Ο Πρόεδρος της ΠΟΦΕΕ κ. Καμπάνης εκπροσώπησε τη ΓΣΕΒΕΕ στη Βουλή σχετικά με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας
Αθήνα, 27 Σεπτεμβρίου 2023
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο Πρόεδρος της ΠΟΦΕΕ κ. Καμπάνης εκπροσώπησε τη ΓΣΕΒΕΕ στη Βουλή σχετικά με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας
Εκπροσωπώντας την ΓΣΕΒΕΕ, ο Πρόεδρος της ΠΟΦΕΕ κ. Καμπάνης μίλησε στην Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων, τη Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2023, σχετικά το Νομοσχέδιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο: «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019 για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Απλοποίηση ψηφιακών διαδικασιών και ενίσχυση της Κάρτας Εργασίας – Ρυθμίσεις για την αναβάθμιση της επιχειρησιακής λειτουργίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και της Επιθεώρησης Εργασίας».
Ο κ. Καμπάνης ξεκίνησε εκφράζοντας τη θλίψη και τη συμπαράσταση της Συνομοσπονδίας προς τους πληγέντες από τις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες. Αναφερόμενος στα πρώτα μέτρα που έχουν ληφθεί από το Υπουργείο Εργασίας, όπως η αναστολή καταβολής ασφαλιστικών εισφορών και η αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων, επεσήμανε πως χρειάζεται να επανεξεταστούν κάποια πεδία. Ειδικά για την αναστολή καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, εκφράστηκε η άποψη ότι θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά, όχι απλά η αναστολή, αλλά η απαλλαγή καταβολής τους, από τους πληγέντες.
Για την αναστολή συμβάσεων εργασίας, τόνισε πως η υποχρέωση υποβολής της δήλωσης αναστολής στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ έως τις 30/9/2023, δεν είναι εφικτή, αναφέροντας ως παράδειγμα πως στην Καρδίτσα το σύνολο σχεδόν των λογιστηρίων έχει καταστραφεί ολοκληρωτικά. Έχουν δηλαδή καταστραφεί οι υπολογιστές, οι σκληροί δίσκοι, τα ψηφιακά και φυσικά αρχεία κλπ. Το ίδιο ισχύει και για τις επιχειρήσεις, το 80% των οποίων συνεργάζονται με λογιστικά – φοροτεχνικά γραφεία για τις συναλλαγές τους με το Δημόσιο.
Επί του Νομοσχεδίου, ανέφερε πως, εκτός από την εισαγωγή της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1152 στο εσωτερικό δίκαιο, διαδικασία που αποτελεί υποχρέωση της Ελληνικής πολιτείας, φαίνεται και η πρόθεση του Υπουργείου να προσαρμόσει τις ρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στην αγορά εργασίας, ενώ επεσήμανε ότι είναι αναγκαίο το επόμενο διάστημα να υπάρξουν ανάλογες παρεμβάσεις και διαβούλευση σε σειρά ζητημάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας που εκκρεμούν και δεν συμπεριλαμβάνονται στο παρόν νομοσχέδιο.
Ενδεικτικά ανέφερε ότι εκκρεμεί η συμμετοχή της ΓΣΕΒΕΕ στην διαβούλευση για την αποτελεσματική εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας, σημειώνοντας ότι η ψηφιοποίηση των διαδικασιών απαιτεί πριν από όλα ανασχεδιασμό των ρυθμίσεων, καθώς διαφορετικά πολλαπλασιάζεται το διοικητικό κόστος συμμόρφωσης, θέτοντας εμπόδια καταρχήν και κατά βάση στην λειτουργία των επιχειρήσεων που σέβονται την εργατική νομοθεσία.
Επί των άρθρων 6 & 21 σημείωσε τα εξής:
- Η υποχρέωση ανάρτησης στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ των βασικών όρων εργασίας δεν αφήνει καμία ευελιξία στις επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που δεν έχουν οργανωμένα λογιστήρια. Αυτό ενέχει τον κίνδυνο κάποιες προσλήψεις να μην γίνουν τη συμφωνημένη μέρα λόγω αδυναμίας εκπλήρωσης της σχετικής υποχρέωσης. Το χρονικό διάστημα που προβλέπεται για την ανάρτηση της ατομικής σύμβασης εργασίας στο ΕΡΓΑΝΗ, δηλαδή τις 7 ημέρες από την ανάληψη της εργασίας, θα πρέπει να ισχύσει και για την ανάρτηση των βασικών όρων εργασίας, όπως άλλωστε ορίζει και η Οδηγία. Υπενθύμισε ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρχε υποχρέωση ανάρτησης στο ΕΡΓΑΝΗ ούτε των βασικών όρων εργασίας, ούτε της ατομικής σύμβασης εργασίας. Κατά συνέπεια και σε κάθε περίπτωση αμφότερα συνιστούν μια νέα γραφειοκρατική διαδικασία.
