Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

ΚΦΑΣ

ΠΟΛ. 1092/14-6-2010 Παροχή διευκρινίσεων για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 75 και 76 καθώς και της παραγράφου 1 του άρθρου 81 του ν.3842-2010

ΠΟΛ. 1092/14.6.2010: Παροχή διευκρινίσεων για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 75 και 76 καθώς και της παραγράφου 1 του άρθρου 81 του ν.3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄) «Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις.

ΓΕΝΙΚΑ

Στο φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 58 Α΄) με ημερομηνία 23/4/2010 δημοσιεύτηκε ο νόμος 3842/2010. Με τις διατάξεις των άρθρων 75 και 76 καθώς και της παραγράφου 1 του άρθρου 81 αυτού του νόμου επέρχονται αλλαγές στο νόμο 2523/1997.

Για την ομοιόμορφη εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων σας παρέχουμε τις πιο κάτω οδηγίες και διευκρινίσεις ανά άρθρο και παράγραφο του νέου άρθρου.

Αρθρο 75

Πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων

Κυρώσεις - Ποινές

Παράγραφος 1

Ορισμός νέων ορίων προστίμων

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίστανται οι υποπεριπτώσεις αα΄, αβ΄, και αγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 και:

Α) ορίζεται νέο ύψος προστίμου για ορισμένες παραβάσεις και

Β) στρογγυλοποιείται στην πλησιέστερη εκατοντάδα το ισχύον ύψος προστίμου ανά κατηγορία βιβλίων.

Ειδικότερα:

Α) Το ύψος του προστίμου (ΒΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 1) που εφαρμόζεται για τις αυτοτελείς παραβάσεις των περιπτώσεων α΄ και η΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 5 ορίζεται σε:

- Τετρακόσια (400) ευρώ για τους μη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και για τους τηρούντες βιβλία Α΄ κατηγορίας.

- Οκτακόσια (800) ευρώ για τους υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Β΄ κατηγορίας.

- Χίλια διακόσια (1.200) ευρώ για τους υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Γ΄ κατηγορίας.

Ετσι το συνολικό πρόστιμο που επιβάλλεται για τις αυτοτελείς παραβάσεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 5 (δηλαδή παράλειψη έκδοσης κάθε στοιχείου που ορίζεται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. όπως παραβάσεις μη έκδοσης Δελτίων Αποστολής, μη έκδοση στοιχείου αξίας κάτω των 1.200 ευρώ έκαστου, μη έκδοση του στοιχείου παράδοσης κτισμάτων) και για τις αυτοτελείς παραβάσεις της περίπτωσης η΄ της ιδίας παραγράφου και άρθρου (μη καταχώριση ή ανακριβής καταχώριση στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 στοιχείων που προσδιορίζουν το ύψος της συναλλαγής) υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό της παραπάνω νέας βάσης υπολογισμού επί τον αριθμό των διαπιστούμενων παραλήψεων (αριθμός μη εκδοθέντων στοιχείων ή μη καταχωρίσεων κ.λπ).

Σημειώνεται ότι στις περιπτώσεις παραβάσεων μη έκδοσης στοιχείων ή μη καταχωρίσεων ή ελλιπών καταχωρίσεων στα πρόσθετα βιβλία για τις οποίες δεν καταλογίζονται αυτοτελείς παραβάσεις αλλά μία γενική παράβαση, δεν εφαρμόζεται η πιο πάνω βάση υπολογισμού και το πρόστιμο υπολογίζεται με τη βάση υπολογισμού που ισχύει για τις γενικές παραβάσεις. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η μη έκδοση δελτίων αποστολής από αγρότες ειδικού καθεστώτος που δεν διαπιστώνεται στη διακίνηση και έχει εκδοθεί το τιμολόγιο αγοράς, η μη έκδοση στοιχείων διακίνησης εφόσον έχει εκδοθεί και έχει καταχωρηθεί στα βιβλία το αντίστοιχο στοιχείο αξίας και η μη καταχώριση ή ανακριβής καταχώριση στα πρόσθετα βιβλία συναλλαγών για τις οποίες έχουν εκδοθεί τα στοιχεία αξίας.

Β) Το ύψος του προστίμου (ΒΑΣΗ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ 1) που εφαρμόζεται για τις λοιπές (πλην των ανωτέρω αναφερόμενων στην περίπτωση Α΄) παραβάσεις (γενικές παραβάσεις ανεξαρτήτως συντελεστή βαρύτητας και λοιπές αυτοτελείς) ορίζεται σε:

- Τριακόσια (300) ευρώ για τους μη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και για τους τηρούντες βιβλία Α΄ κατηγορίας.

- Εξακόσια (600) ευρώ για τους υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Β΄ κατηγορίας.

- Εννιακόσια (900) ευρώ για τους υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Γ΄ κατηγορίας.

Χρόνος έναρξης ισχύος

Η αναφερόμενη στις περιπτώσεις Α΄ και Β΄ της παρούσης παραγράφου Βάση Υπολογισμού ισχύει, σύμφωνα με την περίπτωση ιζ΄ του άρθρου 92 του νόμου 3842/2010, για τις παραβάσεις που διαπράττονται από τον μεθεπόμενο μήνα της δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δηλαδή από 1/6/2010, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους. Δεν ισχύει δηλαδή για παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί μέχρι την 31η Μαΐου 2010 και διαπιστώνονται μετά από την ημερομηνία αυτή οπότε γι΄ αυτές επιβάλλεται το πρόστιμο με βάση υπολογισμού αυτή που οριζόταν με τις προϊσχύουσες διατάξεις.

Παράγραφος 2

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίστανται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 το όριο των οκτακοσίων ογδόντα (880) ευρώ σε χίλια διακόσια (1.200) ευρώ. Η αντικατάσταση του ποσού αυτού γίνεται για νομοτεχνικούς λόγους λόγω της αλλαγής της Βάσης Υπολογισμού ένα (1) που εφαρμόζεται για ορισμένες αυτοτελείς παραβάσεις.

