Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Αποφάσεις - Εγκύκλιοι

Κ.Υ.Α. 77697 ΕΞ 2021 Καθορισμός του περιεχομένου της σύμβασης στην οποία υποχρεούνται να προσχωρήσουν οι χρηματοδοτικοί φορείς προκειμένου να δικαιούνται να καταστούν συμμετέχοντες πιστωτές, στο πλαίσιο της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του Κεφ. Α΄ του Δεύτερου Μέρους του Πρώτου Βιβλίου (άρθρα 5-30) του ν. 4738/2020.

Αριθμ. 77697 ΕΞ 2021

ΦΕΚ Β 2896/05.07.2021

Καθορισμός του περιεχομένου της σύμβασης στην οποία υποχρεούνται να προσχωρήσουν οι χρηματοδοτικοί φορείς προκειμένου να δικαιούνται να καταστούν συμμετέχοντες πιστωτές, στο πλαίσιο της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του Κεφ. Α΄ του Δεύτερου Μέρους του Πρώτου Βιβλίου (άρθρα 5-30) του ν. 4738/2020.

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ -

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Το άρθρο 71 παρ. 5 του ν. 4738/2020 «Ρύθμιση οφει- λών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 207).

2. Τη διαδικασία που ορίζεται στο Κεφάλαιο Α΄ του Δεύτερου Μέρους του Πρώτου Βιβλίου (άρθρα 5-30) του ν. 4738/2020 «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 207).

3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98).

4. Τις διατάξεις του π.δ. 81/2019 «Σύσταση, συγχώνευση και μετονομασία Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους - Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» (Α΄ 119).

5. Τις διατάξεις του π.δ. 83/2019 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α΄ 121).

6. Τις διατάξεις του π.δ. 142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄ 181).

7. Τις διατάξεις του π.δ. 147/2017 (Α΄ 192) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης».

8. Τις διατάξεις του ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (Α΄ 143).

9. Τις διατάξεις του ν. 4727/2020 «Ψηφιακή Διακυβέρνηση (Ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2102 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024) - Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972) και άλλες διατάξεις» (Α΄ 184).

10. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Καθορίζουμε το περιεχόμενο της σύμβασης στην οποία υποχρεούνται να προσχωρήσουν οι χρηματοδοτικοί φορείς προκειμένου να δικαιούνται να καταστούν συμμετέχοντες πιστωτές, στο πλαίσιο της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του Κεφ. Α΄ του Δεύτερου Μέρους του Πρώτου Βιβλίου (άρθρα 5-30) του ν. 4738/2020, ως εξής:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τις ανάγκες της παρούσας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) Ως «οφειλέτης» ή «αιτών» νοείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα που έχει χρηματικές οφειλές που μπορούν να ρυθμιστούν μέσω της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών (άρθρα 5-30 του ν. 4738/2020),για τις οποίες ευθύνεται είτε ως πρωτοφειλέτης, είτε ως συνοφειλέτης, είτε εξ εγγυήσεως.

2) Ως «συνοφειλέτης» νοείται το πρόσωπο, που ευθύνεται αλληλεγγύως εκ του νόμου ή δυνάμει δικαιοπραξίας για εξόφληση μέρους ή του συνόλου των οφειλών του οφειλέτη προς χρηματοδοτικούς φορείς. Στην έννοια του συνοφειλέτη περιλαμβάνεται και ο «εγγυητής».

3) Ως «χρηματοδοτικοί φορείς» νοούνται:

i) τα πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, μεταξύ των οποίων και εκείνα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση,

ii) οι εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης, iii) οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων,

iv) οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), ενεργώντας για λογαριασμό προσώπων που έχουν αποκτήσει δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, καθώς και

v) τα νομικά πρόσωπα που αποκτούν απαιτήσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης του ν. 3156/2003 και οι διαχειριστές αυτών.

4) Ως «πιστωτές» νοούνται οι χρηματοδοτικοί φορείς, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, που έχουν χρηματικές απαιτήσεις κατά του οφειλέτη.

5) Ως «συμμετέχων πιστωτής», για τους σκοπούς της σύμβασης αυτής είναι κάθε Χρηματοδοτικός Φορέας, κατά την έννοια της παρ. 1(γ) του άρθρου 6 του ν. 4738/2020, που εγγράφεται υπό την ιδιότητα αυτή στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29 του ν. 4738/2020 και ειδοποιείται να λάβει μέρος στη διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 4 του άρθρου 71 ν. 4738/2020 (Α΄ 207) υπό στοιχεία 67360 ΕΞ 2021/2021 (Β΄ 2499) και θέμα: «Καθορισμός των τεχνικών λεπτομερειών που αποτελούν τις λειτουργικές προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του ν. 4738/2020 (Α΄207) ”Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις“».

6) Ως «οικογένεια» ή «νοικοκυριό» νοείται ο οφειλέτης και τα μέλη της οικογένειάς του (σύζυγος και ανήλικα / ενήλικα εξαρτώμενα μέλη).

7) Ως «εύλογες δαπάνες διαβίωσης» νοούνται οι δαπάνες διαβίωσης της οικογένειας.

8) Ως «σύζυγος» νοείται και ο αντισυμβαλλόμενος σε σύμφωνο συμβίωσης (ο συμβίος ή η συμβία) του ν. 4356/2015 (Α΄ 181) ή του ν. 3719/2008 (Α΄ 241).

9) Ως «εξαρτώμενα μέλη» νοούνται τα μέλη της οικογένειας πέραν των συζύγων.

10) Ως «φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα» νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο αποκτά εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα ή από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 47 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167).

11) Ως «ποσό βασικής οφειλής» νοείται το συνολικό ποσό της οφειλής μείον τυχόν τόκους υπερημερίας (για τους χρηματοδοτικούς φορείς) και πρόστιμα, προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής (για το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης).

12) Ως «σύμβαση αναδιάρθρωσης» νοείται η δικαιοπραξία που καταρτίζεται μεταξύ του οφειλέτη και των συναινούντων πιστωτών, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4738/2020, άρθρα 5-30 και της παρούσας και έχει ως αντικείμενο την αναδιάρθρωση των οφειλών του οφειλέτη. Στη σύμβαση αναδιάρθρωσης δύνανται να συμβάλλονται και οι συνοφειλέτες.

13) Ως «καθαρό εισόδημα» νοείται το καθαρό εισόδημα που προκύπτει από το εκκαθαριστικό (πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου) του οφειλέτη, συνοφειλέτη.

14) Ως «εύλογες δαπάνες διαβίωσης κατηγορίας 1 της ΕΛΣΤΑΤ» νοούνται οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης όπως καθορίζονται από την ΕΛΣΤΑΤ υπό την κατηγορία 1 και διαφοροποιούνται ανάλογα με τη σύνθεση της οικογένειας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη.

15) Ως «ιατρικές δαπάνες μόνιμου χαρακτήρα» νοούνται τα ποσά τα οποία καταβάλει ο οφειλέτης ή συνοφειλέτης για ιατρική αντιμετώπιση χρόνιων ασθενειών μόνιμου χαρακτήρα (του ιδίου, του/της συζύγου ή εξαρτώμενου μέλους της οικογένειάς του), όπως αυτά προκύπτουν κατά δήλωση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη. Οι εν λόγω δαπάνες θα πρέπει να συνοδεύονται υποχρεωτικά από σχετική τεκμηρίωση.

16) Ως «δαπάνη ενοικίου» νοείται η δαπάνη ενοικίου για κύρια κατοικία του οφειλέτη/συνοφειλέτη που προκύπτει από το έντυπο Ε1 (δήλωση φορολογίας ει- σοδήματος φυσικού προσώπου) του οφειλέτη ή συνοφειλέτη.

17) Ως «έξοδα διατροφής λόγω διαζυγίου» νοούνται τα ποσά τα οποία καταβάλει ο οφειλέτης ή συνοφειλέτης στη σύζυγο ή στα τέκνα του λόγω διαζυγίου, όπως αυτά προκύπτουν κατά δήλωση του αιτούντα. Τα εν λόγω έξοδα θα πρέπει να προκύπτουν και να συνοδεύονται υποχρεωτικά από σχετικές δικαστικές αποφάσεις.

18) Ως ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) νοείται ο φόρος τον οποίο καταβάλει ο οφειλέτης ή συνοφειλέτης και τα μέλη της οικογένειάς τους για τα εμπράγματα δικαιώματά τους επί ακινήτων.

19) Ως «χρεωστικοί τόκοι και τα συναφή έξοδα» νοούνται τα ποσά τα οποία καταβάλει ο οφειλέτης ή συνοφειλέτης, ο οποίος ασκεί συγχρόνως επιχειρηματική δραστηριότητα κατά την έννοια των άρθρων 21 ή 47 του ν. 4172/2013, για τόκους και έξοδα στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών του προς χρηματοδοτικούς φορείς.

20) Ως «ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα οφειλέτη βάσει φορολογικών στοιχείων» νοείται το διαθέσιμο εισόδημα του οφειλέτη που προκύπτει βάσει φορολογικών στοιχείων (ήτοι, εισόδημα μείον δαπάνες συν χρεωστικούς τόκους και συναφή έξοδα).

21) Ως «εύλογο ποσοστό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος για εξυπηρέτηση οφειλών» νοείται το ποσοστό του υπό (κ) ετήσιου διαθέσιμου εισοδήματος του οφειλέτη ή συνοφειλέτη το οποίο δύναται να διατεθεί αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση οφειλών προς τους πιστωτές του.

22) Ως «εύλογο ποσοστό κέρδους επί του κύκλου εργασιών» νοείται το ποσοστό του κύκλου εργασιών του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, το οποίο δύναται να θεωρηθεί ως το ελάχιστο τεκμαρτό ποσοστό κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα.

23) Ως «τυπική διάρκεια της σύμβασης αναδιάρθρωσης» νοείται η διάρκεια της σύμβασης αναδιάρθρωσης εντός προκαθορισμένου ορίου μέγιστης διάρκειας.

24) Ως «καταθέσεις» νοούνται οι συνολικές καταθέσεις εσωτερικού και εξωτερικού του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, καθώς και των μελών της οικογένειάς του οφειλέτη σε χρηματοδοτικούς φορείς καθώς και τυχόν επιπλέον χρηματικά διαθέσιμα της επιχείρησης.

25) Ως «επενδυτικά προϊόντα» νοείται το σύνολο των επενδυτικών προϊόντων εσωτερικού και εξωτερικού του οφειλέτη ή συνοφειλέτη καθώς και των μελών της οικογένειάς του.

26) Ως «ελάχιστο ποσό καταθέσεων που απαιτείται για τη διαβίωση του φυσικού προσώπου» νοείται το ελάχιστο ποσό καταθέσεων που αντιστοιχεί σε οφειλέτη ή συνοφειλέτη για τη διαβίωσή του και διαμορφώνεται ανάλογα με τη σύνθεση της οικογένειάς του.

27) Ως «ελάχιστο ποσό καταθέσεων που απαιτείται για τις λειτουργικές ανάγκες της επιχειρηματικής δραστηριότητας» νοείται το ελάχιστο ποσό καταθέσεων που αντιστοιχεί σε φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή νομικό πρόσωπο, το οποίο διατίθεται για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών της επιχείρησής του και διαμορφώνεται ανάλογα με τον κύκλο εργασιών της επιχείρησης.

28) Ως «κέρδη/ζημιές» νοούνται τα καθαρά κέρδη ή ζημιές που προκύπτουν από το έντυπο Ν (δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων) του οφειλέτη ή συνοφειλέτη.

