Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Αποφάσεις - Εγκύκλιοι

Υ.Α. 1686/298736/2021 Διαδικασία και τρόπος υποβολής καταγγελιών, ενώπιον της Επιτροπής Καταπολέμησης Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών

Αριθμ.1686/298736

ΦΕΚ B’5054/01.11.2021

Διαδικασία και τρόπος υποβολής καταγγελιών, ενώπιον της Επιτροπής Καταπολέμησης Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών, οργάνωση και κανόνες λειτουργίας της, λόγοι εξαίρεσης των μελών της, καθώς και των προσώπων που καλούνται στις συνεδριάσεις της Επιτροπής προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων, αντικείμενα της συνεργασίας της Επιτροπής με τις οργανικές μονάδες και τους εποπτευόμενους φορείς του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και με άλλους συναρμόδιους φορείς.

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Των άρθρων 2, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 12, 16 του ν. 4792/ 2021«Ενσωμάτωση Οδηγ. 2019/633 αθέμιτες εμπορικές πρακτικές εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων τροφίμων» (Α’54).

β.Του άρθρου 13 του ν. 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης» (Α’133).

γ. Του ν. 2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α’45).

δ.Του π.δ. 97/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» (Α’138).

ε. Του π.δ. 2/2021 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’2).

στ.Του άρθρου 90 του Κώδικα της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (π.δ. 63/2005, Α’98) το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019.

2. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζει:

Την έκδοση του παρόντος Κανονισμού που ρυθμίζει τη διαδικασία και τον τρόπο υποβολής καταγγελιών στην Επιτροπή Καταπολέμησης Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών, την οργάνωση και τους κανόνες λειτουργίας της, τους λόγους εξαίρεσης των μελών της και των ορισμό των αναπληρωματικών μελών της, καθώς και των προσώπων που καλούνται στις συνεδριάσεις της Επιτροπής προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων και αποχωρούν πριν τη λήψη της απόφασης, των αντικειμένων της συνεργασίας της Επιτροπής με τις οργανικές μονάδες και τους εποπτευόμενους φορείς του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων και με άλλους συναρμόδιους φορείς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΙΣ

ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Άρθρο 1

Συγκρότηση της Επιτροπής

1. Η Επιτροπή Καταπολέμησης Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών είναι πενταμελής. Ως Πρόεδρος ορίζεται, κατά τις κείμενες διατάξεις, Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με τον νόμιμο αναπληρωτή του, και ως Μέλη οι προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων:

α) Αγροτικής Ανάπτυξης,

β) Γεωργίας και

γ) Τροφίμων, καθώς και ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οικονομικών Ελέγχων, Επιθεώρησης και Συνεργατισμού του οικείου Υπουργείου, με της νόμιμους αναπληρωτές της.

2. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ορίζεται και ο Γραμματέας της Επιτροπής με το νόμιμο αναπληρωτή του.

3. Η Επιτροπή αποφασίζει και ενεργεί για θέματα που υπάγονται στην αρμοδιότητά της σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

4. Η θητεία των μελών της Επιτροπής ορίζεται τριετής.

Άρθρο 2

Σύγκληση συνεδριάσεων

1. Η Επιτροπή συνέρχεται σε συνεδρίαση μετά από πρόσκληση του Προέδρου της Επιτροπής. Στην πρόσκληση αναγράφεται ο χρόνος και ο τόπος της συνεδρίασης, τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.

2. Η πρόσκληση μπορεί να αφορά σε περισσότερες συνεδριάσεις. Ως συνεδριάσεις θεωρούνται και οι διασκέψεις, καθώς και οι συζητήσεις επί οργανωτικών θεμάτων της Επιτροπής. Στις συζητήσεις αυτές συμμετέχουν και τα αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής, εφόσον η παρουσία τους κρίνεται απαραίτητη από τον Πρόεδρο.

3. Η Επιτροπή δεν συνεδριάζει κατά το μήνα Αύγουστο για τη διεξαγωγή ακροάσεων και τη συζήτηση υποθέσεων, εκτός εάν συντρέχει λόγος κατεπείγοντος, κατά την κρίση του Προέδρου της. Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής δεν είναι δημόσιες.

Άρθρο 3

Πρόσκληση μελών

1. Στη διαδικασία ακρόασης και στις συνεδριάσεις καλούνται, τόσο τα τακτικά, όσο και τα αναπληρωματικά μέλη. Εφόσον στην πρόσκληση δεν ορίζεται διαφορετικά, τα αναπληρωματικά μέλη συμμετέχουν στη διαδικασία ακρόασης και στις συνεδριάσεις στην περίπτωση απουσίας ή κωλύματος των αντίστοιχων τακτικών μελών.

2. Τα μέλη οφείλουν να ενημερώνουν εγκαίρως το Γραμματέα της Επιτροπής για τυχόν κώλυμά τους να παρασταθούν στη συνεδρίαση.

3. Ο Γραμματέας κοινοποιεί την πρόσκληση στα μέλη ή με τηλεομοιοτυπία ή με ηλεκτρονικό μήνυμα, ή μέσω ταχυδρομείου, ή με άλλο πρόσφορο μέσο, τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση.

4. Κατόπιν εντολής του Προέδρου η πρόσκληση των μελών μπορεί, κατ’ εξαίρεση, και σε έκτακτες περιπτώσεις, να γίνεται χωρίς τήρηση της παραπάνω προθεσμίας και με τηλεφώνημα του Γραμματέα της Επιτροπής, ο οποίος καταχωρίζει σχετική σημείωση σε ειδικό βιβλίο που τηρείται για το σκοπό αυτό και φέρει χρονολογία και υπογραφή του υπαλλήλου.

5. Αν υπάρχουν πλημμέλειες ως προς την πρόσκληση μέλους, η Επιτροπή συνεδριάζει νόμιμα, αν το συγκεκριμένο μέλος είναι παρόν και δεν αντιλέγει για την πραγματοποίηση της συνεδρίασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΛΟΓΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ,

ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΑΠΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ

Άρθρο 4

Λόγοι αποκλεισμού μέλους

1.Τα μέλη της Επιτροπής αποκλείονται από την άσκηση των καθηκόντων τους σε υπόθεση:

α) από την έκβαση της οποίας έχουν ή εξαρτούν άμεσο ή έμμεσο συμφέρον ή

β) στην οποία έχουν αναμειχθεί αυτοπροσώπως ή δια παρένθετου προσώπου με οποιοδήποτε τρόπο, όπως για παράδειγμα με την ιδιότητα εργαζομένου ή απασχολουμένου ή με οποιαδήποτε άλλη συμβατική σχέση, πληρεξουσίου, αντιπροσώπου, εκπροσώπου, συμβούλου, μάρτυρα, πραγματογνώμονα ή νομικού παραστάτη, ή

γ) εάν υπήρξε, κατά την προηγούμενη πενταετία, πριν από την έναρξη της θητείας τους, ή υφίσταται σχέση του μέλους με επιχείρηση που εμπλέκεται άμεσα ή έμμεσα στην υπόθεση, ιδίως εάν υπήρξε μέτοχος ή εταίρος, διαχειριστής, μέλος Διοικητικού Συμβουλίου, Πρόεδρος Διοικητικού Συμβουλίου, Διευθύνων ή Εντεταλμένος Σύμβουλος.