- Από τις προαναφερόμενες διατάξεις του νομοσχεδίου φαίνεται ότι υπάρχει η υποχρέωση να τροποποιηθούν και όλες οι υφιστάμενες συμβάσεις εργασίας αφενός γιατί έχουν τροποποιηθεί οριζόντιοι όροι γνωστοποίησης, όπως η περίπτωση (ι) του τροποποιημένου άρθρου 70 (η διαδικασία που ακολουθείται από τον εργοδότη και τον εργαζόμενο σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, και ιδίως η υποχρέωση έγγραφης καταγγελίας που γνωστοποιείται στον αντισυμβαλλόμενο, οι προθεσμίες προειδοποίησης και ο προσδιορισμός του ύψους της αποζημίωσης, καθώς και η ύπαρξη σπουδαίου λόγου, αν αυτός απαιτείται), αφετέρου γιατί δημιουργείται η υποχρέωση να αναρτηθούν στο ΕΡΓΑΝΗ όλες οι υφιστάμενες γνωστοποιήσεις καθώς και οι συμβάσεις εργασίας. Δηλαδή θα πρέπει με την ψήφιση του νόμου να τροποποιηθούν και να αναρτηθούν στο ΕΡΓΑΝΗ πάνω από 2 εκατομμύρια υφιστάμενες γνωστοποιήσεις ή/και συμβάσεις εργασίας. Αυτό πρακτικά είναι αδύνατο. Θα πρέπει για τις υφιστάμενες γνωστοποιήσεις ή/και συμβάσεις να καθοριστεί εύλογο χρονικό διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών για να συντελεστεί ομαλά η τροποποίηση και ανάρτηση τους. Διαφορετικά τα λογιστικά γραφεία που θα επιφορτιστούν με αυτό τον όγκο δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν σε αυτή την υποχρέωση και κατ’ επέκταση και οι επιχειρήσεις.
Σχετικά με το άρθρο 9 ανέφερε πως θα δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα στην εφαρμογή του.
Πως θα εφαρμοστεί πρακτικά παραμένοντας σε ισχύ ως έχει το πλαφόν των 48 ωρών κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως ανά τετράμηνο (άρθρο 167 εργατικού κώδικα);
Τι θα γίνει για τις περιπτώσεις όπου ο αρχικός εργοδότης ασκήσει το διευθυντικό του δικαίωμα για υπερεργασία και αυτό επηρεάζει την ανταπόκριση του εργαζόμενου στο ωράριο εργασίας του δεύτερου εργοδότη;
Η σκέψη να ενημερώνονται οι πολλαπλοί εργοδότες μέσω του ΕΡΓΑΝΗ και να έρχονται σε κάποιου είδους συνεννόηση, είτε για να μην ξεπεράσουν το πλαφόν των 48 ωρών εβδομαδιαίως, είτε και κυρίως για τον ποιο εργοδότη θα εργαστεί ο εργαζόμενος σε περίπτωση χρήσης του διευθυντικού δικαιώματος για υπερεργασία ή ακόμα και σε περίπτωση ανάγκης για υπερωρίες, πρακτικά είναι αδύνατο να λειτουργήσει. Το ζήτημα της πρακτικής εφαρμογής της παράλληλης απασχόλησης χρειάζεται περαιτέρω συζήτηση ώστε να βρεθεί η καλύτερη δυνατή λύση.
Σχετικά με το άρθρο 22 ανέφερε ότι το πρόστιμο που προβλέπεται (10.500 € ανά εργαζόμενο) είναι υπερβολικό και εξοντωτικό. Εξομοιώνεται η όποια παράβαση προκύψει, ακόμα και διαδικαστική που μπορεί να οφείλεται σε τεχνικά προβλήματα, με την αδήλωτη εργασία. Έχει επανειλημμένα τονιστεί η ανάγκη να ανοίξει ο διάλογος για τον εξορθολογισμό των προστίμων της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας. Οι κυρώσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες της βαρύτητας της παράβασης και σε κάθε περίπτωση να οδηγούν σε συμμόρφωση. Τα εξοντωτικά πρόστιμα αποτελούν ισχυρό ένα μόνιμο τροφοδότη της σχέσης μη εμπιστοσύνης που υφίσταται μεταξύ Κράτους και πολιτών. Περαιτέρω οι κυρώσεις που προβλέπονται για την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας δεν συνεισφέρουν στην ομαλή προσαρμογή των επιχειρήσεων όταν μάλιστα εκκρεμούν προς διευθέτηση τεχνικά, ρυθμιστικά και διαδικαστικά ζητήματα για την αποτελεσματική εφαρμογή της.
Κλείνοντας, ανέφερε επί του άρθρου 23 πως η ρύθμιση για τις περιπτώσεις οικειοθελούς αποχώρησης εργαζομένου χωρίς την υπογραφή του είναι εύλογη και ορθή. Ωστόσο, δεν προβλέπεται ποια θεωρείται η τελευταία ημέρα εργασίας του εργαζόμενου που απουσιάζει αδικαιολογήτως και ως εκ τούτου δίνεται η δυνατότητα στον εργοδότη να αναγγείλει την οικειοθελή αποχώρηση του εργαζόμενου χωρίς την υπογραφή του. Θεωρούμε πως η τελευταία μέρα εργασίας θα πρέπει να θεωρηθεί η πρώτη της αδικαιολόγητης απουσίας του εργαζομένου δεδομένου ότι 5 εργάσιμες από την όχληση του εργοδότη και 5 εργάσιμες αδικαιολόγητης απουσίας του εργαζόμενου αντιστοιχούν ουσιαστικά σε καταβολή μισού μηνιαίου μισθού χωρίς να έχει παρασχεθεί εργασία.
Για το ΔΣ
ο Εκπρόσωπος Τύπου
Δημήτριος Τσαμόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!