνση αυτής της δυνατότητας.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 6β διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής της βεβαίωσης οφειλής με σκοπό την περαιτέρω διευκόλυνση των οφειλετών του Δημοσίου για μερική εξόφληση των οφειλών τους, μέσω της μεταβίβασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα με την τροποποίηση των ισχυουσών διατάξεων παρέχεται η δυνατότητα μεταβίβασης ακινήτου σε τρίτους και καταβολή του συνολικού τιμήματος στο Δημόσιο, ακόμη και αν δεν εξοφλείται η οφειλή, με τον όρο της διασφάλισης του εναπομένοντος ποσού με λοιπά περιουσιακά στοιχεία ή εγγυήσεις τρίτων.
Με τις ανωτέρω προτεινόμενες διατάξεις εκτιμάται ότι θα επέλθουν άμεσα εισπρακτικά αποτελέσματα, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι εναπομένουσες απαιτήσεις του Δημοσίου.

Η  ρύθμιση της παραγράφου 7 αποβλέπει στην αποτροπή της ακύρωσης των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, όταν ένα ή ορισμένα από τα περισσότερα χρέη, για τα οποία επισπεύδεται η εκτέλεση, κριθούν ως μη οφειλόμενα, εν όλω ή εν μέρει, ενόψει της δυσμενούς,  για το Δημόσιο, μεταβολής της πάγιας νομολογίας επί του συγκεκριμένου θέματος (βλ. ΣτΕ 245/2008).

Με τις ρυθμίσεις της παραγράφου 8 ρυθμίζονται οι βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και τα χρέη υπέρ τρίτων, τα οποία έχουν βεβαιωθεί βάσει των διατάξεων του Κ.Ε.Δ.Ε. στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία.
Η ρύθμιση αυτή είναι ευνοϊκότερη και πιο ευέλικτη της προηγούμενης (άρθρο 14 ν.3888/2010) και κρίνεται απαραίτητη λόγω, αφενός της οικονομικής κρίσης και της αδυναμίας πολλών φορολογούμενων (φυσικών και νομικών προσώπων) να ανταποκριθούν άμεσα στην εξόφληση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών τους προς το Δημόσιο και αφετέρου των επιτακτικών δημοσιονομικών αναγκών για άμεση αύξηση των εσόδων.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις δίδεται η δυνατότητα στους οφειλέτες, είτε να εξοφλήσουν τις οφειλές τους εφάπαξ με ολική έκπτωση από τις μέχρι τότε προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ή να υπαχθούν σε προγράμματα τμηματικής καταβολής μέχρι εξήντα (60) μηνιαίων δόσεων, με ταυτόχρονη μείωση των εν λόγω προσαυξήσεων κατά ποσοστό που βαίνει μειούμενο όσο αυξάνεται ο αριθμός των δόσεων.
Τέλος, με την σύνδεση των υπαγόμενων στη ρύθμιση οφειλών καθώς και της χρονικής περιόδου υπολογισμού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, με την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, η εν λόγω ρύθμιση αποκτά δυναμικό και όχι στατικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να μπορεί να ενεργοποιηθεί και στο μέλλον με Υπουργική Απόφαση, εφόσον οι συνθήκες το υπαγορεύσουν.

Η επιπρόσθετη επίδοση αντιγράφων της περιλήψεως κατασχετήριας εκθέσεως ή του προγράμματος πλειστηριασμού στον υπουργό Οικονομικών : α) είναι περιττή, β) επιβαρύνει ασκόπως την Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, γ) δημιουργεί πρόσθετα έξοδα στους επισπεύδοντες πλειστηριασμούς  και δ) προκαλεί ζημία στους καταταγέντες δανειστές – μεταξύ των οποίων και στο Δημόσιο – καθ΄όσον η προεκτεθείσα δαπάνη επιδόσεως αφαιρείται ως έξοδο εκτελέσεως από το πλειστηρίασμα κατά την σύνταξη του πίνακα κατατάξεως δανειστών.         

Για την αποτροπή των δυσμενών αυτών συνεπειών, προβλέπεται με την προτεινομένη διάταξη της παραγράφου 9 ότι αντίγραφα της περιλήψεως κατασχετήριας εκθέσεως ή του προγράμματος πλειστηριασμού δεν κοινοποιούνται στον υπουργό Οικονομικών.
Προς αποφυγή τυχόν ερμηνευτικών προβλημάτων από την προτεινομένη διάταξη, τονίζεται ότι οι διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 6 του ν. 3296/2004 και 28 παρ. 2 του ν.2579/1998 εξακολουθούν να ισχύουν.


Η προτεινόμενη προσθήκη της παραγράφου 10 έχει σκοπό να ορίσει το φορέα που θα καθορίσει το ποσό της επιστρεπτέας αποζημίωσης, σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 4 του άρθρου 17 του ν.3986/2011 (Α΄ 142) προκειμένου στη συνέχεια να εκδοθεί η απόφαση της επιστρεπτέας αποζημίωσης. Η επιτροπή του άρθρου 15 η οποία ορίζεται από την προτεινόμενη διάταξη είναι και αρμόδια σύμφωνα με το ν.2882/2001 για την εκτίμηση της αξίας των απαλλοτριούμενων ακινήτων.

Προκειμένου να ανατεθεί  η ενημέρωση των οφειλετών του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Ταμείων και Οργανισμών, στις Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών (ν.3758/2009) θα πρέπει να θεσπισθεί η σχετική νομοθετική διάταξη της παραγράφου 11.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 3 του ν.3758/2009 (Α΄68), με τον οποίο καθορίζεται το νομικό πλαίσιο της λειτουργίας των Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών, ως Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις νοούνται: «οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από την διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμή των οφειλών, κατ’ εντολή και για λογαριασμό των δανειστών, σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου  4 του παρόντος».
Στο ίδιο άρθρο και στις παραγράφους 1 και 2 καθορίζονται και οι έννοιες, κατά το νόμο αυτό, των οφειλετών και των δανειστών. Έτσι ως οφειλέτες νοούνται: «τα φυσικά ή νομικά  πρόσωπα, όπως δανειολήπτες, εγγυητές πιστώσεων ή καταναλωτές, όπως ορίζονται στην Αστικό Κώδικα και στην κείμενη νομοθεσία περί προστασίας καταναλωτή». Ως δανειστές δε νοούνται: «κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό που συναλλάσσεται στην αγορά και παρέχει στους πελάτες του πίστωση οποιασδήποτε μορφής, όπως πιστωτικά ιδρύματα, ανώνυμες εταιρείες παροχής πιστώσεων, ασφαλιστικές εταιρείες, εταιρείες κοινής ωφελείας, εταιρείες παροχής σταθερών και κινητών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εταιρείες πώλησης καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών».
Καθίσταται λοιπόν πρόδηλο, ότι το Δημόσιο ή τα Ασφαλιστικά Ταμεία και Οργανισμοί δεν συμπεριλαμβάνονται στην έννοια των δανειστών, κατά τις παραπάνω διατάξεις, καθώς επίσης και οι οφειλέτες προς το Δημόσιο ή τα Ασφαλιστικά Ταμεία και  Οργανισμούς δεν περιλαμβάνονται στην έννοια των οφειλετών, όπως αυτοί νοούνται ανωτέρω.

Επί του άρθρου 4

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 1 δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς των φορολογικά αναγνωρίσιμων ζημιών των κοινωφελών επιχειρήσεων, που συγχωνεύονται με τις διατάξεις του ν. 3852/2010, στα επόμενα οικονομικά έτη, με τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ΚΦΕ, δεδομένου ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις συγχωνεύονται υποχρεωτικά βάσει νόμου.    

Mε τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 2 ρυθμίζονται οι φορολογικές, ως προς το ΦΠΑ, υποχρεώσεις του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των δημοτικών κοινωφελών επιχειρήσεων και των αμιγώς δημοτικών επιχειρήσεων, σε όσες περιπτώσεις, από μη ορθή ερμηνεία των υφιστάμενων διατάξεων, δεν επέβαλαν στο παρελθόν ΦΠΑ επί των υπηρεσιών που παρείχαν.
Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι για  υπηρεσίες που παρασχέθηκαν μέχρι 31/12/2011 δεν απαιτείται η είσπραξη του νόμιμα οφειλόμενου ΦΠΑ, εφόσον αποδεικνύεται ότι ο φόρος αυτός δεν χρεώθηκε στους καταναλωτές και κατά συνέπεια οι φορείς αυτοί  υποχρεούνται στην απόδοση του ΦΠΑ μόνο αν πράγματι τον επέβαλαν.
Περαιτέρω προτείνεται τυχόν πράξεις επιβολής ΦΠΑ καθώς και πράξεις επιβολής προστίμου που εκδόθηκαν για τις ανωτέρω πράξεις, ακυρώνονται, εφόσον δεν έχουν καταστεί με οποιοδήποτε τρόπο οριστικές μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης. Επιπλέον, ποσά που έχουν βεβαιωθεί  βάσει πράξεων που σύμφωνα με τα ανωτέρω παύουν να ισχύουν διαγράφονται ενώ ποσά που καταβλήθηκαν για την αιτία αυτή δεν επιστρέφονται ούτε συμψηφίζονται.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 3 τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54 και της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κ.Φ.Ε., σχετικά με τη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων και των κερδών που διανέμουν οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, αντίστοιχα, όταν δικαιούχοι είναι φυσικά πρόσωπα, κάτοικοι Ελλάδος. Με τις νέες διατάξεις καταργείται η φορολόγηση των πιο πάνω εισοδημάτων με τις γενικές διατάξεις για τα φυσικά εκείνα πρόσωπα που ο υψηλότερος συντελεστής φορολογίας τους με βάση την κλίμακα του άρθρου 9 για τα συνολικά εισοδήματά τους, συμπεριλαμβανομένων και των μερισμάτων ή κερδών, είναι μικρότερος του 25%, με δυνατότητα επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου που προέκυπτε από το συμψηφισμό του φόρου που είχε παρακρατηθεί στα εισοδήματα αυτά και πλέον, στα συγκεκριμένα εισοδήματα θα επέρχεται εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης με την παρακράτηση του φόρου επί αυτών. Η ρύθμιση αυτή γίνεται για λόγους απλοποίησης του φορολογικού συστήματος, αλλά και λόγω της μειώσεως του αφορολογήτου ποσού της κλίμακας του άρθρου 9 του Κ.Φ.Ε.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 4, επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 2‰ κατά το δανεισμό εισηγμένων μετοχών εξωχρηματιστηρικά, προκειμένου να υπάρχει ίδια αντιμετώπιση με την πώληση εισηγμένων μετοχών, ενώ προβλέπεται ρητά ότι η σύμβαση του δανεισμού και κάθε συναφής πράξη δεν υπάγονται σε τέλος χαρτοσήμου. Με βάση τη διάταξη, ο φόρος βαρύνει τον δανειστή των μετοχών και επιβάλλεται στην αξία των μετοχών που δανείζονται.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 5, προτείνεται η τροποποίηση του τίτλου και των παραγράφων 1, 4, 6 και 8 του άρθρου 70 Α του Κ.Φ.Ε. περί διοικητικής επίλυσης φορολογικών διαφορών στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
Με τις διατάξεις αυτές, αντικαθίσταται ένας εκ των προϊσταμένων οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών που συμμετέχει ως μέλος στην Ε.Δ.Ε.Φ.Δ. από έναν πρώην ανώτατο δικαστικό λειτουργό ή πρώην λειτουργό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, προκειμένου να ενισχυθεί η ανεξαρτησία της Επιτροπής ως προς τα μέρη και καθορίζεται ότι το μέλος της Επιτροπής που θα συμμετέχει από το Σ.Δ.Ο.Ε. είναι προϊστάμενος οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης ή Υποδιεύθυνσης της εν λόγω υπηρεσίας. Επιπλέον, και προκειμένου να επιλύονται οι φορολογικές διαφορές κατά τρόπο ενιαίο από ένα όργανο, ορίζεται ρητά ότι η Ε.Δ.Ε.Φ.Δ. καθίσταται αρμόδια για τη διοικητική επίλυση των διαφορών όλων των εκδοθεισών καταλογιστικών πράξεων όλων εν γένει των φορολογικών αντικειμένων από τον ίδιο φορολογικό έλεγχο, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα έστω και για μία από αυτές, ενώ προβλέπεται η δυνατότητα ορισμού ως εισηγητών ενώπιον της Επιτροπής προσώπων ανάλογα με την εξεταζόμενη υπόθεση.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 ρυθμίζονται θέματα μεταβατικής φύσεως όσον αφορά εκκρεμείς αιτήσεις διοικητικής επίλυσης διαφορών που έχουν υποβληθεί πριν την ημερομηνία έναρξης υποβολής αιτήσεων προς την Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών του άρθρου 70Α του Κ.Φ.Ε.  

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 7 προστίθεται νέο εδάφιο  στην περίπτωση α) της παραγράφου 2 του άρθρου 73, σύμφωνα με την οποία,  τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 2, παρ. 4 και του άρθρου 101, παρ. 1 του ν.2238/1994, που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση σε κοινό κτίριο με άλλα πρόσωπα,  παραλαμβάνουν κατά την χειμερινή περίοδο, αρχικά, πετρέλαιο εσωτερικής καύσης DIESEL και φωτιστικό πετρέλαιο με χαμηλό συντελεστή Ε.Φ.Κ. (ήτοι 60 ευρώ ανά χιλιόλιτρο), και στην συνέχεια καταβάλουν την διαφορά μεταξύ του πλήρους συντελεστή Ε.Φ.Κ. των περιπτώσεων ζ και ια, της παραγράφου 1 και του ως άνω οριζόμενου χαμηλού συντελεστή, καθώς επίσης και του Φ.Π.Α. που αναλογεί σ΄ αυτή και των λοιπών επιβαρύνσεων. Επίσης με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται το χρονικό σημείο καταβολής συμπληρωματικών φορολογικών επιβαρύνσεων από τα ως άνω πρόσωπα , το οποίο είναι μέχρι και την 20η Ιανουαρίου για τις καταναλωθείσες ποσότητες καυσίμων θέρμανσης της περιόδου από 15 Οκτωβρίου μέχρι 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους και μέχρι και την 20η Μαΐου, για τις ποσότητες της περιόδου από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30Απριλίου του ίδιου έτους.