29) Ως «υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση των οφειλών προς Δημόσιο και χρηματοδοτικούς φορείς» νοείται το σύνολο των υποχρεώσεων του συνοφειλέτη προς τους εν λόγω πιστωτές του. Εξαιρούνται οι απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 3 του ν.δ. 356/1974 (Α΄ 90), οφειλές από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, καθώς και οφειλές προς αλλοδαπό Δημόσιο, καθώς και οφειλές υπέρ τρίτων.

30) Ως «νομικό πρόσωπο μικρής κατηγορίας» νοείται το νομικό πρόσωπο το οποίο έχει κύκλο εργασιών και υποχρεώσεις προς χρηματοδοτικούς φορείς που υπολείπονται συγκεκριμένων προκαθορισμένων ορίων, όπως ορίζονται στο Παράρτημα.

31) Ως «νομικό πρόσωπο μεγάλης κατηγορίας» νοείται το νομικό πρόσωπο το οποίο έχει κύκλο εργασιών ή υποχρεώσεις προς χρηματοδοτικούς φορείς που υπερβαίνουν συγκεκριμένα προκαθορισμένα όρια, όπως ορίζονται στο Παράρτημα.

32) Ως «ελάχιστο ετήσιο ποσοστό αύξησης διαθέσιμου εισοδήματος νομικών προσώπων μεγάλης κατηγορίας» νοείται το ελάχιστο ετήσιο ποσοστό κατά το οποίο αναμένεται να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα του οφειλέτη «νομικού προσώπου μεγάλης κατηγορίας» μετά το πέμπτο (5ο) έτος της ρύθμισης.

33) Ως «ελάχιστο ποσοστό ανάκτησης» νοείται το ελάχιστο ποσό που αναμένεται να ανακτήσουν οι πιστωτές σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη και των συνοφειλετών του, όπως υπολογίζονται βάσει της μεθοδολογίας του όρου 7.11 του άρθρου 7.

34) Ως «ελάχιστη μηνιαία δόση» νοείται η τοκοχρεωλυτική δόση που προκύπτει για το ελάχιστο ποσό ανάκτησης βάσει του ετήσιου επιτοκίου ρύθμισης και της διάρκειας ρύθμισης.

35) Ως «ετήσιο επιτόκιο ρύθμισης οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς» νοείται το επιτόκιο ρύθμισης που εφαρμόζεται επί των οφειλών για τον υπολογισμό των μηνιαίων δόσεων και δύναται να μεταβάλλεται ανάλογα με το είδος και την εξασφάλιση της οφειλής, όπως ορίζεται στο Παράρτημα.

36) Ως «μέγιστη διάρκεια αποπληρωμής οφειλών» νοείται η μέγιστη διάρκεια της σύμβασης ρύθμισης των οφειλών, για τον υπολογισμό των μηνιαίων δόσεων, η οποία είναι δυνατόν να μεταβάλλεται ανάλογα με το είδος της οφειλής και τις παρεχόμενες εξασφαλίσεις. Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, η μέγιστη ως άνω διάρκεια υπολογίζεται σε μήνες και αναπροσαρμόζεται βάσει της ηλικίας του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών.

37) Ως «ελάχιστη μηνιαία δόση προς χρηματοδοτικούς φορείς» νοείται το ελάχιστο ποσό που θα πρέπει να καταβάλει ο οφειλέτης για την εξυπηρέτηση των μηνιαίων δόσεών του και δύναται να μεταβάλλεται ανάλογα με το είδος της οφειλής και τις υφιστάμενες εξασφαλίσεις.

38) Ως «οφειλές με εγγύηση Ελληνικού Δημοσίου» νοούνται οι οφειλές για τις οποίες έχει παρασχεθεί εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

39) Ως «οφειλές με εγγύηση τρίτου φορέα» νοούνται οι οφειλές για τις οποίες έχει παρασχεθεί εγγύηση οποιουδήποτε φορέα του Δημόσιου Τομέα (εξαιρουμένης της γενικής Κυβέρνησης) ή της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (συμπεριλαμβανομένων των ΤΕΜΠΜΕ και ΕΤΕΑΝ) ή φορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από εθνικούς ή Ευρωπαϊκούς οικονομικούς πόρους και ο ως άνω φορέας έχει ρητά συμφωνήσει με την πρόταση αναδιάρθρωσης.

40) Ως «ποσό συνολικής οφειλής» νοείται το ποσό βασικής οφειλής (η οποία συμπεριλαμβάνει κεφάλαιο, συμβατικούς τόκους και έξοδα) συν τυχόν τόκους υπερημερίας για τους χρηματοδοτικούς φορείς.

41) Ως «εξαιρούμενες οφειλές» νοούνται οι εξ εγγυήσεως οφειλές του οφειλέτη / συνοφειλέτη για τις οποίες ενέχεται αποκλειστικά ως εγγυητής και για τις οποίες έχει εγγυηθεί μερικώς ή ολικώς και η συνολική τους καθυστέρηση δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες.

Άρθρο 2

Σκοπός

2.1 Οι συμμετέχοντες πιστωτές δεσμεύονται να διασφαλίσουν την απαραίτητη μεταξύ τους συνεργασία με σκοπό τη διερεύνηση και πρόταση κατάλληλης συμφωνίας αναδιάρθρωσης των οφειλών φυσικού ή νομικού προσώπου που εμπίπτει στις διατάξεις των άρθρων 5-30 του ν. 4738/2020, σε όσες περιπτώσεις με την ανωτέρω ρύθμιση επιτυγχάνεται βιώσιμη ρύθμιση των υποχρεώσεων του οφειλέτη, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται ταυτόχρονα η μη χειροτέρευση της θέσης των συμμετεχόντων πιστωτών από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών, στο πλαίσιο αναγκαστικής εκτέλεσης.

2.2 Για την επίτευξη του σκοπού της προηγούμενης παραγράφου, κάθε συμμετέχων πιστωτής αναλαμβάνει την υποχρέωση:

α) να διαθέτει επαρκές προσωπικό, εξειδικευμένο για την αντιμετώπιση κάθε υπόθεσης ή ομάδας υποθέσεων και

β) να διαθέτει κατάλληλη και επαρκή ηλεκτρονική υποδομή μέσω της οποίας θα διακινούνται όλα τα έγγραφα και οι πληροφορίες που αφορούν στις υποθέσεις που εκάστοτε υπάγονται στην ως άνω διαδικασία.

2.3 Όλα τα στοιχεία, έγγραφα, σχέδια προτάσεων ρύθμισης κ.λπ. αποστέλλονται από τους εκάστοτε συμμετέχοντες πιστωτές στη διαδικασία μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 29 του ν. 4738/2020 (εφεξής “ηλεκτρονική πλατφόρμα”). Με την περιέλευση του εγγράφου σε κάθε μία από αυτές θεωρείται αμάχητα ότι αυτό παρελήφθη από τον αντίστοιχο συμμετέχοντα πιστωτή, εφόσον αποδεικνύεται με τα κατάλληλα ηλεκτρονικά μέσα η επιβεβαίωση αποστολής και παραλαβής.

Άρθρο 3

Συντονιστής Πιστωτής

3.1. Ως συντονιστής πιστωτής από την πλευρά των χρηματοδοτικών φορέων ορίζεται αυτός με το μεγαλύτερο άθροισμα ποσών ανάκτησης ανά οφειλή, όπως υπολογίζονται βάσει της μεθοδολογίας του όρου 7.11 του άρθρου

7. Για τον ορισμό του συντονιστή των χρηματοδοτικών φορέων, κάθε Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) λογίζεται μεμονωμένα ως διακριτός χρηματοδοτικός φορέας για κάθε ένα από τα πρόσωπα που ενεργεί για λογαριασμό τους. Σε περίπτωση που δύο ή περισσότεροι χρηματοδοτικοί φορείς κατέχουν το ίδιο άθροισμα ποσών ανάκτησης ανά οφειλή, τότε ως συντονιστής πιστωτής ορίζεται ο χρηματοδοτικός φορέας με την χρονικά προγενέστερη οφειλή, σύμφωνα με την ημερομηνία της αρχικής χορήγησης.

3.2 Ο συντονιστής πιστωτής ορίζεται, κατά τα αναφερόμενα στον ανωτέρω υπό

3.1 όρο, βάσει των απαιτήσεων έναντι του αιτούντος, όπως αυτές αναφέρονται στην αίτησή του, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 του ν. 4738/2020 και επαληθεύονται στο πλαίσιο των άρθρων 12 και 30 του ν. 4738/2020.

3.3 Ο συντονιστής πιστωτής μεριμνά για τη διασφάλιση της κατά περίπτωση απαραίτητης επικοινωνίας μεταξύ των εκάστοτε συμμετεχόντων πιστωτών, για την επίτευξη του κατά το άρθρο 2 της παρούσας, σκοπού, όπου η επίτευξη αυτού είναι εφικτή.

3.4 Ο συντονιστής πιστωτής δύναται να υποβάλει ανεξάρτητη πρόταση ρύθμισης οφειλών. Η εν λόγω πρόταση μπορεί να βασίζεται στην αυτοματοποιημένη πρόταση αναδιάρθρωσης που έχει προκύψει βάσει της μεθοδολογίας του άρθρου

7. Στο πλαίσιο της ανωτέρω πρότασης, ο Συντονιστής δύναται να μειώσει τη διαγραφή εκάστης οφειλής, κατά ποσοστό το οποίο ο ίδιος κρίνει ως εύλογο. Επιπρόσθετα και μόνο για τις δικές του απαιτήσεις ή για τις απαιτήσεις που διαχειρίζεται, δύναται επίσης να αυξήσει τη διαγραφή κατά ποσοστό το οποίο ο ίδιος κρίνει ως εύλογο. Οι ανωτέρω μεταβολές των ποσοστών διαγραφής οδηγούν σε αναλογικές αυξομειώσεις της μηνιαίας δόσης.

3.5 Ο συντονιστής πιστωτής δύναται να αιτηθεί παράταση σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 71 του ν. 4738/2020.

3.6 Ο συντονιστής πιστωτής ευθύνεται έναντι των συμμετεχόντων πιστωτών για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων του μόνο για δόλο ή βαρεία αμέλεια.

Άρθρο 4

Συνεργασία Συμμετεχόντων Πιστωτών

4.1 Τα στελέχη των κατά περίπτωση συμμετεχόντων πιστωτών συνεργάζονται και διαβουλεύονται μεταξύ τους και ανταλλάσσουν στοιχεία και πληροφορίες κατά τους όρους του άρθρου 30 του ν. 4738/2020, με σκοπό τη διερεύνηση λύσεων ρύθμισης, την κατάρτιση πρό- τασης ρύθμισης και την επίτευξη συμφωνίας ρύθμισης, όπου αυτό είναι εφικτό. Προς τούτο οι συμμετέχοντες πιστωτές και τα κατά τα ανωτέρω στελέχη τους συμμετέχουν στη διαδικασία με επαγγελματισμό και καλή πίστη, κατά τρόπο σύμφωνο με τα συναλλακτικά ήθη, με την επιφύλαξη και τους εύλογους περιορισμούς της σχετικής πολιτικής και των κριτηρίων του κάθε συμμετέχοντος πιστωτή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 της παρούσας.

4.2 Για τη διερεύνηση της κατάλληλης λύσης ρύθμισης, καθώς και για την υποβολή ή έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης, κάθε συμμετέχων πιστωτής ενεργεί με βάση τις εσωτερικές διαδικασίες που διέπουν τη λειτουργία του ως πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος.

