ΦΓ8/71316/2022 Χειρισμός από το Ελεγκτικό Συνέδριο των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων ελέγχου που υποβάλλονται στις υπηρεσίες του.
Απόφ. ΦΓ8/71316
ΦΕΚ B’ 6592/21.12.2022
Χειρισμός από το Ελεγκτικό Συνέδριο των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων ελέγχου που υποβάλλονται στις υπηρεσίες του.
ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε εξ αποστάσεως μέσω της διαδικτυακή δημόσιας υπηρεσίας e-presence.gov.gr, στις 29 Ιουνίου 2022, με την ακόλουθη σύνθεση: Ιωάννης
Σαρμάς, Πρόεδρος, Σωτηρία Ντούνη, Μαρία Βλαχάκη,
Γεωργία Μαραγκού, Αγγελική Μαυρουδή, Μαρία Αθανασοπούλου, Ασημίνα Σαντοριναίου και Βασιλική Ανδρεοπούλου, Αντιπρόεδροι, Γεώργιος Βοΐλης, Κωνσταντίνα Ζώη, Αγγελική Μυλωνά, Θεολογία Γναρδέλλη, Βιργινία
Σκεύη, Κωνσταντίνος Εφεντάκης, Βασιλική Σοφιανού,
Αγγελική Πανουτσακοπούλου, Δημήτριος Τσακανίκας,
Ευφροσύνη Παπαθεοδώρου, Αργυρώ Μαυρομμάτη,
Ευαγγελία Σεραφή, Κωνσταντίνος Κρέπης, Γεωργία Παπαναγοπούλου, Νεκταρία Δουλιανάκη, Νικολέτα Ρένεση, Αντιγόνη Στίνη, Βασιλική Πέππα, Γρηγόριος Βαλληνδράς,
Κωνσταντίνα Σταμούλη, Ευφροσύνη Παπαδημητρίου,
Γεώργιος Παπαϊσιδώρου, Ιωάννα Ρούλια, Ιωάννης Καλακίκος, Ιωάννης Βασιλόπουλος, Άννα Παπαπαναγιώτου, Ελένη Σκορδά και Νικόλαος Βόγκας, Σύμβουλοι (οι Αντιπρόεδροι Άννα Λιγωμένου, Κωνσταντίνος Κωστόπουλος και ΕυαγγελίαΕλισάβετ Κουλουμπίνη και οι Σύμβουλοι
Ελένη Λυκεσά, Δημήτριος Πέππας, Δέσποινα Καββαδία-Κωνσταντάρα, Γεωργία Τζομάκα, Δέσποινα Τζούμα, Κωνσταντίνος Παραθύρας, Ασημίνα Σακελλαρίου, Αικατερίνη Μποκώρου, Δημήτριος Κοκοτσής και Χριστίνα Κούνα απουσίασαν δικαιολογημένα), με την παρουσία του Επιτρόπου της Επικρατείας Αντωνίου Νικητάκη, κωλυομένου του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου Σταματίου Πουλή και της Γραμματέως Ελένης Αυγουστόγλου, Επιτρόπου, προϊσταμένης της Γραμματείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Αφού έλαβε υπόψη:
1. Το άρθρο 98 του Συντάγματος.
2. Την Πρώτη Ενότητα του ν. 4820/2021 «Οργανικός Νόμος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλες διατάξεις» (Α’ 130) και ιδίως τα άρθρα 26, 50, 58, 76 και 78 αυτού.
3. Την περ. η’ της παρ. 2 του άρθρου 162 του πιο πάνω Οργανικού Νόμου, σύμφωνα με την οποία με απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν «τον χειρισμό των καταγγελιών, αναφορών και των κάθε φύσης αιτημάτων ελέγχου που απευθύνονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο».
4. Τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας των Υπηρεσιών Διοίκησης και Ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
5. Την Οδηγία (ΕΕ) 2019/1937 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης.
6. Το γεγονός ότι οι καταγγελίες, αναφορές ή αιτήματα ελέγχου μπορούν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο εργαλείο για τον επιτυχή προγραμματισμό των ελέγχων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και την εν γένει εκπλήρωση της αποστολής του, προκειμένου να εμπεδωθεί στους φορείς που ελέγχονται από αυτό η ορθή δημοσιονομική διαχείριση.