2.Τα μέλη αποκλείονται, επίσης, από την άσκηση των καθηκόντων τους, εφόσον έχουν με κάποιο από τα μέρη ή άλλο συνδεόμενο με την υπόθεση πρόσωπο είτε την ιδιότητα του συζύγου ή συγγενούς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ’ευθεία μεν γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε μέχρι και τετάρτου βαθμού, είτε ιδιαίτερο δεσμό ή ιδιάζουσα σχέση ή εχθρότητα.

Άρθρο 5

Δηλώσεις αποχής και αιτήσεις εξαίρεσης

1. Για τον αποκλεισμό μέλους από την άσκηση των καθηκόντων του, κατά τα ανωτέρω, απαιτείται υποβολή δήλωσης αποχής από το ίδιο το μέλος ή αίτηση εξαίρεσης από το ενδιαφερόμενο μέρος.

2. Η δήλωση αποχής είναι έγγραφη και υποβάλλεται στον Πρόεδρο της Επιτροπής ή τον Αναπληρωτή του, ή εφόσον αφορά στον Πρόεδρο, στον Αναπληρωτή του και στα λοιπά μέλη της Επιτροπής.

3. Η αίτηση εξαίρεσης υποβάλλεται μόνον εγγράφως και κατατίθεται στο πρωτόκολλο της Επιτροπής ή υποβάλλεται, ενώπιον της Επιτροπής, κατά την έναρξη της συζήτησης της υπόθεσης, εφόσον οι λόγοι αποκλεισμού ή εξαίρεσης είναι μέχρι το χρόνο εκείνον γνωστοί ή έως το τέλος της συζήτησης, εφόσον οι σχετικοί λόγοι προκύψουν κατά τη διαδικασία.

4. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει τον αποκλεισμό μέλους και αυτεπαγγέλτως, ύστερα από πρόταση του Προέδρου.

5. Εφόσον υποβληθεί για συγκεκριμένη υπόθεση δήλωση αποχής ή αίτηση εξαίρεσης ή κινηθεί, μετά από πρόταση του Προέδρου αυτεπάγγελτη διαδικασία, η υπόθεση δεν συζητείται προτού ληφθεί απόφαση για τη δήλωση αποχής ή την αίτηση εξαίρεσης ή προτού καταλήξει η, κατά τα ανωτέρω, αυτεπάγγελτη διαδικασία. Το μέλος, στο οποίο αφορά η δήλωση αποχής ή η αίτηση εξαίρεσης ή η αυτεπάγγελτη κίνηση της διαδικασίας, οφείλει να απέχει από κάθε διαδικαστική πράξη σχετική με τη συγκεκριμένη υπόθεση, μέχρι να ληφθεί απόφαση επί της δήλωσης αποχής ή της αίτησης εξαίρεσης.

6. Αν υποβληθεί δήλωση αποχής και παράλληλα αίτηση εξαίρεσης για το ίδιο μέλος, προηγείται η απόφαση επί της δήλωσης αποχής. Αν η δήλωση αποχής γίνει δεκτή, η αίτηση εξαίρεσης τίθεται στο αρχείο με πράξη του Προέδρου ή αν πρόκειται για δήλωση του ιδίου του Προέδρου με πράξη του Αναπληρωτή του.

Αν η δήλωση αποχής δεν γίνει δεκτή, εξετάζεται κανονικά η αίτηση εξαίρεσης.

7. Η κατά την παράγραφο 4 του παρόντος αυτεπάγγελτη κίνηση της διαδικασίας από τον Πρόεδρο αναστέλλεται, εφόσον υποβληθεί δήλωση αποχής ή αίτηση εξαίρεσης, τίθεται δε στο αρχείο με πράξη του Προέδρου, εφόσον ληφθεί απόφαση για τη δήλωση αποχής ή την αίτηση εξαίρεσης.

8. Στην περίπτωση αποκλεισμού του Προέδρου της Επιτροπής, προεδρεύει ο νόμιμος Αναπληρωτής του.

Άρθρο 6

Ειδικές διατάξεις για τη δήλωση αποχής

1. Η δήλωση αποχής πρέπει να περιέχει, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, τους λόγους αποχής ή λόγους ευπρέπειας που τη θεμελιώνουν.

2. Το μέλος έχει υποχρέωση να προβεί στη δήλωση αποχής οποτεδήποτε λάβει γνώση των λόγων αποκλεισμού ή κρίνει, ότι συντρέχουν οι, κατά την παρ. 1, λόγοι ευπρέπειας. Αν η δήλωση υποβληθεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η συζήτηση συνεχίζεται με τα λοιπά μέλη, εφόσον υφίσταται απαρτία. Σε περίπτωση μη ύπαρξης απαρτίας, καλείται ο νόμιμος αναπληρωτής του, ο οποίος ενημερώνεται πλήρως ως προς τα ουσιώδη σημεία των συνεδριάσεων, στις οποίες δεν μετείχε. Αν η δήλωση υποβληθεί μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, η απόφαση λαμβάνεται από τα μέλη που μετέχουν κατά τα ανωτέρω στην τελευταία συνεδρίαση. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών.

3. Για τη δήλωση αποχής αποφαίνεται η Επιτροπή χωρίς τη συμμετοχή στη σύνθεση της Επιτροπής του μέλους που υπέβαλε τη δήλωση, το οποίο, όμως, δικαιούται να παράσχει και προφορικά εξηγήσεις στην Επιτροπή.

Άρθρο 7

Ειδικές διατάξεις για την αίτηση εξαίρεσης

1. Η αίτηση εξαίρεσης υποβάλλεται από το ενδιαφερόμενο μέρος αυτοπροσώπως ή από πληρεξούσιο με ειδική πληρεξουσιότητα, πρέπει δε να περιέχει, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, τους λόγους εξαίρεσης που τη θεμελιώνουν ή τους τυχόν συγκεκριμένους πραγματικούς λόγους που δημιουργούν αμφιβολία ως προς την αμερόληπτη άσκηση των καθηκόντων μέλους της Επιτροπής.

2. Η αίτηση εξαίρεσης ανακοινώνεται στο μέλος, στο οποίο αφορά.

3. Είναι απαράδεκτη η αίτηση εξαίρεσης όλων των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής ή τόσων μελών, ώστε με τον αριθμό που απομένει να μη καθίσταται δυνατή η επίτευξη απαρτίας της Επιτροπής.