Άρθρο 5

Διαμόρφωση πρότασης ρύθμισης της οφειλής

5.1 Κάθε πρόταση ρύθμισης πρέπει να ανταποκρίνεται στις σχετικές διατάξεις του ν. 4738/2020, της κοινής υπουργικής απόφασης της παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4738/2020 (Α΄ 207) υπό στοιχεία 67360 ΕΞ 2021/2021 (Β΄ 2499) και θέμα: «Ρύθμιση τεχνικών και λεπτομερειακών θεμάτων της διαδικασίας διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού του Κεφ. Α΄ του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου πρώτου ν. 4738/2020 (Α΄ 207)» και της παρούσας, κατά περίπτωση, καθώς και να λαμβάνει υπόψη την οικονομική και περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη.

5.2 Εφόσον η αίτηση του οφειλέτη που αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29 του ν. 4738/2020 έχει την κατά νόμο απαιτούμενη πληρότητα και τα στοιχεία που αναφέρονται σε αυτή είναι πλήρη και ακριβή, για την κατάρτιση πρότασης ρύθμισης δύναται να χρησιμοποιείται το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ της παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4738/2020, σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 71 ν. 4738/2020 (Α΄ 207) με υπό στοιχεία 67360 ΕΞ 2021/2021 (Β΄ 2499) και θέμα: «Ρύθμιση τεχνικών και λεπτομερειακών θεμάτων της διαδικασίας διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου πρώτου ν. 4738/2020» (Α΄ 207).

5.3 Η λύση ρύθμισης που δύναται να προκύπτει από το, κατά τον όρο

5.2 ανωτέρω, υπολογιστικό εργαλείο παράγεται αποκλειστικά προς το σκοπό υποβοήθησης των συμμετεχόντων πιστωτών για τη διαμόρφωση και την υποβολή πρότασης ρύθμισης προς τον οφειλέτη και δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα για αυτούς.

Άρθρο 6

Αντιπρόταση Συμμετεχόντων Πιστωτών

6.1 Πέραν της λύσης ρύθμισης που παράγεται μέσω του υπολογιστικού εργαλείου της περ. ζ της παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4738/2020, οι συμμετέχοντες πιστωτές, μπορούν, κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, να επιλέξουν να κάνουν χρήση της αυτοματοποιημένης πρότασης αναδιάρθρωσης (εφεξής «Αυτοματοποιημένης Αντιπρότασης Πιστωτών») που προκύπτει βάσει της μεθοδολογίας που περιγράφεται λεπτομερώς στο επόμενο άρθρο 7 της παρούσας. Η εν λόγω μεθοδολογία προσδιορίζει για κάθε ρυθμιζόμενη οφειλή:

1) Το ποσό ανάκτησης ανά οφειλή (κεφάλαιο ρύθμισης).

2) Το ετήσιο επιτόκιο ρύθμισης.

3) Τη διάρκεια αποπληρωμής σε μήνες.

4) Τις μηνιαίες δόσεις για το σύνολο της διάρκειας αποπληρωμής.

6.2 Για τον προσδιορισμό της αντιπρότασης των πι- στωτών, που θα υποβληθεί στον οφειλέτη κατά τα αναφερόμενα στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 6.5. κατωτέρω, δεν λαμβάνονται υπόψη οφειλές με την εγγύηση τρίτου φορέα, εφόσον αυτός δεν έχει συμφωνήσει ρητά και εγγράφως με την αντιπρόταση, εντός της προθεσμίας του δεύτερου εδαφίου της παρ. 9.1 της παρούσας.

6.3 Για τον προσδιορισμό της αντιπρότασης των πιστωτών, στην περίπτωση των εταιριών πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, που θα υποβληθεί στους προμηθευτές αυτών, κατά την έννοια του ν. 1905/1990 όπως ισχύει, λαμβάνεται υπόψη η διαφορά μεταξύ του χρεωστικού υπολοίπου που προκύπτει από τη σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων και του συνόλου της αξίας των απαιτήσεων που έχουν εκχωρηθεί στον πράκτορα δυνάμει της ως άνω σύμβασης.

6.4 Για τον προσδιορισμό της αντιπρότασης των πιστωτών, στην περίπτωση των εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης, που θα υποβληθεί στον οφειλέτη λαμβάνεται υπόψη η διαφορά μεταξύ της συνολικής απαίτησης που προκύπτει από τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης και της εμπορικής αξίας, του μισθίου, όπως αυτή προκύπτει από πρόσφατη έκθεση πιστοποιημένου εκτιμητή του άρθρου 1Γ του ν. 4152/2013 (Α΄107).

6.5 Στο πλαίσιο της αντιπρότασης που παράγεται με βάση την προηγούμενη παράγραφο, οι συμμετέχοντες πιστωτές δύνανται να συναξιολογήσουν την ικανότητα συνεισφοράς στην αποπληρωμή των τυχόν συνοφειλετών του οφειλέτη στους χρηματοδοτικούς φορείς, όπως και την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων αυτών. Για τον λόγο αυτό είναι δυνατή η συμμετοχή στη διαδικασία των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι των χρηματοδοτικών φορέων.

6.6 Οι λύσεις ρύθμισης που παράγονται αυτοματοποιημένα κατά τα άρθρα 5 και 6 της παρούσας έχουν τον χαρακτήρα μη δεσμευτικής πρότασης προς τους συμμετέχοντες πιστωτές. Οι συμμετέχοντες πιστωτές μπορούν:

α) να αποδεχθούν ή να απορρίψουν τις προτάσεις που προέκυψαν μέσω του υπολογιστικού εργαλείου της περ. ζ της παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4738/2020 ή μέσω της Αυτοματοποιημένης Αντιπρότασης Πιστωτών,

β) να αποδεχθούν ή να απορρίψουν την τυχόν ανεξάρτητη πρόταση που κατέθεσε ο συντονιστής πιστωτής σύμφωνα με το άρθρο 3.4,

γ) να απορρίψουν το σύνολο των προτάσεων.

6.7 Οι ανωτέρω λύσεις ρύθμισης, όπως προκύπτουν από τα άρθρα 5 και 6 της παρούσας, καθώς και η τυχόν ανεξάρτητη πρόταση ρύθμισης που υποβάλλεται από τον συντονιστή πιστωτή σύμφωνα με το άρθρο

3.4, θα κοινοποιούνται αποκλειστικά στους συμμετέχοντες πιστωτές που καλούνται να αξιολογήσουν την αίτηση του οφειλέτη καθώς και στο Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εφόσον συμμετέχουν και στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, αποκλειόμενης οποιασδήποτε ανακοίνωσης ή γνωστοποίησής τους εκ μέρους των ανωτέρω προς οποιονδήποτε τρίτο, περιλαμβανομένων των μη συμμετεχόντων στην συγκεκριμένη υπόθεση χρηματοδοτικών φορέων, τον οφειλέτη, την/τον σύζυγο και τα μέλη της οικογένειάς του (παρ. στ, η και θ του άρθρου 1), και οποιονδήποτε συν-ενεχόμενο με αυτόν, ανεξάρτητα εάν έχει υποβάλει αίτηση ρύθμισης των υποχρεώσεών του ή μη. Η πρόταση ρύθμισης οφειλών θα υποβάλλεται στον οφειλέτη/ συνοφειλέτη, καθώς και στο Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης και ψηφοφορίας μεταξύ των χρηματοδοτικών φορέων σύμφωνα με το άρθρο 9 της παρούσας.

Άρθρο 7

Μεθοδολογία υπολογισμού αυτοματοποιημένης λύσης εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών (Αντιπρόταση Πιστωτών)

Στο παρόν άρθρο αποτυπώνεται η μεθοδολογία υπολογισμού αυτοματοποιημένης λύσης εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών (Αντιπρόταση Πιστωτών). Οι τιμές των παραμέτρων μεθοδολογίας, που στο παρόν άρθρο εμφανίζονται εντός εισαγωγικών, αναρτώνται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της ΕΓΔΙΧ σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο άρθρο 13 της παρούσης. Στο Παράρτημα αποτυπώνεται αναλυτικός κατάλογος με τις εν λόγω παραμέτρους.

7.1 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος οφειλέτη φυσικού προσώπου βάσει φορολογικών στοιχείων ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Από το ετήσιο «καθαρό εισόδημα» του φυσικού προσώπου, όπως αυτό προκύπτει από το εκκαθαριστικό (πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου) του, (i) αφαιρούνται: - Οι «εύλογες δαπάνες διαβίωσης κατηγορίας 1 της ΕΛΣΤΑΤ» που αντιστοιχούν στο φυσικό πρόσωπο βάσει της οικογενειακής του κατάστασης και του εισοδήματος της/του συζύγου του, όπου ως εξαρτώμενα μέλη λογίζονται στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου τα «εξαρτώμενα μέλη» της οικογένειας δίχως εισόδημα. - Οι «οικογενειακές ιατρικές δαπάνες μόνιμου χαρακτήρα» εφόσον υφίστανται. - Η «οικογενειακή δαπάνη ενοικίου» εφόσον βάσει δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε1) η κύρια κατοικία του φυσικού προσώπου δεν είναι ιδιόκτητη. - Τα «οικογενειακά έξοδα διατροφής λόγω διαζυγίου» εφόσον υφίστανται. - Ο ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) εφόσον υφίσταται. και (ii) προστίθενται σε αυτό: - Οι «χρεωστικοί τόκοι και τα συναφή έξοδα», μόνο των φυσικών προσώπων με επιχειρηματική δραστηριότητα.

2) Επί του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος του φυσικού προσώπου οφειλέτη, όπως προέκυψε κατά τα ανωτέρω υπό α, εφαρμόζεται το «εύλογο ποσοστό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος για εξυπηρέτηση οφειλών». Το ποσό που προκύπτει μετά την εφαρμογή του ανωτέρω ποσοστού, θεωρείται ότι είναι το ετήσιο ποσό, βάσει φορολογικών στοιχείων, που δύναται να διατεθεί για την εξυπηρέτηση των οφειλών του φυσικού προσώπου. Εφόσον από τον ανωτέρω υπολογισμό δεν προκύπτει διαθέσιμο εισόδημα, το σχετικό πεδίο λαμβάνει μηδενική τιμή.

3) Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος λαμβάνονται υπόψη τα εκκαθαριστικά των τελευταίων τριών (3) ετών, πριν την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης. Εξαιρείται το έτος με το χαμηλότερο καθαρό ατομικό εισόδημα και λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των δύο άλλων ετών. Για τον υπολογισμό των εύλογων δαπανών διαβίωσης, των ιατρικών δαπανών μόνιμου χαρακτήρα, της δαπάνης ενοικίου, των εξόδων διατροφής λόγω διαζυγίου, του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), και των χρεωστικών τόκων και συναφών εξόδων, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία του τελευταίου έτους.

4) Σε περίπτωση που το φυσικό πρόσωπο ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και το ανωτέρω ποσό είναι μικρότερο του «εύλογου ποσοστού κέρδους επί του κύκλου εργασιών», τότε το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα αναπροσαρμόζεται στο εν λόγω ποσό.

5) Στο ανωτέρω ετήσιο εισόδημα προστίθενται και επιμερίζονται σε κάθε έτος για την «τυπική διάρκεια της σύμβασης αναδιάρθρωσης» (δηλ. όχι ως προκαταβολή): - Οι «καταθέσεις» μείον το μέγιστο μεταξύ του «ελάχιστου ποσού καταθέσεων που απαιτείται για τη διαβίωση του φυσικού προσώπου» και το «ελάχιστο ποσό καταθέσεων που απαιτείται για τις λειτουργικές ανάγκες της επιχειρηματικής δραστηριότητας» του φυσικού προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα.

Εφόσον από τον ανωτέρω υπολογισμό δεν προκύπτει διαθέσιμο ποσό καταθέσεων, το σχετικό πεδίο λαμβάνει μηδενική τιμή. - Τα «επενδυτικά προϊόντα».