7. Το πεπερασμένο των ελεγκτικών πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
8. Την ανάγκη τροποποίησης της υπό στοιχεία ΦΓ8/27390/31.5.2021 (Β’ 2537) ισχύουσας κανονιστικής απόφασης σχετικά με τη διαχείριση των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων ελέγχου, ώστε να προσαρμοσθεί στις αλλαγές που επήλθαν μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Οργανικού Νόμου.
9. Το γεγονός ότι απαιτείται, χάριν αναγνωσιμότητας του κειμένου της, η πλήρης αντικατάσταση της ισχύουσας κανονιστικής απόφασης με νέα, με ενσωματωμένες όλες τις μεταβολές.
10. Την εισήγηση του Συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Κωνσταντίνου Κρέπη, που διατυπώθηκε στα πρακτικά της 15ης Γενικής Συνεδρίασης της πλήρους Ολομέλειας της 29ης Ιουνίου 2022 (Θέμα Γ’).
11. Τη σύμφωνη γνώμη του παριστάμενου Επιτρόπου της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
12. Το γεγονός ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
Εγκρίνει την αντικατάσταση του κειμένου της ισχύουσας κανονιστικής απόφασης σχετικά με τη διαχείριση από το Ελεγκτικό Συνέδριο των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων ελέγχου που υποβάλλονται στις υπηρεσίες του από το κείμενο που ακολουθεί: «Χειρισμός από το Ελεγκτικό Συνέδριο των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων ελέγχου που υποβάλλονται στις υπηρεσίες του»
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1
Δικαίωμα υποβολής καταγγελίας ή αναφοράς
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα, τηρώντας τις διατάξεις της παρούσας, να υποβάλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο καταγγελία ή αναφορά, ακόμη και ανώνυμα ή προφορικά. Αν η καταγγελία ή η αναφορά στρέφεται κατά συγκεκριμένου προσώπου, το Ελεγκτικό
Συνέδριο φροντίζει να διασφαλισθεί η δέουσα προστασία της τιμής και της υπόληψης του προσώπου αυτού.
Άρθρο 2
Ανεξαρτησία των ελέγχων έναντι άλλων Αρχών
Το Ελεγκτικό Συνέδριο προγραμματίζει και εκτελεί τους ελέγχους του με πλήρη ανεξαρτησία από τη νομοθετική, την εκτελεστική και τη λοιπή δικαστική λειτουργία.
Άρθρο 3
Ισοτιμία πηγών πληροφόρησης δημοσιονομικών κινδύνων και έλλειψη υποχρεωτικότητας όσον αφορά τη διενέργεια ελέγχου
1. Το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον προγραμματισμό των ελέγχων του αντιμετωπίζει ισότιμα τις πηγές πληροφόρησης δημοσιονομικών κινδύνων με γνώμονα την επίτευξη της μεγαλύτερης κατά το δυνατόν αποτελεσματικότητας των διατιθέμενων ελεγκτικών του πόρων.
2. Η υποβολή καταγγελίας ή αναφοράς ή αιτήματος ελέγχου από δημόσια Αρχή, ακόμα και όταν πληροί τους κανόνες παραδεκτού του Μέρους Δεύτερου της παρούσας, δεν υποχρεώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο σε έλεγχο.
Άρθρο 4
Εμπλοκή καταγγελλομένου
Το Ελεγκτικό Συνέδριο λαμβάνει και επεξεργάζεται καταγγελίες ή αναφορές, καθώς και αιτήματα ελέγχου του άρθρου 15, προκειμένου να διευκολυνθεί στην αποτελεσματική στόχευση των ελέγχων του. Χάριν της ακεραιότητας των ελέγχων του, αποφεύγει να δημιουργηθούν δικαστικές διενέξεις μεταξύ καταγγέλλοντος και καταγγελλομένου. Ιδίως αποφεύγει τη μετατροπή των ελέγχων του σε μέσο επίλυσης ιδιωτικών διαφορών ή διενέξεων μεταξύ αντίπαλων πολιτικών μερίδων.