Ετσι μετά την αντικατάσταση αυτή, για τις παραβάσεις που ορίζονται: α) στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 επιβάλλεται πρόστιμο ισόποσο της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους που αποκρύφθηκε εφόσον αυτή είναι άνω των 1.200 ευρώ. Εάν η αξία αυτή είναι μικρότερη των 1.200 ευρώ ανά στοιχείο επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο με τη νέα Βάση Υπολογισμού 1, όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση Α΄ της προηγούμενης παραγράφου . β) στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της αξίας του εικονικού ή πλαστού κ.λπ. στοιχείου που λήφθηκε ή εκδόθηκε κατά περίπτωση ή της αξίας της ανύπαρκτης αγοράς ή του εξόδου που καταχωρήθηκε χωρίς δικαιολογητικό στοιχείο εφόσον η πιο πάνω αξία είναι άνω των 1.200 ευρώ. Εάν αυτή είναι ίση ή κάτω των 1.200 ευρώ τότε για κάθε μία πράξη επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο με τη βάση υπολογισμού (1) όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση Α΄ της προηγούμενης παραγράφου.

Χρόνος έναρξης ισχύος

Αναλόγως με τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο 1 το νέο όριο των 1.200 ευρώ ισχύει για τις παραβάσεις που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5, που διαπράττονται από την 1/6/2010.

Παράγραφοι 3 και 4

Διοικητικός συμβιβασμός

Α) Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 75 προστίθεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 9 του ν.2523/1997 νέο δεύτερο εδάφιο και ορίζεται νέος τρόπος διοικητικής επίλυσης της διαφοράς του προστίμου για ορισμένες κατηγορίες παραβάσεων που είναι ουσιώδεις ή ιδιαίτερα ειδεχθείς.

Κατηγορία παραβάσεων

Η παραπάνω διάταξη αφορά το πρόστιμο που επιβάλλεται για τις:

- Αυτοτελείς παραβάσεις των περιπτώσεων α΄ και η΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 5.

- Παραβάσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 ανεξαρτήτως της αξίας της συναλλαγής ή της αξίας του στοιχείου ή της καταχώρισης.

Περιορισμός προστίμου

Το πρόστιμο που επιβάλλεται για τις πιο πάνω παραβάσεις μειώνεται κατά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς στο ένα δεύτερο (1/2).

Προϋπόθεση της μείωσης αυτής είναι:

- Οταν το ύψος του προστίμου είναι μέχρι 1.200 ευρώ η εφάπαξ καταβολή του ενός δευτέρου αυτού εάν π.χ. το πρόστιμο είναι 1.200 ευρώ πρέπει να καταβληθούν 600 ευρώ.

- Οταν το ύψος του προστίμου είναι άνω των 1.200 ευρώ η καταβολή του 30% του ενός δευτέρου του ποσού του προστίμου. Παράδειγμα για πρόστιμο ύψους 12.000 ευρώ το πρόστιμο μειώνεται στις 6.000 ευρώ εφόσον καταβληθεί άμεσα το 30% των 6.000 ευρώ δηλαδή 1.800 ευρώ.

Χρόνος καταβολής

Το πιο πάνω ποσό πρέπει να καταβληθεί κατά την υπογραφή των οικείων πράξεων ή εντός των δύο επόμενων εργάσιμων για τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες ημερών οπότε στην περίπτωση αυτή γίνεται σχετική μνεία για την υποχρέωση της καταβολής στο πρακτικό συμβιβασμού.

Στην περίπτωση που δεν καταβληθεί το εν λόγω ποσό δεν επιτυγχάνεται διοικητικός συμβιβασμός και το πρόστιμο βεβαιώνεται ολόκληρο χωρίς καμία μείωση.

Χρόνος έναρξης ισχύος

Ο νέος ανωτέρω αναφερόμενος τρόπος διοικητικού συμβιβασμού ισχύει για τις εν λόγω παραβάσεις που διαπράττονται από την 1/6/2010.

Διοικητικός συμβιβασμός προστίμων λοιπών παραβάσεων

Για τα πρόστιμα που επιβάλλονται για τις λοιπές πλην των ανωτέρω αναφερόμενων παραβάσεων εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν.2523/1997.

Στο τέλος της παρούσης επισυνάπτεται νέο σχέδιο εντύπου «ΠΡΑΚΤΙΚΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ Ή ΜΗ ΠΡΟΣΤΙΜΟΥ Κ.Β.Σ.» προσαρμοσμένο με τις νέες διατάξεις περί Διοικητικού Συμβιβασμού.

Β) Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν.2523/1997. Η αντικατάσταση αυτή γίνεται για νομοτεχνικούς λόγους συνεπεία του νέου οριζόμενου τρόπου συμβιβασμού που ορίζεται με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 3 για ορισμένες κατηγορίες παραβάσεων.

Ετσι σύμφωνα με τις νέες ισχύουσες διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν.2523/1997 δεν συντελείται διοικητικός συμβιβασμός εάν δεν καταβληθεί:

- Το ένα δεύτερο (1/2) του προστίμου ή το τριάντα τοις εκατό (30%) του οφειλόμενου προστίμου που επιβάλλεται για ορισμένες παραβάσεις κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο 3.

- Το ένα πέμπτο (1/5) του οφειλόμενου προστίμου για τις λοιπές παραβάσεις.

Καταβολή του υπολοίπου οφειλόμενου προστίμου.

Το ποσό που απομένει μετά από την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5) ή του 30% του οφειλόμενου ποσού καταβάλλεται σε δόσεις κατά τα αναφερόμενα στις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 74 του κ.ν. 2238/1994.

Εάν καταβληθεί ολόκληρο το ποσό του οφειλόμενου προστίμου δηλαδή το 1/3 του επιβαλλόμενου προστίμου ή το ½ του επιβαλλόμενου προστίμου για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο 3 κατά περίπτωση, παρέχεται έκπτωση πέντε τοις εκατό (5%) επί του οφειλόμενου ποσού σύμφωνα με τις ίδιες προαναφερόμενες διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος.

Χρόνος έναρξης ισχύος

Τα αναφερόμενα στο χρόνο έναρξης ισχύος της προηγούμενης παραγράφου 3 εφαρμόζονται αναλόγως.