7.2 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισο- δήματος οφειλέτη νομικού προσώπου βάσει φορολογικών στοιχείων ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Από τα «κέρδη / ζημιές» του νομικού προσώπου, όπως αυτά προκύπτουν από το έντυπο Ν, αφαιρείται: - Ο ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) εφόσον υφίσταται. και προστίθενται: - Οι «χρεωστικοί τόκοι και τα συναφή έξοδα» εφόσον υφίστανται.

2) Το σύνολο του ποσού που προκύπτει μετά την προσθαφαίρεση των παραπάνω από τα καθαρά κέρδη του νομικού προσώπου (εάν το ποσό αυτό είναι αρνητικό θεωρείται ίσο με το μηδέν), θεωρείται ότι είναι το ετήσιο ποσό, βάσει φορολογικών στοιχείων, που δύναται να διατεθεί για την εξυπηρέτηση των οφειλών του νομικού προσώπου.

3) Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος εξετάζονται τα έντυπα Ν και Ε3 των τελευταίων τριών (3) ετών. Εξαιρείται το έτος με τα χαμηλότερα φορολογητέα «κέρδη / ζημιές», και λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των δύο άλλων ετών. Όσον αφορά στον ενιαίο φόρο ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) και στους «χρεωστικούς τόκους και συναφή έξοδα», λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία του τελευταίου έτους.

δ) Σε περίπτωση που το ανωτέρω ποσό είναι μικρότερο ενός «εύλογου ποσοστού κέρδους επί του κύκλου εργασιών» τότε το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα αναπροσαρμόζεται στο εν λόγω ποσοστό.

ε) Στο ανωτέρω ετήσιο εισόδημα προστίθενται και επιμερίζονται σε κάθε έτος για την «τυπική διάρκεια της σύμβασης αναδιάρθρωσης» (δηλ. όχι ως προκαταβολή): - Οι «καταθέσεις» μείον το «ελάχιστο ποσό καταθέσεων που απαιτείται για τις λειτουργικές ανάγκες της επιχειρηματικής δραστηριότητας». Εφόσον από τον ανωτέρω υπολογισμό δεν προκύπτει διαθέσιμο ποσό καταθέσεων, το σχετικό πεδίο λαμβάνει μηδενική τιμή. - Τα «επενδυτικά προϊόντα».

7.3 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισο- δήματος συνοφειλέτη φυσικού προσώπου βάσει φορολογικών στοιχείων ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα συνοφειλέτη υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία του παραγράφου

7.1 του παρόντος άρθρου, όπου δεν λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία συζύγου και εξαρτώμενων μελών, ο δε συνοφειλέτης αντιμετωπίζεται ως μονοπρόσωπο νοικοκυριό, με εξαίρεση την περίπτωση που ο συνοφειλέτης τυγχάνει να είναι η /ο σύζυγος του οφειλέτη.

2) Σε περίπτωση που ο συνοφειλέτης και ο αιτών οφειλέτης έχουν κοινό λογαριασμό καταθέσεων, οι καταθέσεις του κοινού λογαριασμού συμπεριλαμβάνονται μόνο στον υπολογισμό της ικανότητας αποπληρωμής του αιτούντος οφειλέτη.

7.4 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος συνοφειλέτη νομικού προσώπου βάσει φορολογικών στοιχείων, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα συνοφειλέτη υπολογίζεται κατά περίπτωση σύμφωνα με τη μεθοδολογία της παραγράφου 7.2 του παρόντος άρθρου.

2) Σε περίπτωση που ο συνοφειλέτης και ο αιτών / οφειλέτης έχουν κοινό λογαριασμό καταθέσεων, οι καταθέσεις του κοινού λογαριασμού συμπεριλαμβάνονται μόνο στον υπολογισμό της ικανότητας αποπληρωμής του αιτούντα / οφειλέτη.

7.5 Για την αφαίρεση τυχόν υποχρεώσεων του συνοφειλέτη για εξυπηρέτηση οφειλών από το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα βάσει φορολογικών στοιχείων, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

Από το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα του συνοφειλέτη που προκύπτει, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τη μεθοδολογία των όρων 7.3 και 7.4 του παρόντος άρθρου, αφαιρούνται οι ετήσιες «υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση των οφειλών προς Δημόσιο και χρηματοδοτικούς φορείς», μη συμπεριλαμβανομένων των κοινών οφειλών με τον αιτούντα/οφειλέτη καθώς και τυχόν «εξαιρούμενων οφειλών».

7.6 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος οφειλέτη φυσικού προσώπου που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα βάσει δήλωσης του ιδίου, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα φυσικού προσώπου χωρίς επιχειρηματική δραστηριότητα, για το σύνολο των ετών της ρύθμισης, προκύπτει βάσει της «δηλωθείσας μέγιστης μηνιαίας δόσης» που ορίζει ο οφειλέτης για την αποπληρωμή του συνόλου των προς ρύθμιση οφειλών του, πολλαπλασιαζόμενης με το δώδεκα (12).

7.7 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος οφειλέτη φυσικού προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή «νομικού προσώπου μικρής κατηγορίας» βάσει δήλωσης του ιδίου, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα φυσικού προσώπου με επιχειρηματική δραστηριότητα ή «νομικού προσώπου μικρής κατηγορίας» για τα πρώτα τέσσερα (4) έτη προκύπτει βάσει της «δηλωθείσας μέγιστης μηνιαίας δόσης τετραετίας» που ορίζει ο οφειλέτης για την αποπληρωμή του συνόλου των προς ρύθμιση οφειλών του, πολλαπλασιαζόμενης με το δώδεκα (12). Η «δηλωθείσα μέγιστη μηνιαία δόση τετραετίας» είναι σταθερή για όλα τα έτη.

2) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα για τα ακόλουθα έτη προκύπτει βάσει της «δηλωθείσας μέγιστης μηνιαίας δόσης πέραν τετραετίας» που ορίζει ο οφειλέτης για την αποπληρωμή του συνόλου των προς ρύθμιση οφειλών του, πολλαπλασιαζόμενης με το δώδεκα (12). Η «δηλωθείσα μέγιστη μηνιαία δόση πέραν τετραετίας» είναι σταθερή για όλα τα έτη.

3) Η δηλωθείσα «μέγιστη μηνιαία δόση τετραετίας» θα πρέπει να είναι μικρότερη ή ίση της «δηλωθείσας μέγιστης μηνιαίας δόσης πέραν τετραετίας».

7.8 Για τον υπολογισμό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδήματος οφειλέτη «νομικού προσώπου μεγάλης κατηγορίας» βάσει δήλωσης του ιδίου, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα «νομικού προσώπου μεγάλης κατηγορίας» βάσει δήλωσης ιδίου, για καθένα από τα πρώτα πέντε (5) έτη, προκύπτει βάσει της «δηλωθείσας μέγιστης μηνιαίας δόσης πέντε ετών» που δύναται να καταβάλει οφειλέτης για την αποπληρωμή του συνόλου των προς ρύθμιση οφειλών του, πολλαπλασιαζόμενης με το δώδεκα (12). Η «δηλωθείσα μέγιστη μηνιαία δόση πέντε ετών» δηλώνεται διακριτά για καθένα από τα πέντε πρώτα έτη αποπληρωμής.

2) Το διαθέσιμο ετήσιο εισόδημα για τα ακόλουθα έτη προκύπτει βάσει της «δηλωθείσας μέγιστης μηνιαίας δόσης πέντε ετών» του πέμπτου (5) έτους, πολλαπλασιαζόμενης με το δώδεκα (12) και προσαυξημένης κατά τουλάχιστον το «ελάχιστο ετήσιο ποσοστό αύξησης διαθέσιμου εισοδήματος νομικών προσώπων μεγάλης κατηγορίας» ανά έτος, σε σχέση με το εκάστοτε προηγούμενο έτος.

3) Η «δηλωθείσα μέγιστη μηνιαία δόση πέντε ετών» για το πέμπτο (5) έτος θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη ή ίση της αντίστοιχης δόσης για τα πρώτα τέσσερα (4) έτη.

4) Η μηνιαία δόση πρέπει να προκύπτει από επιχειρηματικό σχέδιο που εκπονήθηκε από ανεξάρτητη εταιρεία εκπόνησης χρηματοοικονομικών μελετών, η οποία δεν συνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με τον αιτούντα ή με τα μέλη της οικογένειάς του ή με τους συνοφειλέτες, το οποίο αναρτάται.

7.9 Για τον υπολογισμό της αξίας ρευστοποίησης ακινήτων ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Για τα ακίνητα που βρίσκονται εντός Ελλάδας, ως αξία ρευστοποίησης λογίζεται η μέγιστη αξία μεταξύ: - Της φορολογητέας αξίας, όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ). Ειδικότερα, για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για τα οποία δεν προσδιορίζεται φορολογητέα αξία βάσει της τελευταίας πράξης προσδιορισμού του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), λογίζεται η αντικειμενική αξία αυτών σύμφωνα με το άρθρο 41Α του ν. 1249/1982 και τις ισχύουσες κατ΄ εξουσιοδότηση κανονιστικές πράξεις. - Της εμπορικής αξίας, όπως αυτή προκύπτει από τα βιβλία του χρηματοδοτικού φορέα που έχει την μέγιστη μεταξύ πρώτης και δεύτερης κατά τάξη υποθήκης/ προσημείωσης επί του ακινήτου, απομειωμένης κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%), εφόσον προκύπτει από τα στοιχεία που τυχόν αντλούνται από τους χρηματοδοτικούς φορείς.

β) Για τα ακίνητα που βρίσκονται εκτός Ελλάδας, ως αξία ρευστοποίησης λογίζεται η εμπορική τους αξία, όπως αυτή προκύπτει από έκθεση πιστοποιημένου εκτιμητή ακινήτων της χώρας που βρίσκεται το ακίνητο την οποία συνυποβάλλει ο οφειλέτης ή συνοφειλέτης, διαφορετικά η τυχόν υφιστάμενη αντικειμενική αξία για σκοπούς προσδιορισμού φόρου (εφόσον υπάρχει). Στην περίπτωση που έχουν προσκομιστεί και οι δύο αξίες, λαμβάνεται υπόψη η μεγαλύτερη.

7.10 Για τον υπολογισμό της αξίας ρευστοποίησης κινητών περιουσιακών στοιχείων ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία, πλην των καταθέσεων και επενδυτικών προϊόντων που τυχόν αντλούνται αυτόματα από τους χρηματοδοτικούς φορείς και τις ασφαλιστικές εταιρείες, ως αξία ρευστοποίησης λογίζεται: - Για κινητά αξίας μικρότερης των δέκα χιλιάδων εύρω (10.000), η εμπορική αξία που δηλώνεται από τον οφειλέτη ή συνοφειλέτη. - Για κινητά αξίας μεγαλύτερης ή ίσης των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000), η αξία όπως αυτή προκύπτει κατά σειρά προτεραιότητας από: (i) την εμπορική αξία που προκύπτει από τα βιβλία του χρηματοδοτικού φορέα που έχει ενέχυρο / υποθήκη επί του περιουσιακού στοιχείου, (ii) την εκτιμώμενη εμπορική αξία που προκύπτει από πρόσφατη έκθεση πιστοποιημένου εκτιμητή του άρθρου 1Γ του ν. 4152/2013 (Α΄ 107), και (iii) την ασφαλιστέα αξία που προκύπτει από σχετική τεκμηρίωση που υποβάλλεται υποχρεωτικά από τον οφειλέτη. Ο οφειλέτης υποχρεούται να διασφαλίσει ότι τουλάχιστον μία από τις ανωτέρω αξίες υφίσταται.