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 8 προστίθενται στην Εκτελεστική Διυπουργική Επιτροπή του Εθνικού Επιχειρησιακού Προγράμματος Καταπολέμησης της Φοροδιαφυγής ως μέλη, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του και ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών ή ο νόμιμος αναπληρωτής του.

Με την προτεινόμενες διατάξεις των παραγράφων 9 και 10 βελτιώνεται το εξουσιοδοτικό περιεχόμενο των παρ. 5 και 14 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011, προκειμένου να επιταχυνθεί η αναδιοργάνωση και αναδιάρθρωση των περιφερειακών οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών

Ενόψει της ύφεσης που αντιμετωπίζουν πολλές επιχειρήσεις λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αυτές αδυνατούν να καταβάλλουν εγκαίρως δεδουλευμένες αποδοχές σε μισθωτούς τους οποίους απασχολούν. Με τη ρύθμιση της παραγράφου 11 αυτή δίνεται η δυνατότητα στους μισθωτούς που εισπράττουν καθυστερημένα και σε έτος μεταγενέστερο δεδουλευμένες αποδοχές της διαχειριστικής χρήσης του 2011 από τις επιχειρήσεις στις οποίες απασχολούνται, να δηλώσουν τις ανωτέρω δεδουλευμένες αποδοχές στο έτος στις οποίες αυτές εισπράττονται και όχι στο έτος που αφορούν (2011) για το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν είχαν αποκτήσει δικαίωμα είσπραξης.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του ν. 2362/95 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 21 του ν 3871/10 προβλέπεται ότι για την ανάληψη υποχρεώσεων που θα βαρύνουν είτε τμηματικά είτε εξ ολοκλήρου επόμενα έτη του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής απαιτείται έγκριση του Υπ. Οικονομικών για τους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης και του εποπτεύοντος Υπουργού για τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Από τη μέχρι τώρα εφαρμογή της σχετικής διάταξης προέκυψε ότι οι φορείς είναι υποχρεωμένοι να υποβάλουν αιτήματα χορήγησης προεγκρίσεων ακόμη και για ποσά που είναι ασήμαντα με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται υπέρμετρα τόσο αυτοί όσο και το Υπουργείο Οικονομικών με γραφειοκρατικές διαδικασίες που δεν έχουν ουσιαστικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα.  Για την αποφυγή των χρονοβόρων και γραφειοκρατικών αυτών διαδικασιών προτείνεται με την διάταξη της παραγράφου 12 να τροποποιηθεί η  εν λόγω διάταξη και να προβλεφθεί ότι απαιτείται προέγκριση για την ανάληψη υποχρεώσεων που υπερβαίνουν ένα ορισμένο ετήσιο ύψος δαπάνης.
Ως τέτοιο ετήσιο όριο προτείνεται το ποσό των 100.000 ευρώ κατά Κωδικό Αριθμό Εξόδου του προϋπολογισμού για τους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης και το ποσό των 50.000 ευρώ για τους λοιπούς φορείς της Γενικής Κυβέρνησης.

Με το άρθρο 3 του ν. 3920/11 τα χρέη (μέχρι 31-12-10) των εταιρειών «ΟΔΙΚΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε.», «ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε.» έναντι του Δημοσίου και ΟΑΣΑ καθώς επίσης και του ΟΑΣΑ έναντι του  Δημοσίου, του ΙΚΑ ή των Ασφαλιστικών Ταμείων, αναλαμβάνονται από το Δημόσιο και μεταφέρονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό. Στον Οργανισμό όμως κατά το 2010 καταβλήθηκαν 210 εκατ. ευρώ από το λογ/σμό αποκρατικοποιήσεων ως προσωρινή ταμειακή διευκόλυνση η τακτοποίηση της οποίας, με επιστροφή του σχετικού ποσού στο Δημόσιο, εκκρεμεί. Ταυτόχρονα οι απαιτήσεις των συγκοινωνιακών φορέων που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία από την διακίνηση ατόμων με τις αστικές συγκοινωνίες είτε δωρεάν είτε με μειωμένο κόμιστρο μέχρι την δημοσίευση του παρόντος κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 9 του ν. 2669/98 και 20 και 25 του ν.2072/92 παραμένουν απαιτητές. Για να διορθωθεί η μονομερής ανάληψη υποχρεώσεων του Δημοσίου χωρίς τον αντίστοιχο συμψηφισμό των απαιτήσεων του Δημοσίου έναντι των παραπάνω φορέων, προτείνεται με την διάταξη της παραγράφου 13 να συμπληρωθεί το άρθρο 3 του ν.3920/11 .

Λαμβάνοντας υπόψη τις προβλέψεις της από 25 Αυγούστου 2011 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ 183Α/25.08.2011) περί «Ανάληψης δανειακών υποχρεώσεων των Δήμων Ζωγράφου και Αχαρνών από το Υπουργείο Οικονομικών» όπου α) στο άρθρο 1 αυτής ορίζεται ότι το Υπουργείο Οικονομικών αναλαμβάνει την εξυπηρέτηση των δανείων που έχει συνάψει ο Δήμος Ζωγράφου με Τράπεζα του εξωτερικού συνολικού αρχικά εγκριθέντος ποσού 25.000.000 ευρώ και β) στο άρθρο 2 αυτής ορίζεται ότι τα ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί από το Υπουργείο Οικονομικών και όσα θα καταβάλλονται για την εξυπηρέτηση των δανείων αυτών μέχρι την πλήρη εξόφλησή τους θα παρακρατούνται από τους πόρους των ΚΑΠ που αναλογούν στους παραπάνω δήμους. Ως  εκ τούτου, λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι λόγω και του ιδιάζοντος αυτού προβλήματος, εν μέσω της δυσχερούς οικονομικής συγκυρίας, προκύπτει απολύτως επισφαλής η δυνατότητα του Δήμου Ζωγράφου να αντεπεξέλθει στο θεσμικό του ρόλο, λόγω της υπέρμετρης απομείωσης των πόρων των ΚΑΠ προτείνεται η διάταξη της παραγράφου 14.

Με την  προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 15 θεσπίζονται έμμεσοι μέθοδοι προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος, εφαρμοστέες διεθνώς από πολλές φορολογικές διοικήσεις, στις περιπτώσεις που τα βιβλία και στοιχεία του επιτηδευματία δεν απεικονίζουν την πραγματική οικονομική του κατάσταση ή υφίσταται αδικαιολόγητος πλουτισμός σε κινητή και ακίνητη περιουσία φυσικών ή νομικών προσώπων ή υπερβολικές δαπάνες που δεν δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματα της επιχείρησης ή και του φορολογούμενου φυσικού προσώπου.  Με τις εν λόγω μεθόδους, οι οποίες λειτουργούν με βάση τις γενικά παραδεκτές αρχές και τεχνικές της Ελεγκτικής, ο  ελεγκτής έχει τη δυνατότητα, αναφορικά με τον προσδιορισμό του εισοδήματος, να χρησιμοποιεί και να αξιοποιεί ένα ευρύτατο φάσμα πληροφοριών και δεδομένων προερχόμενο από τρίτες πηγές προκειμένου να εξάγει ασφαλέστερα αποτελέσματα και να συμβάλλει αποτελεσματικά στη σύλληψη της φορολογητέας ύλης. Εξάλλου στο φορολογούμενο δίνεται σε κάθε περίπτωση, στα πλαίσια του δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης, η δυνατότητα ανταπόδειξης καθώς πριν την έκδοση των καταλογιστικών πράξεων, μπορεί να επικαλεστεί ενώπιον της ελεγκτικής αρχής κάθε πρόσφορο στοιχείο σχετικά με τη φοροδοτική του ικανότητα.  

Με την προτεινόμενη προσθήκη της παραγράφου 16 τονίζεται η υποχρεωτικότητα του συγκεκριμένου ελέγχου για τις επιχειρήσεις που υπάγονται σ’ αυτόν, προκειμένου να καταστεί αυτός αποτελεσματικός με την ενίσχυση του «φορολογικού πιστοποιητικού» και την συμβολή του στην αύξηση των φορολογικών εσόδων.

Επί του άρθρου 5

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, εναρμονίζεται η ισχύουσα εθνική νομοθεσία των οδικών εμπορευματικών μεταφορών όπως καθορίζεται στο ν.3887/2010, με τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η χώρα από την υπογραφή του Μνημονίου «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη- μέλη του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» (ν.3845/2010 ΦΕΚ Α’65) καθώς, επίσης, αντιμετωπίζονται και θέματα επειγούσης φύσεως για την απρόσκοπτη και ομαλή εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3887/2010. Συγκεκριμένα:

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 1 δίνεται το δικαίωμα πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων στους έλληνες και λοιπούς κοινοτικούς μεταφορείς.  Η ρύθμιση αυτή είναι σύμφωνη με το κοινοτικό δίκαιο και καταργείται πλέον η δυνατότητα πρόσβασης στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων από κατοίκους τρίτων χωρών.

Με την παράγραφο 2 καταργείται η υποχρεωτική άσκηση  του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων μόνο με υποχρεωτική ένταξη σε εταιρείες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 1071/2009/ΕΚ.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 3 ορίζεται η διαδικασία και καθορίζονται τα δικαιολογητικά για τη χορήγηση Αδειών Οδικών Μεταφορών. Ο τρόπος απόδειξης της οικονομικής επιφάνειας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

Με την ρύθμιση της παραγράφου 4 δίδεται η δυνατότητα για λόγους ανταγωνισμού αλλά και για λόγους ίσης μεταχείρισης οι ιδιοκτήτες φορτηγών δημόσιας χρήσης οι οποίοι έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα (αντίστοιχη άδεια οδικού μεταφορέα) να διενεργούν είτε εθνικές είτε διεθνείς μεταφορές.

Με την ρύθμιση της παραγράφου 5 προβλέπεται ότι τα νέα φορτηγά που θα κυκλοφορήσουν θα πρέπει να είναι νέας τεχνολογίας (EURO V) τουλάχιστον ώστε και το περιβάλλον να προστατευθεί και να αναβαθμιστούν οι ελληνικές εμπορευματικές μεταφορές.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 6 η μεταβατική περίοδος, που καθοριζόταν από τις τελικές και μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 3887/2010 για τα ζητήματα που αφορούσαν την χορήγηση των αδειών οδικών μεταφορών και αδειών κυκλοφορίας ΦΔΧ αυτοκινήτων συντέμνεται, με την αντικατάσταση της διάταξης αυτής από 30-6-2013 που προβλεπόταν αρχικά, στην 1η Ιανουαρίου του 2012, ώστε να εξυπηρετείται η αναγκαιότητας της άμεσης απελευθέρωσης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων.

Με την παράγραφο 7 καταργείται η παράγραφος 8 του άρθρου 14 του ν. 3887/2010, επειδή λήγει η μεταβατική περίοδος από 01.01.2012.

Με την παράγραφο 1β του άρθρου 7 του ν. 3919/2011 εδίδετο η δυνατότητα στην Δ.Ε του ΤΕΕ, σε περίπτωση συνομολογήσεως από μηχανικό σύμβασης της οποίας η αμοιβή φαίνεται ασυνήθιστα χαμηλή, να το καλεί εγγράφως να δικαιολογήσει το ύψος της. Εν όψει  όμως  του  ότι οι ελάχιστες αμοιβές έχουν καταργηθεί και οι μηχανικοί μπορεί να συνάπτουν συμβάσεις διαμορφώνοντας ελεύθερα τις αμοιβές τους, ο έλεγχος αυτός είναι πλέον περιττός και με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις παραγράφους 8 και 9 ρυθμίζεται το εν λόγω ζήτημα.  

Επί του άρθρου 6

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1 προστίθεται στον κώδικα δικηγόρων (ΝΔ 3026/1954 ΦΕΚ Α/235/1954) άρθρο 38Α με το οποίο ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις της προσωπικής προβολής δικηγόρων και δικηγορικών εταιριών. Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρχε σχετική διάταξη νόμου, πλην μιας γενικής απαγόρευσης, που προβλέπονταν στον κώδικα δεοντολογίας άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος ο οποίος δεν έχει αποκτήσει ποτέ ισχύ νόμου. Με τις προβλεπόμενες ρυθμίσεις επιτρέπεται στο δικηγόρο ή στη δικηγορική εταιρία η προβολή, δημοσιοποίηση και προώθηση των τομέων της επαγγελματικής δραστηριότητας είτε εντός της Ελλάδας είτε στο εξωτερικό, καθώς και η δημοσίευση και κυκλοφορία επαγγελματικών καταχωρήσεων, έντυπα ή ηλεκτρονικά, στις εφημερίδες ή στα περιοδικά με την προϋπόθεση ότι η πληροφόρηση αυτή να είναι ακριβής και όχι παραπλανητική και να σέβεται την υποχρέωση τήρησης εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών και λοιπών θεμελιωδών αρχών που διέπουν την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος. Επίσης προβλέπεται η επιβολή ποινικών, αστικών και διοικητικών κυρώσεων στους παραβάτες της εν λόγω διάταξης και σε περίπτωση υποτροπής επιβάλλεται η ποινή της προσωρινής παύσης και προστίμου.