Άρθρο 5
Παρακολούθηση των καταγγελιών, αναφορών ή αιτημάτων ελέγχου από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενημερώνεται για τον χειρισμό των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων ελέγχου του άρθρου 15 που υποβάλλονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέσω της Υπηρεσίας Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων».
Άρθρο 6
Καταγγελίες ενώπιον της Γενικής Επιτροπείας Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Καταγγελία, αναφορά ή αίτημα ελέγχου από δημόσια Αρχή που υποβάλλεται στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες αυτής, διαβιβάζεται χωρίς καθυστέρηση στην Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων». Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Μέρους Τρίτου της παρούσας.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ
Άρθρο 7
Ανώνυμες καταγγελίες ή αναφορές
1. Ως ανώνυμη θεωρείται η καταγγελία ή η αναφορά των οποίων ο συντάξας δεν δύναται να ταυτοποιηθεί σε σημείο που να μπορεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να επικοινωνήσει μαζί του.
2. Μια καταγγελία ή αναφορά που χαρακτηρίζεται ως ανώνυμη τίθεται στο αρχείο εκτός αν στο κείμενό της ή στα συνοδεύοντα αυτήν στοιχεία μπορεί να διαπιστωθεί: (α) η περιγραφή ενός συγκεκριμένου πραγματικού που στοιχειοθετεί δημοσιονομική παράβαση, (β) το δυνητικώς επαληθεύσιμο του πραγματικού αυτού όπως περιγράφεται στην καταγγελία ή την αναφορά.
Άρθρο 8
Αόριστες καταγγελίες ή αναφορές
1. Ως αόριστη θεωρείται η καταγγελία ή η αναφορά από το κείμενο της οποίας σε συνδυασμό και με τα συνοδεύοντα αυτήν στοιχεία, στα οποία ρητώς και ευκρινώς πρέπει να παραπέμπει το κείμενο, δεν είναι δυνατόν να εντοπισθεί ευθέως μια συγκεκριμένη πράξη που να στοιχειοθετεί, αν επαληθευθεί, δημοσιονομική παράβαση.
2. Αν διαπιστωθεί ότι καταγγελία ή αναφορά είναι αόριστη κατά την ανωτέρω έννοια, αυτή τίθεται στο αρχείο, χωρίς να διερευνηθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο μέχρι να καταστεί ορισμένη.
Άρθρο 9
Καταγγελίες ή αναφορές εκτός της ελεγκτικής δικαιοδοσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου
1. Καταγγελίες ή αναφορές που δεν εμπίπτουν στο πεδίο της ελεγκτικής δικαιοδοσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι όσες αφορούν παραβάσεις επί των οποίων το Δικαστήριο δεν έχει κατά το Σύνταγμα και τους νόμους που το διέπουν ελεγκτική δικαιοδοσία.
2. Αν διαπιστωθεί ότι καταγγελία ή αναφορά εμπίπτει στον χαρακτηρισμό της παρ. 1, η καταγγελία ή η αναφορά αυτή τίθεται στο αρχείο χωρίς περαιτέρω έρευνα.
Άρθρο 10
Καταγγελίες ή αναφορές προεχόντως ποινικού ενδιαφέροντος
1. Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων για την επιτήρηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο των εν στενή εννοία υπολόγων, καταγγελίες ή αναφορές προεχόντως ποινικού ενδιαφέροντος είναι όσες, κατά τρόπο εμφανή, ενώ ο υποβάλλων αυτές έπρεπε να τις απευθύνει ως μήνυση στην ποινική δικαιοσύνη, τις απευθύνει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, τονίζοντας τις δημοσιονομικές συνέπειες πράξεων που στοιχειοθετούν ποινικώς κολάσιμα αδικήματα.
2. Αφού χαρακτηρισθεί καταγγελία ή αναφορά ως υπαγόμενη στην ως άνω κατηγορία, τίθεται στο αρχείο, εκτός αν από την εξέτασή της κριθεί ότι συνοδεύεται από επαρκή προς περαιτέρω έρευνα στοιχεία, οπότε διαβιβάζεται στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας.
