ΠΟΛ. 1240/2-12-1999 Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 του Ν.2753-1999 και παροχή άμεσων οδηγιών για αντιμετώπιση ορισμένων θεμάτων εφαρμογής των διατάξεων αυτών στον Κ.Β.Σ. και στα Πρόστιμα
ΥΠΟΙΚ 1113619/831/0015/ΠΟΛ.1240/2.12.1999 Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 του Ν.2753/1999 (ΦΕΚ 249/Α`/17.11.1999) και παροχή άμεσων οδηγιών για αντιμετώπιση ορισμένων θεμάτων εφαρμογής των διατάξεων αυτών
Στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως 249 (τεύχος Α`), με ημερομηνία 17.11.1999, δημοσιεύτηκε ο Ν.2753/1999, με τις διατάξεις του οποίου (άρθρα 9 και 10) επέρχονται αλλαγές στις διατάξεις του Π.Δ.186/1992 "ΚΒΣ" και του Ν.2523/1997 (σε ό,τι αφορά τα πρόστιμα του ΚΒΣ).
Στη συνέχεια θα ακολουθήσει λεπτομερής ερμηνευτική εγκύκλιος, με την οποία θα δοθούν σχετικές οδηγίες για την ομοιόμορφη εφαρμογή τους, επειδή, όμως, ορισμένες διατάξεις κρίνονται άμεσης προτεραιότητας για ενημέρωση των Υπηρεσιών και των ενδιαφερομένων, παρέχονται διευκρινίσεις ως εξής.
Αρθρο 9
1. Αύξηση ορίων απαλλασσομένων επιτηδευματιών (παρ. 2)
Αυξάνονται τα όρια των απαλλασσομένων επιτηδευματιών από την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων λιανικής πώλησης, ως εξής:
Πωλούντες αγαθά Από 1.800.000 δρχ. σε 2.500.000 δρχ.
Παρέχοντες υπηρεσίες Από 600.000 δρχ. σε 1.000.000 δρχ.
(Ισχύς από 1η Ιανουαρίου 2000, με βάση τα έσοδα της χρήσης 1/1-31.12.1999).
2. Αύξηση ορίων ένταξης σε κατηγορία βιβλίων (παρ. 3)
Αυξάνονται τα όρια ένταξης σε κατηγορίες βιβλίων ως εξής:
Οριο Α` Από 18.000.000 δρχ. σε 25.000.000 δρχ. κατηγορίας (Αγορών)
Οριο Β` Από 250.000.000 δρχ. σε 300.000.000 δρχ. κατηγορίας (Εσόδων- εξόδων)
Οριο Γ` Ανω των 250.000.000 δρχ.σε άνω των 300.000.000 δρχ. κατηγορίας (Λογιστικά βιβλία)
(Ισχύς από 1η Ιανουαρίου 2000, με βάση τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 1/1-31.12.1999).
3. Οριο τήρησης βιβλίου απογραφών στη δεύτερη κατηγορία βιβλίων (παρ. 4)
Καθορίζεται ως όριο ακαθαρίστων εσόδων (από πώληση αγαθών), για την τήρηση βιβλίου απογραφών για τους επιτηδευματίες της δεύτερης κατηγορίας, το όριο τήρησης βιβλίων Α` κατηγορίας (25.000.000 δρχ.). (Ισχύς από την απογραφή της 31.12.1999).
4. Αύξηση ορίων τήρησης βιβλίων αποθήκης (παρ. 5)
Αυξάνονται τα όρια τήρησης βιβλίου αποθήκης ως εξής:
Χονδροπωλητή ή κατά κύριο λόγο χονδροπωλητή Από 500.000.000 δρχ. σε 650.000.000 δρχ.
Πωλήσεις αγαθών μετά από επεξεργασία,
επεξεργασία για λογαριασμό τρίτων Από 500.000.000 δρχ. σε 650.000.000 δρχ.
Λιανοπωλητή ή κατά κύριο λόγο λιανοπωλητή
- Ως προς την εισαγωγή Από 700.000.000 δρχ. σε 900.000.000 δρχ.