Με την διάταξη της παραγράφου 2 προβλέπεται η υποχρέωση των Δικηγορικών Συλλόγων να δημοσιεύουν κατ’ έτος και στο διαδίκτυο τα οικονομικά τους στοιχεία (προϋπολογισμό και απολογισμό) καθώς και αναλυτικά στατιστικά στοιχεία των πειθαρχικών υποθέσεων που εισάγονταισ’ αυτούς, τα στάδια της διαδικασίας και τις επ’ αυτών αποφάσεις. Η ρύθμιση αυτή επιβάλλεται από την ανάγκη συμμόρφωσης της Ελλάδας στο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής που έχει σχεδιαστεί για τη χώρα (παρ. 4.2 του Μνημονίου Συνεννόησης για τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις οικονομικής πολιτικής).

Με την ρύθμιση της παραγράφου 3 αίρονται οι τοπικοί περιορισμοί για την σύσταση δικηγορικών εταιρειών. Έτσι δύο ή περισσότεροι δικηγόροι, μέλη  οποιουδήποτε δικηγορικού συλλόγου της Χώρας, μπορούν να συστήσουν «Αστική Επαγγελματική Δικηγορική Εταιρία» οπουδήποτε. Η έδρα  της εταιρείας  ορίζεται με το καταστατικό της στην περιφέρεια  του Δικηγορικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος τουλάχιστον ένας από τους εταίρους.

Με την ρύθμιση της παραγράφου 4 παρέχεται η δυνατότητα στη Δικηγορική Εταιρεία να ιδρύει υποκαταστήματα και στην ημεδαπή και στην αλλοδαπή. Στη δεύτερη περίπτωση, η ίδρυση αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας Ε.Ε. και της νομοθεσίας του εκάστοτε κράτους υποδοχής.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 5 επιδιώκεται η τροποποίηση του άρθρου 19 του Κώδικα Συμβολαιογράφων, η οποία έχει ως σκοπό τη συμμόρφωση της Ελληνικής Δημοκρατίας με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-61/08, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, η οποία εκδόθηκε την 24η Μαΐου 2011. Σύμφωνα με το διατακτικό της αποφάσεως, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, επιβάλλοντας προϋπόθεση ιθαγένειας για την πρόσβαση στο συμβολαιογραφικό επάγγελμα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 43 ΕΚ και ήδη, με ταυτόσημη διατύπωση, άρθρο 49 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: «ΣΛΕΕ»). Το άρθρο αυτό απαγορεύει τους περιορισμούς στην ελευθερία εγκαταστάσεως των υπηκόων ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους.
Σύμφωνα με το άρθρο 260 ΣΛΕΕ, εάν το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπιστώσει ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών, το κράτος αυτό οφείλει να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το συμφέρον της άμεσης και ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτάσσει η συμμόρφωση του κράτους μέλους με απόφαση του Δικαστηρίου να αρχίσει άμεσα και να λήξει εντός των συντομότερων δυνατών προθεσμιών (βλ. ενδεικτικά, ΔΕΚ 9.12.2008, Επιτροπή/Γαλλία, C-121/07, Συλλογή, σελ. Ι-9159, σκ. 21).Με δεδομένο ότι η προϋπόθεση ιθαγένειας προκειμένου για το διορισμό στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου προβλέπεται στο άρθρο 19 του Κώδικα Συμβολαιογράφων, το άρθρο αυτό πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου η Ελληνική Δημοκρατία να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σημειώνεται ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν ήταν το μόνο κράτος μέλος που διατηρούσε αντίστοιχο περιορισμό στη νομοθεσία του. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι το Βέλγιο (υπόθεση C-47/08), η Γαλλία (υπόθεση C-50/08), το Λουξεμβούργο (υπόθεση C-51/08), η Αυστρία (υπόθεση C-53/08) και η Γερμανία (υπόθεση C-54/08) παραβίασαν επίσης το άρθρο 49 ΣΛΕΕ, διατηρώντας την προϋπόθεση της ιθαγένειας για την πρόσβαση στο συμβολαιογραφικό επάγγελμα. Επίσης, εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίστοιχες προσφυγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της Ολλανδίας (υπόθεση C-157/09) και της Πορτογαλίας (υπόθεση C-533/09). Ειδικότερα, η νυν ισχύουσα διάταξη του άρθρου 19 παρ. 1 του Κώδικα Συμβολαιογράφων επιφυλάσσει το διορισμό στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου μόνο σε πρόσωπα που έχουν την ελληνική ιθαγένεια, εφόσον κατέχουν και πτυχίο νομικού τμήματος νομικής σχολής. Η νυν ισχύουσα διάταξη του άρθρου 19 παρ. 2 του Κώδικα Συμβολαιογράφων επιφυλάσσει το διορισμό στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου σε ομογενείς που δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται από ειδικούς νόμους και κατέχουν και πτυχίο νομικού τμήματος νομικής σχολής.
Με δεδομένη την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-61/08, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας,  τροποποιείται η παράγραφος 1 του άρθρου 19 του Κώδικα Συμβολαιογράφων, προκειμένου να παρέχεται η δυνατότητα διορισμού ως συμβολαιογράφων και υπηκόων των λοιπών κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι λοιπές προϋποθέσεις διορισμού, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 δεν τροποποιούνται.
Επιπλέον, ως εκ της ανωτέρω τροποποίησης της παραγράφου 1 του άρθρου 19, επιβάλλεται η τροποποίηση και της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου. Επειδή, πλέον, οι Έλληνες το γένος που έχουν την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμπίπτουν στη ρύθμιση της πρώτης παραγράφου του άρθρου 19 κατά τα ανωτέρω, η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού καταλαμβάνει μόνον τους Έλληνες το γένος που δεν έχουν την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι λοιπές προϋποθέσεις διορισμού, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 19 δεν τροποποιούνται.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου 6, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι σωρευμένες έναντι τρίτων υποχρεώσεις σχετικά με το έργο της καθαριότητας, συντήρησης και φύλαξης των Δικαστικών κτιρίων και συντήρησης μηχανημάτων και προγραμμάτων πληροφορικής των Υπηρεσιών αρμοδιότητας του Υπουργείου στα πλαίσια των προσφερθέντων υπηρεσιών, των οποίων η εξόφληση δεν έχει καταστεί δυνατή, εξαιτίας επουσιωδών και τυπικών πλημμελειών στις σχετικές συμβάσεις, κηρύσσονται νόμιμες οι συμβάσεις που συνήφθησαν κατά το χρονικό διάστημα από την 1η Ιουλίου 2010, ημερομηνία δημοσίευσης του ν.3858 (ΦΕΚ102/Α΄) έως την έναρξη ισχύος του προτεινόμενου νόμου, υπό απαραίτητη βεβαίως προϋπόθεση ότι η εκτέλεση του ανατεθέντος έργου βεβαιούται από τις οικείες επιτροπές παραλαβής.

Με την παράγραφο 7 προστίθεται στο τέλος του δευτέρου εδαφίου της περίπτωσης β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 219 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας η φράση « και στον αρμόδιο υπάλληλο του πλειστηριασμού, ενώ».

Επειδή εκδόθηκε η υπ’ αρ. 41/2011 απόφαση του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Συμβουλίου της Επικρατείας, δυνάμει της οποίας κρίθηκε ότι στις καταργούμενες, βάσει του άρθρου 33 παρ. 1 περ. α’ του νόμου 4024/2011 (Α’ 229), κενές οργανικές θέσεις δεν περιλαμβάνονται οι κενές οργανικές θέσεις δικαστικών υπαλλήλων. Επειδή, σύμφωνα με την ανωτέρω υπ’ αρ. 41/2011 απόφαση, η μη υπαγωγή των δικαστικών υπαλλήλων στις ρυθμίσεις περί κατάργησης οργανικών θέσεων του άρθρου 33 του νόμου 4024/2011 (Α’ 229) δικαιολογείται πλήρως από το γεγονός ότι ο ίδιος ο νομοθέτης έχει ήδη διαπιστώσει μεγάλη καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης, λόγω της συσσώρευσης μεγάλου όγκου υποθέσεων, και έχει λάβει με προγενέστερους νόμους διάφορα μέτρα προς την επιτάχυνση της απονομής της. Επειδή η θέσπιση μέτρων, όπως η κατάργηση των κενών οργανικών θέσεων αλλά και η θέση σε εργασιακή εφεδρεία και η θέση σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα, όπως προβλέπονται στο ν. 4024/2011 (Α’ 229) , θα δυσχέραινε σε καθοριστικό βαθμό, αν δεν ματαίωνε, την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού του νομοθέτη για την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης προτείνονται οι διατάξεις των παραγράφων  8 και 9 .

Με τις διατάξεις  της παραγράφου 10 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε

Επί του άρθρου 7

Με τις προτεινόμενες διατάξεις των παραγράφων 1-9 του άρθρου 7, ρυθμίζονται καθημερινά θέματα του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, που έχουν προκύψει κατά τη μέχρι σήμερα λειτουργία του και αποσκοπούν στην ταχύτερη και αποτελεσματικότερη εκτέλεση του έργου του. Επιπλέον, ρυθμίζονται λεπτομερέστερα θέματα που αφορούν στις διαδικασίες και στους τρόπους αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχειών του Δημοσίου, που περιέρχονται στο Ταμείο, προκειμένου να επιτυγχάνονται τα χρονοδιαγράμματα του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής κατά τον πλέον συμφέροντα για το Δημόσιο και την ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας τρόπο.

Eπίσης, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις των παραγράφων 10-24 του άρθρου 7 αποβλέπουν στην ολοκλήρωση της θεσμικής μορφής και στην αποτελεσματικότερη και ταχύτερη έναρξη λειτουργίας της υφιστάμενης διοικητικής αρχής με την επωνυμία «Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (Ε.Ε.Ε.Π.)», η οποία ιδρύθηκε και οργανώνεται κατά τις προβλέψεις του ν. 3229/2004 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ν.4002/2011. Με βάση τα προτεινόμενα, η Ε.Ε.Ε.Π., η οποία έχει διφυή χαρακτήρα αφού προβλέπεται να ρυθμίζει την λειτουργία της αγοράς των παιγνίων αλλά και να προστατεύει με κανονιστικές πράξεις  ατομικά δικαιώματα  και να διασφαλίζει την εφαρμογή κανόνων δημοσίου δικαίου, θα λειτουργεί πλέον ως ανεξάρτητη διοικητική Αρχή. Επιπλέον, εισάγονται ρυθμίσεις  οργανωτικής  φύσης, οι οποίες διευκολύνουν την  ενεργοποίηση της  Αρχής με τον ταχύτερο τρόπο  έτσι ώστε να επιληφθεί του ρυθμιστικού της έργου από την εκτέλεση του οποίου το Ελληνικό Δημόσιο προσδοκά άμεσα σημαντικά δημόσια έσοδα. Επιπλέον, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις βελτιώνουν και αποσαφηνίζουν λεπτομέρειες του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας της αγοράς παιγνίων, προκειμένου αφενός μεν να ενισχυθεί η εφαρμοστική του σαφήνεια αφετέρου να συμπληρωθούν επιμέρους λογικού και λειτουργικού χαρακτήρα στοιχεία. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται η κατά το δυνατόν πλέον απρόσκοπτη έναρξη λειτουργίας της συγκεκριμένης αγοράς.

Ειδικότερα:
Με τη διάταξη της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και για τις συναπτόμενες από το Ταμείο συμβάσεις οι ελαφρύνσεις και απαλλαγές του άρθρου 10 του ν. 3049/2002 περί αποκρατικοποιήσεων, ώστε να μεγιστοποιείται τα αντάλλαγμα για την αποπληρωμή του Δημοσίου Χρέους καθώς και για έργα ανάπτυξης και επενδύσεις. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την θητεία των μελών του ΔΣ του Ταμείου. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ρυθμίζονται καθημερινά θέματα της λειτουργίας του Ταμείου. Με την παράγραφο 4 αποσαφηνίζεται το αντικείμενο της γνωμοδότησης του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 ρυθμίζονται λεπτομερέστερα θέματα που αφορούν στους τρόπους αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχειών του Δημοσίου, που περιέρχονται στο Ταμείο, και την προετοιμασία αυτών, όπως αυτά προέκυψαν μετά την εξέταση των προς αξιοποίηση στοιχείων και δικαιωμάτων και τη μέχρι σήμερα εμπειρία.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στη συνέχιση και ολοκλήρωση των διαδικασιών πρόσληψης των συμβούλων για την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων από το Δημόσιο και τη μεταβίβαση τους στο Ταμείο, προς άρση αμφιβολιών και διαφορετικών ερμηνειών, ενώ περαιτέρω αποσαφηνίζεται ο ρόλος του προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Με τη διάταξη της παραγράφου 7 συμπληρώνεται η υφιστάμενη νομοθεσία προς ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου και επιτάχυνση της διαδικασίας ωρίμανσης των ακινήτων, που περιέρχονται στο Ταμείο. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αποσκοπούν στην αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του σκοπού της ανώνυμης εταιρίας «Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ» (ν. 3986/2011) ως προς τον τομέα της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας που έχει περιέλθει ή θα περιέλθει στην κυριότητά του, λαμβανομένης υπόψη της θεμελιώδους σημασίας της απρόσκοπτης και επιτυχούς λειτουργίας του Ταμείου στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015. Ειδικότερα, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις α) επεκτείνονται οι ισχύουσες ευνοϊκές για το Δημόσιο, ν.π.δ.δ. και ΟΤΑ ρυθμίσεις κατά τη διαδικασία υπαγωγής ακινήτων τους στις διατάξεις του ν. 4014/2011, ώστε να καταλαμβάνουν και ακίνητα που έχουν περιέλθει ή θα περιέλθουν στην κυριότητα του Ταμείου, β) προβλέπονται ειδικές προθεσμίες για την υποβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 24 του ν. 4014/2011 δικαιολογητικών, λαμβανομένου υπόψη του σημαντικού πλήθους των ακινήτων που πρόκειται να περιέλθουν στην κυριότητα του Ταμείου και γ) προβλέπεται ρητώς, για την άρση κάθε αμφιβολίας, ότι δεν απαιτείται η επισύναψη υπεύθυνης δήλωσης και βεβαίωσης μηχανικού του άρθρου 23 παρ. 4 του ν. 4014/2011 για την καταχώριση της απόφασης του Δ.Σ. του Ταμείου στα βιβλία μεταγραφών των οικείων Υποθηκοφυλακείων ή Κτηματολογικών Γραφείων.

