Άρθρο του Γ. Κωνσταντόπουλου Ο νέος θεσμός της Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης φορολογικών διαφορών
του Γεωργίου Κωνσταντόπουλου,
Δικηγόρου - Μεταπτυχιακού φοιτητή ΠΜΣ Φορολογικού Δικαίου Νομικής Σχολής Αθηνών
Η νομολογία του ΣτΕ, όπως αυτή αποκρυσταλλώθηκε κυρίως με τις γνωστές αποφάσεις 1738/2017, 2934/2017, 2935/2017, 1438/2018 κ.ά, διευθέτησε μια σειρά επίδικων ζητημάτων, τα οποία επί σειρά ετών αντιμετώπιζε με εφεκτικτότητα, και οριοθέτησε με γραμματική σαφήνεια και νομική στιβαρότητα ζητήματα, όπως αυτό της παραγραφής, των «συμπληρωματικών στοιχείων» και της αναδρομικής εφαρμογής ευμενέστερης φορολογικής κύρωσης.
Συνεπεία των ανωτέρω πολλές εκκρεμείς δίκες με αυτούσια αιτήματα δικαστικής προστασίας ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατόπιν των προαναφερθέντων νομολογιακών εξελίξεων, κωλυσιεργούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρ’ όλο που το αποτέλεσμα της απόφασης διαφαίνεται σχεδόν προδιαγεγραμμένο.
Τούτων δοθέντων και δεδομένου ότι πολλές εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις έχουν ήδη παραγραφεί και επίκειται απλώς η τυπική αποπεράτωσή τους με την οποία η εκδοθείσα απόφαση θα δέχεται το αίτημα του ενδίκου μέσου ή βοηθήματος, το Υπουργείο Οικονομικών δια του προσφάτως ψηφισθέντος ν. 4714/2020 με τίτλο «Φορολογικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας της ελληνικής οικονομίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών (ΕΕ) 2017/1852, (ΕΕ) 2018/822, (ΕΕ) 2020/876, (ΕΕ)2016/1164, (ΕΕ) 2018/1910 και (ΕΕ) 2019/475, συνεισφορά Δημοσίου για την αποπληρωμή δανείων πληγέντων δανειοληπτών λόγω των δυσμενών συνεπειών της νόσου COVID-19 και άλλες διατάξεις», συστήνει στο άρθρο 16 Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων.
Δια της εισαγωγής του νεοπαγούς αυτού δικονομικού θεσμού, όπου η ratio της σύστασής της προσιδιάζει με εκείνη της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ως προς τη διήθηση των υποθέσεων, προτού αυτές λάβουν την δικαστική ατραπό, σκοπείται η αποσυμφόρηση της διοικητικής δικαιοσύνης, η αποφυγή περαιτέρω κλυδωνισμού της ασφάλειας δικαίου και ταλαιπωρίας των διαδίκων, η τόνωση των φορολογικών εσόδων και η ταχεία διεκπεραίωση των υποθέσεων υπό τους όρους δίκαιης, ανεπίληπτης και απροσωπόληπτης κρίσης.
Το έργο της Επιτροπής
Έργο της Επιτροπής, σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του Νόμου, είναι «η εξώδικη επίλυση των εκκρεμών ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων φορολογικών διαφορών.
Η Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών συστήνεται στο οργανικό πλαίσιο της Γενικής Γραμματείας Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας με έδρα την Αθήνα και παράρτημα αυτής στη Θεσσαλονίκη επιμεριζόμενη σε τριμελή τμήματα, ο αριθμός των οποίων δεν δύναται να υπερβαίνει τα δέκα. Η συγκρότηση των τμημάτων εξασφαλίζει προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία στα μέλη της, αφού Πρόεδρος έκαστου τμήματος θα ορίζεται πρώην δικαστικός λειτουργός της διοικητικής δικαιοσύνης με βαθμό τουλάχιστον Προέδρου Εφετών, ο οποίος θα πλαισιώνεται από έναν επίσης πρώην δικαστικό λειτουργό, που θα φέρει τουλάχιστον το βαθμό Εφέτη, και από ένα μέλος του κυρίου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ). Εισηγητές των υποθέσεων θα είναι εφοριακοί υπάλληλοι- χωρίς αποφασιστική αρμοδιότητα. Όλων προΐσταται Γενικός Προϊστάμενος, ο οποίος φέρει την ιδιότητα του πρώην μέλους του ΣτΕ ή τουλάχιστον πρώην Προέδρου Εφετών των διοικητικών δικαστηρίων.