- Ως προς την εξαγωγή Από 800.000.000 δρχ. σε 1.000.000.000 δρχ.
Επιτηδευματία που πωλεί αγαθά εκτός της χώρας, επεξεργασία για λογαριασμό κατοίκου άλλης χώρας Από 900.000.000 δρχ. σε 1.200.000.000 δρχ. (ποσοστό άνω του 80%)
(Ισχύς από 1η Ιανουαρίου 2000, με βάση τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 1999).
5. Κατάργηση για τους υπόχρεους αναλυτικής λογιστικής της αυτοτελούς κρίσης των κλάδων (εμπορίας και επεξεργασίας) για την τήρηση βιβλίου αποθήκης - Προθεσμία υποβολής αιτήσεων στην Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων (παρ. 8)
Από 1ης Ιανουαρίου 2000 οι υπόχρεοι τήρησης αναλυτικής λογιστικής, όταν έχουν δύο (2) κλάδους (εμπορίας και επεξεργασίας), παύουν να κρίνονται αυτοτελώς και, εφόσον υποχρεούνται στην τήρηση βιβλίου αποθήκης για τον ένα κλάδο, τηρούν και για τον άλλο κλάδο.
Διευκρινίζεται ότι όσοι από τους επιτηδευματίες της προαναφερόμενης περίπτωσης κρίνουν ότι θα αντιμετωπίσουν δυσχέρειες στην τήρηση του βιβλίου αποθήκης και παραγωγής κοστολογίου από 1.1.2000, για κλάδο που μέχρι την ισχύ της παραγράφου αυτής δεν είχαν σχετική υποχρέωση με βάση την αντικαθιστώμενη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 8, γίνεται δεκτό, λόγω της πρώτης εφαρμογής, να υποβάλουν σχετική αίτηση στην Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του Κώδικα μέχρι 31.1.2000.
6. Αναγραφή στο βιβλίο παραγωγής - κοστολογίου των κανόνων καταμερισμού του εργοστασιακού κόστους (παρ. 10)
Καθιερώνεται για τις επιχειρήσεις επεξεργασίας (βιομηχανικές και βιοτεχνικές) υποχρέωση αναγραφής στο βιβλίο παραγωγής - κοστολογίου ή τεχνικών προδιαγραφών (για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική) των κανόνων καταμερισμού του εργοστασιακού κόστους, οι οποίοι ακολουθούνται πάγια και αναγράφονται, για τους μη τηρούντες αναλυτική λογιστική (Ομάδα 9), μέχρι το κλείσιμο του Ισολογισμού και για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική, στο χρόνο προσδιορισμού των βραχύχρονων αποτελεσμάτων. (Ισχύς από 1η Ιανουαρίου 2000).
Ενόψει των ανωτέρω, η υποχρέωση αυτή για τους μη τηρούντες αναλυτική λογιστική αρχίζει, για τις διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν μετά την 1.1.2000 και, για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική, στο χρόνο προσδιορισμού βραχύχρονων αποτελεσμάτων από 1.1.2000 (μήνα ή τρίμηνο).
7. Φορολογικά στοιχεία που εκδίδονται στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου (παρ. 16)
Εξαιρετικά, τα φορολογικά στοιχεία του άρθρου 12 (Τιμολόγια Πώλησης, Παροχής Υπηρεσιών, Πιστωτικά κ.λπ.), τα οποία εκδίδονται στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου, μπορούν να εκδίδονται μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου από τη λήξη της χρήσης μήνα, με ημερομηνία την τελευταία ημέρα της οικείας χρήσης και με την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία αυτά παραδίδονται μέχρι την ημέρα αυτή στο πρόσωπο που αφορούν.
Σημειώνεται ότι η αρίθμηση των στοιχείων πρέπει να είναι ενιαία κατά χρονολογική σειρά, στην ουσία, δηλαδή, απαιτείται η χρήση ιδιαίτερων σειρών.