Με την διάταξη της παραγράφου 8 παρέχεται η δυνατότητα στο Ταμείο να αξιοποιεί και περιουσία ΝΠΔΔ καθώς και να αποκτά την κυριότητα ή άλλα εμπράγματα δικαιώματα ακινήτων που ανήκουν στο Δημόσιο, ΝΠΔΔ ή εταιρείες του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ.
Ειδικότερα: Η προσθήκη του εδαφίου α’ είναι αυτονόητη και καλύπτει το κενό που υπήρχε αναφορικά με τα ΝΠΔΔ, εντούτοις για να λειτουργήσει σωστά απαιτεί και τις ρυθμίσεις των επομένων εδαφίων ως εξής:
Η προσθήκη του εδαφίου β’ καλύπτει και την απόκτηση επιμέρους εμπραγμάτων δικαιωμάτων (λ.χ. ψιλή κυριότητα) από το ΤΑΙΠΕΔ και όχι μόνο της πλήρους κυριότητας (βλ. περ. γ’ παρ. 4 και παρ. 5 του άρθρου 2).
Προς τούτο, η προσθήκη των εδαφίων γ’ και δ’ λειτουργεί συμπληρωματικά προς το υφιστάμενο δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 2 καλύπτοντας όλες τις πιθανές περιπτώσεις μεταφοράς στο ΤΑΙΠΕΔ εμπραγμάτων δικαιωμάτων και εν γένει ακινήτων, τα οποία άλλωστε δεν αναφέρονται ρητά – σε αντίθεση με άλλα περιουσιακά στοιχεία – στο ΜΠΔΣ.

Με την διάταξη της παραγράφου  9 επιδιώκεται η βελτίωση της διοικητικής λειτουργίας εταιριών που συμμετέχουν στις διαδικασίες αποκρατικοποίησης περιουσιακών τους στοιχειών και στις οποίες το δικαίωμα ψήφου του Ελληνικού Δημοσίου έχει παραχωρηθεί στο «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.»

Με την παράγραφο 10, η  Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων ορίζεται ως ανεξάρτητη διοικητική αρχή .
Με την παράγραφο 11  συμπληρώνεται η σχετική διάταξη ώστε να παρέχεται η δυνατότητα αποκεντρωμένης λειτουργίας των υπηρεσιών της Ε.Ε.Ε.Π. αν αυτό κριθεί αναγκαίο δεδομένης της γεωγραφικής διασποράς της σχετικής αγοράς.
Με την παράγραφο 12 συμπληρώνονται οι διατάξεις που αφορούν  το επαγγελματικό καθεστώς του Προέδρου και των  μελών καθώς και λειτουργικά ζητήματα της  Ε.Ε.Ε.Π.
Με τις παραγράφους  13, 14 και 15 αναμορφώνονται οι υφιστάμενες διατάξεις στο μέρος που αφορούν στις ειδικότητες του επιστημονικού προσωπικού της Ε.Ε.Ε.Π. ώστε αυτές να είναι συμβατές με τις ανάγκες λειτουργίας της και ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την στελέχωση της Επιτροπής.
Με την παράγραφο 16  οι  προβλεπόμενες από τον νόμο οργανικές θέσεις της Ε.Ε.Ε.Π. εξαιρούνται της γενικής κατάργησης  κενών οργανικών θέσεων, ώστε να είναι δυνατή  η λειτουργία της Επιτροπής  για πρώτη φορά.
Με την παράγραφο 17  παρέχεται η δυνατότητα για περιορισμένο χρόνο και αριθμό μετακίνησης προσωπικού κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων προκειμένου η Ε.Ε.Ε.Π. να τεθεί σε άμεση λειτουργία.
Με τις παραγράφους  18  και 19 συμπληρώνονται υφιστάμενες διατάξεις έτσι ώστε να οργανωθεί αποτελεσματικότερα  το μεταβατικό στάδιο μέχρι την πλήρη ενεργοποίηση της Ε.Ε.Ε.Π.  
Με την παράγραφο 20 καταργείται εξουσιοδότηση η ποία δεν είναι αναγκαία, δεδομένης της ενεργοποίησης  της Ε.Ε.Ε.Π.
Με την παράγραφο 21  προβλέπεται ότι η Επιτροπή στις σ΄χεσεις με την αλλοδαπή θα αναφέρεται ως “Hellenic Gaming Commission”.
Με την παράγραφο 22 ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την συγκρότηση και την λειτουργία της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Με την παράγραφο 23  ρυθμίζονται τα θέματα εμπορικής επικοινωνίας  των εταιριών που οικειοθελώς υπάγονται στο φορολογικό καθεστώς της αναφερόμενης διάταξης.
Με την παράγραφο 24 διευκρινίζεται  ο ενδεικτικός χαρακτήρας των στοιχείων της Κάρτας Παίκτη έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα προσδιορισμού των πραγματικών στοιχείων που είναι απαραίτητα  ώστε να επιτευχθεί η προστασία των ατόμων που επιδιώκει η κείμενη νομοθεσία.  
Με την παράγραφο 25 ορίζεται ότι η δωδεκάμηνη προθεσμία εγκατάστασης των παιγνιομηχανημάτων από την ΟΠΑΠ Α.Α. αρχίζει από την έκδοση των σχετικών κανονιστικών πράξεων, χωρίς την ύπαρξη των οποίων η εγκατάσταση δεν είναι δυνατή.
Με την παράγραφο 26 κυρώνεται νομοθετικά η υπ’ αριθμ. 198/23.12.2011 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων.

Eπί του άρθρου 8:

Όπως είναι γνωστό, η λειτουργία των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών στη χώρα μας διέπεται, ως προς το καθεστώς αδειοδότησής τους, από ένα νομοθετικό πλαίσιο προσωρινού χαρακτήρα λόγω της αδυναμίας ολοκλήρωσης των διαγωνιστικών διαδικασιών για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας. Οι σχετικές διατάξεις του ν. 3051/2002 έχουν μάλιστα κριθεί ως αντισυνταγματικές με την απόφαση 3578/2010 της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Λαμβάνοντας υπόψη τα νομολογιακά δεδομένα προτείνεται να συνδεθεί η νόμιμη λειτουργία των σταθμών με τις διαδικασίες ολοκλήρωσης της μετάβασης στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση.
Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι έχει ήδη πραγματοποιηθεί σημαντική πρόοδος ως προς την ψηφιακή μετάβαση: στις μεγαλύτερες πληθυσμιακά περιοχές της χώρας γίνεται ταυτόχρονη μετάδοση αναλογικού και ψηφιακού σήματος, ενώ σε περιορισμένες περιοχές έχει ήδη σταματήσει η αναλογική εκπομπή. Κατά συνέπεια, ένα μεγάλο μέρος των τηλεθεατών απολαμβάνουν τις υψηλής ποιότητας υπηρεσίες της επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης.

Με την προτεινόμενη διάταξη επιταχύνονται οι διαδικασίες που θα οδηγήσουν αφενός μεν στην ψηφιακή αδειοδότηση των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών της χώρας, αφετέρου δε στην οριστική παύση της αναλογικής μετάδοσης του τηλεοπτικού σήματος. Όπως έχει συμβεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η οριστική παύση του αναλογικού σήματος θα πραγματοποιηθεί σε συγκεκριμένη ημερομηνία, η οποία θα οριστεί εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου με κοινή απόφαση των αρμόδιων υπουργών. Προς επίτευξη του στόχου της οριστικής μετάβασης στη ψηφιακή εκπομπή και μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, απαιτούνται από την πολιτεία συγκεκριμένες ενέργειες. Στο πλαίσιο αυτό προγραμματίζεται να έχει ολοκληρωθεί η διαμόρφωση των απαραίτητων νομοθετικών διατάξεων για την επίγεια ψηφιακή τηλεόραση (έως τον Ιούνιο 2012), να έχουν εκδοθεί σταδιακά από το ΕΣΡ οι προκηρύξεις για τη χορήγηση αδειών (έως τον Δεκέμβριο 2012) και να έχουν εκδοθεί οι άδειες παροχής περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης (έως τον Δεκέμβριο του 2013). Άλλωστε οι σχετικές διαδικασίες θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015, σύμφωνα με την απόφαση της Διεθνούς Οργάνωσης Τηλεπικοινωνιών (Ι.Τ.U.) που θέτει την ως άνω ημερομηνία ως καταληκτική για την παύση της διασυνοριακής προστασίας των αναλογικών συχνοτήτων.

Μέχρι την ολοκλήρωση των ανωτέρω ενεργειών παρατείνεται το ιδιότυπο νομικό καθεστώς της νόμιμης λειτουργίας των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών της χώρας. Επισημαίνεται ότι ως όρος για την ένταξη στο καθεστώς της νόμιμης λειτουργίας τίθεται η συμμετοχή των τηλεοπτικών σταθμών στη διαγωνιστική διαδικασία χορήγησης αδειών και ειδικά για τους περιφερειακούς σταθμούς η προηγούμενη έγκριση του προγράμματός τους από το ΕΣΡ. Με την τελευταία προϋπόθεση συνδέεται άμεσα η νόμιμη λειτουργία των περιφερειακών σταθμών με τον έλεγχο και την έγκριση του προγράμματός τους από το ΕΣΡ. Επίσης τίθεται συγκεκριμένη προθεσμία για την υποβολή σχετικής αίτησης για τους σταθμούς που δεν έχουν λάβει μέχρι σήμερα την παραπάνω έγκριση.

Τέλος ανάλογη ρύθμιση προβλέπεται και για τη παράταση νόμιμης λειτουργίας των ραδιοφωνικών σταθμών ενόψει του ότι έχει ήδη ολοκληρωθεί σε πρώτο στάδιο η διαμόρφωση των χαρτών συχνοτήτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
Επείγουσες Ρυθμίσεις του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας

Επί του άρθρου 9

Με τις διατάξεις του άρθρου 196 προστίθενται στον Κανονισμό Προμηθειών Δημοσίου (Π.Δ. 118/2007, ΦΕΚ Α’ 150) μια σειρά ρυθμίσεων με τις οποίες εισάγονται για κάτω από τα κοινοτικά όρια η δυνατότητα σύναψης συμφωνιών – πλαίσιο, η χρήση της τεχνικής του  ηλεκτρονικού πλειστηριασμού κατά τη διαδικασία διενέργειας διαγωνισμών δημοσίων συμβάσεων, τα δυναμικά συστήματα αγορών και  η δυνατότητα σύναψης συμβάσεων ανατιθέμενων κατ’ αποκλειστικότητα.

Ειδικότερα, όσον αφορά στις συμφωνίες – πλαίσιο αυτές δεν αποτελούν νέο τύπο δημόσιας σύμβασης, αλλά μία μέθοδο την οποία η αναθέτουσα αρχή μπορεί να χρησιμοποιήσει κατά την επιλογή του αντισυμβαλλομένου της. Η τελεολογία της εισαγωγής της μεθόδου των συμφωνιών – πλαίσια είναι η δυνατότητα καθορισμού όρων εκτέλεσης των συμβάσεων μεταξύ των αναθετουσών αρχών και των αντισυμβαλλομένων τους πριν την ανάθεση συγκεκριμένου συμβατικού αντικειμένου. Ενδεχομένως μάλιστα η συγκεκριμένη ανάγκη να μην έχει καν προκύψει για την αναθέτουσα αρχή, αλλά αυτή να προβλέπει απλώς ότι μπορεί να προκύψει.

Eπιπρόσθετα, όταν μια αναθέτουσα αρχή συνάπτει συμφωνίες-πλαίσιο με οικονομικούς φορείς, έχει τη δυνατότητα να συνάπτει συμβάσεις εκτελεστικές, είτε βάσει των όρων της συμφωνίας – πλαίσιο χωρίς νέο διαγωνισμό, είτε, στην περίπτωση που δεν έχουν καθορισθεί όλοι οι όροι εκ των προτέρων στη συμφωνία-πλαίσιο, να συνάπτει τις ως άνω συμβάσεις, αφού επαναδιαγωνιστούν τα μέρη για τους μη καθορισθέντες όρους. Η συμφωνία - πλαίσιο αποτελεί μέθοδο που εξασφαλίζει την απαιτούμενη ευελιξία και ταχύτητα στις διαγωνιστικές διαδικασίες των δημοσίων συμβάσεων. Η τεχνική αυτή παρέχει τη δυνατότητα εξοικονόμησης χρόνου και κόστους και βελτίωσης της ποιότητας των δημόσιων παραγγελιών. Ταυτόχρονα, η τετραετής μέγιστη διάρκειά τους  διασφαλίζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης και τον ανταγωνισμό.

Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι επεκτείνονται με ταχείς ρυθμούς οι τεχνικές που ενισχύουν την ηλεκτρονική διεξαγωγή διαγωνισμών στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, η υιοθέτηση ιδίως της χρήσης  της τεχνικής των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών καθώς και του δυναμικού συστήματος αγορών αποτελούν ενδεδειγμένα εργαλεία για την επίτευξη χαμηλότερων τιμών και τη διεύρυνση του ανταγωνισμού.