Παράγραφος 5

Μη εφαρμογή του αφορολόγητου ορίου της κλίμακας του άρθρου 9 του ν.2238/1997 επί επιτηδευματιών που υποπίπτουν σε ουσιώδες ή ειδεχθείς παραβάσεις εφαρμογής των διατάξεων του Κ.Β.Σ.

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής θεσπίζεται ποινή μη εφαρμογής του αφορολόγητου ορίου της κλίμακας του άρθρου 9 του ν.2238/1994 για τις χρήσεις εκείνες για τις οποίες καταλογίζονται σε βάρος φυσικών προσώπων οι ακόλουθες παραβάσεις:

-Αυτοτελείς παραβάσεις των περιπτώσεων α’ και η’ της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 ( παράλειψη έκδοσης στοιχείου του ΚΒΣ, μη καταχώρηση ή ανακριβής καταχώρηση των στοιχείων που προσδιορίζουν το ύψος της συναλλαγής στα πρόσθετα βιβλία που ορίζονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 10 του ΚΒΣ και τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση νόμου και καθιερώνουν την υποχρέωση τήρησης πρόσθετων βιβλίων).

-Παραβάσεις των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 (μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση των στοιχείων του ΚΒΣ που έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των 1200 ευρώ και έκδοση πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων και λήψη εικονικών ή νόθευση αυτών κλπ).

Οταν φορολογούμενος υποπίπτει στις πιο πάνω παραβάσεις δεν δικαιούται το αφορολόγητο ποσό της κλίμακας της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν.2238/1994. Συνεπώς, θα του επιβληθεί φόρος με συντελεστή 10% (δέκα τοις εκατό) επί του ποσού μέχρι των 12.000 ευρώ δηλωθέντος εισοδήματος, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης με την οποία επιβάλλεται φόρος στους φορολογούμενους που δεν προσκομίσουν το απαιτούμενο ελάχιστο ποσό αποδείξεων βάσει του εισοδήματός τους. Διευκρινίζεται ότι δεν θίγεται το αφορολόγητο ποσό που δικαιούται ο φορολογούμενος για τα τέκνα που τον βαρύνουν (περίπτωση α της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου) Περαιτέρω, ο φορολογούμενος οφείλει να δηλώσει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος την παράβαση που αφορά τη διαρρεύσασα χρήση (για την οποία υποβάλλεται η δήλωση) εφόσον του έχει κοινοποιηθεί μέχρι τη λήξη υποβολής της δήλωσης (Για το σκοπό αυτό θα προβλεφθεί ειδική ένδειξη στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος). Η απώλεια του αφορολογήτου ποσού και η υπαγωγή του σε φορολογία λαμβάνει χώρα και όταν έχει ασκηθεί προσφυγή από το φορολογούμενο εναντίον της πράξης επιβολής του προστίμου. Στη συνέχεια, το φορολογητέο εισόδημα της χρήσης εντός της οποίας διαπράχθηκε η παράβαση επαναπροσδιορίζεται από τη φορολογούσα Αρχή κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 66,67 και 68 του ν.2238/1994. Είναι αυτονόητο ότι σε περίπτωση δικαίωσης του φορολογουμένου, ενεργείται νέα εκκαθάριση κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη το αφορολόγητο ποσό.

Χρόνος έναρξης ισχύος

Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται για τις ανωτέρω αναφερόμενες παραβάσεις που διαπράττονται από 1/6/2010 δηλαδή για τη διανυόμενη χρήση (π.χ. 1/1 - 31/12/2010) και τις μετέπειτα.

Αρθρο 76

Αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων επιτηδευματιών

Αδικήματα φοροδιαφυγής

Παράγραφος 1

Αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων επιτηδευματιών

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής επήλθαν μεταβολές στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν.2523/1997 σχετικά με την προβλεπόμενη ποινή της αναστολής λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων των επιτηδευματιών σε ορισμένες περιπτώσεις φορολογικών παραβάσεων και φοροδιαφυγής.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, επιβάλλεται πλέον υποχρεωτικά εκ του νόμου με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από πρόταση της Διεύθυνσης Ελέγχου, για διάστημα μέχρι ένα (1) μήνα, η αναστολή λειτουργίας του καταστήματος, γραφείου, εργοστασίου, εργαστηρίου, αποθήκης και γενικά κάθε επαγγελματικής εγκατάστασης του υπόχρεου επιτηδευματία, κάθε φορά που :

α. παρεμποδίζεται η διενέργεια του φορολογικού ελέγχου με τη χρήση βίας ή απειλών κατά των ελεγκτικών οργάνων ή

β. διαπιστώνεται από διαφορετικούς κάθε φορά φορολογικούς ελέγχους για τουλάχιστον δύο φορές, μέσα στην ίδια ή την επόμενη χρήση, ότι :

- δεν εκδόθηκε ή εκδόθηκε ανακριβώς το προβλεπόμενο από το π.δ.186/1992 (Κ.Β.Σ.) στοιχείο κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, εφόσον αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής ή

- δεν έχουν καταχωρηθεί στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του π.δ. 186/1992 συναλλαγές για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα οικεία στοιχεία εσόδων, εφόσον αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής ή

γ. διαπιστώνεται από τον ίδιο φορολογικό έλεγχο για τουλάχιστον τρείς (3) διαφορετικές συναλλαγές (παραβάσεις) ότι :

- δεν εκδόθηκε ή εκδόθηκε ανακριβώς το προβλεπόμενο από το π.δ. 186/1992 (Κ.Β.Σ.) στοιχείο κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, εφόσον αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής ή

- δεν έχουν καταχωρηθεί στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του π.δ. 186/1992 συναλλαγές για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα οικεία στοιχεία εσόδων, εφόσον αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής.

Στις παραπάνω περιπτώσεις η διακίνηση αγαθών χωρίς την ύπαρξη του προβλεπόμενου συνοδευτικού στοιχείου θεωρείται ως μη έκδοση του στοιχείου αυτού.