3. Αν σε καταγγελία ή αναφορά περιγράφεται ποινικό αδίκημα το οποίο εξακολουθεί να τελείται ή για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι πρόκειται να επαναληφθεί η τέλεσή του, πλήττοντας τον δημόσιο πλούτο, η καταγγελία ή η αναφορά διαβιβάζεται αμέσως εμπιστευτικά στον επικεφαλής της Αρχής όπου κατά την καταγγελία ή την αναφορά συντελείται το ποινικό αυτό αδίκημα και ενημερώνεται σχετικώς η Εθνική Αρχή Διαφάνειας.
Άρθρο 11
Καταγγελίες ή αναφορές με δικαστικό χαρακτήρα
1. Καταγγελίες ή αναφορές με δικαστικό χαρακτήρα είναι όσες λόγω του εξατομικευμένου χαρακτήρα του αντικειμένου τους θα μπορούσαν να υποβληθούν από τον έχοντα έννομο συμφέρον ως προσφυγές στη διοικητική ή την πολιτική δικαιοσύνη για να αντιμετωπισθεί και επιλυθεί ενώπιον των δικαστηρίων το ζήτημα που τίθεται σε αυτές.
2. Αφού χαρακτηρισθεί καταγγελία ή αναφορά ως υπαγόμενη στην ως άνω κατηγορία, τίθεται στο αρχείο.
Άρθρο 12
Καταγγελίες ή αναφορές μεταξύ αντίπαλων παρατάξεων συλλογικών οργάνων της διοίκησης
Καταγγελίες ή αναφορές που υποβάλλονται από μέλη παρατάξεων συλλογικών οργάνων της διοίκησης, στα οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται ύστερα από δημόσια διαδικασία για την οποία ενημερώνεται η κοινή γνώμη, τίθενται στο αρχείο εφόσον αφορούν τρέχουσα διαδικασία που δεν έχει ολοκληρωθεί με την έκδοση διοικητικής πράξης, καθώς και όταν το τιθέμενο ζήτημα μπορεί να επιλυθεί μέσω της άσκησης διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής ή προσφυγής ουσίας ή ακύρωσης ενώπιον της διοικητικής δικαιοσύνης από όποιον νομιμοποιείται προς τούτο.
Άρθρο 13
Σημαντικότητα καταγγελιών
1. Ως καταγγελίες ή αναφορές με συστημικό ενδιαφέρον νοούνται όσες, συνδυαζόμενες με άλλες ή με τα γνωστά στο Δικαστήριο, μπορεί να αναδείξουν την ύπαρξη συστημικής παθογένειας στη δημόσια διαχείριση ικανής να δικαιολογήσει τη διενέργεια από το Ελεγκτικό Συνέδριο θεματικού ελέγχου λογαριασμών, συμμόρφωσης ή επιδόσεων.
2. Ως καταγγελίες ή αναφορές με ενδιαφέρον λόγω της σημαντικότητας του αντικειμένου τους νοούνται αυτές που αναφέρονται: (α) σε πράξεις ιδιαίτερης απαξίας εν όψει των αρχών του κράτους δικαίου είτε λόγω της ιδιότητας όσων τις τελούν είτε λόγω της θέσης εκείνων εις βάρος των οποίων τελούνται· (β) σε περιοδικές παροχές προς ευρύτερη κατηγορία προσώπων· (γ) σε χρηματικό αντικείμενο παράνομης ή αντικανονικής διαχείρισης άνω των 100.000,00 ευρώ.
3. Αν διαπιστωθεί ότι καταγγελία ή αναφορά δεν έχει συστημικό ενδιαφέρον ούτε ενδιαφέρον λόγω της σημαντικότητας του αντικειμένου της, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, τίθεται στο αρχείο χωρίς περαιτέρω έρευνα.
Άρθρο 14
Καταγγελίες ή αναφορές αδυναμιών συστημάτων εσωτερικού ελέγχου
Καταγγελίες ή αναφορές που περιορίζονται σε γνωστοποίηση κινδύνων τέλεσης παράνομων ή αντικανονικών πράξεων δημοσιονομικής διαχείρισης καταγράφονται από την Υπηρεσία στην οποία κατατίθενται, ενημερώνεται δε σχετικώς ο καθ’ ύλην αρμόδιος Επίτροπος και η Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων».