4. Η εκδίκαση της αίτησης εξαίρεσης λαμβάνει χώρα ενώπιον της Επιτροπής, κατά την ημερομηνία της ακρόασης ή συζήτησης της υπόθεσης και πριν από την έναρξή της, παρουσία των αιτούντων και χωρίς συμμετοχή στη σύνθεση της Επιτροπής του μέλους που η αίτηση εξαίρεσης αφορά.Το μέλος, όμως, αυτό δικαιούται να παράσχει, προφορικά ή γραπτά, εξηγήσεις στην Επιτροπή. Η προαπόδειξη είναι υποχρεωτική για τους αιτούντες και η παραίτηση από την αίτηση δεν επιτρέπεται.

5. Αν ένας από τους λόγους εξαίρεσης κριθεί βάσιμος, η Επιτροπή με απόφασή της, η οποία καταγράφεται στα πρακτικά, αποκλείει το μέλος από την άσκηση των καθηκόντων του στη συγκεκριμένη υπόθεση, διαφορετικά η αίτηση απορρίπτεται. Αν ο λόγος εξαίρεσης, που υποβλήθηκε κατά την ακρόαση ή τη συζήτηση της υπόθεσης, κριθεί βάσιμος, εφαρμόζεται η παρ. 2 του άρθρου 6.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΕΡΕΥΝΩΝ - ΥΠΟΒΟΛΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΩΝ -

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΚΡΟΑΣΕΩΝ

Άρθρο 8

Έρευνες - Καταγγελία - Τρόπος υποβολής καταγγελίας

1. Η Επιτροπή κινεί και διεξάγει έρευνα αυτεπαγγέλτως, με βάση οποιαδήποτε στοιχεία έχουν περιέλθει σε γνώση της ή κατόπιν καταγγελίας.

2. Η Επιτροπή δύναται να διενεργεί, στο πλαίσιο των ερευνών της, αιφνιδιαστικές επιτόπιες επιθεωρήσεις όπου αυτή κρίνει αναγκαίο. Οι επιθεωρήσεις ανατίθενται με έγγραφη εντολή του Προέδρου της Επιτροπής προς την Διεύθυνση Οικονομικών Ελέγχων, Επιθεώρησης και Συνεργατισμού του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και περιέχει το αντικείμενο της έρευνας.

3. Οι εντεταλμένοι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Οικονομικών Ελέγχων, Επιθεώρησης και Συνεργατισμού του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κατά την διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων έχουν την αρμοδιότητα ιδίως:

α) να ελέγχουν κάθε είδους και κατηγορίας βιβλία, στοιχεία και λοιπά έγγραφα των επιχειρήσεων, καθώς και την ηλεκτρονική εμπορική αλληλογραφία των επιχειρηματιών, διοικητών, προέδρων διοικητικού συμβουλίου, διευθυνόντων συμβούλων, διαχειριστών και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση προσώπων, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους, και οπουδήποτε και εάν αυτά φυλάσσονται και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματά τους,

β) να ελέγχουν και να συλλέγουν πληροφορίες και δεδομένα κινητών τερματικών, φορητών συσκευών, καθώς και των εξυπηρετητών τους σε συνεργασία με τις αρμόδιες κατά περίπτωση αρχές, που βρίσκονται μέσα ή έξω από τις κτιριακές εγκαταστάσεις των ελεγχόμενων επιχειρήσεων,

γ) να ενεργούν έρευνες στα γραφεία και τους λοιπούς χώρους και τα μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων,

δ) να ζητούν από κάθε αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφουν τις σχετικές απαντήσεις.

ε) να εξασκούν οποιαδήποτε άλλη σχετική αρμοδιότητα ή εκάστοτε εφαρμοστέα νομοθεσία προβλέπει για αυτούς.

Για τις επιθεωρήσεις που έγιναν, συντάσσεται από αυτόν που τις διεξήγαγε έκθεση, αντίγραφο της οποίας κοινοποιείται στις οικείες επιχειρήσεις.

4. Σε περίπτωση άρνησης ή παρεμπόδισης με οποιονδήποτε τρόπο των εντεταλμένων υπαλλήλων στην άσκηση των καθηκόντων τους, αυτοί μπορούν να ζητούν τη συνδρομή των εισαγγελικών αρχών και κάθε άλλης αρμόδιας αρχής. Η συνδρομή αυτή μπορεί να ζητηθεί και προληπτικά.

5. Η καταγγελία, κατά τα ειδικώς οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 4792/2021 (Φ.Ε.Κ. Α’ 54), υποβάλλεται εγγράφως προς την

Επιτροπή και υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα, ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του καταγγέλλοντα. Η καταγγελία πρέπει να περιέχει επαρκείς πληροφορίες, ώστε η Επιτροπή να είναι σε θέση να προβεί σε διερεύνησή της.

6. Αν το ζητεί ο καταγγέλλων κατά την υποβολή της καταγγελίας, η Επιτροπή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ταυτότητας του καταγγέλλοντος ή των μελών ή προμηθευτών που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 4792/2021 (Α’ 54), καθώς και για την προστασία κάθε άλλης πληροφορίας, για την οποία ο καταγγέλλων θεωρεί ότι η αποκάλυψή της μπορεί να είναι επιζήμια για τα συμφέροντα του ιδίου ή των μελών ή των προμηθευτών αυτών. Ο καταγγέλλων προσδιορίζει ειδικά τις πληροφορίες για τις οποίες ζητεί εμπιστευτικότητα με έγγραφο που υποβάλλει στο πρωτόκολλο της Επιτροπής.

Άρθρο 9

Διαδικασία ακροάσεων

1. Η Επιτροπή, πριν τη διάσκεψη για την έκδοση απόφασης για κάθε υπόθεση διενεργεί ακροάσεις για τη διαπίστωση ή μη της παράβασης των κανόνων περί αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, επιβάλει δε, εφόσον υφίστανται οι προϋποθέσεις, τις κυρώσεις του ν. 4792/2021.

2. Η Επιτροπή σε περίπτωση υποβολής καταγγελίας οφείλει να εξετάσει, το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών, εάν υπάρχουν επαρκείς λόγοι για να προχωρήσει τη διαδικασία ακρόασης. Σε αρνητική περίπτωση ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα, εντός της παραπάνω προθεσμίας, και θέτει την υπόθεση στο αρχείο, με πρακτικό που εκδίδει και υπογράφεται από τα μέλη της.

3. Πέραν των επιθεωρήσεων της παρ. 2 του άρθρου 8, η Επιτροπή έχει δικαίωμα να απαιτήσει εγγράφως από τον καταγγέλλοντα, τον καταγγελλόμενο ή και από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, να προσκομίσουν εντός προθεσμίας που δεν είναι δυνατόν να είναι συντομότερη των πέντε (5) ημερών, κάθε στοιχείο, έγγραφο και πληροφορία που κατά την κρίση της είναι αναγκαίο για την διερεύνηση της καταγγελίας.

4. Σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχουν επαρκείς λόγοι για να προχωρήσει η διαδικασία της διερεύνησης της καταγγελθείσας παράβασης διενεργεί και περατώνει την έρευνα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, που δεν δύναται να υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες από την παραλαβή της καταγγελίας, με εξαίρεση την περίπτωση εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4792/2021, οπότε η προθεσμία των ενενήντα (90) ημερών αρχίζει από τη συμπλήρωση των τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της καταγγελίας από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Άρθρο 10

Σκοπός - Αντικείμενο της διαδικασίας ακρόασης

1. Η διαδικασία ακρόασης έχει ως σκοπό να σχηματίσει η Επιτροπή ασφαλή και ακριβή εικόνα για γεγονότα, καταστάσεις και στοιχεία που αφορούν στην υπόθεση, η οποία εμπίπτει στην αρμοδιότητά της, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

2.Ηδιαδικασίαακρόασηςσυνίσταταιστηνκλήσηαπότην Επιτροπή των εμπλεκόμενων προσώπων, καθώς και κάθε άλλου, ο οποίος, κατά την κρίση της, έχει έννομο συμφέρονπροςτούτοήτουοποίουκρίνεταισκόπιμηημαρτυρία, προκειμένουναεκθέσουντιςαπόψειςτουςκαιναπροσκομίσουνκάθεστοιχείοπροςαπόδειξητωνισχυρισμώντους.

Άρθρο 11

Όργανα Ακρόασης

Οι ακροάσεις λαμβάνουν χώρα ενώπιον της Επιτροπής, η οποία συνέρχεται για το σκοπό αυτό σε ειδική συνεδρίαση.

Άρθρο 12

Πράξη διεξαγωγής ακρόασης

1. Η διαδικασία ακρόασης κινείται με την έκδοση πράξης της Επιτροπής.

2. Η σχετική πράξη της Επιτροπής υπογράφεται από τον Πρόεδρο και επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο στα καλούμενα πρόσωπα, επέχοντας θέση κλήτευσης προς εμφάνιση, ενώπιον της Επιτροπής. Σε αυτήν επισυνάπτονται τα έγγραφα και τα λοιπά στοιχεία της υπόθεσης.

3. Η πράξη διεξαγωγής κοινοποιείται στα καλούμενα πρόσωπα είκοσι (20) ημέρες πριν από την ημερομηνία ακρόασης.

4. Σε περίπτωση απουσίας του καλούμενου σε ακρόαση προσώπου, παρά τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευσή του, η διαδικασία ακρόασης διεξάγεται χωρίς την παρουσία του. Σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει απαραίτητη την παρουσία αυτού ή οποιουδήποτε άλλου κληθέντος προσώπου, η ακρόαση αναβάλλεται σε νέα ημερομηνία, η οποία δεν δύναται να ορισθεί σε χρόνο πέρα των δέκα (10) ημερών, με νέα κλήτευση των μη παραστάντων προσώπων.

5. Σε περίπτωση παράλειψης, μη προσήκουσας ή μη εμπρόθεσμης κλήτευσης ενός ή περισσοτέρων των κληθέντων προσώπων, η Επιτροπή αναβάλει τη διεξαγωγή της ακρόασης σε ρητή ημερομηνία για να κληθούν τα πρόσωπα που δεν παραστάθηκαν, χωρίς νέα κλήτευση των παρόντων.

Άρθρο 13

Κατάθεση υπομνημάτων

1. Τα καλούμενα πρόσωπα έχουν δικαίωμα να καταθέσουν στο Πρωτόκολλο της Επιτροπής, έγγραφο υπόμνημα, με το οποίο να διατυπώνουν τις απόψεις τους επί της διερευνώμενης παράβασης, με τα αποδεικτικά στοιχεία τους, το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών προ της ημερομηνίας διεξαγωγής της ακρόασης.

2. Κάθε καλούμενο πρόσωπο δικαιούται να λάβει αντίγραφο των απόψεων των λοιπών καλουμένων προσώπων και των σχετικών εγγράφων που έχουν προσκομίσει, με την επιφύλαξη του άρθρου 30 της παρούσας.

Άρθρο 14

Παρέμβαση τρίτων

1. Οποιοσδήποτε τρίτος, Φυσικό ή Νομικό πρόσωπο, το οποίο καλείται να μετέχει ή λαμβάνει γνώση της διαδικασίας ακρόασης, μπορεί να υποβάλει υπόμνημα, ενώπιον της Επιτροπής, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών, πριν από την καθορισθείσα ημερομηνία ακρόασης.

2. Το υπόμνημα κατατίθεται στο πρωτόκολλο της Επιτροπής και αποτελεί στοιχείο της υπόθεσης. Κάθε καλούμενο πρόσωπο, με την επιφύλαξη του άρθρου 30 της παρούσας, έχει δικαίωμα λήψης αντιγράφου του υπομνήματος της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

3. Η Επιτροπή δύναται να κλητεύσει στη συζήτηση οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, εφόσον κρίνει ότι η συμμετοχή του θα συμβάλει στην εξέταση της υπόθεσης.

4. Για τα μέρη και τους τρίτους που αγνοούν την ελληνική γλώσσα, ορίζεται από τον Πρόεδρο διερμηνέας, ο οποίος ορκίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 408 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ότι θα ασκήσει το καθήκον του πιστά και θα αποδώσει πιστά όσα διαμειφθούν.

Οι λόγοι που ισχύουν για τον αποκλεισμό και την εξαίρεση των μελών της Επιτροπής ισχύουν αναλόγως και για τους διερμηνείς.

5. Εάν κάποιο από τα μέρη ή τους τρίτους είναι κωφός, άλαλος ή κωφάλαλος, η συνεννόηση μαζί του γίνεται εγγράφως. Τις απαντήσεις του υπογράφει ο Πρόεδρος και περιλαμβάνονται, μαζί με τις αντίστοιχες ερωτήσεις, στα πρακτικά της διαδικασίας ακρόασης. Αν τα πρόσωπα αυτά δεν είναι ικανά να απαντήσουν εγγράφως, ορίζεται κατάλληλος διερμηνέας.

6. Οι δαπάνες διερμηνείας βαρύνουν το ενδιαφερόμενο μέρος.