Εξυπακούεται ότι, στις περιπτώσεις που ο λήπτης του στοιχείου ζητά να του δοθεί νωρίτερα, προκειμένου να εκπληρώσει άλλες φορολογικές υποχρεώσεις του (π.χ. απόδοση παρακρατούμενων φόρων), αυτό θα πρέπει να εκδίδεται και να παραδίδεται εγκαίρως. (Ισχύει από 17 Νοεμβρίου 1999).
8. Επιμήκυνση προθεσμιών ενημέρωσης βιβλίων (παρ. 21)
Από 1ης Ιανουαρίου 2000 αυξάνονται οι προθεσμίες ενημέρωσης των βιβλίων όλων των κατηγοριών Α`, Β`, Γ` (Ημερολόγια πρωτογενών εγγραφών). Τα ανωτέρω βιβλία με τις νέες προθεσμίες ενημερώνονται μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) του επόμενου μήνα από την έκδοση ή λήψη του δικαιολογητικού.
Επίσης, θεσπίζεται ενιαία προθεσμία ενημέρωσης του βιβλίου αποθήκης εντός δέκα (10) ημερών [αντί των οκτώ (8) ημερών για ποσότητες και δέκα (10) για αξίες που ίσχυαν].
Οι ανωτέρω προθεσμίες δεν αφορούν τις προθεσμίες εκτύπωσης των μηχανογραφικών βιβλίων, οι οποίες παραμένουν ως έχουν.
9. Κατάργηση θεώρησης μη φορολογικών παραστατικών (παρ. 23)
Καταργείται, από 1ης Ιανουαρίου 2000, η δυνατότητα θεώρησης από τις ΔΟΥ των παραστατικών των οποίων η έκδοση και θεώρηση προβλέπεται από μη φορολογικές διατάξεις, όπως π.χ. οι αποδείξεις των οικιακών βοηθών, ξεναγών, κηπουρών κ.λπ.
Κατ` εξαίρεση, θα εξακολουθούν να θεωρούνται από τις ΔΟΥ τα μισθωτήρια αυτοκινήτων, ακόμα και στις περιπτώσεις που δεν εκδίδονται συνενωμένα με τις Α.Π.Υ.
10. Τήρηση βιβλίων σε διαφορετικό τόπο και σε χωρική αρμοδιότητα άλλων ΔΟΥ (παρ. 25)
Διευρύνεται η ευχέρεια των επιτηδευματιών, με γνωστοποίηση στον Προϊστάμενο ΔΟΥ, να τηρούν τα βιβλία τους και σε διαφορετικό τόπο (εκτός Κεντρικού ή Υποκαταστήματος) που ανήκει σε χωρική αρμοδιότητα άλλης ΔΟΥ της ίδιας πόλης, πλην Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης. (Αφορά τις πόλεις με πάνω από μία ΔΟΥ, εκτός Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης). (Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999).
11. Μεταβολή στο χρόνο εκτύπωσης των πρόσθετων βιβλίων που ενημερώνονται βάσει παραστατικών (παρ. 28)
Παρέχεται ευχέρεια, από 17 Νοεμβρίου 1999, τα πρόσθετα και ειδικά βιβλία που ενημερώνονται βάσει παραστατικών, να εκτυπώνονται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, με την προϋπόθεση να είναι δυνατή η εκτύπωση όταν ζητηθεί από τον φορολογικό έλεγχο μέχρι και την τελευταία ημέρα ενημέρωσης (αφορά πρόσθετα βιβλία, όπως ασφαλιστικών επιχειρήσεων, εκμετάλλευσης αποθηκών, ψυγείων κ.λπ.).
12. Καταχώριση απογραφής αποθεμάτων σε τρίτους (παρ. 30)
Ορίζεται ρητά ότι η καταχώριση της ποσοτικής καταμέτρησης των αποθεμάτων που βρίσκονται σε τρίτους, εξαντλείται με την καταχώρισή τους ανά τρίτο και όχι και κατά αποθηκευτικό χώρο τρίτου. (Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999).