Άρθρο 15
Αίτημα ελέγχου από δημόσια Αρχή
1. Αίτημα ελέγχου από δημόσια Αρχή για την πραγματοποίηση ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο εντός αυτής ή σε φορέα που εποπτεύεται από αυτήν απορρίπτεται. Στις περιπτώσεις αυτές το Ελεγκτικό Συνέδριο διαβιβάζει το αίτημα στις εσωτερικές στη διοίκηση ελεγκτικές αρχές που έχουν αρμοδιότητα να προβούν στον αιτούμενο έλεγχο. Το αίτημα πάντως εξετάζεται από την Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων» προκειμένου να διερευνηθεί το συστημικό του ενδιαφέρον ή η σημαντικότητα του αντικειμένου του σύμφωνα με το άρθρο 13.
2. Το Ελεγκτικό Συνέδριο δέχεται ως παραδεκτά αιτήματα ελέγχου από Αρχές όταν αυτά αφορούν δημόσιες ελεγκτικές υπηρεσίες που δεν υπάγονται σε έλεγχο από όργανα εσωτερικού ελέγχου της εκτελεστικής λειτουργίας.
3. Αίτημα ελέγχου που υποβάλλεται από πολιτικό κόμμα εκπροσωπούμενο στη Βουλή ή από βουλευτή ατομικώς χαρακτηρίζεται ως καταγγελία ή αναφορά και ο υποβάλλων αυτό ενημερώνεται για τη διαδικασία με την οποία η Βουλή απευθύνεται σχετικώς στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Κατά τα λοιπά το αποχαρακτηρισθέν αίτημα εξετάζεται όπως οι λοιπές καταγγελίες ή αναφορές.
4. Εκθέσεις ελέγχου που έχει διενεργηθεί από ελεγκτική Αρχή με καταλογιστική αρμοδιότητα ή με αρμοδιότητα διαπίστωσης δημοσιονομικής παράβασης επιστρέφονται στην Αρχή που τις αποστέλλει αν, κατά την κρίση του Τμήματος Ελέγχων ΙΙ, που επιλαμβάνεται κατόπιν εισήγησης της Υπηρεσίας Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων», ο έλεγχος που διενεργήθηκε δεν ολοκληρώθηκε με τη διατύπωση οριστικών πορισμάτων ή αν δεν ασκήθηκε η προβλεπόμενη στον νόμο αρμοδιότητα της Αρχής προς καταλογισμό, παρά τη διαπίστωση ελλειμμάτων από τον διενεργηθέντα έλεγχο.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ
Άρθρο 16
Αναλυτική επεξεργασία των καταγγελιών, αναφορών και αιτημάτων
Καμία καταγγελία, αναφορά ή αίτημα ελέγχου του άρθρου 15 που υποβάλλεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο δεν τίθεται στο αρχείο ή δεν διαβιβάζεται σε άλλη αρχή αν προηγουμένως δεν τύχει, εντός εύλογου χρόνου, αναλυτικής επεξεργασίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή από το Τμήμα Ελέγχων ΙΙ, με βάση τους κανόνες παραδεκτού του Μέρους Δεύτερου της παρούσας.