Άρθρο 15

Αναβολή διεξαγωγής της ακρόασης

1. Κάθε καλούμενο πρόσωπο δύναται, με την υποβολή έγγραφης αίτησης, μέχρι και την προτεραία της διεξαγωγής της ακρόασης, να ζητήσει την παράταση της προθεσμίας εμφάνισής του, επικαλούμενο σοβαρό λόγο. Επί της αίτησης αυτής, αποφασίζει ο Πρόεδρος της Επιτροπής. Η απόφαση αυτή ανακοινώνεται, είτε προφορικά, είτε με άλλο πρόσφορο μέσο, όπως μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στα καλούμενα πρόσωπα.

2. Αίτημα αναβολής είναι δυνατόν να υποβληθεί και ενώπιον της Επιτροπής, κατά την έναρξη της συνεδρίασής της για την ακρόαση, αλλά μόνον για λόγους ανωτέρας βίας. Επί του αιτήματος αυτού, αποφαίνεται, αμέσως, η Επιτροπή.

3. Η συζήτηση αναβάλλεται υποχρεωτικά, σε περίπτωση μη νόμιμης ή μη εμπρόθεσμης κλήτευσης του κληθέντος προσώπου, εκτός εάν αυτό παρίσταται κατά την ακρόαση και δεν αντιλέγει.

4. Σε κάθε περίπτωση αναβολής, νέα κλήτευση χωρεί μόνον, ως προς τα πρόσωπα, τα οποία δεν παρέστησαν, κατά την αρχικώς ορισθείσα ημερομηνία διεξαγωγής της ακρόασης.

Άρθρο 16

Διενέργεια ακρόασης

1.Τη συζήτηση διευθύνει ο Πρόεδρος της Επιτροπής, ο οποίος δίδει και αφαιρεί το λόγο από τους συμμετέχοντες.

2. Κατά την έναρξη της συνεδρίασης, ο Πρόεδρος ανακοινώνει το θεματικό αντικείμενο της ακρόασης και καλεί τα κληθέντα πρόσωπα να αναπτύξουν τις απόψεις τους, κατά τη σειρά που ο ίδιος ορίζει. Το καθ’ ου η πράξη διεξαγωγής πρόσωπο δικαιούται να λάβει το λόγο τελευταίο.

3.Τα μέλη της Επιτροπής απευθύνουν ερωτήσεις προς τα κληθέντα πρόσωπα.

4. Κάθε καλούμενο πρόσωπο δύναται, με άδεια του Προέδρου, να απευθύνει ερωτήσεις προς τα λοιπά καλούμενα πρόσωπα που παρίστανται κατά τη συζήτηση.

5. Η διαδικασία ακρόασης διεξάγεται σε μία ή περισσότερες συνεδριάσεις, κατά την απόλυτη κρίση της Επιτροπής. Στην περίπτωση αυτή, δεν πραγματοποιείται νέα κλήτευση, αλλά αρκεί η προφορική γνωστοποίηση του Προέδρου, για τον τόπο και το χρόνο της επόμενης συνεδρίασης.

Άρθρο 17

Διακοπή διαδικασίας ακρόασης

1. Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει τη διακοπή της διαδικασίας ακρόασης για σπουδαίο λόγο, εφόσον κρίνει ότι για την αντιμετώπιση των αναφυομένων ζητημάτων απαιτείται συμπληρωματική διερεύνηση της υπόθεσης ή κλήση προς εξέταση άλλων προσώπων.

2. Η διακοπείσα διαδικασία ακρόασης συνεχίζεται σε επόμενη συνεδρίαση του οργάνου.

3. Σε κάθε περίπτωση διακοπής της διαδικασίας ακρόασης, δεν χωρεί νέα κλήτευση των καλουμένων στην ακρόαση προσώπων, εφόσον η ημερομηνία νέας συζήτησης ανακοινώνεται με την αναγγελία της διακοπής αυτής.

Άρθρο 18

Τρόπος νομιμοποίησης παρισταμένων και πληρεξουσίων των καλουμένων προσώπων

1. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, τα παριστάμενα πρόσωπα δηλώνουν την ιδιότητά τους. Κάθε πρόσωπο, πλην των κληθέντων με την πράξη διεξαγωγής, οφείλει να προσκομίσει, ταυτόχρονα, και τα στοιχεία της νομιμοποίησής του.

2. Αν δεν υποβληθούν τα σχετικά στοιχεία ή αυτά δεν είναι πλήρη, η Επιτροπή, κατά την κρίση της, δύναται, είτε να προχωρήσει τη διαδικασία ακρόασης, χορηγώντας προθεσμία για την υποβολή τους, είτε να αναβάλει, εξ αυτού του λόγου, τη συζήτηση.

3. Η νομιμοποίηση των πληρεξουσίων δικηγόρων ή των εκπροσώπων των κληθέντων προσώπων γίνεται, είτε με προφορική δήλωση αυτών ή του νομίμου εκπροσώπου τους, κατά την έναρξη της ακρόασης, είτε με εξουσιοδότησή του, που φέρει το γνήσιο της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος. Σε περίπτωση Ανωνύμων Εταιρειών, αρκεί επικυρωμένο αντίγραφο σχετικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας.

4. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος, εφόσον έχει προηγηθεί η νομιμοποίησή του, θεωρείται και αντίκλητος του καλούμενου προσώπου, το οποίο εκπροσωπεί.

5. Για τις πράξεις της προδικασίας τεκμαίρεται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, εφόσον επακολουθήσει η νομιμοποίηση του πληρεξουσίου ή εμφανισθεί, κατά τη συζήτηση, το καλούμενο πρόσωπο ή ο νόμιμος εκπρόσωπός του και δηλώσει ότι εγκρίνει τη διενέργειά τους.

6. Αν ο νόμιμος εκπρόσωπος ή ο πληρεξούσιος του μέρους τελικώς δεν νομιμοποιηθεί, η Επιτροπή δύναται, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, να μη λάβει υπόψη τις διαδικαστικές πράξεις που διενεργήθηκαν από εκείνον και να απορρίψει για το λόγο αυτό ισχυρισμό ή ένσταση.

Άρθρο 19

Τηρούμενα πρακτικά

Καθ’όλη τη διάρκεια της ενώπιον της Επιτροπής ακρόασης, τηρούνται μαγνητοφωνημένα πρακτικά, τα οποία, μετά την απομαγνητοφώνησή τους, αποστέλλονται ηλεκτρονικά, κατόπιν σχετικής αίτησής τους, κατά τη διάρκεια της ακρόασης, στα κληθέντα πρόσωπα.

Άρθρο 20

Συμπληρωματικά υπομνήματα και στοιχεία

1. Μετά το πέρας της διαδικασίας ακρόασης, τα κληθέντα πρόσωπα δικαιούνται, εντός προθεσμίας τριών (3) εργασίμων ημερών, από την ημερομηνία αποστολής σε αυτά των απομαγνητοφωνημένων πρακτικών, άλλως, σε περίπτωση που δεν υποβάλλουν σχετικό αίτημα κοινοποίησης, εντός της ιδίας ως άνω προθεσμίας, από την ημερομηνία διεξαγωγής της ακρόασης, να καταθέσουν συμπληρωματικό έγγραφο υπόμνημα επί των διαλαμβανομένων στην ακρόαση, προσκομίζοντας και το σύνολο των επικαλουμένων υπ’ αυτών εγγράφων ή στοιχείων, ιδίως δε αυτών που ζητήθηκαν από την Επιτροπή, κατά τη διενέργεια της ακρόασης.