2) Για τις «καταθέσεις» και τα «επενδυτικά προϊόντα» που τυχόν αντλούνται αυτόματα από τους χρηματοδοτικούς φορείς και τις ασφαλιστικές εταιρείες, ως αξία λογίζεται το μέγιστο μεταξύ της μέσης αξίας δωδεκαμήνου και της τρέχουσας αξίας.

3) Για τις οφειλές προς χρηματοδοτικούς φορείς που καλύπτονται από συμβάσεις ενεχύρων βάσει των ν.δ. 17/1923, ν.δ. 3077/1954, ν. 4112/1929, ν. 2844/2000 και ν. 3301/2004 το ποσό ανάκτησης άγεται υπέρ του ενεχυρούχου πιστωτή σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Σε περιπτώσεις όπου έχουν παραχωρηθεί ως εξασφάλιση καταθέσεις ή απαιτήσεις, το ποσό της αξίας του βαρυνόμενου περιουσιακού στοιχείου κατανέμεται ολόκληρο στον πιστωτή που έχει λάβει τη σχετική εξασφάλιση.

4) Για τις οφειλές προς χρηματοδοτικούς φορείς που εξασφαλίζονται από ναυτικές υποθήκες που έχουν συσταθεί βάσει του υπό στοιχεία 195 ΚΙΝΔ (Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου ν. 3816/1958) ή του ν.δ. 3899/1958 το ποσό ανάκτησης άγεται υπέρ του ενυπόθηκου πιστωτή.

7.11 Για τον υπολογισμό του ελάχιστου ποσού ανάκτησης ανά οφειλή βάσει της κατανομής της αξίας ρευστοποίησης, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Οι αξίες των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών που υπολογίσθηκαν βάσει της μεθοδολογίας των όρων 7.9 και 7.10 του παρόντος άρθρου, κατανέμονται στο σύνολο των πιστωτών / οφειλών βάσει των ισχυόντων σχετικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και τυχόν ειδικών νομοθετικών διατάξεων. Όσον αφορά ακίνητα / κινητά που είναι στην κυριότητα χρηματοδοτικών Φορέων η αξία τους κατανέμεται εις ολόκληρον στους εν λόγω Φορείς και μέχρις εξοφλήσεως των απαιτήσεών τους.

2) Οι εν λόγω κατανεμημένες αξίες ανά οφειλή, βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και τυχόν ειδικών νομοθετικών διατάξεων, αποτελούν το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής».

γ) Σε περίπτωση που για κάποια οφειλή η εξασφάλιση αφορά περιουσιακά στοιχεία τρίτων, αυτή η εξασφάλιση λαμβάνεται υπόψη στο ακέραιο.

δ) Αναφορικά με οφειλές προς το Δημόσιο, λαμβάνεται υπόψη ως «ελάχιστο ποσοστό ανάκτησης οφειλής» το ποσό που προκύπτει σύμφωνα με την μεθοδολογία που περιγράφεται στην κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 71 ν. 4738/2020 (Α΄207) με υπό στοιχεία 67360 ΕΞ 2021/2021 (Β΄ 2499) και θέμα: «Ρύθμιση τεχνικών και λεπτομερειακών θεμάτων της διαδικασίας διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου πρώτου ν. 4738/2020 (Α΄ 207)».

7.12 Για την αναπροσαρμογή του ελάχιστου ποσού ανάκτησης ανά οφειλή εντός ρύθμισης, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Για κάθε οφειλή Δημοσίου και Ασφαλιστικών Φορέων Δημοσίου εντός ρύθμισης, το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» που προέκυψε βάσει της κατανομής της αξίας ρευστοποίησης της παραγράφου

7.11 του παρόντος άρθρου, αναπροσαρμόζεται ως ακολούθως: - Εάν το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής», που προέκυψε βάσει της κατανομής της αξίας ρευστοποίησης, είναι μικρότερο του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) επί του

«ποσού βασικής οφειλής», τότε το ποσό ανάκτησης ανά οφειλή αναπροσαρμόζεται στο είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) επί του «ποσού βασικής οφειλής». - Εάν το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής», που αφορά σε παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους προς το Δημόσιο και σε ασφαλιστικές εισφορές προς Ασφαλιστικούς Φορείς Δημοσίου, είναι μικρότερο του «ποσού βασικής οφειλής», τότε το ποσό ανάκτησης ανά οφειλή αναπροσαρμόζεται στο «ποσό βασικής οφειλής».

2) Για κάθε οφειλή προς τους χρηματοδοτικούς φορείς μη συμπεριλαμβανομένων των «εξαιρούμενων οφειλών», το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» που προέκυψε βάσει της κατανομής της αξίας ρευστοποίησης του όρου

7.11 του παρόντος άρθρου, αναπροσαρμόζεται ως ακολούθως: - Εάν το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» που προέκυψε βάσει της κατανομής της αξίας ρευστοποίησης είναι μικρότερο του «ελάχιστου ποσοστού ανάκτησης οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς» επί του «ποσού συνολικής οφειλής», τότε το «ποσό ανάκτησης οφειλής» αναπροσαρμόζεται στο «ελάχιστο ποσοστό ανάκτησης οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς» επί του «ποσού συνολικής οφειλής». - Εάν το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής», που προέκυψε βάσει της κατανομής της αξίας ρευστοποίησης, είναι για, τις οφειλές που καλύπτονται ολικώς η μερικώς από ειδικά προνόμια, μικρότερο του «ελάχιστου ποσού ανάκτησης οφειλής» βάσει ειδικών προνομίων, συν το «ελάχιστο ποσοστό ανάκτησης οφειλών χρηματοδοτικών φορέων» επί του «ποσού συνολικής οφειλής», μείον το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» βάσει ειδικών προνομίων, τότε το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» αναπροσαρμόζεται στο «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» βάσει ειδικών προνομίων, συν «ελάχιστο ποσοστό ανάκτησης οφειλών χρηματοδοτικών φορέων», επί της διαφοράς του «ποσού συνολικής οφειλής» μείον του «ελάχιστου ποσού ανάκτησης οφειλής» βάσει ειδικών προνομίων.

7.13 Για τον υπολογισμό της ελάχιστης μηνιαίας δόσης για κάθε οφειλή προς έκαστο χρηματοδοτικό φορέα εντός ρύθμισης, βάσει επιτοκίου ρύθμισης, μέγιστης διάρκειας αποπληρωμής και ελάχιστης μηνιαίας δόσης, ακολουθείται η παρακάτω μεθοδολογία:

1) Για κάθε οφειλή εντός ρύθμισης υπολογίζεται τοκοχρεωλυτική «ελάχιστη μηνιαία δόση» αποπληρωμής βάσει: - Του «ελάχιστου ποσού ανάκτησης οφειλής» για κάθε οφειλή εντός ρύθμισης, όπως αυτό προέκυψε σύμφωνα με τη μεθοδολογία της παρ.

7.12 του παρόντος άρθρου. - Του ετήσιου επιτοκίου ρύθμισης οφειλών προς Δημόσιο και Ασφαλιστικούς Φορείς, το οποίο ισούται με ποσοστό Euribor τριμήνου (εφόσον αυτό είναι θετικό) συν πέντε τοις εκατό (5%). - Του «ετήσιου επιτοκίου ρύθμισης οφειλών χρηματοδοτικών φορέων» για τα χρηματοδοτικά ιδρύματα. - Της μέγιστης διάρκειας αποπληρωμής οφειλών προς Δημόσιο και Ασφαλιστικούς Φορείς, η οποία ισούται με 240 μήνες.

Της «μέγιστης διάρκειας αποπληρωμής οφειλών χρηματοδοτικών φορέων» για τους χρηματοδοτικούς φορείς. Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, η μέγιστη διάρκεια σε μήνες αναπροσαρμόζεται βάσει της ηλικίας του οφειλέτη και των τυχόν συνοφειλετών.

2) Σε περίπτωση που η ελάχιστη μηνιαία δόση που προκύπτει βάσει της ανωτέρω μεθοδολογίας, για το σύνολο των προς ρύθμιση οφειλών προς το Δημόσιο και τους Ασφαλιστικούς Φορείς Δημοσίου, είναι μικρότερη των πενήντα (50) ευρώ, τότε η διάρκεια αποπληρωμής των οφειλών εντός ρύθμισης του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Φορέων Δημοσίου μειώνεται τόσο ώστε η «ελάχιστη μηνιαία δόση» να είναι μεγαλύτερη ή ίση των πενήντα ευρώ (50). Σε καμία περίπτωση η δόση δε γίνεται να είναι μικρότερη από το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλών».

3) Σε περίπτωση που η «ελάχιστη μηνιαία δόση» που προκύπτει για τις προς ρύθμιση οφειλές προς τους χρηματοδοτικούς φορείς είναι μικρότερη της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης προς τους χρηματοδοτικούς φορείς», τότε η διάρκεια αποπληρωμής των οφειλών εντός ρύθμισης προς τους χρηματοδοτικούς φορείς μειώνεται τόσο ώστε η «ελάχιστη μηνιαία δόση» να είναι μεγαλύτερη ή ίση της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης χρηματοδοτικών φορέων». Σε καμία περίπτωση η δόση δε γίνεται να είναι μικρότερη από το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλών».

4) Για λόγους μεθοδολογικούς, υπολογίζονται δύο επιπλέον δόσεις για κάθε οφειλή εντός ρύθμισης, κατά αναλογία της ως άνω υπολογιζόμενης ελάχιστης μηνιαίας δόσης: (i) η «μηνιαία δόση βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής», η οποία ισούται με την «ελάχιστη μηνιαία δόση», πολλαπλασιαζόμενη με το άθροισμα του «ποσού βασικής οφειλής», ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%) επί προστίμων και ποσοστού δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής και διαιρούμενη με το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής», και (ii) η «μηνιαία δόση βάσει συνολικής οφειλής», η οποία ισούται με την «ελάχιστη μηνιαία δόση», πολλαπλασιαζόμενη με το «ποσό συνολικής οφειλής» και διαιρούμενη με το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής».

5) Το «ελάχιστο ποσό ανάκτησης οφειλής» που χρησιμοποιείται ανωτέρω θα πρέπει να προκύπτει βάσει της μεθοδολογίας του όρου 7.12 του παρόντος άρθρου.

6) Το «ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα οφειλέτη βάσει φορολογικών στοιχείων», που χρησιμοποιείται ανωτέρω, θα πρέπει να προκύπτει βάσει της μεθοδολογίας των όρων 7.7α και β του παρόντος άρθρου.

7.14 Για τον υπολογισμό της μηνιαίας δόσης ανά οφειλή εκάστου πιστωτή εντός ρύθμισης, ακολουθείται η ακόλουθη μεθοδολογία:

1) Για κάθε οφειλή προς χρηματοδοτικό φορέα εντός ρύθμισης υπολογίζεται το ποσό που θα λάμβανε από το διαθέσιμο εισόδημα των συνοφειλετών που ενέχονται στην οφειλή, όπως αυτό προκύπτει σύμφωνα με τη μεθοδολογία των όρων 7.3, 7.4 και 7.5 του παρόντος άρθρου.

Ειδικότερα:

- Οι συνοφειλέτες ταξινομούνται κατά φθίνουσα σειρά με βάση το διαθέσιμο εισόδημά τους.

- Το ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα καθενός εξ αυτών ανάγεται σε μηνιαίο (ήτοι, διαιρείται με το δώδεκα), για το σύνολο των μηνών της ρύθμισης.

