Τα γραπτά μηνύματα υπενθύμισης και παρότρυνσης αυξάνουν τα ραντεβού για τους εμβολιασμούς κατά του κορονοϊού, σύμφωνα με αμερικανική έρευνα
EPA/OXFORD UNIVERSITY / JOHN CAIRNS
Τα γραπτά μηνύματα μέσω SMS και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, που αποστέλλονται σε όσους πληρούν τις προϋποθέσεις για να εμβολιασθούν κατά της Covid-19 και ενημερώνονται σχετικά, μπορεί να αυξήσουν το κλείσιμο των ραντεβού και τους εμβολιασμούς κατά του κορονοϊού, σύμφωνα με μία νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Αν μάλιστα το μήνυμα είναι έξυπνα διατυπωμένο, έτσι ώστε να κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν πως το εμβόλιο είναι «ήδη δικό τους» και τους «περιμένει«, τότε αυξάνεται περαιτέρω η θετική επίπτωση στον ρυθμό των ραντεβού και των εμβολιασμών.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ντάνιελ Κρόιμανς του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA), οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», επεσήμαναν ότι ο τερματισμός της πανδημίας θα απαιτήσει, μεταξύ άλλων, γρήγορες και αποτελεσματικές στρατηγικές που θα στοχεύουν στο πεδίο της συμπεριφοράς και της ψυχολογίας, ενθαρρύνοντας τους διστακτικούς να εμβολιασθούν. Η αποστολή προσεκτικά διατυπωμένων γραπτών μηνυμάτων εκ των προτέρων φαίνεται πως μπορεί να λειτουργήσει ως μία τέτοια παρότρυνση.
Οι υπερβολικές ανησυχίες ορισμένων ανθρώπων για τα εμβόλια και η συστηματική αντιεμβολιαστική παραπληροφόρηση προκαλούν προσκόμματα στις εκστρατείες εμβολιασμού σε πολλές χώρες. «Η μελέτη μας δείχνει ότι το πάντρεμα των μηνυμάτων κειμένου, μίας ευρέως διαθέσιμης τεχνολογίας, με την επιστήμη της συμπεριφοράς, μπορεί να ενθαρρύνει τους ανθρώπους να εμβολιαστούν, βοηθώντας στην προστασία της κοινότητας και της οικονομίας μας», δήλωσε ο Κρόιμανς.
Οι επιστήμονες πραγματοποίησαν δύο τυχαιοποιημένες και ελεγχόμενες μελέτες σε 93.354 και 67.092 άτομα, αντίστοιχα, στις ΗΠΑ. Όλοι οι συμμετέχοντες της πρώτης ομάδας έλαβαν μήνυμα μία ημέρα μετά από εκείνη που έγινε γνωστό ότι πληρούσαν πλέον τις προϋποθέσεις για να εμβολιασθούν, ενώ εκείνοι της δεύτερης ομάδας πήραν γραπτό μήνυμα μετά από οκτώ ημέρες. Τα μηνύματα ήταν είτε απλά (του τύπου «μπορείτε να κάνετε το εμβόλιό σας στο τάδε ιατρικό κέντρο») ή πιο «έξυπνα» (όπως «το εμβόλιό σας μόλις έγινε διαθέσιμο για σας στο τάδε κέντρο» ή «η δόση σας σάς περιμένει από σήμερα στο τάδε κέντρο»), με τρόπο που σκοπίμως να ενισχύει το αίσθημα ιδιοκτησίας ενός ανθρώπου αναφορικά με το εμβόλιο.
Διαπιστώθηκε ότι τα μηνύματα που στάλθηκαν μετά από μία ημέρα αύξησαν τα ραντεβού για εμβολιασμό μέσα στην επόμενη εβδομάδα κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες, ενώ αύξησαν επίσης κατά 3,6 ποσοστιαίες μονάδες τον αριθμό των εμβολιασμένων μέσα στον επόμενο μήνα μετά την αποστολή του μηνύματος, σε σχέση με τους ανθρώπους που δεν είχαν πάρει κανένα μήνυμα. Τα μηνύματα που τόνωναν το αίσθημα ιδιοκτησίας σε σχέση με τη δόση του εμβολίου είχαν ακόμη καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με τα πιο απλά μηνύματα. Από την άλλη πλευρά, η προσθήκη επιπλέον πληροφοριών στο μήνυμα, όπως ένας σύνδεσμος (link) για ένα δίλεπτο βίντεο σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της Covid-19, δεν φάνηκε να δίνει κανένα έξτρα όφελος από άποψη αύξησης των ραντεβού.
Οι ερευνητές συμπέραναν ότι τα μηνύματα με παροτρύνσεις αποτελούν έναν αποτελεσματικό τρόπο για να υπερκερασθεί η αντίσταση ορισμένων, ιδίως απέναντι στην πρώτη δόση (μετά θα είναι πιο εύκολο να κάνει και τη δεύτερη). Οι περισσότεροι διστακτικοί ή φοβισμένοι άνθρωποι που κάνουν τελικά το πρώτο βήμα για τον εμβολιασμό τους, έχει διαπιστωθεί ότι στη συνέχεια κλείνουν ραντεβού και για τη δεύτερη δόση. Μολονότι τα γραπτά μηνύματα δεν είναι η μοναδική στρατηγική για αύξηση των εμβολιασμών, οι Αμερικανοί επιστήμονες θεωρούν χρήσιμο να προστεθούν στο «οπλοστάσιο» των υγειονομικών Αρχών, καθώς έχουν και χαμηλό κόστος.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
https://www.nature.com/articles/s41586-021-03843-2
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!