Διαδικασία και εύρος υπαγωγής στο ρυθμιστικό πεδίο της Επιτροπής
Σε εκκρεμείς ενώπιον του ΣτΕ και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων διαφορές από πράξη επιβολής φόρους ή προστίμων κατά τη φορολογική νομοθεσία ο διάδικος φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση ενώπιον της Επιτροπής με αίτημα την εξώδικη επίλυσης της διαφοράς για υποθέσεις που εκκρεμούν και δεν έχουν συζητηθεί ως τις 30 Οκτωβρίου 2020.
Δυνατότητα υποβολής σχετικής αίτησης έως τις 30 Οκτωβρίου 2020 υφίσταται και για υποθέσεις, οι οποίες είναι εκκρεμείς ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών μέχρι την ημερομηνία υποβολής και εφόσον μεταβιβαστούν στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια και δεν συζητηθούν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Τελωνειακές διαφορές δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής.
Η υποβολής της αίτησης γίνεται ηλεκτρονικά έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 και γίνεται τυπικώς δεκτή εφ’ όσον το αντίστοιχο ενώπιον της δικαστικής αρχής ένδικο βοήθημα ή μέσο έχει ασκηθεί εγκύρως και εμπροθέσμως. Σε κάθε άλλη περίπτωση το αίτημα εξώδικης επίλυσης απορρίπτεται ως απαράδεκτο.
Οι παραδεκτώς προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του διαδίκου απαριθμούνται περιοριστικώς στην παράγραφο 4 του άρθρου και αφορούν ζητήματα για τα οποία η νομολογία έχει αποφανθεί παγίως. Οι ισχυρισμοί αυτοί πρέπει να έχουν συμπεριληφθεί στα δικόγραφα της ήδη εκκρεμούσας δίκης και να μην προβάλλονται το πρώτον με το αίτημα εξωδικαστικής επίλυσης, άλλως δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν και θεωρείται ότι δεν έχουν προβληθεί νομίμως. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ο διάδικος προσκομίζει με ιδία επιμέλεια τα δικόγραφα της ήδη ανοιγείσας δίκης, προκειμένου να διαπιστωθεί η ταυτότητα των προβαλλόμενων ισχυρισμών.
Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι οι εξής:
(α) Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο λόγω παρόδου του χρόνου εντός του οποίου η Φορολογική Διοίκηση είχε δικαίωμα να διενεργήσει τον φορολογικό έλεγχο ή να καταλογίσει τη φορολογική οφειλή.
(β) Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο λόγω λήψης φορολογικού πιστοποιητικού χωρίς επιφύλαξη.
(γ) Εσφαλμένο καταλογισμό του φόρου λόγω πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης ή αριθμητικού σφάλματος.
(δ) Αναδρομική εφαρμογή της ευμενέστερης φορολογικής κύρωσης.
(ε) Μείωση του πρόσθετου φόρου, του τόκου, των προσαυξήσεων και των προστίμων.
Καθίσταται πρόδηλο ότι για όσο χρονικό διάστημα η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον της Επιτροπής η ανοιγείσα δίκη αναστέλλεται. Η αναστολή δεν καταλαμβάνει την προσωρινή δικαστική προστασία.
Μια σημαντική σημείωση (διαφοροποιείται από την πρακτική της μη σύμπραξης στην ενδικοφανή προσφυγή) αποτελεί ότι η αίτηση υπογράφεται υποχρεωτικά από δικηγόρο.