Τέλος, στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευομένων θέσεων εργασίας εισάγονται κοινωνικά κριτήρια για τη σύναψη συμβάσεων με επιχειρήσεις, όπου η πλειοψηφία των εργαζομένων είναι άτομα με ειδικές ανάγκες, τα οποία λόγω της φύσης ή βαρύτητας των ειδικών αναγκών τους δεν μπορούν να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα υπό κανονικές συνθήκες. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται η ένταξη των ατόμων αυτών στην αγορά εργασίας.

Επί του άρθρου 10

Με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 1 επιδιώκεται η αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής του Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων και επαναπροσδιορίζεται το ύψους του προϋπολογισμού άνω του οποίου υπάρχει υποχρέωση καταχώρισης στοιχείων στο Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων προκειμένου να επιτευχθεί αποτελεσματικότερη λειτουργία του Μητρώου.

Η παράγραφος 2 της διάταξης αυτής τροποποιεί το άρθρο 15 του ν. 4013/2011 (ΦΕΚ Α’ 204), με το οποίο προβλέφθηκε η σύσταση Επιτροπών Διακανονισμού Εμπορικών Μισθώσεων στις Περιφέρειες, που προεδρεύονται από Σύμβουλο, Πάρεδρο ή Δικαστικό Αντιπρόσωπο, που υπηρετεί σε Γραφείο Νομικού Συμβούλου ή Δικαστικό Γραφείο της οικείας Περιφέρειας. Με την προτεινόμενη ρύθμιση του Σχεδίου Νόμου προβλέπεται η εισαγωγή, στην παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου, της δυνατότητας κάλυψης  της θέσης του Προέδρου της Τριμελούς Επιτροπής από άλλο πρόσωπο, εφόσον δεν υπηρετεί στην εν λόγω Περιφέρεια Σύμβουλος, Πάρεδρος ή Δικαστικός Αντιπρόσωπος ή δεν μπορεί να διατεθεί για τη στελέχωση της εν λόγω Επιτροπής. Δεδομένου ότι τη θέση του Προέδρου θα πρέπει να κατέχει πρόσωπο αναγνωρισμένου κύρους και με νομική κατάρτιση,  προτείνεται η κάλυψη της θέσης από τον Πρόεδρο δικηγορικού συλλόγου της οικείας Περιφερειακής Ενότητας με αναπληρωτή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του εν λόγω Συλλόγου.

Με την παράγραφο 3 τροποποιείται ο χρόνος έναρξης των αρμοδιοτήτων της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων προκειμένου να επιτευχθεί η πλήρης και εύρυθμη λειτουργία της.

Επί του άρθρου 11

Το άρθρο αυτό αποσκοπεί στην εισαγωγή στο άρθρο 10 παρ. 11 του ν. 2741/1999 «Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων, άλλες ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Ανάπτυξης και λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 199) ειδικής εξουσιοδοτικής διάταξης που να παρέχει τη δυνατότητα επιβολής διοικητικών κυρώσεων και προστίμων σε περίπτωση παραβίασης της νομοθεσίας περί εμπορικών εκθέσεων. Στο πλαίσιο της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας μέσω της απλοποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας για την διεξαγωγή εμπορικών εκθέσεων, καθώς και στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας 2006/123/ΕΚ σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά και του ν. 3844/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2006/123 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 63), καταργείται με Κοινή Υπουργική Απόφαση η αδειοδότηση της διοργάνωσης εκθέσεων και αντικαθίσταται με απλή ανακοίνωση του διοργανωτή.  Γίνεται σαφές ότι η κατάργηση της άδειας και των σχετικών εγγυητικών επιστολών και η αντικατάσταση των περισσότερων δικαιολογητικών με υπεύθυνες δηλώσεις, καθιστούν απαραίτητο τον αυστηρό εκ των υστέρων έλεγχο και απαιτείται να προβλεφθούν αυστηρές κυρώσεις. Στόχος της προτεινόμενης τροποποίησης είναι να προβλεφθεί το ελάχιστο, καθώς και το μέγιστο ποσό του προβλεπόμενου προστίμου σε περίπτωση παραβίασης των όρων και προϋποθέσεων λειτουργίας των εμπορικών εκθέσεων και των εκθεσιακών κέντρων της χώρας, καθώς επίσης και να προβλεφθεί η δυνατότητα καθορισμού με την υπό έκδοση Κοινή Υπουργική Απόφαση των περιπτώσεων διακοπής λειτουργίας της έκθεσης και οριστικής ή προσωρινής ανάκλησης της άδειας καταλληλότητας εκθεσιακού χώρου.

Επί του άρθρου 12

Με το προτεινόμενο άρθρο του Σχεδίου Νόμου προβλέπεται η σύσταση των Κλιμακίων Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και στις Περιφέρειες.
Η μέχρι σήμερα ρύθμιση υπήγαγε τη σύσταση των κλιμακίων στις πρώην κρατικές Περιφέρειες (Αποκεντρωμένες Διοικήσεις). Ωστόσο η αποκλειστική αρμοδιότητα των Γενικών Γραμματέων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης δεν εξυπηρετούν τους στόχους της γρήγορης και ταχείας σύστασης Κλιμακίων Ελέγχου, δεδομένης και της μείωσης του αριθμού των πρώην διοικητικών κρατικών περιφερειών (Αποκεντρωμένων Διοικήσεων) από 13 σε 7. Επίσης, η αρμοδιότητα των κλιμακίων του Υπουργείου εκτεινόταν μέχρι τα όρια της Αττικής.  Μετά όμως και την έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου με το ν. 3728/2008 «Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 258) ορίσθηκε σαφώς στο άρθρο 22 ότι, όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρονταν τα Κλιμάκια Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου, εννοούνται τα κλιμάκια ελέγχου της ως άνω Υπηρεσίας. Δεδομένης δε και της έκτασης της αρμοδιότητας της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς σε όλη την Ελληνική Επικράτεια παρίσταται η ανάγκη αναδιατύπωσης και προσαρμογής της διάταξης για τα Κλιμάκια Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου.

Έτσι, με την προτεινόμενη ρύθμιση πρώτον τα Κλιμάκια Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου υπάγονται εφεξής στις Περιφέρειες. Η ρύθμιση αυτή, εκτιμάται ότι θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα δράσης των κλιμακίων και την αντιμετώπιση των παραβάσεων νομοθεσίας Υπαιθρίου Εμπορίου και Λαϊκών Αγορών, λαμβάνοντας υπόψη την ένταση των τοπικών προβλημάτων. Ενόψει της εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3377/2005 «Αρχές και Κανόνες για την εξυγίανση της λειτουργίας και την ανάπτυξη βασικών τομέων του εμπορίου και της αγοράς – Θέματα Υπουργείου Ανάπτυξης» (ΦΕΚ Α’ 202),  όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3982/2011 (ΦΕΚ Α’ 143), με τις οποίες τα εν λόγω Κλιμάκια επιφορτίστηκαν και με την καταστολή του παραεμπορίου, η ενίσχυση του ρόλου τους και η στοχευμένη δράση τους εμφανίζεται ακόμα πιο επιτακτική. Παράλληλα, δίδεται η δυνατότητα στον Περιφερειάρχη, με απόφασή του, να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα συγκρότησης των Κλιμακίων Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου στον αρμόδιο Αντιπεριφερειάρχη. Με τον τρόπο αυτό αναμένεται να καταστεί η δράση των κλιμακίων ακόμη πιο ευέλικτη και ταχεία.
Δεύτερον, με τη νέα ρύθμιση, σε εναρμόνιση με το ν. 3728/2008, ορίζεται ότι όπου αναφέρονται τα Κλιμάκια Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας νοούνται τα κλιμάκια ελέγχου της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς.
Με τις παραπάνω ρυθμίσεις, γίνεται πραγματικότητα μία παράλληλη αλλά ταυτόχρονα ανεξάρτητη δράση των Κλιμακίων Ελέγχου Λαϊκών Αγορών και Υπαιθρίου Εμπορίου των Περιφερειών και του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.

Με την παράγραφο 3 προτείνεται η κατάργηση της παραγράφου 5 του άρθρου 7α, καθώς μετά και τη θέση σε ισχύ του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ Α’ 226) έχουν καταργηθεί όλα τα λοιπά επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις, που καταβάλλονται στους υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις του ανωτέρω νόμου.
Επίσης, με την παράγραφο 3 προτείνεται η κατάργηση της παραγράφου 6 του άρθρου 7α του ν. 2323/1995 «Υπαίθριο Εμπόριο και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α'145), καθώς τυχόν ενστάσεις των διοικούμενων προβάλλονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και Διοικητικής Δικονομίας και δεν υφίσταται ειδικότερη ανάγκη διορισμού τριμελών επιτροπών για τις περιπτώσεις αυτές.

Με την παράγραφο 4 και λόγω των αλλαγών που εισάγουν οι παράγραφοι 1 και 2, αναδιατυπώνονται οι διατάξεις που αφορούν στα έσοδα από τα επιβληθέντα πρόστιμα. Για  τα κλιμάκια του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας τα έσοδα που θα προέρχονται από τα πρόστιμα που αυτά επιβάλλουν αποτελούν έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού και εγγράφονται σε ειδικό κωδικό της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου. Σημειώνεται ότι η αρμοδιότητα των Κλιμακίων Ελέγχου του Υπουργείου εκτείνεται σε όλη την επικράτεια. Τα έσοδα από πρόστιμα που επιβάλλονται από τα κλιμάκια κάθε Περιφέρειας  εγγράφονται σε ειδικό κωδικό στον προϋπολογισμό της οικείας Περιφέρειας. Τέλος,  τα πρόστιμα που επιβάλλονται από τη Δημοτική Αστυνομία για τις παραβάσεις του άρθρου 5, πλην της παρ. 6 αυτού και του άρθρο 7, εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης εσόδων των Δήμων και Κοινοτήτων και εγγράφονται σε ειδικό κωδικό του οικείου Δήμου, το όργανο του οποίου βεβαίωσε την παράβαση. Τα έσοδα όλων των ανωτέρω προστίμων διατίθενται για την κάλυψη εξόδων που προκύπτουν από τους ελέγχους (π.χ. έξοδα μετακίνησης) και τυχόν αμοιβές υπερωριακής απασχόλησης, υπό τους όρους και προϋποθέσεις του ν. 4024/2011.

Επί του άρθρου 13

Ο έλεγχος των ενδοομιλικών συναλλαγών έχει μέχρι σήμερα καταδείξει την ανάγκη πολύμηνης επεξεργασίας του τηρούμενου κατά τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 «Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 258) φακέλου τεκμηρίωσης, από ειδικά εξειδικευμένο και καταρτισμένο προσωπικό του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας,  και ειδικότερα της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου.
Με το προτεινόμενο άρθρο του σχεδίου νόμου προτείνεται η προσθήκη στο άρθρο 3 στοιχείο θ’ της επιβολής προστίμων του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, για τους κανόνες τεκμηρίωσης τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών από την Υπηρεσία Εποπτείας της Αγοράς. Επιπλέον προτείνεται, η αναδιατύπωση των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 (ΦΕΚ Α’ 258) και ορίζεται ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Εποπτείας Ειδικός Γραμματέας, ως ο φορέας επιβολής των προβλεπομένων προστίμων. Ο καθορισμός του Ειδικού Γραμματέα, ως αρμοδίου για την επιβολή των προβλεπόμενων από τα άρθρα 6 και 7 κυρώσεων, βασίζεται στη φύση των κανόνων τεκμηρίωσης τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών, όπως αυτή περιγράφεται στην εισηγητική έκθεση του ν. 3728/2008. Οι σχετικοί δε κανόνες υιοθετούνται κατ’ αναλογία των κατευθυντήριων γραμμών  του ΟΟΣΑ (OECD Transfer Pricing Guidelines) και του κώδικα δεοντολογίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ίδιο θέμα. Επιπλέον, στην παράγραφο 6 εισάγεται μία νέα μορφή κύρωσης για την περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της κατάστασης ενδοομιλικών συναλλαγών που προβλέπει η παράγραφος 4 του άρθρου 26 του παραπάνω νόμου. Το μέχρι σήμερα πρόστιμο για την εκπρόθεσμη υποβολή ανέρχεται στο ποσοστό του 10% επί των συναλλαγών που δεν τέθηκαν στη διάθεση του ελέγχου. Η εκπρόθεσμη υποβολή αντιβαίνει στις διατάξεις του νόμου, ωστόσο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι μη δηλωθείσες με την κατάσταση συναλλαγές. Ετσι, προτείνεται ένας διαχωρισμός μεταξύ της μη υποβολής (καθόλου) κατάστασης ενδοομιλικών συναλλαγών με την εκπρόθεσμη υποβολή, που ναι μεν θα πρέπει να τιμωρείται αλλά με μικρότερο πρόστιμο από την πρώτη περίπτωση. Έτσι για τη μη υποβολή της κατάστασης η κύρωση παραμένει στο 10% υπολογιζομένου επί της αξίας των συναλλαγών και για την εκπρόθεσμη υποβολή προτείνεται να ανέρχεται στις 5.000 Ευρώ με 500 Ευρώ επιπλέον για κάθε ημέρα καθυστέρησης με ανώτατο όριο τις 50.000 Ευρώ.
Επίσης, προτείνεται η κατάργηση της παραγράφου 8 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008,  η οποία κατά την μέχρι σήμερα πρακτική αντιμετώπισης των ενδοομιλικών συναλλαγών, δεν έχει δείξει ότι εξυπηρετεί τους σκοπούς του άρθρου. Η παράγραφος 8 παραπέμπει σε ανάλογη εφαρμογή του ν. 3668/2008 «Αναθεώρηση των διατάξεων περί κυρώσεων του ν.δ. 136/1946 «Περί Αγορανομικού Κώδικα» και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α’ 115) και συγκεκριμένα σε μία αποκεντρωμένη διαδικασία επιβολής προστίμου από το Νομάρχη (Περιφερειάρχη) η οποία αφενός δεν συνδέεται με τις αρμοδιότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ενώ περαιτέρω δεν διαφαίνεται συνδετικός δεσμός του φορέα ελέγχου με το φορέα επιβολής της προβλεπόμενης κύρωσης. Επιπλέον, ειδικά η παράγραφος 6 του παραπάνω άρθρου 26, προβλέπει αυτοτελές πρόστιμο για τις παραγράφους 2 και 4 το οποίο είναι ίσο με το 10% των συναλλαγών, για τις οποίες δεν τέθηκε στην διάθεση του ελέγχου ο οικείος φάκελος τεκμηρίωσης ή δεν υποβλήθηκαν εμπρόθεσμα οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 4 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 καταστάσεις. Τα πρόστιμα της παραγράφου 6 είναι ιδιαιτέρως υψηλά και κατά πολύ μεγαλύτερα από το ύψος του προστίμου που μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3668/2008 (ΦΕΚ Α’ 115), να επιβάλει ο φορέας επιβολής προστίμου (2.000 Ευρώ) κατά τον έλεγχο, ενώ για το υπερβάλλον ποσό, αρμόδιος ορίζεται ο πρώην Νομάρχης (Περιφερειάρχης).  Το γεγονός αυτό καταλύει την ενότητα της διαδικασίας, καθώς ο αρμόδιος ελεγκτής, ο οποίος διαθέτει τη τεχνογνωσία και την κατάρτιση για να διαπιστώσει την παράβαση, δεν είναι αρμόδιος για την επιβολή ή εισήγηση του προστίμου στον προϊστάμενό του, παρά μόνο για ένα ελάχιστο μέρος αυτού, του ποσού των 2.000 Ευρώ.
Περαιτέρω, δεν διαφαίνεται η σύνδεση της παράβασης αυτής με αυτές που προβλέπονται στον Αγορανομικό Κώδικα, ώστε να δικαιολογείται η υπαγωγή της κύρωσης, κατά το υπερβάλλον ποσό, στις αρμοδιότητες του πρώην Νομάρχη και νυν Περιφερειάρχη. Προκειμένου λοιπόν, η διαδικασία ελέγχου των παραβάσεων των κανόνων για τις ενδοομιλικές συναλλαγές να είναι ενιαία με τη διαδικασία επιβολής κύρωσης από τον αρμόδιο φορέα ο οποίος εν προκειμένω είναι η Υπηρεσία Εποπτείας της Αγοράς της Γενικής Γραμματείας και κατ’ ακολουθία ο Προϊστάμενος Ειδικός Γραμματέας, κρίνεται σκόπιμη η αναδιατύπωση των παραγράφων 6 και 7 και η κατάργηση της παραγράφου 8. Οι ανωτέρω προτεινόμενες ρυθμίσεις θα καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς υποθέσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 26 του ν. 3728/2008 στις οποίες δεν έχει επιβληθεί πρόστιμο.