Τα ανωτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 92 του ν.3842/2010, ισχύουν για παραβάσεις των ως άνω περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄, που διαπιστώνονται από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, δηλαδή από 23/4/2010 και μετά. Σημειώνεται δε ότι ειδικά για τις παραβάσεις της περίπτωσης β΄ οι ως άνω διατάξεις ενεργοποιούνται με μόνη την προϋπόθεση ότι υφίσταται υποτροπή η οποία διαπιστώνεται από 23/4/2010 και μετά , ανεξάρτητα αν η προηγούμενη ή οι προηγούμενες της υποτροπής παραβάσεις διαπιστώθηκαν ενδεχομένως πριν την ημερομηνία αυτή. Δηλαδή, ειδικά στις εν λόγω περιπτώσεις (παραβάσεις περίπτωσης β΄) η διαδικασία αναστολής των επαγγελματικών εγκαταστάσεων ενεργοποιείται για παραβάσεις που είτε έχουν ήδη διαπιστωθεί έστω και για μία φορά πριν τις 23/4/2010 και διαπιστώνεται εκ νέου παράβαση από την ημερομηνία αυτή και μετά είτε βεβαίως διαπιστώνονται για τουλάχιστον δύο φορές από την εν λόγω ημερομηνία και μετά, με την προϋπόθεση όμως, σε κάθε περίπτωση, ότι οι ως άνω παραβάσεις διαπιστώθηκαν μέσα στην ίδια ή την αμέσως επόμενη κάθε φορά χρήση.

Περαιτέρω, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, σε περίπτωση επανάληψης, αλλά και κάθε νέας επανάληψης, οποιασδήποτε από τις προαναφερόμενες παραβάσεις εντός τριών (3) ετών από την έκδοση της απόφασης αναστολής λειτουργίας του Υπουργού Οικονομικών, επιβάλλεται η αναστολή λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων του υπόχρεου επιτηδευματία για μεγαλύτερο πλέον χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα για διάστημα μέχρι και έξι (6) μηνών. Ως αφετηρία για τον υπολογισμό της παραπάνω τριετίας λαμβάνεται η ημερομηνία έκδοσης της πρώτης ή της προηγούμενης, κατά περίπτωση, απόφασης για την αναστολή λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων του υπόχρεου επιτηδευματία, ανεξάρτητα από το χρόνο εκτέλεσης αυτής.

Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων της μίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων, αναστέλλεται η λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων του υπόχρεου επιτηδευματία, ανεξάρτητα από την εγκατάσταση στην οποία διαπιστώθηκε η κάθε παράβαση και ότι οι παραπάνω διατάξεις έχουν εφαρμογή ανεξάρτητα από τυχόν επιτευχθείσα διοικητική επίλυση των επιβαλλόμενων οικείων προστίμων του π.δ.186/1992 (Κ.Β.Σ.) ή από την άσκηση προσφυγής από τον υπόχρεο κατά των σχετικών αποφάσεων επιβολής προστίμου.

Εξάλλου, σε σχέση με την εκτέλεση της υπουργικής απόφασης αναστολής λειτουργίας, τονίζεται ότι αυτή εκτελείται και στις περιπτώσεις εκείνες που από το χρόνο διαπίστωσης της παράβασης μέχρι το χρόνο εκτέλεσης της απόφασης έχει επέλθει αλλαγή στη νομική μορφή ή στο πρόσωπο του φορέα της επιχείρησης, με την προϋπόθεση ότι κατά το χρόνο εκτέλεσης της απόφασης η επιχείρηση εξακολουθεί να λειτουργεί στον ίδιο χώρο με ίδιο ή συναφές αντικείμενο εργασιών και συμμετέχουν σε αυτή ένα ή περισσότερα από τα αρχικά της μέλη, δηλαδή μέλη που συμμετείχαν στην επιχείρηση κατά το χρόνο διαπίστωσης της παράβασης.

Τονίζεται επίσης ότι η εκτέλεση της παραπάνω απόφασης ουδεμία ασκεί επιρροή στις ενοχικές σχέσεις του επιτηδευματία με τους μισθωτούς που συνδέονται με αυτόν με σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας.

Ως προς τη διαδικασία εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν τα οριζόμενα στην Κοινή Υπουργική Απόφαση (Κ.Υ.Α.) 1135781/4484/17.12.97 (ΦΕΚ Β’ 6/1998), η οποία κοινοποιήθηκε με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1019/20.1.1998, όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει με την 1106210/3960/ΔΕ-Γ’/7.11.2000 (ΦΕΚ Β’ 1442/2000) Κ.Υ.Α. των Υπουργών Οικονομικών & Δημόσιας Τάξης.

Σημειώνεται ότι για τις διαπιστούμενες κατά τα ανωτέρω παραβάσεις από 23/4/2010 και μετά οι Δ.Ο.Υ. και τα Ελεγκτικά Κέντρα δεν θα αποστέλλουν σχετικά δεδομένα στη Δ/νση Ελέγχου για την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, καθότι αυτά θα αντλούνται από σχετικές βάσεις δεδομένων μέσω και με τη συνδρομή της Γ.Γ.Π.Σ.

Συνεπώς, εφεξής δεν θα αποστέλλονται πλέον οι μέχρι τώρα προβλεπόμενες από τις εγκυκλίους ΠΟΛ.1317/2.12.1997 και 1019/20.1.1998 μηνιαίες καταστάσεις με τα στοιχεία παραβάσεων του άρθρου 13, παρ. 1 του ν.2523/1997.

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, παρατίθενται τα ακόλουθα παραδείγματα:

Παράδειγμα 1ο

Εστω ότι για επιχείρηση πώλησης αγαθών διαπιστώθηκε κατά το 2009 (χρήση 2009) παράβαση μη έκδοσης μιας απόδειξης λιανικής πώλησης και ότι για την ίδια επιχείρηση διαπιστώνεται εκ νέου όμοια παράβαση τον Ιούνιο του 2010 (χρήση 2010).

Στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή οι ανωτέρω διατάξεις και με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών θα ανασταλεί η λειτουργία των επαγγελματικών εγκαταστάσεων της επιχείρησης μέχρι ένα (1) μήνα.

Παράδειγμα 2ο

Εστω ότι για επιτηδευματία με υποχρέωση τήρησης πρόσθετων βιβλίων της παρ.5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. διαπιστώθηκε από ελέγχους που έγιναν το Μάιο και τον Ιούνιο του 2010 η μη καταχώρηση συναλλαγών στα πρόσθετα βιβλία (π.χ. μη καταχώρηση πελατών, ασθενών, μαθητών, οχημάτων κ.λπ., ανάλογα με την περίπτωση) για τις οποίες δεν είχαν εκδοθεί στοιχεία εσόδων (π.χ. αποδείξεις παροχής υπηρεσιών).