Πώς αποφαίνεται η Επιτροπή
Η Επιτροπή, αφού διέλθει του αιτήματος βάσει νομολογιακών πρωτίστως κριτηρίων, μπορεί να προτείνει την εν όλω ή εν μέρει αποδοχή του αιτήματος ή την απόρριψη αυτού, σε κάθε περίπτωση, όμως, υποβάλλει συγκεκριμένη πρόταση στον αιτούντα με επαρκή και ειδική αιτιολογία κοινοποιούμενη κατά τους ορισμούς του άρθρου 5 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
Σε περίπτωση αποδοχής της πρότασης από τον αιτούντα συντάσσεται πρακτικό εξώδικης επίλυσης, το οποίο δημοσιεύεται στον οικείο ιστότοπο του Υπουργείου Οικονομικών και επιβεβαιώνεται με την υπογραφή του αιτούντος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιλύεται αμετακλήτως η εκκρεμής διαφορά και δεν χωρεί κατά αυτού καμία προσβολή με κανένα ένδικό μέσο ή βοήθημα υπό την αίρεση ότι θα συντελεστεί η καταβολή του 30% του κυρίου φόρου της συνολικής οφειλής εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την υπογραφή του σχετικού πρακτικού και εν συνεχεία εξοφληθεί το σύνολο της οφειλής στον συμφωνηθέντα αριθμό των εκ του νόμου δόσεων. Σε περίπτωση αθέτησης των ανωτέρω όρων ο συμβιβασμός ανατρέπεται αναδρομικά και όσα ποσά έχουν καταβληθεί λογίζονται ως καταβληθέντα έναντι της αρχικής οφειλής – όπως αυτή εισήχθη το πρώτο ενώπιον της Επιτροπής.
Άλλωστε, το σχετικό πρακτικό εξώδικης επίλυσης συνιστά εκτελεστό τίτλο κατά την έννοια του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η υπόθεση επιστρέφει στο αρμόδιο δικαστήριο, με επιμέλεια της γραμματείας της Επιτροπής στις εξής περιπτώσεις:
- εφόσον δεν εξετάστηκαν έως τις 28 Μαΐου 2021, ημερομηνία κατά την οποία ολοκληρώνεται η εξέταση των αιτήσεων από την Επιτροπή. Θεωρείται ότι απερρίφθησαν σιωπηρώς και επανεισάγονται στο δικάζον δικαστήριο.
- εφόσον η πρόταση της Επιτροπής δεν γίνει αποδεκτή από τον αιτούντα. Συντάσσεται πρακτικό ματαίωσης και η ανασταλείσα δίκη συνεχίζεται.
Αντί Επιλόγου
Εν αναμονή των εγκυκλίων, οι οποίες προαναγγέλλονται ήδη στην παράγραφο 11 του εν λόγω άρθρου, αναμένεται να εξειδικευτούν περαιτέρω επιμέρους ζητήματα που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία της Επιτροπής, την διαδικασία ενώπιον αυτής, τον τρόπο έκδοσης των αποφάσεων και των δικαιολογητικών που θα συνοδεύουν την αίτηση, την έναρξη λειτουργίας τους και άλλων ειδικότερων πτυχών του νέου θεσμού.
Το εγχείρημα προοιωνίζεται θετικές εξελίξεις, παρά τις κατά καιρούς παλαιότερες αποτυχημένες απόπειρες, στο πεδίο αποσυμφόρησης της διοικητικής δικαιοσύνης και επιτάχυνσης απονομής της και τούτο διότι οι κρινόμενες υποθέσεις εμπίπτουν σε ένα ήδη αποκρυσταλλωμένο νομολογιακό πλαίσιο και επιπροσθέτως η κρίση τους επαφίεται σε δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι πλην της προσωπικής και λειτουργικής προστασίας που απολαμβάνουν, διαθέτουν τα επιστημονικά εχέγγυα για να διεκπεραιώσουν με αποτελεσματικότητα και ταχύτητα την διαδικασία.
Άλλωστε, ο συγκεκριμένος (σχετικά μικρός) χρόνος ζωής της υπό σύσταση Επιτροπής, η επιδίωξη διεξαγωγής οκτώ κατ’ ελάχιστον συνεδριάσεων ανά μήνα και η αποκτηθείσα κουλτούρα χρηστής και λυσιτελούς διευθέτησης των υποθέσεων από την ΑΑΔΕ, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της ΔΕΔ, η οποία κατά το 2019 εξέτασε 91% επί του συνόλου των υποβληθεισών ενδικοφανών προσφυγών, διαμορφώνουν ελπιδοφόρες προοπτικές, εφ’ όσον στο νέο ρυθμιστικό πλαίσιο καταφύγουν εγκαίρως και οι διάδικοι φορολογούμενοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!