Άρθρο 17
Γραπτή διαδικασία
Προφορικές καταγγελίες ή αναφορές γίνονται δεκτές εφόσον συνταχθεί έκθεση από τον αρμόδιο υπάλληλο, την οποία θα συνυπογράψει ο καταγγέλλων ή ο υποβάλλων την αναφορά. Μέλος του Δικαστηρίου ή του υπαλληλικού προσωπικού του, ενώπιον των οποίων γίνεται καταγγελία ή αναφορά, πρέπει να γνωστοποιήσουν στο πρόσωπο που προβαίνει σε αυτήν τη διαδικασία που προβλέπεται για την υποβολή καταγγελιών ή αναφορών. Το ως άνω μέλος μπορεί επίσης να καλέσει πάραυτα τον αρμόδιο Γενικό Συντονιστή, Επίτροπο ή ελεγκτή, προκειμένου η προφορική καταγγελία να γίνει ενώπιον αυτών με τη σύνταξη έκθεσης, την οποία προσυπογράφουν οι παριστάμενοι, αν και αρκεί για το κύρος της η υπογραφή από δύο υπηρεσιακούς παράγοντες του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Άρθρο 18
Υποχρέωση εμπιστευτικότητας
1. Η ταυτότητα του καταγγέλλοντος ή αναφέροντος δεν αποκαλύπτεται, χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή του, σε οποιονδήποτε άλλον πέρα από τα εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού που είναι αρμόδια να λαμβάνουν ή να παρακολουθούν τις καταγγελίες ή αναφορές. Το ίδιο ισχύει και για κάθε άλλη πληροφορία από την οποία μπορεί να συναχθεί, άμεσα ή έμμεσα, η ταυτότητα του καταγγέλλοντος ή αναφέροντος.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η ταυτότητα του καταγγέλλοντος ή αναφέροντος, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που αναφέρεται στην ίδια παράγραφο, μπορεί να αποκαλύπτεται μόνον όταν είναι κατά τον νόμο αναγκαία στο πλαίσιο ερευνών των εθνικών αρχών ή δικαστικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων με σκοπό τη διασφάλιση των δικαιωμάτων υπεράσπισης του καταγγελλομένου ή αναφερομένου. Οι καταγγέλλοντες ή αναφέροντες ενημερώνονται αιτιολογημένως, προτού αποκαλυφθεί η ταυτότητά τους, εκτός αν η ενημέρωση αυτή υπονομεύει τις έρευνες ή τις δικαστικές διαδικασίες.
Άρθρο 19
Πρακτικά της συνάντησης
Πρακτικά της συνάντησης τηρούνται με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:
α) με καταγραφή της συνομιλίας σε σταθερή και ανακτήσιμη μορφή ή
β) με ακριβή πρακτικά της συνάντησης που συντάσσονται από τα μέλη του προσωπικού τα οποία είναι υπεύθυνα για τον χειρισμό της καταγγελίας ή αναφοράς. Στον καταγγέλλοντα ή αναφέροντα παρέχεται η δυνατότητα να επαληθεύσει, να διορθώσει και να συμφωνήσει με τα πρακτικά της συνάντησης, υπογράφοντάς τα. Για την υποβολή καταγγελίας ή αναφοράς μπορεί, με την επιφύλαξη της συναίνεσης του καταγγέλλοντος ή αναφέροντος, να χρησιμοποιείται τηλεφωνική γραμμή ή άλλο σύστημα τηλεφωνικών μηνυμάτων με καταγραφή της συνομιλίας.
Άρθρο 20
Διευκρινίσεις
Αν καταγγελία ή αναφορά που κρίνεται κατ’ αρχήν παραδεκτή δεν είναι πλήρως διευκρινισμένη, η Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων» μπορεί να επικοινωνεί με εκείνον που την υπέβαλε προκειμένου να του ζητήσει διευκρινίσεις: (α) ως προς τα πραγματικά περιστατικά που συνθέτουν το υπόβαθρο της καταγγελίας ή αναφοράς, (β) ως προς τον τρόπο γνώσης των περιστατικών που καταγγέλλει, ιδίως αν η γνώση του προέρχεται από ίδια αντίληψη αυτού ή από αφηγήσεις τρίτων, (γ) ως προς τα κρίσιμα σημεία των εγγράφων που κατέθεσε, όταν αυτά είναι πολυάριθμα ή πολυσέλιδα και δεν είναι ευχερής ο εντοπισμός σε αυτά των σημείων τους από όπου συνάγεται η δημοσιονομική παράβαση.
Άρθρο 21
Ενημέρωση για τους κανόνες εξέτασης των καταγγελιών
1. Ο καταγγέλλων ή αναφέρων ενημερώνεται αμέσως από την Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων» για το περιεχόμενο της παρούσας. Επίσης ενημερώνεται ότι το Δικαστήριο επιφυλάσσεται, αν κρίνει ότι καταγγελία ή αναφορά που στρέφεται κατά συγκεκριμένου προσώπου είναι παντελώς αβάσιμη και αστήριχτη, να γνωστοποιήσει αυτήν στον καταγγελλόμενο ή αναφερόμενο.