Επί του άρθρου 14

Στον κλάδο του υπαιθρίου εμπορίου, η διαδικασία ενημέρωσης της κεντρικής διοίκησης περί του αριθμού των κατ’ έτος χορηγούμενων αδειών ανά κατηγορία επαγγέλματος υπαιθρίου εμπορίου και λαϊκών αγορών έχει διαχρονικά αποδειχθεί προβληματική, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ισχύς του προληπτικού και του κατασταλτικού ελέγχου ως προς την άσκηση των επαγγελμάτων αυτών από το κράτος, ενώ παράλληλα, δημιουργείται σύγχυση και αβεβαιότητα ως προς το συνολικό αριθμό των αδειών που εκδίδεται κάθε χρόνο στη χώρα.
Για τους παραπάνω λόγους, με την προτεινόμενη ρύθμιση, προβλέπεται η μεταφορά της αρμοδιότητας καθορισμού του ανώτατου αριθμού αδειών υπαίθριου εμπορίου και λαϊκών αγορών από την Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Κεντρική και Αποκεντρωμένη Διοίκηση, ώστε να ασκείται συντονισμένα η σχετική κρατική πολιτική, η οποία παρουσιάζει και πτυχές κοινωνικού χαρακτήρα, λόγω των κριτηρίων βάσει των οποίων παραδοσιακά χορηγούνται οι εν λόγω άδειες. Επιπλέον, και προκειμένου να λαμβανονται υπόψη οι ανάγκες κάθε τοπικής κοινωνίας, προβλέπεται γνωμοδότηση  των κατά τόπον αρμόδιων δημοτικών συμβουλίων για τον αριθμό των ανά κατηγορία χορηγούμενων αδειών. Στα δημοτικά συμβούλια απονέμεται, εξάλλου, και η αρμοδιότητα κατανομής των χορηγούμενων αδειών στις διάφορες κατηγορίες δικαιούχων, κατά το λόγο του αριθμού αιτήσεων κάθε μίας από αυτές προς τον συνολικό αριθμό των υποβληθέντων αιτήσεων.
Τέλος, σημειώνεται ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι εναρμονισμένες με τις επιταγές της Οδηγίας 2006/123 για την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το ν.3844/2010 (Α’ 63).
Στον κλάδο του υπαιθρίου εμπορίου, τα προβλήματα που καθημερινά αντιμετωπίζονται από τους διοικούμενους αλλά και τις ίδιες τις αδειοδοτούσες αρχές σχετίζονται με την αδυναμία προσδιορισμού του κατά τόπο αρμόδιου οργάνου να ασκήσει αποφασιστική αρμοδιότητα ως προς τις προϋποθέσεις χορήγησης των αδειών, τα χρονικά όρια ισχύος αυτών καθώς και την κατανομή των θέσεων.

Για το λόγο αυτό, υφίσταται πληθώρα αιτημάτων των φορέων του υπαιθρίου αλλά και του στεγασμένου εμπορίου που έχει ως αντικείμενο, τη θεσμοθετημένη μεταφορά της αρμοδιότητας αυτής από την κεντρική διοίκηση στις τοπικές αυτοδιοικήσεις.
Περαιτέρω, προβληματική έχει επίσης αποδειχθεί η διαδικασία ενημέρωσης της κεντρικής διοίκησης περί του αριθμού των κατ’ έτος χορηγούμενων αδειών ανά κατηγορία επαγγέλματος υπαιθρίου εμπορίου και λαϊκών αγορών, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ισχύς του προληπτικού και του κατασταλτικού ελέγχου ως προς την άσκηση των επαγγελμάτων αυτών από το κράτος, ενώ παράλληλα, δημιουργείται σύγχυση και αβεβαιότητα ως προς το συνολικό αριθμό των αδειών που εκδίδεται κάθε χρόνο στη χώρα.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, προβλέπεται αφενός η μεταφορά της αρμοδιότητας περί του καθορισμού των όρων και προϋποθέσεων χορήγησης αδειών υπαιθρίου εμπορίου και λαϊκών αγορών στην τοπική αυτοδιοίκηση βάσει της χωρικής αρμοδιότητας όπως προσδιορίζεται στο ν. 3852/2010 περί Καλλικράτη, και αφετέρου η μεταφορά αρμοδιότητας περί του προσδιορισμού του αριθμού των προς χορήγηση αδειών στην κεντρική διοίκηση.

Επί του άρθρου 15

Με τις προτεινόμενες διατάξεις επέρχονται βελτιώσεις και τροποποιήσεις στον ν. 3419/2005, προκειμένου να καταστεί πιο ευέλικτος και λειτουργικός και να εναρμονισθεί με τις διατάξεις και την διατύπωση των προϋφιστάμενων ειδικότερων νόμων, ειδικότερα του κ.ν. 2190/1920, του ν. 3190/1955, του ν. 1667/1986 κλπ.
Πιο συγκεκριμένα, παρέχεται εξουσιοδότηση να καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση οι πράξεις και τα στοιχεία που καταχωρίζονται στη Μερίδα τόσο των υποχρεωτικά όσο και των προαιρετικά εγγραφόμενων στο Γ.Ε.ΜΗ.
Περαιτέρω διευκρινίζεται ότι η δημοσίευση των πράξεων και στοιχείων στον διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 5 του ν. 3419/2005 και η σχετική υποχρέωση αφορά στις πράξεις και στα στοιχεία για τα οποία προβλέπεται υποχρέωση δημοσιότητας, όρος που χρησιμοποιείται τόσο στον κ.ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών όσο και στον ν. 3190/1955 περί εταιρειών περιορισμένης ευθύνης.
Τέλος, προκειμένου να επιτευχθεί η ταχεία και αποτελεσματική έναρξη της πλήρους λειτουργίας του Γ.Ε.ΜΗ. προτείνεται η θέσπιση υποχρέωσης για όσους από τους υπόχρεους των περιπτώσεων β’, ζ΄ και η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3419/2005 δεν έχουν μέχρι στιγμής εγγραφεί στο Γ.Ε.ΜΗ., αυτούς δηλαδή των οποίων η έναρξη οικονομικής δραστηριότητας πραγματοποιήθηκε πριν τις 4 Απριλίου 2011, να εγγραφούν σε αυτό υποβάλλοντας την σχετική αίτηση καθώς και τις πράξεις και τα στοιχεία τους όπως αυτά θα εξειδικευθούν με σχετική απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Αντίστοιχα, οι λοιποί υπόχρεοι που αναφέρονται στο ίδιο άρθρο μπορούν δυνητικά να ζητήσουν την εγγραφή τους στο Γ.Ε.ΜΗ με τον τρόπο και τη διαδικασία που θα προσδιοριστεί στην ίδια ως άνω απόφαση.

Επί του άρθρου 16

Σύμφωνα με το άρθρο 66, παρ. 1 του ν. 4002/2011 «Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου - Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση - Θέματα αρμοδιότητας Υπουργείων Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης» (ΦΕΚ Α’ 180), με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνικός Οργανισμός Μικρών – Μεσαίων Επιχειρήσεων και Χειροτεχνίας Α.Ε.» (Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. Α.Ε.) ήδη συγχωνεύθηκε με απορρόφηση στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης Α.Ε.» (Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.) (ΚΥΑ 4507/03-11-2011, ΦΕΚ Β’ 2542).

Στην ΕΟΜΜΕΧ Α.Ε. ανήκουν, ως θυγατρικές της, οι εταιρίες: (1) «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΡΓΥΡΟΧΡΥΣΟΧΟΪΑΣ Ανώνυμη Εταιρία» (ΕΛΚΑ ΑΕ), (2) «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΡΓΙΛΛΟΜΑΖΗΣ Ανώνυμος Εταιρεία» (ΕΛΚΕΑ Α.Ε.), (3) «ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΟΥΝΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» (ΚΕΓ Α.Ε.), (4) «ΕΛΚΕΔΕ Κέντρο Τεχνολογίας & Σχεδιασμού, Ανώνυμος Εταιρία» και οι θυγατρικές αυτής (α) "Εξωτερικές Υπηρεσίες Πρόληψης και Προστασίας Ε.Π.Ε." (ΕΞΥΠΠ ΕΛ.ΚΕ.ΔΕ.) και (β) το "Κέντρο Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Κατάρτισης ΕΛΚΕΔΕ Εταιρία Περιορισμένης Ευθύνης" (ΚΕΚ-ΕΛΚΕΔΕ Ε.Π.Ε.), καθώς και (5) «ΘΕΡΜΟΚΟΙΤΙΔΑ ΝΕΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ  ΧΑΝΙΩΝ – Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία».

Με το άρθρο 5 του ν. 3895/2011 (ΦΕΚ Α’ 206) προβλεπόταν η συγχώνευση διά απορροφήσεως των ως άνω υπό (1) έως (3) και της (4) (β) θυγατρικών εταιρειών στην εταιρεία ΕΛΚΕΔΕ Α.Ε., η οποία, όπως ως άνω αναφέρεται, είναι και αυτή θυγατρική της ΕΟΜΜΕΧ Α.Ε. Ωστόσο, η συγχώνευση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε, εν όψει της ψήφισης του νεώτερου ν. 4002/2011.
Η επιτακτική ανάγκη για την εξυγίανση του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, λόγω της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης της χώρας, και δεδομένου ότι η ΕΟΜΜΕΧ Α.Ε. έχει συγχωνευθεί ήδη με απορρόφηση, κρίνεται πλέον σκόπιμη η κατάργηση των παραπάνω θυγατρικών εταιρειών, και η περιέλευση της αναλογούσης στον ΕΟΜΜΕΧ περιουσίας τους (ενεργητικό και παθητικό), στο Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο πλέον αναλαμβάνει εφεξής και την εκπλήρωση των σκοπών τους, συμπεριλαμβανομένης και της διαχείρισης των εν εξελίξει δράσεων των επιχειρησιακών προγραμμάτων τους.
Επομένως, με την προτεινόμενη διάταξη, λύονται αυτοδικαίως και τίθενται σε εκκαθάριση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα, τα καταστατικά τους και τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

Επί του άρθρου 17

Με το προτεινόμενο άρθρο προβλέπεται η μεταφορά του προσωπικού πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης της υπό απορρόφηση εταιρείας ΕΟΜΜΕΧ Α.Ε.  στην ΕΤΕΑΝ Α.Ε. από 1-1-2012 και  η μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων της ΕΟΜΜΕΧ Α.Ε. στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και εξειδικεύονται θέματα της διαδικασίας συγχώνευσης, ώστε να μη θιγούν ο σκοπός και η λειτουργία του ΕΤΕΑΝ από την προαναφερόμενη συγχώνευση.

