Α. 1103/2021 Διαδικασία δειγματοληψίας και εξέτασης των δειγμάτων των κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών
Αριθμ. Α. 1103
ΦΕΚ B’ 1994/14.05.2021
Διαδικασία δειγματοληψίας και εξέτασης των δειγμάτων των κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών.
Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Την παρ. 8 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (Α’ 265), όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 4758/2020 (Α’ 242),
β) του ν. 3420/2005 (Α’ 298), με τον οποίο κυρώθηκε η Σύμβαση Πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον Έλεγχο του Καπνού.
2. Το Πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της Σύμβασης Πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον Έλεγχο του Καπνού, το οποίο υιοθετήθηκε στις 12.11.2012 στη Σεούλ.
3. Την υπ’ αρ. 1 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου της 20.1.2016 (ΥΟΔΔ 18), «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», σε συνδυασμό με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 41 του ν. 4389/2016, της υπ’ αρ. 39/3/30.11.2017 (ΥΟΔΔ 689) απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης της ΑΑΔΕ «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων» και της υπ’ αρ. 5294 ΕΞ 2020/17-012020 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών «Ανανέωση της θητείας του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.» (Υ.Ο.Δ.Δ. 27).
4. Την υπό στοιχεία Δ.ΟΡΓ.Α 1125859 ΕΞ2020/ 23-10-2020 (Β’ 4738) απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
5. Το γεγονός ότι από την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού της Α.Α.Δ.Ε.
Άρθρο 1
Σκοπός - Πεδίο εφαρμογής
Με την παρούσα καθορίζονται θέματα της διαδικασίας δειγματοληψίας κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών, της διαδικασίας εξέτασης των δειγμάτων και οριστικοποίησης των αποτελεσμάτων της εξέτασης που πραγματοποιείται στα αρμόδια εργαστήρια του Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.), για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας (Α’ 265).
Άρθρο 2
Διαδικασία πρόσκλησης για τη δειγματοληψία κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών
1. Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001, η δειγματοληψία διενεργείται αποκλειστικά από τη διωκτική αρχή που προέβη στην κατάσχεση, με τη διαδικασία που περιγράφεται στην παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας.
2. Στην περίπτωση που, είτε υπάρχει διαφορά αποτελεσμάτων μεταξύ των εκθέσεων εξέτασης του δείγματος «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και του δείγματος «Α’ εξέταση Επιχείρηση», που περιγράφονται στην παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας, είτε η επιχείρηση καπνικών ζητήσει εκ νέου δειγματοληψία σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ) της παρ. 3 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001, διενεργείται επαναληπτική δειγματοληψία από μικτό κλιμάκιο, αποτελούμενο από εκπροσώπους της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), ως εξής:
α) από έναν εκπρόσωπο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής που πραγματοποίησε την κατάσχεση, ή σε περίπτωση που η κατάσχεση διενεργήθηκε από άλλη διωκτική αρχή, της Τελωνειακής Αρχής στην οποία παραδόθηκαν τα κατασχεμένα βιομηχανοποιημένα καπνά από τη διωκτική αρχή που διενήργησε την κατάσχεση και
β) από έναν εκπρόσωπο της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους.
Κατά τη δειγματοληψία καλείται να συμμετέχει και εκπρόσωπος της επιχείρησης καπνικών προϊόντων και ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται στις παρ. 3 και 4 του παρόντος άρθρου.
3. Εάν εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την παραλαβή από την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή των αποτελεσμάτων των εξετάσεων αφενός του δείγματος «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και αφετέρου του δείγματος «Α’ εξέταση Επιχείρηση» διαπιστωθεί η διαφορά των αποτελεσμάτων, ή από την παραλαβή του αιτήματος της επιχείρησης για εκ νέου δειγματοληψία, αντίστοιχα, το μικτό κλιμάκιο της προηγούμενης παραγράφου καθώς και εκπρόσωπος της επιχείρησης καπνικών προϊόντων, μετά από πρόσκληση της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, που κοινοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 της παρούσας τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν την ορισθείσα ημερομηνία δειγματοληψίας, μεταβαίνουν στην Τελωνειακή Υπηρεσία ή σε οποιαδήποτε άλλη τοποθεσία, όπου φυλάσσονται τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά για την πραγματοποίηση της δειγματοληψίας.