Στην περίπτωση αυτή έχουν επίσης εφαρμογή οι ανωτέρω διατάξεις όπως και στο προηγούμενο παράδειγμα.

Παράδειγμα 3ο

Εστω ότι για επιχείρηση πώλησης αγαθών διαπιστώνεται από έλεγχο που γίνεται τον Ιούνιο του 2010 η μη έκδοση τριών αποδείξεων λιανικής πώλησης σε τρείς διαφορετικούς πελάτες.

Ομοίως, και στην περίπτωση αυτή έχουν επίσης εφαρμογή οι ανωτέρω διατάξεις όπως και στα προηγούμενα παραδείγματα.

Παράδειγμα 4ο

Εστω ότι για τον επιτηδευματία του 2ου παραδείγματος διαπιστώνεται εκ νέου το έτος 2011, μετά την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για την αναστολή λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεών του, ότι δεν έχει καταχωρήσει στα πρόσθετα βιβλία συγκεκριμένη συναλλαγή για την οποία δεν είχε εκδοθεί στοιχείο εσόδων.

Στην περίπτωση αυτή θα ανασταλεί εκ νέου η λειτουργία των επαγγελματικών εγκαταστάσεων του επιτηδευματία για διάστημα αυτή τη φορά μέχρι έξι (6) μηνών.

Παράγραφος 2

Αδίκημα φοροδιαφυγής για μη εφαρμογή διατάξεων του Κ.Β.Σ.

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής κατ’αρχήν αντικαθίσταται ο τίτλος του άρθρου 19 του ν.2523/1997, ώστε να καταλαμβάνει και τις νέες περιπτώσεις αδικημάτων φοροδιαφυγής που θεσπίζονται με τις ίδιες διατάξεις, πέραν των ήδη προβλεπόμενων περιπτώσεων πλαστών, εικονικών ή νοθευμένων φορολογικών στοιχείων.

Περαιτέρω, με τις εν λόγω διατάξεις, προστίθεται νέα παράγραφος 5 στο ως άνω άρθρο 19 του ν.2523/1997, με την οποία θεσπίζεται ως αδίκημα φοροδιαφυγής, τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) μηνών, η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση των προβλεπόμενων από το π.δ.186/1992 (Κ.Β.Σ.) στοιχείων κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών ή η μη καταχώρηση στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ίδιου π.δ. συναλλαγών για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα οικεία στοιχεία εσόδων, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ίδιου νόμου, όπως πλέον ισχύουν, για την αναστολή λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων των επιτηδευματιών. Σε περίπτωση επανάληψης αλλά κάθε νέας επανάληψης οποιασδήποτε από τις προαναφερόμενες παραβάσεις εντός τριών (3) ετών από την έκδοση της απόφασης αναστολής λειτουργίας του Υπουργού Οικονομικών, η ποινή είναι αυστηρότερη καθόσον προβλέπεται πλέον για τον υπόχρεο επιτηδευματία φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.

Οι διαπραττόμενες σύμφωνα με τα προαναφερόμενα παραβάσεις, συνιστούν αυτοτελή και ανεξάρτητα ποινικά αδικήματα από τα λοιπά προβλεπόμενα αδικήματα του ν.2523/1997 όπως ισχύει και συνεπώς υφίσταται αυτοτελής υποχρέωση για σύνταξη και υποβολή στον αρμόδιο εισαγγελέα μηνυτήριας αναφοράς από τη φορολογική αρχή που διενεργεί τον έλεγχο και διαπιστώνει τις παραπάνω παραβάσεις (Δ.Ο.Υ. ή Σ.Δ.Ο.Ε. ή Ελεγκτικό Κέντρο), μετά επικυρωμένων αντιγράφων των σχετικών εκθέσεων ελέγχου Κ.Β.Σ. και των οικείων αποφάσεων επιβολής προστίμου, εφαρμοζομένων και εν προκειμένω των διατάξεων του άρθρου 21, παρ.2 κλπ του ν.2523/1997 όπως ισχύουν (σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ.1274/31.12.1999). Εξαιρετικά, στις περιπτώσεις παραβάσεων της περίπτωσης β΄ της προηγούμενης παραγράφου της παρούσας, καθώς και στις περιπτώσεις επανάληψης της παράβασης εντός τριών ετών από την έκδοση απόφασης αναστολής λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων, εφόσον ο έλεγχος διενεργείται από το Σ.Δ.Ο.Ε. ή Ελεγκτικό Κέντρο, η αρμόδια για τον υπόχρεο επιτηδευματία Δ.Ο.Υ. ενημερώνει την υπηρεσία του Σ.Δ.Ο.Ε. ή το Ελεγκτικό Κέντρο που διαπίστωσε την κατ΄ επανάληψη διαπιστωθείσα παράβαση ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παραγράφου 5 του άρθρου 19 του ν.2523/1997, προκειμένου οι υπηρεσίες αυτές που διαπίστωσαν την παράβαση να ενεργήσουν τα δέοντα ως αρμόδιες υπηρεσίες για την υποβολή της μηνυτήριας αναφοράς.

Επισημαίνεται ότι για να τύχει εφαρμογής για τις ως άνω εν γένει περιπτώσεις η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του ν.2523/1997 περί άρσης του αξιοποίνου λόγω συμβιβασμού, απαιτείται συνολικός διοικητικός ή δικαστικός συμβιβασμός των οικείων προστίμων του Κ.Β.Σ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή, στις περιπτώσεις δε διάπραξης περισσότερων της μίας παραβάσεων ο συμβιβασμός απαιτείται να επιτυγχάνεται για όλες τις παραβάσεις αυτές. Συνεπώς, ο συμβιβασμός των προστίμων για ορισμένες μόνο παραβάσεις ή βεβαίως η άσκηση σχετικής προσφυγής από τον υπόχρεο, δεν αίρουν την υποχρέωση της φορολογικής αρχής για τη σύνταξη και αποστολή μηνυτήριας αναφοράς στον αρμόδιο εισαγγελέα.