2. Η Επιτροπή μπορεί, οποτεδήποτε, μέχρι την έκδοση της απόφασης, να ζητήσει να προσκομισθούν από οποιοδήποτε κληθέν πρόσωπο, συγκεκριμένα έγγραφα, νέα στοιχεία ή ένορκες βεβαιώσεις, καθώς, επίσης, και να υποβάλλει διευκρινιστικές ερωτήσεις, τάσσοντας ειδική προθεσμία προς κατάθεση ή απάντηση.

Άρθρο 21

Από κοινού εξέταση, χωρισμός υποθέσεων

Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήματος καλουμένου προσώπου ή αυτεπάγγελτα, να διατάξει την από κοινού εξέταση ή το χωρισμό υποθέσεων που πρόκειται να συζητηθούν ενώπιόν της.

Άρθρο 22

Παραίτηση από καταγγελία

1. Παραίτηση από καταγγελία είναι δυνατή καθ’όλη τη διάρκεια διερεύνησης της υπόθεσης. Για το παραδεκτό της παραίτησης απαιτείται έγγραφη δήλωση του καταγγέλλοντος ή εκπροσώπου αυτού, ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτημένου.

2. Ενώπιον της Επιτροπής, παραίτηση επιτρέπεται μέχρι το τέλος της διαδικασίας ακρόασης. Η παραίτηση, κατά τη διαδικασία ακρόασης, δύναται να λάβει χώρα και με προφορική δήλωση του καταγγέλλοντος ή εκπροσώπου αυτού ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτημένου. Σε οποιοδήποτε άλλο στάδιο της διαδικασίας για την παραίτηση απαιτείται έγγραφη δήλωση, η οποία κατατίθεται στο πρωτόκολλο της Γραμματείας.

3. Σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας και αν υποβάλλεται η παραίτηση, αυτή δύναται να γίνει δεκτή από την Επιτροπή, μόνον έπειτα από τη συναίνεση αυτού, κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

4. Η υποβολή δήλωσης παραίτησης δεν διακόπτει αυτοδίκαια τη διαδικασία. Αν η παραίτηση υποβάλλεται στην Επιτροπή προ της ημερομηνίας ακρόασης, η Επιτροπή αποφασίζει, αν η διερεύνηση της υπόθεσης θα τερματισθεί και η υπόθεση θα τεθεί στο αρχείο ή αν αυτή θα κρατηθεί αυτεπαγγέλτως, ωσάν να μην είχε υποβληθεί η παραίτηση.

5. Ανάκληση της παραίτησης δεν επιτρέπεται, ενώ είναι ανίσχυρη παραίτηση υπό όρο ή αίρεση.

6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν κωλύουν την Επιτροπή να επανεξετάσει υπόθεση που τέθηκε στο αρχείο της.

Άρθρο 23

Διαδικασία ακρόασης επί ασφαλιστικών μέτρων

1. Όταν επίκειται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 4792/2021, η Επιτροπή κοινοποιεί προς τον καταγγελλόμενο πράξη διεξαγωγής ακρόασης. Η πράξη διεξαγωγής επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο στα καλούμενα πρόσωπα, επέχοντας θέση κλήτευσης προς εμφάνιση, ενώπιον της Επιτροπής. Σε αυτήν επισυνάπτονται οι λόγοι, για τους οποίους η Επιτροπή επιλαμβάνεται αυτεπαγγέλτως ή επισυνάπτεται η σχετική αίτηση των προμηθευτών.

2. Η πράξη διεξαγωγής κοινοποιείται στα καλούμενα πρόσωπα δύο (2) ημέρες πριν από την ημερομηνία ακρόασης.

3. Σε περίπτωση απουσίας του καλούμενου σε ακρόαση προσώπου, παρά τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευσή του, η ακρόαση διεξάγεται χωρίς την παρουσία του.

4. Σε περίπτωση παράλειψης, μη προσήκουσας ή μη εμπρόθεσμης κλήτευσης ενός ή περισσοτέρων των κληθέντων προσώπων, αυτά έχουν δικαίωμα να υποβάλουν στην Επιτροπή αίτημα νέας ακρόασης, εντός προθεσμίας δύο (2) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτά της απόφασης για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων.

5. Τα καλούμενα πρόσωπα, κατά την ημέρα διεξαγωγής της ακρόασης, έχουν δικαίωμα να καταθέσουν στο Πρωτόκολλο της Επιτροπής, έγγραφο υπόμνημα, με το οποίο να διατυπώνουν τις απόψεις τους επί της διερευνώμενης παράβασης, με τα αποδεικτικά τους.

6. Κάθε καλούμενο πρόσωπο δικαιούται να λάβει αντίγραφο των απόψεων των λοιπών καλουμένων προσώπων και των σχετικών εγγράφων που έχουν προσκομίσει, με την επιφύλαξη του άρθρου 30 της παρούσας. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΝ ΚΑΙ

ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Άρθρο 24

Ορισμός Εισηγητή -

Διάσκεψη για τη λήψη απόφασης

1. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ακρόασης, ορίζει τον Εισηγητή και την ημερομηνία πρώτης διάσκεψης, η οποία λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός των επομένων δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία διεξαγωγής της ακρόασης, και γνωστοποιείται αμέσως στα μέλη της Επιτροπής.

2. Τα μέλη της Επιτροπής ενημερώνονται από τον Εισηγητή για κάθε στοιχείο του φακέλου.

3. Αν κατά την ψηφοφορία σχηματισθούν περισσότερες από δύο γνώμες και δεν καθίσταται δυνατός ο σχηματισμός πλειοψηφίας, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται με υποχρεωτική προσχώρηση, κάθε φορά, εκείνου που διατυπώνει την ασθενέστερη γνώμη, σε μία από τις επικρατέστερες.

4. Σε περίπτωση που κατά τη διάσκεψη ανακύψουν ζητήματα, για την επίλυση των οποίων απαιτείται να προσκομισθούν από τα μέρη περισσότερα στοιχεία, η Επιτροπή εκδίδει σχετική απόφαση.

5. Η Επιτροπή μπορεί, επίσης, να καλέσει, προς παροχή πληροφοριών ή διευκρινίσεων επί των στοιχείων του σχετικού φακέλου, τους υπαλλήλους της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων.

