Grant Thornton Φοροδοξίες, 13.02.2022
Γνωρίζετε ότι...
Μη εναρμονισμένη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία παραμένει η διάταξη για τη μείωση της βάσης επιβολής του ΦΠΑ σε περίπτωση ολικής ή μερικής μη αποπληρωμής του τιμήματος, τρία έτη μετά τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του ΣτΕ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη του ελληνικού Κώδικα ΦΠΑ, οι επιχειρήσεις δικαιούνται να μειώσουν το ποσό επί του οποίου υπολογίζεται ο φόρος μόνο σε περίπτωση που η απαίτησή τους καταστεί οριστικά ή μερικά ανείσπρακτη λόγω θέσεως επιχείρησης σε ειδική εκκαθάριση των άρθρων 46 και 46α του Ν.1892/1990. Ωστόσο, η εν λόγω διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης έχει πια καταργηθεί. Επιπλέον, με την απόφαση 355/2019 του ΣτΕ κρίθηκε, στο πλαίσιο πρότυπης δίκης, ότι η παραπάνω διάταξη αντιβαίνει στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς το δικαίωμα αυτό πρέπει να παρέχεται στις επιχειρήσεις σε κάθε περίπτωση υπαγωγής του αντισυμβαλλομένου σε συλλογικές διαδικασίες αφερεγγυότητας στο πλαίσιο των οποίων διαγράφονται απαιτήσεις, όπως είναι η πτώχευση και η εξυγίανση. Κι αυτό διότι, με βάση τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Ένωσης, η φορολογική αρχή δεν μπορεί να εισπράξει ΦΠΑ επί ποσού μεγαλύτερου από εκείνο που εισπράττει εν τέλει πράγματι η ίδια η επιχείρηση. Ωστόσο, παρά τη δημοσίευση της εν λόγω απόφασης από τις αρχές του 2019 και ενώ έχει ήδη εκδοθεί σημαντικός αριθμός σχετικών αποφάσεων από τα διοικητικά δικαστήρια και εν μέρει και από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, η επίμαχη διάταξη δεν έχει τροποποιηθεί. Έτσι, προκειμένου να ασκήσουν το δικαίωμά τους, οι φορολογούμενοι αναγκάζονται κατά κανόνα να προσφεύγουν δικαστικά, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη συμφόρηση των διοικητικών δικαστηρίων, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η ασάφεια που υπάρχει αναφορικά με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης δεν προάγουν την ασφάλεια δικαίου και την εμπέδωση της εμπιστοσύνης των διοικούμενων στη φορολογική διοίκηση.
Οδηγίες από τη φορολογική διοίκηση για τη μεταχείριση έντοκων χρηματικών δανείων από πλευράς τελών χαρτοσήμου εξακολουθούν να αναμένουν οι φορολογούμενοι, ένα και πλέον έτος από την έκδοση των σχετικών αποφάσεων του ΣτΕ.
Ειδικότερα, με δύο ρηξικέλευθες αποφάσεις του (ΣτΕ 2163/2020 και 2323/2020) έκρινε ότι έντοκα χρηματικά δάνεια χορηγούμενα, έστω και ευκαιριακά, από ήδη υποκείμενο σε ΦΠΑ (επιχειρήσεις) απαλλάσσονται από την επιβολή τελών χαρτοσήμου. Πιο συγκεκριμένα, το ΣτΕ δέχθηκε ότι έντοκα δάνεια από υποκείμενο στο φόρο απαλλάσσονται από την επιβολή τελών χαρτοσήμου, δεδομένου ότι οι τόκοι ως αντάλλαγμα βρίσκονται στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ και απαλλάσσονται από τον φόρο αυτό. Οι προϋποθέσεις για την απαλλαγή έχουν ως εξής: (α) δάνεια που παρέχονται από υποκείμενο στον ΦΠΑ, (β) εντόκως, όπου ο τόκος αποτελεί το αντάλλαγμα για την παροχή της πίστωσης και (γ) ακόμα και ευκαιριακά, χωρίς δηλαδή η παροχή πιστώσεων να αποτελεί κύρια δραστηριότητα του δανειοδότη. Μάλιστα, η διατύπωση του ΣτΕ κρίνεται ως αρκετά γενική ώστε με απόλυτο τρόπο καταργεί την επιβολή τελών χαρτοσήμου στα δάνεια που πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις. Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ως εξόχως σημαντική για τον χώρο του φορολογικού δικαίου, καθώς επιλύεται ένα ζήτημα που διαχρονικά απασχολούσε την ελληνική νομολογία και προκαλούσε ανασφάλεια στις ελληνικές επιχειρήσεις ενώ, παράλληλα, διευκολύνεται η χρηματοδότησή τους από την στιγμή που απαλλάσσονται από ένα πρόσθετο κόστος κατά την προσπάθεια άντλησης κεφαλαίων. Ωστόσο, η μη παροχή σχετικών διευκρινίσεων από τη φορολογική διοίκηση προς την κατεύθυνση αυτή, τόσο προς τους ελεγκτές της όσο και προς τους φορολογούμενους, προκαλεί σύγχυση και προβληματισμούς στο πλαίσιο φορολογικών ελέγχων, επιτείνει αδικαιολόγητα την ανασφάλεια των φορολογούμενων και, εν γένει, δεν συμβαδίζει με την αρχή της χρηστής διοίκησης.
Τροποποίηση επήλθε στο καθεστώς για τη στήριξη επιχειρήσεων με τη μορφή επιδότησης παγίων δαπανών.
Συγκεκριμένα, τα ποσά ενίσχυσης με τη μορφή πιστωτικού προς τη φορολογική αρχή και τον e-ΕΦΚΑ που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο της ενίσχυσης με τη μορφή επιδότησης παγίων δαπανών και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν έως την 31η Δεκεμβρίου 2021, μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν μέχρι την 30ή Ιουνίου 2022 για όσες επιχειρήσεις δεν τα χρησιμοποίησαν στο σύνολό τους, σύμφωνα με τη δήλωση που έχει ήδη υποβληθεί. Ειδικότερα, η ενίσχυση κατά το μέρος που αφορά δικαίωμα έκπτωσης από φορολογικές οφειλές, εφαρμόζεται ως έκπτωση από φορολογικές υποχρεώσεις των ετών 2021 και 2022, οι οποίες καθίστανται πληρωτέες από την 1η Ιουλίου 2021 έως την 30ή Ιουνίου 2022, ενώ κατά το μέρος που αφορά κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών, το ποσό ενίσχυσης εντάσσεται ως πιστωτικό υπόλοιπο στις μερίδες των δικαιούχων επιχειρήσεων και συμψηφίζεται με τις τρέχουσες ασφαλιστικές υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις των μισθολογικών περιόδων Ιουνίου 2021 έως και Μαΐου 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!