Επί του άρθρου 18

Με το προτεινόμενο άρθρο 3, γίνονται οι αναγκαίες παρεμβάσεις το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, προκειμένου να διευκολυνθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 63 του ν. 4002/2011 (ΦΕΚ Α’ 180) συγχώνευση των εταιρειών ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ, ΕΚΕΠΥ ΑΕ και ΕΤΑΚΕΙ ΑΕ.

Επί του άρθρου 19

Με το προτεινόμενο άρθρο  αντικαθίσταται η παρ. 6 του άρθρου 63 του ν.4002/2011 (ΦΕΚ Α’ 180) και προβλέπεται ότι ο κλάδος Πιστοποίησης και Εργαστηρίων της ΕΛΟΤ ΑΕ  αποσχίζεται απ’ αυτόν και εισφέρεται στη νέα εταιρεία (ΕΒΕΤΑΜ ΑΕ) με ισόποση αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της τελευταίας και διάθεση των εκδοθησομένων μετοχών στην ΕΛΟΤ ΑΕ. Στο ίδιο άρθρο προβλέπεται και η διαδικασία μεταφοράς, μετά από αξιολόγηση, του προσωπικού της ΕΛΟΤ ΑΕ που υπηρετεί στον εισφερόμενο κλάδο. Η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στο να γίνει απόλυτος διαχωρισμός της τυποποίησης από την πιστοποίηση, για συστηματικούς και λειτουργικούς λόγους. Να καταστεί δηλ. ο ΕΛΟΤ αποκλειστικά και μόνο οργανισμός τυποποίησης και οι αρμοδιότητές του που αφορούν την πιστοποίηση να μεταφερθούν στην ΕΒΕΤΑΜ , ώστε η τελευταία να καταστεί αποκλειστικά οργανισμός τυποποίησης.

Επί του άρθρου 20

Με τη διάταξη της παραγράφου  1 διευκρινίζεται ότι η εισφορά του Ν. 128/1975 δεν βαρύνει τα δάνεια που χρηματοδοτεί το ΕΣΠΑ, το Ευρωπαϊκό  Γεωργικό Ταμείο και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας, μέσω της ΕΤΕΑΝ Α.Ε., στο πλαίσιο χρηματοπιστωτικών εργαλείων συνεπενδύσεως με τράπεζες. Αν και το σχετικό κοινοτικό νομικό πλαίσιο είναι σαφές στο ότι δεν επιτρέπεται η είσπραξη φορολογικών ή παραφορολογικού χαρακτήρα επιβαρύνσεων σε συγχρηματοδοτούμενα από την ΕΕ έργα, εν τούτοις κρίνεται ότι θα πρέπει να υπάρχει και ρητή διάταξη, ώστε να αρθούν αμφιβολίες που έχουν γεννηθεί στην τραπεζική αγορά, που κωλυσιεργούν τη χορήγηση πισσώσεων σ’ αυτή την κρίσιμη για τις επενδύσεις περίοδο. Για τον ίδιο λόγο δίδεται και αναδρομικός χαρακτήρας στην παρούσα διάταξη.

Με τη διάταξη της παραγράφου 2 επιχειρείται η διευκόλυνση των στρατηγικών επενδύσεων και η τόνωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος με τη μείωση του ποσοστού της εγγυητικής επιστολής για τη φερεγγυότητα του επενδυτή και τη γνησιότητα και ακρίβεια των δικαιολογητικών από το 2%  στο 0,5% του συνολικού κόστους της επένδυσης. Η ρύθμιση κρίνεται επιβεβλημένη, επειδή το υφιστάμενο ποσοστό κρίνεται ιδιαιτέρως υψηλό για τις σημερινές οικονομικές συνθήκες, σε συνδυασμό με το μεγάλο ύψος των συγκεκριμένων επενδύσεων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται βάσιμες δυσκολίες ανταπόκρισης εκ μέρους τραπεζών και των επενδυτών. Για το λόγο αυτό δίδεται αναδρομική ισχύ στη διάταξη, ώστε να καταλάβει και τις επενδυτικές προτάσεις που έχουν υποβληθεί στο ν.3894/2010 και  εκκρεμούν προς υλοποίηση ή αξιολόγηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
Επείγουσες Ρυθμίσεις του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

Επί του άρθρου 21

Με τις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, όπως και με αυτές του άρθρου 48 του ν. 3943/2011, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων εις βάρος των επιχειρήσεων, οι οποίες λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας αντιμετωπίζουν πολλαπλά προβλήματα και αδυνατούν πραγματικά να καταβάλλουν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους ασφαλιστικούς φορείς, ενώ συγχρόνως ρυθμίζεται εκ νέου κατά τέτοιο τρόπο η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών, ώστε να μπορούν οι επιχειρήσεις αυτές να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τους ασφαλιστικούς φορείς. Γίνεται κεφαλαιοποίηση των μέχρι την 31-12-2011 οφειλών, υπό τις στην παρούσα διάταξη προϋποθέσεις, ώστε να δοθεί μεγαλύτερη δυνατότητα στης επιχειρήσεις να καταβάλλουν τις οφειλές τους, σε μία δύσκολη οικονομική συγκυρία.
Οι νέες σχετικές ρυθμίσεις κρίνονται αναγκαίες για τη στήριξη των επιχειρήσεων και την κατά το δυνατό διατήρηση θέσεων εργασίας τη συγκεκριμένη δυσμενή οικονομική συγκυρία, δεδομένης τόσο της κακής οικονομικής κατάστασης της χώρας όσο και των διεθνών εξελίξεων. Ταυτόχρονα βεβαίως αναμένεται και ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των εισροών των ασφαλιστικών οργανισμών.
Να σημειωθεί δε ότι μετά την έναρξη ισχύος του άρθρου 48 του ν. 3943/2011 όλο και περισσότερες επιχειρήσεις εντάχθηκαν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου αυτού, και οι εισπράξεις των ασφαλιστικών ταμείων από τις καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Μετά από στάθμιση των ανωτέρω παραμέτρων κρίθηκε αναγκαία η παρούσα πρόβλεψη.
Με τη ρύθμιση της παραγράφου 1, δίνεται η δυνατότητα σε όσους οφειλέτες των ΦΚΑ δεν έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης ή έχουν εκπέσει του δικαιώματος συνέχισης προηγούμενων ρυθμίσεων, όπως επίσης και στους οφειλέτες που έχουν ήδη υπαχθεί σε προηγούμενες ρυθμίσεις (άρθρο 48 ν. 3943/2011, άρθρο 20 παράγραφος 17 ν. 4019/2011) και είναι συνεπείς με τους όρους αυτών να κεφαλαιοποιήσουν την μέχρι 31.12.2011 οφειλή τους με ταυτόχρονη έκπτωση 30% επί των πρόσθετων τελών της οφειλής αυτής καθώς και η δυνατότητα τμηματικής καταβολής της κεφαλαιοποιημένης οφειλής με ταυτόχρονη έκπτωση επί των προσθέτων τελών ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων.
Με τη ρύθμιση της παραγράφου 2, δίνεται η δυνατότητα στα αρμόδια όργανα του άρθρου 54 του ν. 3863/2010 να επανεντάξουν οφειλέτες σε καθεστώς ρύθμισης από την οποία έχουν εκπέσει.
Με τη ρύθμιση της παραγράφου 3, γίνεται ειδική πρόβλεψη για τους οφειλέτες των ΦΚΑ, οι οποίοι είχαν την επαγγελματική τους εγκατάσταση ή δραστηριότητα σε περιοχές που επλήγησαν από θεομηνίες ή άλλες φυσικές καταστροφές ή έχουν δεχθεί τρομοκρατική επίθεση, μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 2256/1994 (Α’ 196), και έχουν αποδεδειγμένα υποστεί ζημιές, ώστε αυτοί να μπορούν να επιλέξουν, αφού υποβάλουν αντίστοιχη αίτηση στους ανωτέρω ΦΚΑ μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα δημοσίευσης του παρόντος νόμου, την υπαγωγή τους, εκτός από τις λοιπές ρυθμίσεις οφειλών που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία είτε στις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 2256/1994 (Α’ 196), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εφόσον δεν έχουν ποτέ στο παρελθόν υπαχθεί σε αυτές είτε στον προσωρινό διακανονισμό της περίπτωσης Α του άρθρου 48 του ν. 3943/2011, με την κεφαλαιοποίηση της έως την 31.12.2011 οφειλής τους.

Επί του άρθρου 22

Με τις προτεινόμενες διατάξεις θεσπίζεται ως διαρκές, και επομένως ως συνεχές αυτόφωρο, το   αδίκημα των παραγράφων 1 και 2 του Α.Ν 86/1967 (ΦΕΚ 136 Α’), ήτοι η μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών εφόσον αυτές ξεπερνούν τα 150.000 ευρώ. Περαιτέρω, με την προτεινόμενη διάταξη, ορίζεται ρητά η διαδικασία έναρξης της ποινικής δίωξης καθώς επίσης και η περίπτωση κατά την οποία η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη.

Επί του άρθρου 23

Με την προτεινόμενη διάταξη διευκρινίζεται ότι δεν υπάγονται στην εξαίρεση από την παρακράτηση της μηνιαίας εισφοράς που προβλέπεται στην περίπτωση α) της παραγράφου 11 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 οι συνταξιούχοι των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

Επί του άρθρου 24

Με τις διατάξεις των παραγράφων 10 έως και 14, του άρθρου τρίτου, του ν. 3845/2010 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 65) « Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη-μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο », καθορίσθηκαν, σε νέο ύψος, τα ποσά των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας, που χορηγούνται στους συνταξιούχους των φορέων κύριας ασφάλισης άνω των 60 ετών, των οποίων το ποσό της σύνταξης (συμπεριλαμβανομένων και των αναφερόμενων στο νόμο ποσών δώρων και επιδόματος αδείας) δεν υπερβαίνει, κατά μήνα, τα 2.500,00 ευρώ. Συγκεκριμένα, το ύψος των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή κανονιστικής πράξης, για τους συνταξιούχους και βοηθηματούχους όλων των φορέων κύριας ασφάλισης, με εξαίρεση τους συνταξιούχους του ΟΓΑ, καθορίζεται ως εξής : α) το επίδομα εορτής Χριστουγέννων, στο ποσό των 400,00 ευρώ, β) το επίδομα εορτής Πάσχα, στο ποσό των 200,00 ευρώ και γ) το επίδομα αδείας, στο ποσό των 200,00 ευρώ.
Με τη διάταξη της παραγράφου αυτής και με την προσθήκη εδαφίου, διευκρινίζεται  ότι ειδικά για τους συνταξιούχους, των οποίων το ποσό της μηνιαίας σύνταξης (γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου) είναι μικρότερο των τετρακοσίων (400,00) ευρώ, τα ποσά επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και επιδόματος αδείας, δεν μπορούν να είναι μεγαλύτερα των ποσών που οι ίδιοι ελάμβαναν πριν τη θέση σε ισχύ του ν. 3845/2010.

Επί του άρθρου 25

Με το άρθρο αυτό  εξαιρούνται της μείωσης των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του ν. 4024/2011  και οι συνταξιούχοι αναπηρίας ή γήρατος, οι οποίοι είχαν το δικαίωμα να συνταξιοδοτηθούν βάσει των διατάξεων του άρθρου  5 του ν. 3232/2004 όπως ισχύει, αλλά συνταξιοδοτήθηκαν σύμφωνα με άλλες διατάξεις. Η ρύθμιση αυτή γίνεται για λόγους  ίσης μεταχείρισης των συνταξιούχων του άρθρου αυτού με τους συνταξιούχους   αναπηρίας ή γήρατος που λαμβάνουν το εξωϊδρυματικό επίδομα ή το επίδομα απολύτου αναπηρίας, τους συνταξιούχους που απο-στρατεύθηκαν με πρωτοβουλία της υπηρεσίας καθώς και τα θύματα τρομοκρατικών ενεργειών, οι οποίοι είχαν εξαιρεθεί από την άνω μείωση με τα πρώτα εδάφια των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του ν.  4024/2011 για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης.

Επί του άρθρου 26

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 αναπροσαρμόζονται οι ειδικές αποζημιώσεις των ιατρών που συμμετέχουν στο Ειδικό Σώμα Επιτροπών Αναπηρίας που έχει υπαχθεί στο Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας για να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του.
Με τις διατάξεις του άρ. 6 του ν.2556/1997, ορίζεται ότι οι ιατροί του Ειδικού Σώματος Επιτροπών Αναπηρίας, καθώς και ο εισηγητής  αποζημιώνονται με 10 ευρώ για κάθε περιστατικό, το 50% δηλαδή του ποσού που αντιστοιχεί για  εξέταση στο ιατρείο για συμβεβλημένο με το δημόσιο ιατρό. Ο ασκών χρέη  γραμματέως δεν αποζημιώνεται. Οι ως άνω αμοιβές υπόκεινται στον περιορισμό των διατάξεων του άρ. 21 του ν.4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α).
Ο ως άνω τρόπος καθορισμού των αμοιβών (έλλειψη διαφοροποίησης για τις εκτός έδρας περιπτώσεις και την εξέταση οίκοι περιστατικών, αλλά ιδίως ο ορισμός ανωτάτου ορίου αποδοχών) έχει δημιουργήσει ένα τριπλό πρόβλημα:
Απροθυμία των ιατρών του Ειδικού Σώματος να συμμετάσχουν στις υγειονομικές επιτροπές, στις περιπτώσεις που απαιτείται α) μετακίνηση εκτός έδρας και β) εξέταση οίκοι περιστατικών.
Απροθυμία των ιατρών να εξετάζουν περιστατικά περισσότερο από 4 φορές κάθε μήνα που είναι σήμερα το όριο του αριθμού των συνεδριάσεων που μπορούν να αμείβονται.
Υψηλό κόστος αμοιβών της επιτροπής ανά εξεταζόμενη περίπτωση (40 ευρώ).
Με την προτεινόμενη διάταξη αντιμετωπίζονται τα ως άνω προβλήματα. Αναλυτικότερα:
Μειώνεται σημαντικά το κόστος αμοιβών ανά εξεταζόμενο περιστατικό, τόσο στις περιπτώσεις εξέτασης εντός έδρας (-35%) όσο και στις περιπτώσεις εκτός έδρας (-10%).
Διπλασιάζεται το ανώτατο μηνιαίο όριο των αμοιβών των ιατρών στα 800 ευρώ, οπότε δίνεται η δυνατότητα να συνεδριάζουν περισσότερες από 4 φορές το μήνα.
Για τις περιπτώσεις εξέτασης οίκοι περιστατικών (τα οποία υπολογίζονται σε λιγότερο από 1% των συνολικών αιτημάτων) η αμοιβή αυξάνεται σημαντικά, ώστε δημιουργείται κίνητρο για τους ιατρούς.
Με τις διατάξεις της παραγράφου  2 δίνεται η δυνατότητα στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ να συμβάλλεται με ιδιώτες ιατρούς για τις ανάγκες του ΚΕΠΑ, για διενέργεια προελέγχων των ιατρικών δικαιολογητικών των προς εξέταση περιπτώσεων και για συμμετοχή σε υγειονομικές επιτροπές, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο συσσωρευμένος αριθμός των προς εξέταση περιπτώσεων από τα ΚΕΠΑ και να μη δημιουργείται στο μέλλον ανάλογο πρόβλημα.