4. α) Εντός δύο (2) εργασίμων ημερών μετά την κοινοποίηση της πρόσκλησης της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, η επιχείρηση οφείλει να ενημερώσει εγγράφως την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή για την παρουσία ή μη εκπροσώπων της στην προγραμματισθείσα δειγματοληψία. Στην περίπτωση που η επαναληπτική δειγματοληψία οφείλεται στην διαπίστωση διαφοράς αποτελεσμάτων των εξετάσεων αφενός του δείγματος «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και αφετέρου του δείγματος «Α’ εξέταση Επιχείρηση», τότε εφόσον η επιχείρηση δεν έχει ενημερώσει εγγράφως εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας, η δειγματοληψία διενεργείται χωρίς την παρουσία εκπροσώπων της επιχείρησης. Στην περίπτωση που η επαναληπτική δειγματοληψία οφείλεται στην υποβολή σχετικού αιτήματος από την επιχείρηση καπνικών για επιθεώρηση των κατασχεμένων καπνικών προϊόντων και εκ νέου δειγματοληψία σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. γ) της παρ. 3 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001, τότε είναι υποχρεωτική η παρουσία εκπροσώπου της επιχείρησης καπνικών στην επαναληπτική δειγματοληψία και η μη ενημέρωση από την επιχείρηση σχετικά με την παρουσία εκπροσώπου της, καθιστά μη εφικτή την επαναληπτική δειγματοληψία και ως εκ τούτου παραμένει εν ισχύ η δειγματοληψία που διενεργήθηκε από τη διωκτική αρχή που προέβη στην κατάσχεση.
β) Την κατά τα ως άνω ορισμένη ημερομηνία, το μικτό κλιμάκιο της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, διενεργεί, στην Τελωνειακή Υπηρεσία ή σε οποιαδήποτε άλλη τοποθεσία, όπου φυλάσσονται τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά, δειγματοληψία σύμφωνα με τα ισχύοντα πρότυπα στο Παράρτημα - Μέρος Α.2. επί των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών για εργαστηριακή εξέταση.
Άρθρο 3
Διαδικασία δειγματοληψίας και εξέτασης κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών
1. α) Η δειγματοληψία διενεργείται από τη διωκτική αρχή που προέβη στην κατάσχεση, σύμφωνα με το Παράρτημα -Μέρος Α.1. της παρούσας, ως εξής:
αα) Η Αρχή που προέβη στην κατάσχεση λαμβάνει τέσσερα (4) δείγματα από τα οποία, τα δύο δείγματα χαρακτηρίζονται ως «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και ως «Α’ εξέταση Επιχείρηση» και τα άλλα δύο δείγματα χαρακτηρίζονται ως «Β’ εξέταση ΑΑΔΕ» και ως «Β’ εξέταση Επιχείρηση».
ββ) Τα δείγματα «Β’ εξέταση ΑΑΔΕ» και «Β’ εξέταση Επιχείρηση» υποβάλλονται σε εργαστηριακή εξέταση, μόνον όταν το δείγμα «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» ή/και το δείγμα «Α’ εξέταση Επιχείρηση» κρίνονται ως ακατάλληλα να υποβληθούν σε εργαστηριακή εξέταση, βάσει σχετικών αποδεικτικών στοιχείων τα οποία τίθενται σε γνώση της αρμόδιας Τελωνειακής Υπηρεσίας.
γγ) Στην περίπτωση που συντρέχουν τα αναφερόμενα στην προηγούμενη υποπερ. ββ), τα προβλεπόμενα στην παρούσα απόφαση για το δείγμα «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» εφαρμόζονται για το δείγμα «Β’ εξέταση ΑΑΔΕ» καθώς και τα προβλεπόμενα για το δείγμα «Α’ εξέταση Επιχείρηση» εφαρμόζονται για το δείγμα «Β’ εξέταση Επιχείρηση».