2. Στον ιστότοπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορεί να αναρτώνται οδηγίες για την παραδεκτή κατάθεση καταγγελιών ή αναφορών από τους ενδιαφερόμενους.
Άρθρο 22
Συγκεντρωτικό σύστημα
Η Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων» συγκεντρώνει τις καταγγελίες, αναφορές και τα αιτήματα ελέγχου του άρθρου 15 που κατατίθενται σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αν κατατεθούν στον αρμόδιο για τον έλεγχο του φορέα Επίτροπο, αυτός διαβιβάζει την καταγγελία ή την αναφορά ή το αίτημα ελέγχου στην ανωτέρω Υπηρεσία Επιτρόπου με σχετικό σημείωμα όπου εκθέτει τα γνωστά σε αυτόν περιστατικά σε σχέση με την καταγγελία ή την αναφορά ή το αίτημα ελέγχου.
Καταγγελίες ή αναφορές ή αιτήματα ελέγχου κατ’ ιδίαν σε δικαστή ή υπάλληλο δεν κατατίθενται παραδεκτώς.
Άρθρο 23
Διάκριση αρμοδιοτήτων
1. Η Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων» θέτει υποχρεωτικά στο αρχείο με πράξη του Επιτρόπου που προσυπογράφεται από τον αρμόδιο Γενικό Συντονιστή τις καταγγελίες ή αναφορές που κρίνει ως ανώνυμες μη επιδεκτικές περαιτέρω έρευνας, ως αόριστες, ως εκτός ελεγκτικής δικαιοδοσίας, ως προεχόντως ποινικού ενδιαφέροντος, ως δικαστικού χαρακτήρα, ως σχετικές με διαφορές μεταξύ παρατάξεων συλλογικών οργάνων ή ως μη έχουσες συστημικό ενδιαφέρον ή σημαντικότητα λόγω του αντικειμένου τους, όπως ειδικότερα ορίζεται στα άρθρα 7 έως 13 της παρούσας. Για την αρχειοθέτηση ενημερώνεται κάθε τρίμηνο το Τμήμα
Ελέγχων ΙΙ, που μπορεί να ζητήσει διευκρινίσεις ή την επανεξέταση καταγγελίας ή αναφοράς.
2. Για τις λοιπές καταγγελίες ή αναφορές, η Υπηρεσία Επιτρόπου εισηγείται εγγράφως και αιτιολογημένα στο Τμήμα Ελέγχων ΙΙ τις κατά την κρίση της περαιτέρω ενέργειες, τεκμηριώνοντας ειδικά τη σημαντικότητα της καταγγελίας ή αναφοράς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 13 της παρούσας. Το Τμήμα, χωρίς να δεσμεύεται από την ως άνω εισήγηση, μπορεί να αποφασίσει είτε την περαιτέρω επεξεργασία της καταγγελίας ή αναφοράς είτε τη διαβίβασή της σε άλλη Αρχή είτε την αρχειοθέτησή της, αν κρίνει ότι αυτή είναι απαράδεκτη για οποιοδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στα άρθρα 7 έως 13 της παρούσας.
3. Αν το Τμήμα Ελέγχων ΙΙ κρίνει ότι η καταγγελία ή αναφορά εμφανίζει συστημικό ενδιαφέρον ή ενδιαφέρον λόγω της σημαντικότητας του αντικειμένου της, την καταχωρεί στον ειδικό κατάλογο της παρ. 1 του άρθρου 26.
4. Αν κατά την κρίση του Τμήματος Ελέγχων ΙΙ απαιτείται, λόγω της σοβαρότητας και του επείγοντος του θέματος, η διενέργεια έκτακτου ελέγχου, η καταγγελία ή αναφορά διαβιβάζεται στο Τμήμα Ελέγχων Ι, το οποίο ενεργεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 στο άρθρο 26.
5. Αιτήματα ελέγχου που προέρχονται από δημόσιες Αρχές αξιολογούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 15.