Επί του άρθρου 27

Η συνεχιζόμενη άρνηση του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος (ΤΕΑΠΕΤΕ) να παραδώσει το αρχείο των συνταξιούχων του, ή έστω αντίγραφο αυτού, στο ΕΤΕΑΜ, στο οποίο έχουν υπαχθεί με την παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 3455/2006 (ΦΕΚ 84 Α’) και παρά τις επανειλημμένες συστάσεις και σαφείς εντολές του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και του ΕΤΕΑΜ, όπως η αδυναμία ελέγχου των συντάξεων από το ΕΤΕΑΜ, ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια των προβλεπόμενων μεταβολών σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Στο πλαίσιο αυτό, η μη ένταξη των συνταξιούχων του ΤΕΑΠΕΤΕ στο μηχανογραφικό σύστημα του ΙΚΑ –ΕΤΑΜ, από το οποίο εξυπηρετείται το ΕΤΕΑΜ, έχει επιφέρει μέχρι σήμερα:
Αδυναμία χορήγησης από το ΕΤΕΑΜ αυξήσεων στις καταβαλλόμενες συντάξεις, αφού χωρίς τους συνταξιοδοτικούς φακέλους καθίσταται αδύνατος ο υπολογισμός και η καταβολή των δικαιούμενων ποσών αυξήσεων σύμφωνα με τη νομοθεσία του ΕΤΕΑΜ.
Αδυναμία αφαίρεσης (συσχέτισης) του ποσού της κύριας σύνταξης του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ από το συνολικά καταβαλλόμενο ποσό σύνταξης που καταβάλλεται από το ΕΤΕΑΜ, το οποίο περιλαμβάνει τμήμα σύνταξης, λαμβανόμενο σε υποκατάσταση κύριας σύνταξης, διότι το υπόλοιπο ποσό που απομένει υπολείπεται του κατώτατου ορίου του ΤΕΑΠΕΤΕ, το οποίο δεν αποδέχεται η μηχανογραφική του υπηρεσία.
Δηλαδή, συνεχίζεται η καταβολή από το ΕΤΕΑΜ ποσών συντάξεων που αντιστοιχούν σε προσυνταξιοδοτικές παροχές, ενώ οι συνταξιούχοι ήδη λαμβάνουν τα ποσά που αντιστοιχούν στις παροχές αυτές ως κύρια σύνταξη από το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν διπλές συντάξεις, από τις οποίες η επικουρική είναι μεγαλύτερη της κύριας.

Επί του άρθρου 28

Για τη διατήρηση της μισθωτικής και επιχειρηματικής αξίας των ακινήτων που ανήκουν στους ΦΚΑ  και των θέσεων εργασίας,  καθώς και για τη δυνατότητα οικονομικής αξιοποίησης των ακινήτων αυτών, μέχρι την κατάρτιση νέας σύμβασης μίσθωσης μεταξύ των ΦΚΑ και των εκάστοτε μισθωτών,  προκειμένου να μην μένουν αυτά ανεκμετάλλευτα μετά την καθ οιονδήποτε τρόπο λύση της σύμβασης και μέχρι την ολοκλήρωση νέας διαγωνιστικής διαδικασίας για εύρεση μισθωτή, προτείνεται η διάταξη του άρθρου  8, η οποία προβλέπει ότι είναι δυνατή ή κατάρτιση καταρτίζουν σύμβασης   παραχώρησης της χρήσης ή εκμετάλλευσης των παραπάνω ακινήτων έναντι μηδενικού ή συμβολικού ανταλλάγματος διάρκειας μέχρι ενός  κατ΄ ανώτατο όριο έτους.
Με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου  για λόγους ταχύτητας και οικονομικής εκμετάλλευσης των ακινήτων που ανήκουν σε ΦΚΑ ή σε φορείς του  Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ. και με δεδομένο ότι στις συμβάσεις μίσθωσης της παρούσας παραγράφου δε συμβάλλεται ιδιώτης, προτείνεται η κατάρτιση σύμβασης μίσθωσης με απευθείας ανάθεση χωρίς να προηγηθεί διαγωνιστική διαδικασία.

Επί του άρθρου 29

Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, του άρθρου αυτού, διασαφηνίζονται νομοθετικά τα θέματα που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του άρθρου 7, του ν. 3863/2010, που αφορά στην έκδοση του νέου Ενιαίου Πίνακα Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας.
Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι ο ενιαίος Πίνακας εκδίδεται ύστερα από Κοινή Υπουργική Απόφαση των υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Επίσης, προσδιορίζεται ότι η αναθεώρηση του Ενιαίου Πίνακα γίνεται κάθε φορά με όμοια Κοινή Υπουργική Απόφαση.

Επί του άρθρου 30

Με το άρθρο αυτό  δίνεται η δυνατότητα απόσπασης, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, υπαλλήλων από τα εν λόγω υπουργεία και από τα εποπτευόμενα από αυτά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, προκειμένου να καλυφθούν οι λειτουργικές ανάγκες του ΕΟΠΥΥ.

Επί του άρθρου 31

Από τις διατάξεις του ν.3918/2011(Α, 31), προβλέπεται ότι η ιατρική περίθαλψη στους ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ παρέχεται κατά κύριο λόγο από τους  γιατρούς των  φορέων που  εντάχθηκαν  στον οργανισμό, μόνιμους  και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Για την περαιτέρω εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων παρέχεται η δυνατότητα στους ανωτέρω γιατρούς να παρέχουν τις υπηρεσίες τους και στα ιδιωτικά τους ιατρεία μετά τη λήξη του ωραρίου εργασίας τους. Με την εν λόγω διάταξη προβλέπεται ότι η αμοιβή, ο τρόπος και κάθε λεπτομέρεια θα καθορισθεί με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

Επί του άρθρου 32

Λόγω του μεγάλου όγκου των εκκρεμών δικαστικών  υποθέσεων στους εντασσόμενους στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. φορείς  καθώς και όσων έχουν ανακύψει μετά την έναρξη λειτουργίας του, και με δεδομένο ότι η νομική υπηρεσία του νέου Οργανισμού είναι υποστελεχωμένη και υπάρχει αδυναμία έγκαιρου χειρισμού των υποθέσεων αυτών , προτείνεται η εκπροσώπηση του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. δικαστικώς και εξωδίκως , από τους Δικηγόρους και μέλη του Ν.Σ.Κ. των εντασσόμενων στον νέο Οργανισμό φορέων αντί και για λογαριασμό του. Επιπρόσθετα προτείνεται η δυνατότητα  του χειρισμού κάποιων υποθέσεων από ιδιώτες Δικηγόρους κατά περίπτωση,  όχι μόνο συνεπεία του μεγάλου όγκου των εκκρεμών υποθέσεων, αλλά και λόγω του εξειδικευμένου αντικειμένου ορισμένων εξ αυτών.
Τέλος με την παρούσα διάταξη προτείνεται η εξαίρεση και του Ε.Ο.Π.Υ.Υ όπως συμβαίνει με όλους τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης από την καταβολή δικαστικών εξόδων.

Επί του άρθρου 33

Με την παρούσα διάταξη αντικαθίσταται η περίπτωση Γ της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ν. 3918/2011 (Α’ 31), όπως προστέθηκε με την παράγραφο 7 του άρθρου 72 του ν. 3984/2011 (Α’ 150), και στη διάρθρωση των Περιφερειακών Διευθύνσεων που συστήθηκαν στον ΕΟΠΥΥ προστίθεται Τμήμα Φαρμακευτικής, με αντικείμενο τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Φαρμακευτικού των Περιφερειακών Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, οι οποίες περιέρχονται πλέον στον ΕΟΠΥΥ. Η σύσταση του εν λόγω Τμήματος θεωρείται αναγκαία λόγω του όγκου των εργασιών που διεκπεραίωναν τα πρώην Τμήματα Φαρμακευτικού αλλά και της εξειδίκευσης των παρεχόμενων υπηρεσιών (παραλαβή και έλεγχος λογαριασμών φαρμακείων κλπ.).
Για την καλύτερη εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων του Οργανισμού προτείνεται η σύσταση σε όλη τη χώρα Αποκεντρωμένων Γραφείων Εξυπηρέτησης Ασφαλισμένων, υπαγόμενων στις αντίστοιχες Περιφερειακές Διευθύνσεις.
Με απόφαση του Προέδρου του Οργανισμού καθορίζονται η έδρα τους, οι αρμοδιότητες καθώς και η έναρξη λειτουργίας τους, ύστερα από συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων (στέγαση, στελέχωση, εξοπλισμός κλπ.).

Eπί του άρθρου 34

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1 επιδιώκεται μέχρι τη λήξη της μεταβατικής περιόδου  που προβλέπεται στο ν.3845/2010 (ήτοι μέχρι την 30-6-2013) η  έγκριση των τιμολογίων προμήθειας της ΔΕΗ Α.Ε. για τη χαμηλή τάση να γίνεται από τον Υπουργό  ΠΕΚΑ,  όπως άλλωστε  έτσι προβλεπόταν  στην παράγραφο 6 του άρθρου 29 του  ν. 2773/1999, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 3 του ν. 3899/2010 με το σκεπτικό ότι πρέπει να ληφθεί μέριμνα για το σταδιακό εξορθολογισµό των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλής τάσης της ΔΕΗ Α.Ε. Για το λόγο αυτό κρίνεται αναγκαίο και σκόπιμο να διατηρηθεί η εν λόγω εξουσιοδότηση για να δίδεται η δυνατότητα κανονιστικής έγκρισης των τιμολογίων χαμηλής τάσης από τον Υπουργό και, ως εκ τούτου, επιβάλλεται  να εξακολουθήσει  να ισχύει η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 29 του ν. 2773/1999, περιοριζομένης της ισχύος της μόνο ως προς τα τιμολόγια χαμηλής τάσης.

Με την παράγραφο 2  παρατείνεται η προθεσμία της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του ν. 3907/11.

Με την παράγραφο 3 το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 4024/2011 καταργείται από τότε που ίσχυσε.

Με την παράγραφο 4 ρυθμίζονται θέματα αποδοχών των ιπταμένων χειριστών αεροσκαφών και ελικοπτέρων που υπηρετούν στο δημόσιο.

Με την παράγραφο 5 αποσκοπείται η διασαφήνιση της έννοιας της  πέραν του πενθημέρου εργασίας, που παρέχει το φυλακτικό προσωπικό, το προσωπικό καθαριότητας των Μουσείων Αρχαιολογικών Χώρων καθώς και το φυλακτικό προσωπικό που απασχολείται στο Κέντρο Λήψης Σημάτων του ΥΠΠΟΤ και στα εποπτευόμενα Μουσεία και την ΕΠΜΑΣ καθώς και ο προσδιορισμός του ύψους της αμοιβής του εν λόγω προσωπικού. Η εν λόγω διάταξη κρίνεται αναγκαία προς άρση της αμφισβήτησης που ανέκυψε σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή της παρ.7 του άρθρου 20 του ν.4024/2011, μεταξύ των συναρμοδίων Υπηρεσιών. Η πέραν του πενθημέρου εργασία στους ως άνω χώρους είναι εξαιρετικά σημαντική για την λειτουργία των Μουσείων Αρχαιολογικών Χώρων και του Κέντρου Λήψης Σημάτων, εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την αύξηση της επισκεψιμότητας και αποφέροντας σημαντικά οικονομικά οφέλη στο Δημόσιο. Από τις παρούσες ρυθμίσεις η δαπάνη  για το φυλακτικό προσωπικό, το προσωπικό καθαριότητας των Μουσείων Αρχαιολογικών Χώρων καθώς και το φυλακτικό προσωπικό που απασχολείται στο Κέντρο Λήψης Σημάτων του ΥΠΠΟΤ και το ΜΕΛΤ  θα καλυφθεί από τις Πιστώσεις του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων . Όσον αφορά την δαπάνη που θα προκληθεί αντιστοίχως για τα εποπτευόμενα Μουσεία και την ΕΠΜΑΣ θα καλυφθεί από τις Πιστώσεις του Προϋπολογισμού τους.

Επί του άρθρου 35
Με την  προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι η ισχύς του νόμου αρχίζει από την δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τις επιμέρους διατάξεις του.

Αθήνα,      10 Ιανουαρίου 2012

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!