Παράγραφος 3

Εναρξη ισχύος των ως άνω νέων ποινικών διατάξεων

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, οι ανωτέρω νέες ποινικές διατάξεις εφαρμόζονται για αδικήματα που διαπράττονται από την 1.6.2010 και μετά. Δηλαδή, οι εν λόγω ποινικές διατάξεις εφαρμόζονται για τις προαναφερόμενες παραβάσεις του Κ.Β.Σ. οι οποίες αναφέρονται και στην παράγραφο 1 του άρθρου 13 του ν.2523/1997, όπως πλέον αυτή ισχύει, που διαπράττονται από την παραπάνω ημερομηνία και μετά, για τις οποίες πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις της εν λόγω παραγράφου για την αναστολή λειτουργίας των επαγγελματικών εγκαταστάσεων των επιτηδευματιών και ανεξαρτήτως του χρόνου έκδοσης της οικείας απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για την αναστολή λειτουργίας.

Λοιπά σχετικά θέματα

Για την παρακολούθηση της εφαρμογής των διατάξεων των παραπάνω παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 76 του ν.3842/2010, έχει ήδη αναρτηθεί στο site της Δ/νσης Ελέγχου που λειτουργεί στο εσωτερικό δίκτυο του Υπουργείου, στην επιλογή «Θέματα Ποινών», φόρμα προς συμπλήρωση με τον τίτλο «Μηνιαίο Δελτίο Μηνυτήριων Αναφορών άρθρου 76, παρ.2 ν.3842/2010», η οποία θα συμπληρώνεται με τα στοιχεία των υποβαλλόμενων κάθε μήνα στον αρμόδιο εισαγγελέα μηνυτήριων αναφορών από τις Δ.Ο.Υ. και τα Ελεγκτικά Κέντρα και θα αποστέλλεται από τις υπηρεσίες αυτές ηλεκτρονικά στη Δ/νση Ελέγχου μέχρι την 5η ημέρα του αμέσως επόμενου μήνα. Επί μη υποβολής μηνυτήριων αναφορών θα αποστέλλεται η παραπάνω φόρμα με την ένδειξη μηδέν.

Επισημαίνεται ότι στη Δ/νση Ελέγχου θα αποστέλλονται τα σχετικά δεδομένα αποκλειστικά με την ανωτέρω διαδικασία και δεν θα κοινοποιούνται οι ίδιες οι υποβαλλόμενες στον αρμόδιο εισαγγελέα μηνυτήριες αναφορές.

Σε ότι αφορά την αποστολή στοιχείων για τις μηνυτήριες αναφορές που θα υποβάλλονται από τις υπηρεσίες του Σ.Δ.Ο.Ε., για το θέμα αυτό θα δοθούν αρμοδίως σχετικές οδηγίες προς τις υπηρεσίες αυτές από τις κεντρικές υπηρεσίες του Σ.Δ.Ο.Ε.

Με την ευκαιρία αυτή παρακαλούμε εφεξής να μην κοινοποιούνται από τις Δ.Ο.Υ. και τα Ελεγκτικά Κέντρα στα Γραφεία Υπουργού και Υφυπουργού τα έγγραφά τους που αφορούν τη λήψη των μέτρων διασφάλισης των συμφερόντων του δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.2523/1997, όπως ισχύουν.

Σε σχέση επίσης με το ίδιο θέμα της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 14 του ν.2523/1997 επισημαίνουμε και πάλι, σε συνέχεια των εγκυκλίων ΠΟΛ.1084/19.6.2009 και 1076120/12585/ΔΕ-Γ/3-8-09, ότι τα ανωτέρω έγγραφα των Δ.Ο.Υ και των Ελεγκτικών Κέντρων, πέραν της ενημέρωσης όλων των Δ.Ο.Υ., απευθύνονται πλέον, ύστερα από τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του ν.3763/2009, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και στην Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα και όχι στην Ελληνική Ενωση Τραπεζών και στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.

Κατόπιν αυτών και επειδή παρατηρείται ότι πολλές υπηρεσίες συνεχίζουν να αποστέλλουν τα ως άνω έγγραφα στην Ελληνική Ενωση Τραπεζών και στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, επανερχόμεθα και εφιστούμε όλως ιδιαιτέρως την προσοχή για την πιστή εφαρμογή των ανωτέρω εγκυκλίων και την αποστολή των σχετικών εγγράφων στους ορθούς αποδέκτες.

Αρθρο 81

«Επιβολή προστίμων όταν οι παραβάσεις αποδεικνύονται με αντικειμενικά δεδομένα και εκπόνηση κλαδικών εγχειριδίων ελέγχου»

Παράγραφος 1

Γενικά

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού προστίθεται στο ν.2523/1997 νέο άρθρο 9 Α «Επιβολή προστίμου κατά τη διάρκεια του ελέγχου». Με το άρθρο αυτό που έχει τρεις παραγράφους, θεσπίζεται για πρώτη φορά η άμεση επιτόπια έκδοση της Απόφασης Επιβολής Προστίμου (Α.Ε.Π.) για ορισμένες παραβάσεις εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας και ιδιαίτερα των διατάξεων του Κ.Β.Σ., από τους υπαλλήλους που διενεργούν τον έλεγχο.

Παράγραφος 1 του Αρθρου 9 Α

Α. Εκταση εφαρμογής - προϋποθέσεις

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής το μέτρο της επιβολής του προστίμου κατά τη διάρκεια του ελέγχου εφαρμόζεται για παραβάσεις που διαπιστώνονται:

α) Από τα ελεγκτικά όργανα κατά τη διάρκεια της διενέργειας οποιουδήποτε φορολογικού ελέγχου (προληπτικού, τακτικού, προσωρινού),

β) Στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία. Δεν καταλαμβάνει δηλαδή η επιτόπια έκδοση Α.Ε.Π. παραβάσεις που διαπιστώνονται κατά τη διενέργεια ελέγχου στο δρόμο για τη διακίνηση των αγαθών που δεν επιβεβαιώνονται με άμεσο επιτόπιο έλεγχο στην εγκατάσταση του επιτηδευματία και

γ) οι παραβάσεις αυτές πρέπει να στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα και να είναι αδιαμφισβήτητες ώστε ο καταλογισμός τους να μην επηρεάζεται από την υποκειμενική συμπεριφορά του υπόχρεου και από την παροχή διευκρινίσεων εκ μέρους του που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το είδος της παράβασης και το ύψος του επιβλητέου προστίμου.