- Το διαθέσιμο μηνιαίο εισόδημα κατανέμεται για κάθε μήνα της ρύθμισης συμμέτρως στις ρυθμιζόμενες οφειλές που ενέχεται ο συνοφειλέτης βάσει της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης» του όρου

7.13 του παρόντος άρθρου, αφού πρώτα αφαιρεθούν τυχόν ποσά που έχουν ήδη κατανεμηθεί από άλλους συνοφειλέτες. Σε αυτό το βήμα δεν κατανέμεται σε ρυθμιζόμενη οφειλή ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης», ούτε κατανέμεται ποσό σε ρυθμιζόμενη οφειλή στην οποία έχει ήδη καλυφθεί το ποσό της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης». - Τυχόν εναπομείναν διαθέσιμο μηνιαίο εισόδημα κατανέμεται, για κάθε μήνα της ρύθμισης συμμέτρως στις ρυθμιζόμενες οφειλές που ενέχεται ο συνοφειλέτης βάσει της «μηνιαίας δόσης βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής» του όρου 7.13 του παρόντος άρθρου, αφού πρώτα αφαιρεθούν τυχόν ποσά που έχουν ήδη κατανεμηθεί κατά το προηγούμενο βήμα καθώς και ποσά από άλλους συνοφειλέτες. Σε αυτό το στάδιο δεν κατανέμεται σε ρυθμιζόμενη οφειλή ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής», ούτε κατανέμεται ποσό σε ρυθμιζόμενη οφειλή στην οποία έχει ήδη καλυφθεί το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής». - Τυχόν εναπομείναν διαθέσιμο μηνιαίο εισόδημα κατανέμεται για κάθε μήνα της ρύθμισης συμμέτρως στις ρυθμιζόμενες οφειλές που ενέχεται ο συνοφειλέτης βάσει της «μηνιαίας δόσης βάσει συνολικής οφειλής» του όρου 7.13 του παρόντος άρθρου, αφού πρώτα αφαιρεθούν τυχόν ποσά που έχουν ήδη κατανεμηθεί κατά τα προηγούμενα βήματα καθώς και ποσά από άλλους συνοφειλέτες. Σε αυτό το βήμα δεν κατανέμεται σε ρυθμιζόμενη οφειλή ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει συνολικής οφειλής», ούτε κατανέμεται ποσό σε ρυθμιζόμενη οφειλή στην οποία έχει ήδη καλυφθεί το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει συνολικής οφειλής».

β) Για κάθε οφειλή εντός ρύθμισης υπολογίζεται το ποσό που αυτή θα λάμβανε από το διαθέσιμο εισόδημα του οφειλέτη, όπως αυτό προκύπτει σύμφωνα με τις μεθοδολογίες των όρων 7.7.α και β του παρόντος άρθρου. Ειδικότερα: - Το μέγιστο μεταξύ του ετήσιου διαθέσιμου εισοδήματος βάσει φορολογικών στοιχείων και βάσει δήλωσης του οφειλέτη ανάγεται σε μηνιαίο εισόδημα (ήτοι, διαιρείται με το δώδεκα) για το σύνολο των μηνών της ρύθμισης. - Το μηνιαίο εισόδημα κατανέμεται για κάθε μήνα της ρύθμισης συμμέτρως στις ρυθμιζόμενες οφειλές βάσει της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης» του όρου 7.13 του παρόντος άρθρου, αφού πρώτα αφαιρεθούν τυχόν ποσά που έχουν ήδη κατανεμηθεί από συνοφειλέτες. Σε αυτό το βήμα δεν κατανέμεται σε ρυθμιζόμενη οφειλή ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης», ούτε κατανέμεται ποσό σε ρυθμιζόμενη οφειλή στην οποία έχει ήδη καλυφθεί το ποσό της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης». - Τυχόν εναπομείναν μηνιαίο εισόδημα κατανέμεται για κάθε μήνα της ρύθμισης συμμέτρως στις ρυθμιζόμενες οφειλές βάσει της «μηνιαίας δόσης βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής» του όρου 7.13 του παρόντος άρθρου, αφού πρώτα αφαιρεθούν τυχόν ποσά που έχουν ήδη κατανεμηθεί κατά το προηγούμενο βήμα καθώς και ποσά από συνοφειλέτες. Σε αυτό το βήμα δεν κατανέμεται σε ρυθμιζόμενη οφειλή ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής», ούτε κατανέμεται ποσό σε ρυθμιζόμενη οφειλή στην οποία έχει ήδη καλυφθεί το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει μη διαγραφόμενης οφειλής». - Τυχόν εναπομείναν μηνιαίο εισόδημα κατανέμεται για κάθε μήνα της ρύθμισης συμμέτρως στις ρυθμιζόμενες οφειλές που ενέχεται ο συνοφειλέτης βάσει της «μηνιαίας δόσης βάσει συνολικής οφειλής» του όρου 7.13 του παρόντος άρθρου, αφού πρώτα αφαιρεθούν τυχόν ποσά που έχουν ήδη κατανεμηθεί κατά τα προηγούμενα βήματα καθώς και ποσά από συνοφειλέτες. Σε αυτό το βήμα δεν κατανέμεται σε ρυθμιζόμενη οφειλή ποσό μεγαλύτερο από το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει συνολικής οφειλής», ούτε κατανέμεται ποσό σε ρυθμιζόμενη οφειλή στην οποία έχει ήδη καλυφθεί το ποσό της «μηνιαίας δόσης βάσει συνολικής οφειλής». - Για κάθε οφειλή εντός ρύθμισης υπολογίζεται η «μηνιαία δόση» ως το μέγιστο μεταξύ της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης» του όρου 7.13 του παρόντος άρθρου και του διαθέσιμου εισοδήματος που κατανεμήθηκε σύμφωνα με τα προηγούμενα βήματα. - Για κάθε οφειλή που καλύπτεται ολικώς ή μερικώς από ειδικά προνόμια, ελέγχεται εάν: (i) η «μηνιαία δόση» που προκύπτει για τα τέσσερα (4) πρώτα έτη της ρύθμισης βάσει της ανωτέρω μεθοδολογίας είναι μεγαλύτερη του διαθέσιμου εισοδήματος που κατανεμήθηκε σύμφωνα με τα προηγούμενα βήματα, (ii) η «μηνιαία δόση» είναι μεγαλύτερη ή ίση του εκατόν πενήντα τοις εκατό (150%) της «ελάχιστης μηνιαίας δόσης χρηματοδοτικών φορέων», (iii) είναι μεγαλύτερη του εβδομήντα τοις εκατό (70%) της «μηνιαίας δόσης» του πέμπτου έτους. Εφόσον ισχύουν τα ανωτέρω κριτήρια, η «μηνιαία δόση» για τα τέσσερα (4) πρώτα έτη της ρύθμισης διαμορφώνεται στο μέγιστο μεταξύ: (i) του εβδομήντα τοις εκατό (70%) της «μηνιαίας δόσης» του πέμπτου έτους, και (ii) του διαθέσιμου εισοδήματος που κατανεμήθηκε σύμφωνα με τα προηγούμενα βήματα. Για τα υπόλοιπα έτη υπολογίζεται κατάλληλη αύξηση των δόσεων ώστε το συνολικό ποσό των δόσεων, να καταλήγει στο ίδιο μη διαγραφόμενο κεφάλαιο. - Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είναι «νομικό πρόσωπο μεγάλης κατηγορίας» και η δόση κάποιας οφειλής για τα τέσσερα (4) πρώτα έτη είναι μικρότερη ή ίση του εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) της δόσης των υπόλοιπων ετών, τότε η δόση των τεσσάρων (4) πρώτων ετών αυξάνεται, ενώ των υπολοίπων ετών μειώνεται ώστε να: (i) ικανοποιείται η ανωτέρω συνθήκη, και (ii) το συνολικό ποσό των δόσεων, να καταλήγει στο ίδιο μη διαγραφόμενο κεφάλαιο. - Αφού προκύψει η τελική «μηνιαία δόση» ανά ρυθμιζόμενη οφειλή βάσει της ανωτέρω μεθοδολογίας, υπολογίζεται εκ νέου το «ποσό ανάκτησης ανά οφειλή» (κεφάλαιο ρύθμισης) ως η αξία του συνόλου των μηνι- αίων δόσεων βάσει του επιτοκίου ρύθμισης της κάθε οφειλής, όπως αυτό ορίστηκε στον όρο 7.13 του παρόντος άρθρου.

γ) Σε περίπτωση που μία ή περισσότερες οφειλές καλύπτονται πλήρως μέσω του ανωτέρω αλγορίθμου (ήτοι, μηδενικές διαγραφές), η διάρκεια αποπληρωμής τους μειώνεται κατά ένα έτος (εφόσον είναι μεγαλύτερη του έτους) και γίνεται επανυπολογισμός του αλγόριθμου. Σε περίπτωση που μετά τον ως άνω επανυπολογισμό προκύψει διαγραφή για μία ή περισσότερες οφειλές, τότε η μείωση της διάρκειας αποπληρωμής τους κατά ένα έτος ακυρώνεται και η ανωτέρω διαδικασία επαναλαμβάνεται για τις υπόλοιπες οφειλές. Η διαδικασία ολοκληρώνεται όταν δεν υπάρχουν πλέον οφειλές των οποίων η διάρκεια αποπληρωμής μπορεί να μειωθεί περαιτέρω.

7.15 Στην κατά το άρθρο αυτό πρόταση ρύθμισης δεν συμπεριλαμβάνονται τυχόν «μη ρυθμιζόμενες οφειλές».

7.16 Για τον καθορισμό των προς καταβολή δόσεων της αντιπρότασης των Συμμετεχόντων Πιστωτών, πέραν των ποσών που προέκυψαν βάσει της μεθοδολογίας του παρόντος άρθρου, λαμβάνονται υπόψη και τα ακόλουθα:

α) Τυχόν τόκοι και έξοδα που προέκυψαν μετά από την αποστολή των ποσών των οφειλών στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29 του ν. 4738/2020 και μέχρι την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης κατά το άρθρο 10 κατωτέρω, προστίθενται στο ρυθμιζόμενο ποσό.

β) Οι μηνιαίες δόσεις προς τους Συμμετέχοντες Πιστωτές επιβαρύνονται με την εισφορά του ν. 128/1975, όπως προβλέπεται από το νόμο και την οικεία χρηματοδοτική σύμβαση. Η εν λόγω εισφορά δεν υπολογίζεται στο πλαίσιο της κατά τα ανωτέρω μεθοδολογίας του παρόντος άρθρου 7, αλλά θα συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό της τελικής μηνιαίας δόσης που προκύπτει βάσει της σύμβασης αναδιάρθρωσης μεταξύ του οφειλέτη και των χρηματοδοτικών ιδρυμάτων.

γ) Οι Συμμετέχοντες Πιστωτές δύνανται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης να μειώνουν το επιτόκιο ρύθμισης στις εντός ρύθμισης οφειλές, με αντίστοιχη μείωση της διαγραφής επί του κεφαλαίου, διατηρώντας σε κάθε περίπτωση τις μηνιαίες δόσεις αμετάβλητες.

δ) Οι Συμμετέχοντες Πιστωτές δύνανται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης να επιλέγουν μεταξύ Euribor ή Libor οποιασδήποτε διάρκειας, σύμφωνα με τις πολιτικές τους. Σε περίπτωση που ο χρησιμοποιούμενος επιτοκιακός δείκτης, Euribor ή Libor λάβει αρνητική τιμή, για τον υπολογισμό του συνολικού επιτοκίου της ρύθμισης λαμβάνεται μηδενική τιμή αυτού.