13. Καταχώριση στο βιβλίο απογραφών περιουσιακών στοιχείων τρίτων επιτηδευματιών ή μη (παρ. 31)
Θεσπίζεται καθολική υποχρέωση καταχώρισης στο βιβλίο απογραφών των περιουσιακών στοιχείων τρίτων (επιτηδευματιών ή μη) και, ταυτόχρονα, παρέχεται ευχέρεια μη καταχώρισής τους, εφόσον τα δεδομένα προκύπτουν από το βιβλίο αποθήκης ή άλλα πρόσθετα βιβλία. (Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999).
14. Κύρος βιβλίων δεύτερης και τρίτης κατηγορίας (παρ. 33 και 35)
Τίθεται περαιτέρω ασφαλιστική δικλείδα, σε ό,τι αφορά τον χαρακτηρισμό των βιβλίων και στοιχείων δεύτερης και τρίτης κατηγορίας ως ανεπαρκών και δεν συνιστά αδυναμία ελέγχου, ώστε να κρίνονται αυτά ------------ ως ανεπαρκή, εφόσον η ελεγχόμενη επιχείρηση, για τις διαπιστωθείσες πλημμέλειες, παρέχει στον φορολογικό έλεγχο καταστάσεις ή άλλα μέσα, με την προϋπόθεση να είναι εφικτές οι επαληθεύσεις και να επαληθεύονται τα δεδομένα από τα βιβλία. (Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999).
Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή και για υποθέσεις που, μέχρι την 17.11.1999, δεν έχουν ελεγχθεί ή, εφόσον έχουν ελεγχθεί, δεν έχουν εκδοθεί τα φύλλα ελέγχου.
15. Κύρος βιβλίων Α` κατηγορίας (παρ. 34)
Προσαρμόζονται οι προϋποθέσεις απόρριψης των βιβλίων της Α` κατηγορίας και ρητά ορίζονται ως λόγοι απόρριψης και οι περιπτώσεις:
- Εκδοση πλαστών και εικονικών στοιχείων.
- Λήψη εικονικών στοιχείων.
16. Μη θεώρηση φορολογικών στοιχείων με προεκτυπωμένα τα δεδομένα της συναλλαγής (παρ. 36)
Παρέχεται η δυνατότητα στον Προϊστάμενο ΔΟΥ, από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου (17 Νοεμβρίου 1999), να εγκρίνει, μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου Επιθεωρητή, τη μη θεώρηση στοιχείων, ακόμα και εάν δεν εκδίδονται με μηχανογραφικό τρόπο, με την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα των συναλλαγών που καλύπτουν θα είναι προεκτυπωμένα επ` αυτών (π.χ. εισιτήρια πλοίων κ.λπ.).
17. Προϋποθέσεις θεώρησης στοιχείων λόγω ύπαρξης φορολογικών χρεών (παρ. 37)
Μεταβάλλονται οι προϋποθέσεις στοιχείων του ΚΒΣ, που έχουν τεθεί με τις διατάξεις του άρθρου 36, παρ. 8, περ. α` και β`, ειδικότερα:
α) Εντάσσεται ρητά στο σύνολο των υποχρεώσεων, η ύπαρξη των οποίων δημιουργεί κώλυμα στον επιτηδευματία για τη θεώρηση στοιχείων και κάθε τέλος ή εισφορά που βεβαιώνεται ή εισπράττεται από τις ΔΟΥ, ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο τελικός δικαιούχος αυτών.
β) Αυξάνεται το όριο του συνόλου των ανωτέρω υποχρεώσεων από 1.000.000 δρχ. σε 2.000.000 δρχ. (χωρίς τις νόμιμες προσαυξήσεις).
γ) Ορίζεται ρητά ότι δημιουργεί κώλυμα θεώρησης των στοιχείων (εκτός των άλλων) και η μη υποβολή δηλώσεων απόδοσης οποιουδήποτε επιρριπτόμενου φόρου.