Β) Διαδικασία έκδοσης - επίδοσης

Τα ελεγκτικά όργανα συντάσσουν επιτόπου στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία την Εκθεση Ελέγχου και εκδίδουν την Απόφαση Επιβολής Προστίμου.

Η Εκθεση Ελέγχου και η Απόφαση Επιβολής Προστίμου επιδίδονται στον υπόχρεο. Η επίδοση γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας (Ν.2717/1999) στα πρόσωπα που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό. Επ΄ αυτού σημειώνεται ότι σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 52 του Κώδικα αυτού, αν ο υπόχρεος φυσικό πρόσωπο επιτηδευματίας, ή ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου απουσιάζει από την επαγγελματική εγκατάσταση που διενεργείται ο έλεγχος, η Εκθεση ελέγχου και η Απόφαση Επιβολής Προστίμου παραδίδονται σε συνεταίρο ή συνεργάτη ή υπάλληλο που εργάζεται στον ίδιο χώρο. Επί άρνησης παραλαβής της Εκθεσης ελέγχου και της Απόφασης Επιβολής Προστίμου, επιδίδονται με θυροκόλληση κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 55 και 56 του Κώδικα αυτού ακολουθουμένης της διαδικασίας που ορίζεται από τα άρθρα αυτά (σύνταξη έκθεσης - πρακτικού επίδοσης κ.λπ.).

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του ιδίου πιο πάνω Κώδικα, αν η επίδοση διενεργηθεί σε ημέρα αργίας ή κατά τη διάρκεια της νύκτας (από 7 το βράδυ έως 7 το πρωί), η επίδοση είναι άκυρη, εκτός αν συναινέσει ενυπόγραφα το πρόσωπο προς το οποίο γίνεται η επίδοση. Στην περίπτωση που το πρόσωπο αυτό δεν συναινεί η Εκθεση Ελέγχου και η Απόφαση Επιβολής Προστίμου δεν θυροκολλούνται εκείνη τη χρονική στιγμή αλλά επιδίδονται ή θυροκολλούνται την επόμενη μέρα μετά το πέρας του χρονικού ορίου απαγόρευσης της κοινοποίησης (βραδινές ώρες, αργία κ.λπ.). Διαφορετικά ακολουθείται η μέχρι τώρα ισχύουσα διαδικασία έκδοσης της Απόφασης Επιβολής Προστίμου, δηλαδή σύνταξη Υπηρεσιακού Σημειώματος Ελέγχου (Υ.Σ.Ε.), κλήση για ακρόαση και έκδοση Απόφασης Επιβολής Προστίμου από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.

Επίσης σημειώνεται ότι για την επιτόπια έκδοση της Α.Ε.Π. κάθε συνεργείο ελέγχου πρέπει να έχει μαζί του στελέχη Αποφάσεων Επιβολής Προστίμου που καθένα θα έχει πρωτόκολλο με διακεκριμένη αρίθμηση ανά συνεργείο και θα είναι σφραγισμένα με την υπηρεσιακή σφραγίδα, παράλληλα δε πρέπει να τηρείται βιβλίο πρωτοκόλλου στη Δ.Ο.Υ.

Στο τέλος της παρούσας επισυνάπτεται σχέδιο εντύπου Απόφασης Επιβολής Προστίμου προσαρμοσμένο με τις πιο πάνω διατάξεις.

Παράγραφος 2 του Αρθρου 9 Α

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής κατονομάζονται οι παραβάσεις των διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων για τις οποίες θεωρείται ότι μπορεί να εκδοθεί άμεσα η Απόφαση Επιβολής Προστίμου επειδή αυτές είναι στα πλαίσια που ορίζονται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου.

Οι παραβάσεις αυτές είναι:

α) Μη επίδειξη των πιο κάτω πρόσθετων βιβλίων του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ.

· Βιβλίο πόρτας (ξενοδοχεία κ.λπ.) περίπτωση α΄ της παραγράφου 5

· Μητρώο μαθητών (φροντιστήρια, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια κ.λπ.) περίπτωση β΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο ασθενών (κλινικές) περίπτωση γα΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο επίσκεψης ασθενών (διαγνωστικά κέντρα) περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο επίσκεψης ασθενών (γιατροί) περίπτωση ια΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο πελατών (κέντρα αισθητικής κ.λπ.) περίπτωση ε΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο πελατών (φυσικοθεραπευτήρια κ.λπ.) περίπτωση ιδ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εκπαιδευόμενων οδηγών (Σχολή Οδηγών) περίπτωση στ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο διάθεσης λαχείων (πράκτορας κρατικών λαχείων) περίπτωση ιβ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο αποθήκευσης (εκμεταλλευτής αποθηκευτικού χώρου) περίπτωση ηβ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο στάθμευσης (παρκινγκ κ.λπ.) περίπτωση θ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο στάθμευσης (σκαφών θαλάσσης ) περίπτωση ιστ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εισερχομένων (συνεργεία κ.λπ.) περίπτωση ι΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εισερχομένων σκαφών θαλάσσης (συνεργεία σκαφών θαλάσσης) περίπτωση ιγ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο κίνησης οχημάτων (επιχειρήσεις ενοικίασης οχημάτων) περίπτωση ιη΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εντολών (μεσίτες αστικών συμβάσεων) περίπτωση ιθ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο μεταχειρισμένων αγαθών (πωλητές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων κ.λπ.) περίπτωση ιε΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο έργων (μηχανήματα έργου) περίπτωση ιζ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου 1 της παραγράφου 10

Στα πιο πάνω βιβλία δεν κατονομάζεται η μη επίδειξη του βιβλίου επισκευής αγαθών που ορίζεται με την περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 5 της παραγράφου 10.

β) Η μη καταχώριση στα πιο κάτω πρόσθετα βιβλία του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ.

· Βιβλίο ποσοτικής παραλαβής (παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ.)