ε) Εξαιρούνται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης τυχόν οφειλές για τις οποίες έτερος συνοφειλέτης έχει καταρτίσει σύμβαση ρύθμισης, μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του ν. 4738/2020, εντός των τελευταίων ενενήντα ημερών (90) πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Επίσης, εξαιρούνται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης τυχόν οφειλές για τις οποίες έτερος συνοφειλέτης έχει καταρτίσει σύμβαση ρύθμισης, μέσω του ως άνω νόμου για τις οποίες δεν υπάρχει καθυστέρηση οποιουδήποτε ποσού μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών.

στ) Εφόσον, κατά τη σύμβαση χορήγησης ή την τελευταία τροποποίηση αυτής, η περιοδικότητα των δόσεων δεν ήταν μηνιαία, ο χρηματοδοτικός φορέας μπορεί να διατηρήσει την ως άνω περιοδικότητα.

ζ) Εφόσον οι ρυθμιζόμενες κατά την παρούσα οφειλές εξασφαλίζονται επί ακινήτου ο κύριος του ακινήτου, οφειλέτης ή συνοφειλέτης, υποχρεούται να διατηρεί αυτό ασφαλισμένο κατά των κινδύνων πυρός και σεισμού, για ποσό αποδεκτό από τον πρώτο κατά σειρά προσημειούχο χρηματοδοτικό φορέα, καθ΄όλη τη διάρκεια της σύμβασης ρύθμισης και μέχρι την εξόφληση του οφειλόμενου ποσού.

Στη σύμβαση ασφάλισης πρέπει να περιλαμβάνεται όρος για την εκχώρηση της ασφαλιστικής αποζημίωσης στον χρηματοδοτικό φορέα, υπέρ του οποίου έχει συσταθεί η εμπράγματη εξασφάλιση. Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται ανάλογα και επί κινητού, εάν το ζητήσει ο χρηματοπιστωτικός φορέας υπέρ του οποίου έχει συσταθεί η εξασφάλιση.

7.17 Η κατά τα ανωτέρω πρόταση ρύθμισης δεν δεσμεύει τους Συμμετέχοντες Πιστωτές, οι οποίοι μπορούν να την απορρίψουν, χωρίς να υποχρεούνται να αιτιολογήσουν την απόφασή τους αυτή.

Άρθρο 8

Χορηγήσεις σε συνάλλαγμα

Η ρύθμιση οφειλής από σύμβαση δανείου ή πίστωσης που έχει συνομολογηθεί σε ξένο νόμισμα (συνάλλαγμα), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5-30 του ν. 4738/2020 και της παρούσας, δεν συνεπάγεται τη μετατροπή του νομίσματος της οφειλής σε ευρώ και τυχόν μετατροπές που γίνονται για λόγους προσδιορισμού των όρων της ρύθμισης δεν συνεπάγονται ούτε μπορεί να ερμηνευθούν ότι συνεπάγονται μετατροπή. Ο χρηματοδοτικός φορέας δικαιούται κατά την κρίση του είτε να προτείνει τη μετατροπή του νομίσματος της οφειλής σε ευρώ, είτε να αποδεχθεί σχετικό αίτημα του οφειλέτη, οπότε καθορίζει την ημερομηνία της μετατροπής και την ισοτιμία με βάση την οποία αυτή θα πραγματοποιηθεί.

Άρθρο 9

Διαδικασία απόφασης

9.1 H πρόταση ρύθμισης που προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ της παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4738/2020 κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 ανωτέρω, η αντιπρόταση των συμμετεχόντων πιστωτών κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 6 και 7 ανωτέρω, καθώς και η τυχόν, κατά την παρ. 3.4. ανωτέρω, ανεξάρτητη πρόταση του συντονιστή πιστωτή, αναρτώνται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29 του ν. 4738/2020 και τίθενται προς ψηφοφορία από τους συμμετέχοντες πιστωτές. Εφόσον ο συντονιστής πιστωτής επιλέξει να υποβάλλει στην ηλεκτρονική πλατφόρμα την ανεξάρτητη πρόταση κατά το άρθρο 3.4, η ανωτέρω πρόταση πρέπει να αναρτηθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ανάρτηση των προτάσεων του προηγούμενου εδαφίου.

9.2 Η ψηφοφορία των Συμμετεχόντων Πιστωτών επί των κατά την προηγούμενη παρ. 9.1 προτάσεων αρχίζει, αμέσως μετά την παρέλευση της 10ήμερης προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου και πρέπει να ολοκληρωθεί εντός των αμέσως επόμενων δέκα (10) ημερών. Η ψηφοφορία γίνεται ηλεκτρονικά μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.

9.3 Εφόσον η πρόταση εγκριθεί από συμμετέχοντες πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 60% των οφειλών του αιτούντος έναντι των χρηματοδοτικών φορέων, στους οποίους περιλαμβάνονται συμμετέχοντες πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 40% των με ειδικό προνόμιο εξασφαλισμένων απαιτήσεων των άνω φορέων, η πρόταση θεωρείται εγκεκριμένη και καταλαμβάνει το σύνολο των συμμετεχόντων πιστωτών. Εν συνεχεία, η πρόταση αναρτάται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29 του ν. 4738/2020, ως πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη, κατ΄ παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4738/2020.

Άρθρο 10

Κατάρτιση της σύμβασης ρύθμισης

10.1 Η διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού, από την ανάρτηση της αίτησης υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης των οφειλών, μέχρι την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης, ολοκληρώνεται εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών, εκτός εάν η προθεσμία αυτή παραταθεί, κατά δέκα πέντε (15) επιπλέον εργάσιμες ημέρες στην περίπτωση του εδάφ. γ του άρθρου 16 του ν. 4738/2020, καθώς και τυχόν παρατάσεων που προβλέπονται στην κοινή υπουργική απόφαση στην παρ. 4 του άρθρου 71 ν. 4738/2020 (Α΄ 207) με υπό στοιχεία 67360 ΕΞ 2021/2021 (Β΄ 2499) και θέμα: «”Καθορισμός των τεχνικών λεπτομερειών που αποτελούν τις λειτουργικές προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του ν. 4738/2020” (Α΄207) “Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις“». Παρέλευση της προθεσμίας αυτής άπρακτης καθιστά τη διαδικασία αυτοδικαίως περατωθείσα ως άκαρπη χωρίς την επίτευξη συμφωνίας.

10.2 Μετά την έγκριση πρότασης, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην παρ.

9.3 ανωτέρω, αναρτάται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα η σύμβαση στην οποία περιλαμβάνονται οι όροι αποπληρωμής, σύμφωνα με την εγκριθείσα πρόταση, όπως και οι τυχόν γενικοί ή/και ειδικοί όροι ρύθμισης που οι χρηματοδοτικοί φορείς (συμπεριλαμβανομένων των μη συναινούντων) έχουν γνωστοποιήσει μέσω της πλατφόρμας, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα πέντε (15) ημερών από την έγκριση της πρότασης ρύθμισης.

10.3 Μετά την ολοκλήρωση της ανάρτησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της κατά την προηγούμενη παρ. 10.2 σύμβασης αναδιάρθρωσης με τους τυχόν γενικούς ή/και ειδικούς όρους ρύθμισης, αυτές τίθενται ως ολοκληρωμένο και αδιαίρετο σύνολο στη διάθεση του Δημοσίου ή και του Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και προς αποδοχή ή απόρριψη από τον οφειλέτη.

10.4 Ο οφειλέτης μπορεί να αποδεχθεί την κατά την παρ. 10.3 ανωτέρω συνολική πρόταση αναδιάρθρωσης εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας της προηγούμενης παρ. 10.2.

Μερική αποδοχή ή αποδοχή με τροποποιήσεις λογίζεται ως απόρριψη της πρότασης.

Άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας συνεπάγεται ότι η πρόταση δεν έγινε αποδεκτή και η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών ολοκληρώθηκε χωρίς συμφωνία.

10.5 Το Δημόσιο ή/και ο Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης δικαιούνται, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα πέντε (15) ημερών από την κατά την προηγούμενη παρ. 10.4 αποδοχή από τον οφειλέτη, να προβάλουν, επίσης μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ενστάσεις επί της συνολικής πρότασης, εάν με αυτή δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του ν. 4738/2020. Στην περίπτωση αυτή οι χρηματοδοτικοί φορείς θα διερευνούν τη δυνατότητα προσαρμογής της πρότασής τους. Η τυχόν νεότερη πρόταση, εφόσον υπάρξει, τίθεται και πάλι σε ψηφοφορία κατά τα αναφερόμενα στο προηγούμενο άρθρο 9. Οι πιστωτές δεν υποχρεούνται σε υποβολή αναθεωρημένης πρότασης.

10.6 Ο Οφειλέτης φυσικό πρόσωπο αποδέχεται την πρόταση αναδιάρθρωσης ηλεκτρονικά μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.

10.7 Εάν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, η αποδοχή της ως άνω πρότασης αναδιάρθρωσης γίνεται από τους νομίμους εκπροσώπους του, όπως αυτοί αναφέρονται στο Γ.Ε.ΜΗ. και προκύπτει από σχετικό κατά περίπτωση έγγραφο εκπροσώπησης που ο οφειλέτης πρέπει να αναρτήσει στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παρ. 10.6 για την ταυτοποίησή τους, με την επιφύλαξη των αντίστοιχων προβλέψεων του καταστατικού.

10.8 Με την κατά τις παρ. 10.6 και 10.7 ανωτέρω, κατά περίπτωση, αποδοχή της συνολικής πρότασης αναδιάρθρωσης καταρτίζεται η αντίστοιχη σύμβαση, η οποία:

α) Δεσμεύει και τους χρηματοδοτικούς φορείς που δεν συναίνεσαν στην κατάρτισή της, κατά τα οριζόμενα ρητώς στην παρ. 9.3 ανωτέρω ως απόρροια της περ. (ε) και (στ) της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4738/2020 εφόσον αυτοί δεν περιέρχονται σε δυσμενέστερη θέση από αυτή στην οποία θα περιέρχοντο σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του αιτούντος – οφειλέτη, περιλαμβανομένων στους συμμετέχοντες πιστωτές των υπό Ειδική Εκκαθάριση πιστωτικών ιδρυμάτων, ανεξάρτητα από τις πρόνοιες και τις δεσμεύσεις του ειδικού θεσμικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία τους.

β) Δεσμεύει και τους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους κάθε πιστωτή που δεσμεύεται κατά τα ανωτέρω από αυτήν.

γ) Αντικαθιστά κάθε προηγούμενη συμφωνία μεταξύ των Συμμετεχόντων Πιστωτών (συναινούντων και μη) και του αιτούντος – οφειλέτη που αφορά σε ρυθμισμένη οφειλή.

δ) Δεν αποτελεί ανανέωση οφειλής, διατηρούμενης της αρχικής αιτίας έκαστης ρυθμιζόμενης οφειλής, δεν συνιστά άφεση χρέους, ούτε συνιστά ή λογίζεται ως έγκριση ή παραίτηση από κάποιο δικαίωμα των Συμμετεχόντων Πιστωτών με βάση τις συμβάσεις ή /και το νόμο και εξακολουθούν να ισχύουν υπέρ των Συμμετεχόντων Πιστωτών οι εγγυήσεις και γενικά όλες οι εμπράγματες και ενοχικές ασφάλειες που έχουν δοθεί ή επιβληθεί υπέρ αυτών σε εξασφάλιση των απαιτήσεών τους, στον βαθμό που οι εν λόγω ασφάλειες δεν τροποποιούνται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο από τη σύμβαση ρύθμισης και περαιτέρω, παραμένουν έγκυρες και ισχυρές τυχόν γενόμενες καταγγελίες των συμβάσεων που ρυθμίζονται ή/ και τυχόν εκδοθείσες διαταγές πληρωμής ή/και τυχόν επιδοθείσες επιταγές προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφων εξ απογράφων εκτελεστών και οι συναφείς με αυτές διενεργηθείσες εκκρεμείς ή μη πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης ή /και τυχόν δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί και αφορούν τις απαιτήσεις που ρυθμίζονται με την υπογραφείσα σύμβαση αναδιάρθρωσης στο πλαίσιο της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του ν. 4738/2020.