6. Η διάσκεψη για την έκδοση απόφασης είναι μυστική και το αποτέλεσμά της είναι απόρρητο μέχρι την καταγραφή του διατακτικού της απόφασης στο Βιβλίο Αποφάσεων της Επιτροπής που τηρείται από το Γραμματέα της Επιτροπής.

Άρθρο 25

Σύνταξη, κοινοποίηση και δημοσίευση αποφάσεων

1. Η απόφαση της Επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

2. Η γνώμη της μειοψηφίας αναφέρεται στην απόφαση, καθώς και στα πρακτικά των διασκέψεων, με μνεία των μειοψηφησάντων μελών.

3. Μετά την λήψη της απόφασης, ο Γραμματέας καταχωρίζει, κατ’αύξοντα αριθμό, τα στοιχεία της υπόθεσης και το διατακτικό της απόφασης στο Βιβλίο Αποφάσεων της Επιτροπής. Ο ως άνω αύξων αριθμός αποτελεί και τον αριθμό της απόφασης της Επιτροπής.

3. Μετά την καθαρογραφή της απόφασης, το κείμενο της απόφασης υπογράφεται από τον Πρόεδρο και τον Γραμματέα της Επιτροπής και καθορίζεται ο αριθμός των εκδόσεών της, αναλόγως του αριθμού των μερών και των στοιχείων που θεωρούνται απόρρητα για τα λοιπά μέρη και τους τρίτους. Κάθε έκδοση φέρει, σε κάθε σελίδα της, σχετική σημείωση περί του αποδέκτη αυτής.

4. Ανά έκδοση παραλείπονται τα στοιχεία εκείνα, τα οποία είναι απόρρητα έναντι του συγκεκριμένου αποδέκτη, εφόσον δεν κρίνονται ως απαραίτητα στοιχεία για την αιτιολογία της απόφασης.

5. Με ευθύνη του Γραμματέα κοινοποιείται αμελλητί σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος επικυρωμένο αντίγραφο της οικείας έκδοσης της απόφασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’

ΤΗΡΗΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ, ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΑΡΧΕΙΩΝ

Άρθρο 26

Πρωτόκολλο

1. Στην Επιτροπή τηρείται γενικό πρωτόκολλο με επιμέλεια του Γραμματέα της, στο οποίο καταχωρείται κάθε έγγραφο στοιχείο που απευθύνεται ή προέρχεται από την Επιτροπή και, ιδίως,

α)οι καταγγελίες,

β)η αλληλογραφία,

γ)οι τιθέμενες στο αρχείο υποθέσεις κ.λπ.

2. Κατά την τήρηση του πρωτοκόλλου και σε περίπτωση σχετικού αιτήματος από τον καταγγέλλοντα λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ταυτότητάς του, καθώς και των μερών ή προμηθευτών, που έχουν το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας.

3. Στο πρωτόκολλο αυτό αναφέρονται τα στοιχεία των καταγγελλόντων και καταγγελλομένων και καταχωρείται η παράβαση, σύμφωνα με την υποβληθείσα έγγραφη καταγγελία.

Άρθρο 27

Πρακτικά

1. Τα πρακτικά των αποφάσεων Επιτροπής τηρεί ο Γραμματέας της Επιτροπής.

2.Τα πρακτικά των διασκέψεων τηρούνται συνοπτικά και περιέχουν τα γενικά στοιχεία της συνεδρίασης, τα επιμέρους ζητήματα που συζητήθηκαν και το αποτέλεσμα της συζήτησης.

3.Τα παραπάνω πρακτικά, καθώς και τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της διαδικασίας ακρόασης υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γραμματέα.

Άρθρο 28

Βιβλίο Αποφάσεων

1. Στο βιβλίο αποφάσεων της Επιτροπής καταχωρούνται:

α) ο αριθμός της απόφασης,

β) η ημερομηνία έκδοσης της απόφασης,

γ) τα ονόματα των μερών και επί νομικών προσώπων η επωνυμία,

δ) το είδος της υπόθεσης,

ε) το διατακτικό της απόφασης,

στ) οι εκδοθείσες δικαστικές αποφάσεις επί προσφυγών κατά αποφάσεων της Επιτροπής.

2. Το βιβλίο αποφάσεων δύναται να τηρείται και ηλεκτρονικά.

Άρθρο 29

Λοιπά βιβλία

Πέραν του βιβλίου αποφάσεων, ο Γραμματέας τηρεί και το ειδικό βιβλίο, όπου καταχωρίζονται οι τηλεφωνικές προσκλήσεις των μελών στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, καθώς και κάθε άλλο βιβλίο κριθεί απαραίτητο με απόφαση του Προέδρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’

ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ -

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΩΝ

Άρθρο 30

Εμπιστευτική αντιμετώπιση των απόρρητων στοιχείων

1. Κατά τη διερεύνηση υποθέσεων από την Επιτροπή Καταπολέμησης Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών, τα Φυσικά ή Νομικά πρόσωπα, από τα οποία ζητείται η υποβολή πληροφοριών ή εγγράφων, έχουν δικαίωμα να υποβάλουν, αιτιολογημένο αίτημα περί εμπιστευτικής αντιμετώπισης του συνόλου ή μέρους των από αυτά προσκομιζομένων στοιχείων ή/και των παρεχόμενων πληροφοριών ή/και των στοιχείων και πληροφοριών, που ελήφθησαν στο πλαίσιο διενέργειας επιτόπιων επιθεωρήσεων, υποβάλλοντας αυτά κατά τρόπο που διασφαλίζει τον εμπιστευτικό τους χαρακτήρα, ιδίως στοιχείων ή/και πληροφοριών που αφορούν σε επαγγελματικά και επιχειρηματικά απόρρητα, καθώς και λοιπές πληροφορίες των οποίων η αποκάλυψή τους θα έβλαπτε σημαντικά το πρόσωπο που υποβάλλει το σχετικό αίτημα.

3. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής έχει την ευχέρεια να αποδεχθεί ή όχι το αίτημα περί εμπιστευτικής αντιμετώπισης, εν όλω ή εν μέρει, ακόμη και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ακρόασης, καθώς και να ανακαλέσει, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, σχετική απόφασή του.

4. Σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος ή ανάκλησης της αποδοχής αυτού, ο Πρόεδρος της Επιτροπής γνωστοποιεί εγγράφως στα αιτούμενα πρόσωπα την πρόθεση της Επιτροπής για αποκάλυψη των πληροφοριών, εκθέτει τους σχετικούς λόγους και τάσσει προθεσμία εντός της οποίας αυτά μπορούν να αποστείλουν, εγγράφως, τις απόψεις τους. Εάν, κατόπιν της υποβολής των απόψεων αυτών, εξακολουθεί να υφίσταται διαφωνία, τότε συνεδριάζει η Επιτροπή και αποφασίζει επί του χαρακτηρισμού των στοιχείων.