δ) Διευκρινίζεται, κατά σαφή τρόπο, ότι κώλυμα θεώρησης στοιχείων αποτελεί και η μη υποβολή δήλωσης στη ΔΟΥ οποιουδήποτε τέλους ή εισφοράς, ανεξάρτητα από τον τελικό δικαιούχο αυτών (π.χ. ΕΛΓΑ). (Ισχύς από 17 Νοεμβρίου 1999).
18. Προϋποθέσεις θεώρησης βιβλίων και στοιχείων λόγω ύπαρξης μη φορολογικών χρεών (παρ. 38)
Θεσπίζεται το όριο των 2.000.000 δρχ. και στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις από μη φορολογικά χρέη, βάσει άλλων διατάξεων (ασφαλιστικά κ.λπ.), η υπέρβαση του οποίου δημιουργεί κώλυμα για τη θεώρηση βιβλίων και στοιχείων.
Εξαιρούνται τα χρέη προς τα Επιμελητήρια, όπου λαμβάνονται υπόψη οι οφειλές προς αυτά, ανεξαρτήτως ύψους ποσού.
Αρθρο 10
1. Κατάργηση Επιτροπών συμβιβασμών άρθρου 70, παρ. 5 του Ν.2238/1994 για πρόστιμα ΚΒΣ, υπόχρεων με βιβλία Γ` κατηγορίας
Με τις διατάξεις της παρ. 11, καταργείται από 17 Νοεμβρίου 1999 η αρμοδιότητα των Επιτροπών του άρθρου 70, παρ. 5 του Ν.2238/1994 να επιλύουν διαφορές που αφορούν ειδικά και μόνο τα πρόστιμα του ΚΒΣ.
Κατά συνέπεια, από 17.11.1999, αρμόδιο όργανο για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς (συμβιβασμός) σε κάθε περίπτωση προστίμων ΚΒΣ είναι ο Προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ (ΔΟΥ έδρας).
2. Μεταβατικές διατάξεις (παρ. 12)
Με τις μεταβατικές διατάξεις της παρ. 12, ρυθμίζονται θέματα προστίμων ΚΒΣ.
Ειδικότερα, με τις συγκεκριμένες διατάξεις, ορίζεται ότι, για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος των νέων διατάξεων (17 Νοεμβρίου 1999), ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις Φορολογικές Αρχές, εφαρμόζονται οι διατάξεις που προβλέπουν επιεικέστερη για τον φορολογούμενο μεταχείριση.
Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής καταλαμβάνουν, επομένως, τις παραβάσεις που ανάγονται μέχρι το χρόνο δημοσίευσης των κοινοποιούμενων διατάξεων (17.11.1999), ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους, εφόσον:
α) Δεν έχουν εκδοθεί αποφάσεις επιβολής προστίμων (ΑΕΠ) μέχρι 17.11.1999.
β) Εχουν εκδοθεί οι σχετικές ΑΕΠ μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου και δεν έχουν περαιωθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς.
Θεωρείται εκδοθείσα η ΑΕΠ, από τη στιγμή που έχει καταχωρηθεί στο ειδικό βιβλίο, έχει λάβει αριθμό πράξης και έχει υπογραφεί από τον Προϊστάμενο της ΔΟΥ, ανεξάρτητα από το γεγονός της κοινοποίησής της ή μη.
γ) Εκκρεμεί η συζήτηση προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων (Πρωτοδικείων και Εφετείων, όχι Σ.τ.Ε.).
Στην περίπτωση αυτή, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν, με αίτησή τους που υποβάλλεται στον αρμόδιο Προϊστάμενο ΔΟΥ, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή μέχρι και 17.1.2000, επειδή η τελευταία ημέρα, δηλαδή η 16.1.2000 είναι αργία (Κυριακή), να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 και με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ.4600/1966 (ΦΕΚ 242/Α`), ανεξάρτητα του χρόνου που αυτές περιήλθαν στην αρμοδιότητα των Διοικητικών Δικαστηρίων, δεδομένου ότι οι υπόψη διατάξεις είναι ειδικές.
δ) Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί η διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέσεις που προαναφέρονται (α`, β`, γ`), κρίνονται με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο διάπραξης της παράβασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!