10.9 Την σύμβαση ρύθμισης που έχει γίνει αποδεκτή από τον οφειλέτη, κατά τα αναφερόμενα στην παρ. 10.4 ανωτέρω, μπορούν να συνυπογράφουν κατά τα αναφερόμενα στις παρ. 10.6 και 10.7 ανωτέρω κατά περίπτωση, οι συνοφειλέτες που έχουν λάβει μέρος στη διαδικασία αξιολόγησης της αίτησης, οπότε επωφελούνται από τους όρους της αναδιάρθρωσης. Συνοφειλέτες που δεν συνυπογράφουν την ως άνω πρόταση αναδιάρθρωσης συνεχίζουν να ευθύνονται έναντι των χρηματοδοτικών φορέων για το συνολικό ποσό για το οποίο είχαν αναλάβει ευθύνη και δεν καταλαμβάνονται από τυχόν ευνοϊκούς όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης.

10.10 Μετά την κατά τα ανωτέρω κατάρτιση τη σύμβασης αναδιάρθρωσης το Δημόσιο, ο φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, κάθε δεσμευμένος από τη σύμβαση χρηματοδοτικός φορέας, ο οφειλέτης και κάθε συνοφειλέτης, που την έχει συνυπογράψει, μπορούν να ανακτήσουν τη σύμβασης αναδιάρθρωσης σε ηλεκτρονική μορφή. Το κείμενο που θα ανακτηθεί, όπως ακριβώς θα ανακτηθεί, με ψηφιακή υπογραφή της ΕΓΔΙΧ, θα αποτελεί πλήρη απόδειξη έναντι πάντων για την καταρτισθείσα σύμβαση.

10.11 Η με την επίτευξη της σύμβασης αναδιάρθρωσης κατά νόμο απαγόρευση των μέτρων ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης δεν καταλαμβάνει την εκ μέρους οποιουδήποτε εκ των συμμετεχόντων πιστωτών αναγγελία των απαιτήσεων και προνομίων του σε αναγκαστική εκτέλεση που τυχόν επισπεύσει τρίτος πιστωτής στην περιουσία του οφειλέτη ή / και συνοφειλέτη, προκειμένου να ικανοποιηθεί μέσω της διαδικασί-

ας. Τρίτοι πιστωτές νοούνται οι μη Συμμετέχοντες, όπως και εκείνοι που έχουν καταγγείλει την σύμβαση κατά τα οριζόμενα στον όρο 11.1 κατωτέρω.

Άρθρο 11

Καταγγελία της σύμβασης ρύθμισης

11.1 Η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλής, μπορεί να καταγγελθεί από οποιονδήποτε συμμετέχοντα πιστωτή, κατά το μέρος που τον αφορά, εάν συντρέχει οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

α) Ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος ως προς καταβολές που προβλέπονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης, προς τον συγκεκριμένο Συμμετέχοντα Πιστωτή, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά είτε την αξία του ισόποσου τριών (3) μηνιαίων δόσεων, είτε την αξία τουλάχιστον τρία τοις εκατό (3%) του συνολικά οφειλομένου ποσού προς τον ως άνω Συμμετέχοντα Πιστωτή, σύμφωνα με την επιτευχθείσα ρύθμιση.

β) Η σύμβαση ρύθμισης βασίστηκε, άμεσα ή έμμεσα, σε ανακριβείς ή ελλιπείς δηλώσεις ή στοιχεία που υπέβαλε οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ο αιτών – οφειλέτης ή / και συνοφειλέτες του καθώς και μέλη της οικογένειάς του.

γ) Έχει υποβληθεί αίτηση πτώχευσης κατά του οφειλέτη ή/και συνοφειλέτη ή έχει υποβληθεί δήλωση του οφειλέτη ή/και συνοφειλέτη ότι αναστέλλει τις πληρωμές του ή επισπεύδεται εκτέλεση κατά περιουσιακών του οφειλέτη ή/και συνοφειλέτη ή επίκειται η λήψη δικαστικών μέτρων κατ΄ του οφειλέτη ή/και συνοφειλέτη στο πλαίσιο οποιασδήποτε διαδικασίας αφερεγγυότητας.

δ) Η σύμβαση ρύθμισης καταγγελθεί από άλλο συμμετέχοντα πιστωτή.

11.2 Σε κάθε επιμέρους σύμβαση ρύθμισης οφειλής δύνανται να προβλέπονται και άλλοι λόγοι καταγγελίας κατά τη διακριτική ευχέρεια των μερών, όπως ενδεικτικά η ουσιώδης επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη ή/και των περιουσιακών του στοιχείων.

11.3 Καταγγελία της ρύθμισης από Συμμετέχοντα Πιστωτή συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης ως προς τον Πιστωτή αυτόν. Η απώλεια της ρύθμισης ως προς οποιονδήποτε Συμμετέχοντα Πιστωτή συνεπάγεται την αναβίωση των απαιτήσεων του Πιστωτή αυτού στο ύψος που είχαν πριν τη σύναψη της σύμβασης ρύθμισης, αφαιρουμένων των ποσών που τυχόν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης, και τις καθιστούν ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές. Στην περίπτωση αυτή ισχύουν οι κάθε μορφής εξασφαλίσεις που χορηγήθηκαν τόσο πριν από την κατάρτιση της κατά την παρούσα σύμβαση αναδιάρθρωσης , όσο και οι επιπρόσθετες εξασφαλίσεις κάθε είδους που τυχόν δόθηκαν ένεκα ή εξ αφορμής της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Η απώλεια της ρύθμισης ως προς Συμμετέχοντα Πιστωτή δεν ασκεί επίδραση στη νομική θέση των λοιπών Συμμετεχόντων Πιστωτών με την επιφύλαξη της άνω υπό 11.1ε πρόβλεψης.

11.4 Ο καταγγέλλων συμμετέχων πιστωτής υποχρεούται να γνωστοποιήσει την καταγγελία στους λοιπούς συμμετέχοντες πιστωτές, μέσω ανάρτησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του άρθρου 29 του ν. 4738/2020, που πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών.

Άρθρο 12

Επεξεργασία προσωπικών δεδομένων

Οι Συμμετέχοντες Πιστωτές επεξεργάζονται τα προσωπικά δεδομένα του οφειλέτη ή συνοφειλέτη στο πλαίσιο της σχετικής ενημέρωσης που παρέχουν στους πελάτες τους και μετά την έναρξη της διαδικασίας για την ένταξη στις διατάξεις των άρθρων 5-30 του ν. 4738/2020, σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 30 του ως άνω νόμου.

Άρθρο 13

Παράμετροι της μεθοδολογίας υπολογισμού της αυτοματοποιημένης αντιπρότασης των πιστωτών

Οι συλλογικοί φορείς των χρηματοδοτικών φορέων εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ΦΕΚ υποχρεούνται να αποστείλουν στην ΕΓΔΙΧ επιστολή με την οποία θα προσδιορίζουν τις παραμέτρους της μεθοδολογίας υπολογισμού της αντιπρότασης των πιστωτών, κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 6 και 7 ανωτέρω.

Οι ως άνω παράμετροι αναρτώνται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα από την ΕΓΔΙΧ και δεσμεύουν κάθε συμμετέχοντα πιστωτή για την κατάρτιση αντιπρότασης. Οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν να μεταβάλουν τις κατά τα ανωτέρω παραμέτρους όποτε αυτό είναι αναγκαίο. Οι εκάστοτε νέες παράμετροι γνωστοποιούνται στην ΕΓΔΙΧ με επιστολή των συλλογικών φορέων των χρηματοδοτικών φορέων, αναρτώνται από αυτή στην ηλεκτρονική πλατφόρμα και ισχύουν μετά την παρέλευση πέντε (5) πλήρων ημερών από την ως άνω γνωστοποίηση. Οι κατά τα ανωτέρω επιστολές των συλλογικών φορέων των χρηματοδοτικών φορέων δεσμεύουν το σύνολο αυτών, αποκλειομένης της προβολής οποιασδήποτε σχετικής ένστασης χρηματοδοτικού φορέα στην ΕΓΔΙΧ.

Άρθρο 14

Τελικές διατάξεις

14.1 Η σύμβαση αυτή ρυθμίζει μόνο τις σχέσεις μεταξύ των συμμετεχόντων πιστωτών στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών και διέπεται από το Ελληνικό Δίκαιο.

14.2 Οι συμμετέχοντες πιστωτές δεσμεύονται να καταβάλουν κάθε εύλογη προσπάθεια για τη μεταξύ τους επίλυση κάθε διαφοράς που τυχόν ανακύψει από την παρούσα. Εάν αυτό δεν επιτευχθεί, αρμόδια δικαστήρια για την επίλυση της είναι τα δικαστήρια της Αθήνας.

Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παράρτημα

Κατάλογος παραμέτρων μεθοδολογίας υπολογισμού αυτοματοποιημένης λύσης εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών

Ακολουθεί κατάλογος με τις παραμέτρους της μεθοδολογίας του άρθρου 7, όπως αυτές εκάστοτε θα προσδιορίζονται από τους χρηματοδοτικούς φορείς και θα γνωστοποιούνται με τη διαδικασία του άρθρου 13 της παρούσας.

1) «εξαρτώμενα μέλη»

2) «εύλογες δαπάνες διαβίωσης κατηγορίας 1 της ΕΛΣΤΑΤ»

3) «καθαρό εισόδημα»

4) «δαπάνη ενοικίου»

5) «χρεωστικοί τόκοι και τα συναφή έξοδα»

6) «εύλογο ποσοστό του διαθέσιμου ετήσιου εισοδή- ματος για εξυπηρέτηση οφειλών»

7) «εύλογο ποσοστό κέρδους επί του κύκλου εργα- σιών»

8) «τυπική διάρκεια σύμβασης αναδιάρθρωσης»

9) «ελάχιστο ποσό καταθέσεων που απαιτείται για τη διαβίωση του φυσικού προσώπου»

10) «ελάχιστο ποσό καταθέσεων που απαιτείται για τις λειτουργικές ανάγκες της επιχειρηματικής δραστηριότητας»

11) «κέρδη / ζημιές»

12) «υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση των οφειλών προς Δημόσιο και χρηματοδοτικούς φορείς» (όσον αφορά στο Δημόσιο οι χρηματοδοτικοί φορείς δεν δύνανται να προτείνουν όρους διαφορετικούς από όσους ορίζονται στον ν. 4738/2020)

13) «νομικό πρόσωπο μικρής κατηγορίας» 14) «νομικό πρόσωπο μεγάλης κατηγορίας» 15) «ελάχιστο ετήσιο ποσοστό αύξησης διαθέσιμου εισοδήματος νομικών προσώπων μεγάλης κατηγορίας» 16) «ελάχιστο ποσοστό ανάκτησης οφειλών χρημα- τοδοτικών φορέων»

17) «ελάχιστη μηνιαία δόση»

18) «ετήσιο επιτόκιο ρύθμισης οφειλών χρηματοδο- τικών φορέων»

19) «μέγιστη διάρκεια αποπληρωμής οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς»

20) «ελάχιστη μηνιαία δόση χρηματοδοτικών φορέ- ων».

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της

Κυβερνήσεως. Αθήνα, 29 Ιουνίου 2021

Οι Υπουργοί

Οικονομικών ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ

Ανάπτυξης και Επενδύσεων ΣΠΥΡΙΔΩΝ - ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!