· Βιβλίο πόρτας (ξενοδοχεία) περίπτωση α΄ της παραγράφου 5

· Μητρώο μαθητών (φροντιστήρια, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια κ.λπ.) περίπτωση β΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο ασθενών (κλινικές) περίπτωση γα΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο επίσκεψης ασθενών (διαγνωστικά κέντρα) περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο επίσκεψης ασθενών (γιατροί) περίπτωση ια΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο πελατών (κέντρα αισθητικής κ.λπ.) περίπτωση ε΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο επισκευής αγαθών (επισκευαστής ηλεκτρικών κ.λπ. συσκευών) περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο πελατών (φυσικοθεραπευτήρια κ.λπ.) περίπτωση ιδ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο διάθεσης λαχείων (πράκτορας κρατικών λαχείων) περίπτωση ιβ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο αποθήκευσης (εκμεταλλευτής αποθηκευτικού χώρου) περίπτωση ηβ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο στάθμευσης (παρκινγκ κ.λπ.) περίπτωση θ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο στάθμευσης (σκαφών θαλάσσης ) περίπτωση ιστ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εισερχομένων (συνεργεία κ.λπ.) περίπτωση ι΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εισερχομένων σκαφών θαλάσσης (συνεργεία σκαφών θαλάσσης) περίπτωση ιγ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο κίνησης οχημάτων (επιχειρήσεις ενοικίασης οχημάτων) περίπτωση ιη΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο έργου (εκμεταλλευτής μηχανημάτων έργου) περίπτωση ιζ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο εντολών (μεσίτες αστικών συμβάσεων) περίπτωση ιθ΄ της παραγράφου 5

· Βιβλίο μεταχειρισμένων αγαθών (πωλητές μεταχειρισμένων αυτοκινήτων κ.λπ.) περίπτωση ιε΄ της παραγράφου 5

γ) Μη έκδοση απόδειξης λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών

δ) Μη έκδοση τιμολογίου ή δελτίου αποστολής ή δελτίου ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου 1 του άρθρου 10.

ε) Μη έκδοση φορτωτικής ή δελτίου κίνησης του άρθρου 13α.

Επισήμανση: Επισημαίνεται: α) ότι οι παραπάνω περιπτώσεις παραβάσεων για τις οποίες θα πρέπει να εκδίδεται άμεσα η Απόφαση Επιβολής Προστίμου είναι ενδεικτικές, χωρίς να αποκλείεται η άμεση έκδοση της ΑΕΠ και επί διαπίστωσης άλλων παραβάσεων πλην των ανωτέρω, εφόσον βέβαια καλύπτονται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 (διαπίστωση στην επαγγελματική εγκατάσταση κ.λπ., β) ότι και για την άμεση έκδοση της ΑΕΠ επί διαπίστωσης των πιο πάνω παραβάσεων πρέπει να συντρέχουν υποχρεωτικά οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 (διαπίστωση της παράβασης στην επαγγελματική εγκατάσταση, αδιαμφισβήτητο της παράβασης). Ετσι, π.χ., επί μη επίδειξης των πρόσθετων βιβλίων θα πρέπει να ερευνώνται και άλλοι παράμετροι, όπως αν έχει θεωρηθεί - τηρηθεί το πρόσθετο βιβλίο.

Παράγραφος 3 του Αρθρου 9 Α

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, η Εκθεση Ελέγχου και η Απόφαση Επιβολής Προστίμου υπογράφονται από όλους τους υπαλλήλους που διενεργούν τον έλεγχο και σ’ αυτές γίνεται περιγραφή της παράβασης που διαπράχτηκε και αναγράφεται αφενός η διάταξη του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων που παραβιάστηκε και αφετέρου το πρόστιμο του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 που επιβάλλεται. Συνεπώς, η ως άνω Εκθεση Ελέγχου και η Απόφαση Επιβολής Προστίμου δεν υπογράφονται εν προκειμένω και από άλλα όργανα πέραν των υπαλλήλων που διενεργούν τον έλεγχο, π.χ. από τον προϊστάμενο και τον επόπτη ελέγχου της υπηρεσίας στην οποία αυτοί υπηρετούν. Επίσης, ευνόητο είναι ότι δεν απαιτείται εν προκειμένω η έκδοση Υπηρεσιακού Σημειώματος Ελέγχου ( Υ.Σ.Ε.).

Περαιτέρω, όταν ο έλεγχος διενεργείται από υπαλλήλους του Σ.Δ.Ο.Ε., αντίτυπο της Εκθεσης Ελέγχου και της Απόφασης Επιβολής Προστίμου, μετά την επίδοσή τους στον υπόχρεο ή τη θυροκόλλησή τους λόγω της άρνησης παραλαβής τους, πρέπει να αποστέλλονται άμεσα στην αρμόδια για τον υπόχρεο Δ.Ο.Υ. για τα περαιτέρω, δηλαδή τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, τη βεβαίωση του προστίμου κ.λπ. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 2523/1997.

Επίσης, σημειώνεται ότι σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά Απόφασης Επιβολής Προστίμου που έχει εκδοθεί από υπαλλήλους του Σ.Δ.Ο.Ε., αυτή κατατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 126 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999) είτε στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται είτε στην αρχή που εξέδωσε την πράξη, δηλαδή το Σ.Δ.Ο.Ε. Οταν η προσφυγή εμπεριέχει και αίτημα διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, αυτή κοινοποιείται από το Σ.Δ.Ο.Ε. άμεσα στην αρμόδια για τον υπόχρεο Δ.Ο.Υ., η οποία ενημερώνει το Σ.Δ.Ο.Ε. για την επίτευξη ή μη της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, προκειμένου το τελευταίο, στη περίπτωση που δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς, να διαβιβάσει την προσφυγή και το σχετικό διοικητικό φάκελο στο αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 126, 129 και 149 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομία

Χρόνος έναρξης ισχύος

Οι διατάξεις του νέου άρθρου 9 Α του ν.2523/1997 ισχύουν σύμφωνα με την περίπτωση ιη΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 92 του ν. 3842/2010 από 1/6/2010 για παραβάσεις που διαπιστώνονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!