5.Τα συναφή με την υπόθεση στοιχεία που συλλέγει η αρμόδια, κατά περίπτωση, Υπηρεσία, κατά τη διερεύνηση ΕΦΗΜΕΡΙ∆Α TΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ 65520 Τεύχος B’5054/01.11.2021 αυτής, αποτελούν τμήμα του φακέλου της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και των απόρρητων στοιχείων, τα οποία έχουν σχέση με την εφαρμογή του ν. 4792/2021 (Α’54). Η Επιτροπή και οι υπάλληλοι της παρ. 2 του άρθρου 8 υποχρεούνται να τηρούν εχεμύθεια σε σχέση με τα στοιχεία αυτά.

6.Τα πρόσωπα, τα οποία καλούνται σε ακρόαση έχουν δικαίωμα πρόσβασης στα μη απόρρητα στοιχεία του φακέλου που έχει σχηματισθεί, μετά την κοινοποίηση σε αυτά της πράξης διεξαγωγής ακρόασης.

7.Το καθ’ου η πράξη διεξαγωγής πρόσωπο δύναται, με ειδικά αιτιολογημένο αίτημά του προς την Επιτροπή, να ζητήσει πρόσβαση σε απόρρητα έγγραφα ή στοιχεία του φακέλου, εφόσον η πρόσβαση αυτή είναι απολύτως αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων άμυνας αυτού. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής αποφαίνεται επί του αιτήματος και η απόφασή του γνωστοποιείται στον αιτούντα.

8. Οι τρίτοι δεν έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους φακέλους των εκκρεμών υποθέσεων. Κατά τα λοιπά, ως προς τα πρόσωπα αυτά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.

9. Εφόσον, κρίνεται απαραίτητη από την αρμόδια, κατά περίπτωση, Υπηρεσία η χρησιμοποίηση εγγράφων που περιέχουν απόρρητα στοιχεία των καλουμένων προσώπων, αυτά ανακοινώνονται στον Πρόεδρο της Επιτροπής, ο οποίος με απόφασή του, καθορίζει αν και ποια στοιχεία θα περιληφθούν, τελικά, σε αυτήν.Τα στοιχεία αυτά, έκτοτε, αποβάλλουν τον απόρρητο χαρακτήρα τους. Στα έγγραφα αυτά δεν δύνανται να περιλαμβάνονται έγγραφα τα οποία περιέχουν στοιχεία ή πληροφορίες που θα επιτρέψουν την ταυτοποίηση καταγγελόντων ή τρίτων που επιθυμούν να παραμείνουν ανώνυμοι σύμφωνα με τους όρους της παρ. 6. του άρθρου 8.

10. Ως απόρρητα, θεωρούνται και παραμένουν τα προπαρασκευαστικά έγγραφα και τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης της Επιτροπής, τα εσωτερικά έγγραφα των αρμοδίων, κατά περίπτωση, Υπηρεσιών, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και άλλων Εθνικών Αρχών, καθώς και η αλληλογραφία, μεταξύ της Επιτροπής και άλλων υπηρεσιών ή Αρχών.

11. Αποφάσεις της Επιτροπής, οι οποίες περιλαμβάνουν στοιχεία των καλουμένων προσώπων, τα οποία έχουν κριθεί, ως απόρρητα, συντάσσονται σε δύο (2) εκδοχές, η πρώτη περιέχουσα τα στοιχεία αυτά, η οποία κοινοποιείται μόνον στο καλούμενο πρόσωπο, το οποίο και τα έχει προσκομίσει, και μία δεύτερη, στην οποία αποσιωπούνται τα ως άνω στοιχεία και η οποία κοινοποιείται στα λοιπά καλούμενα πρόσωπα.

12. Το δικαίωμα πρόσβασης στα στοιχεία του φακέλου ασκείται μετά από έγγραφο αίτημα του ενδιαφερομένου μέρους:

α)με μελέτη των στοιχείων στον τόπο, όπου φυλάσσονται,

β)με χορήγηση αντιγράφων, σε έντυπη ή ηλεκτρονικήμορφή,μεδαπάνητωναιτούντωντηνπρόσβαση. 13. Τα έντυπα, στα οποία αποκτάται πρόσβαση, κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνον για σκοπούς διοικητικής ή δικαστικής διαδικασίας.

14. Οι πληροφορίες, τα έγγραφα και τα μέρη των εγγράφων, για τα οποία δεν υποβλήθηκε αιτιολογημένη αίτηση εμπιστευτικής αντιμετώπισης εν όλω ή εν μέρει, με την προσκόμιση χωριστής μη εμπιστευτικής εκδοχής, θεωρούνται ως μη απόρρητα.

Άρθρο 31

Συνεργασία της Επιτροπής με τις αρμόδιες αρχές

1. Η Επιτροπή συνεργάζεται με τις υπηρεσιακές μονάδες και τους εποπτευόμενους φορείς του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς και με άλλους συναρμόδιους φορείς.

2. Η Επιτροπή συνεργάζεται, επίσης, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους αρμόδιους φορείς των άλλων κρατών μελών, για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων.

3. Όλες οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να επιβοηθούν το έργο της Επιτροπής, ύστερα από σχετική έγγραφη αίτηση του Προέδρου της.

4. Σε περίπτωση που σε οποιοδήποτε στάδιο διερεύνησης μίας υπόθεσης περιέλθουν στην Επιτροπή:

α) Πληροφορίες επί ζητημάτων αρμοδιότητας οποιωνδήποτε ελεγκτικών αρχών είτε του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των εποπτευομένων από αυτό Οργανισμών είτε και τρίτων, ενδεικτικά της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η Επιτροπή ενημερώνει άμεσα εγγράφως τις ελεγκτικές αυτές αρχές, παρέχοντάς τους αντίγραφα των σχετικών στοιχείων.

β) Πληροφορίες με βάση τις οποίες ανακύπτουν ενδείξεις τέλεσης αξιοποίνων πράξεων, η Επιτροπή ενημερώνει άμεσα εγγράφως τον αρμόδιο Εισαγγελέα και παρέχει σε αυτόν κάθε πληροφορία, έγγραφο ή άλλη συνδρομή που αυτός θα ζητήσει κατά τις κείμενες διατάξεις. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 32

Επεξήγηση όρων

Όπου στον παρόντα κανονισμό γίνεται αναφορά στην «Επιτροπή», στον «Πρόεδρο» και στα «μέλη» νοούνται η «Επιτροπή Καταπολέμησης Αθέμιτων Εμπορικών Πρακτικών», ο «Πρόεδρος» της Επιτροπής και τα «μέλη» της Επιτροπής, αντίστοιχα.

Άρθρο 33

Ισχύς

Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 26 Οκτωβρίου 2021

Ο Υπουργός

ΣΠΥΡΙΔΩΝ - ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΒΑΝΟΣ

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!