Άρθρο 24
Κριτήρια αξιολόγησης
Κάθε καταγγελία ή αναφορά που δεν έχει τεθεί στο αρχείο κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του προηγούμενου άρθρου αξιολογείται από την Υπηρεσία Επιτρόπου «Προγραμματισμός Ελέγχων» με βάση το κριτήριο αν μπορεί να συνδεθεί με θέμα ελέγχου από αυτά που περιλαμβάνονται στον θεματικό χάρτη ελέγχων του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αν κριθεί ότι συνδέεται, τότε αξιολογείται περαιτέρω και με βάση τα ακόλουθα κριτήρια: (α) την κατάθεση των απαραίτητων στοιχείων που επιτρέπουν τη διεξαγωγή ελέγχου ή έρευνας, (β) την επαναληψιμότητα του περιστατικού, (γ) τον χρόνο που έχει παρέλθει από τη διαπίστωση του προβλήματος, (δ) την εκτίμηση του βαθμού επικινδυνότητας ως προς τις άμεσες ή έμμεσες επιδράσεις στο δημόσιο συμφέρον, (ε) την αξιοπιστία της όταν προέρχεται από επανειλημμένη υποβολή από τον ίδιο καταγγέλλοντα ή αναφέροντα χωρίς να αποδεικνύεται σε προγενέστερους ελέγχους η ακρίβειά της και
στ) πληροφορίες για τη διενέργεια ελέγχου στο ίδιο αντικείμενο από άλλες Αρχές.
Άρθρο 25
Δικαίωμα σε συνοπτική ενημέρωση
Όσοι δεν έχουν υποβάλει ανωνύμως καταγγελία ή αναφορά, καθώς και οι Αρχές που υπέβαλαν αίτημα ελέγχου κατά το άρθρο 15, έχουν δικαίωμα συνοπτικής ενημέρωσης για τον λόγο που οδήγησε το Δικαστήριο να θέσει στο αρχείο την καταγγελία, αναφορά ή το αίτημά τους.
Περαιτέρω, ενημερώνονται για την τυχόν καταχώριση της καταγγελίας, της αναφοράς ή του αιτήματός τους στον ειδικό κατάλογο της παρ. 1 του άρθρου 26. Αν αποφασισθεί η διεξαγωγή ελέγχου, οι ανωτέρω ενημερώνονται συνοπτικά για το είδος του ελέγχου που προγραμματίζεται. Δεν κοινοποιείται όμως σε εκείνον που υπέβαλε καταγγελία ή αναφορά η τελική πράξη ή έκθεση που εκδίδεται από τον ως άνω έλεγχο, ούτε του παρέχονται πληροφορίες για την πορεία του ελέγχου και τα τυχόν ευρήματα αυτού. Οι κατά τα προηγούμενα εδάφια ενημερώσεις λαμβάνουν χώρα κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος από τον ενδιαφερόμενο.
Άρθρο 26
Χειρισμός παραδεκτώς υποβληθέντων αιτημάτων ελέγχου
1. Σε περίπτωση που η καταγγελία ή η αναφορά ή το αίτημα ελέγχου του άρθρου 15 αξιολογείται ως παραδεκτό με βάση τα προηγούμενα άρθρα, καταχωρείται σε σχετικό ειδικό κατάλογο. Από τον κατάλογο αυτό μπορούν να αντλούνται από το Τμήμα Ελέγχων Ι θέματα ελέγχου κατά την εκπόνηση των επόμενων του εκτελουμένου Ετήσιων Προγραμμάτων Ελέγχων ή κατά τον προγραμματισμό ελέγχων από τον καθ’ ύλην αρμόδιο Επίτροπο.
2. Εφόσον το ζήτημα κριθεί ιδιαζόντως ενδιαφέρον και επείγον ως προς τη διερεύνησή του, το Τμήμα Ελέγχων Ι μπορεί να αποφασίσει τη διενέργεια έκτακτου ελέγχου είτε σε βάρος του αποθέματος ελεγκτικού χρόνου που έχει προβλεφθεί στο Πρόγραμμα Ελέγχων είτε ύστερα από τροποποίηση του Προγράμματος, χωρίς όμως να αφαιρεθούν από αυτό έλεγχοι που διεξάγονται ύστερα από διατύπωση πρότασης ή εκδήλωσης ενδιαφέροντος της Βουλής.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 29, Ιουνίου 2022 Ο Πρόεδρος
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΡΜΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!