β) Κατά τη δειγματοληψία συντάσσονται, σύμφωνα με το Παράρτημα της παρούσας:
αα) ένα (1) πρωτόκολλο δειγματοληψίας, σύμφωνα με το Παράρτημα - Μέρος Β.1. της παρούσας και
ββ) τέσσερα (4) δελτία δειγματοληψίας, σύμφωνα με το Παράρτημα - Μέρος Γ.1. της παρούσας,
τα οποία υπογράφονται από δύο (2) εκπροσώπους της διωκτικής αρχής που προέβη στην κατάσχεση και διενήργησε τη δειγματοληψία, οι οποίοι κατά τη διαδικασία της δειγματοληψίας επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια ώστε η δειγματοληψία να είναι αντιπροσωπευτική και τα δείγματα σφραγισμένα και συσκευασμένα, κατά τρόπο που διασφαλίζει ότι διατηρούνται αναλλοίωτα, ακέραια και απαραβίαστα. Κάθε δελτίο δειγματοληψίας προσαρτάται στο αντίστοιχο δείγμα.
γ) Αν η κατάσχεση και η δειγματοληψία διενεργήθηκαν από μη τελωνειακή διωκτική αρχή, η αρχή αυτή παραδίδει τα δείγματα στην αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία. Προς τούτο συντάσσεται και υπογράφεται σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης - παραλαβής των δειγμάτων.
2. Στην περίπτωση που ισχύουν οι προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρου 2 της παρούσας:
α) Η δειγματοληψία διενεργείται σύμφωνα με το Παράρτημα - Μέρος Α.2. της παρούσας. Λαμβάνονται τέσσερα (4) νέα δείγματα από τα οποία, τα δύο δείγματα προορίζονται για την Α’ επαναληπτική εξέταση και χαρακτηρίζονται ως «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» και ως «Α’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» και τα άλλα δύο δείγματα προορίζονται για τη Β’ επαναληπτική εξέταση και χαρακτηρίζονται ως «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» και ως «Β’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση».
β) Προς τούτο συντάσσονται σύμφωνα με το Παράρτημα της παρούσας:
αα) ένα (1) πρωτόκολλο δειγματοληψίας, σύμφωνα με το Παράρτημα - Μέρος Β.2. της παρούσας και
ββ) τέσσερα (4) δελτία δειγματοληψίας, σύμφωνα με το Παράρτημα - Μέρος Γ.2. της παρούσας,
τα οποία υπογράφονται από το μικτό κλιμάκιο που διενήργησε την επαναληπτική δειγματοληψία και τον εκπρόσωπο της επιχείρησης. Ο εκπρόσωπος της επιχείρησης συνυπογράφει το πρωτόκολλο δειγματοληψίας, δεσμευόμενος κατ’ αυτόν τον τρόπο ότι αποδέχεται τη διαδικασία της δειγματοληψίας ως ορθή και αντιπροσωπευτική και ότι τα δείγματα είναι σωστά σφραγισμένα. Κάθε δελτίο δειγματοληψίας προσαρτάται στο αντίστοιχο δείγμα.
3. Η Τελωνειακή Αρχή σε κάθε περίπτωση:
α) Τηρεί τα πρωτότυπα πρωτόκολλα δειγματοληψίας της παρ. 1 και της παρ. 2 (εάν η τελευταία έχει ενεργοποιηθεί) του παρόντος άρθρου μαζί με το φάκελο της υπόθεσης.
β) Αποστέλλει αμελλητί τα δύο δείγματα «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και «Β’ εξέταση ΑΑΔΕ» στο Γενικό Χημείο του Κράτους (ΓΧΚ) - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών για εργαστηριακή εξέταση, συνοδευόμενα με φωτοτυπία του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας.
γ) Αποστέλλει αμελλητί τα δύο δείγματα «Α’ εξέταση Επιχείρηση» και «Β’ εξέταση Επιχείρηση» μαζί με φωτοτυπία του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας, στην Τελωνειακή Υπηρεσία στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης, προκειμένου να μεριμνήσει για την άμεση παράδοσή τους στην επιχείρηση με αποδεικτικό.
δ) Σε περίπτωση που έχει ενεργοποιηθεί η δειγματοληψία της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, αποστέλλει αμελλητί τα δύο δείγματα «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» και «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» στο Γενικό Χημείο του Κράτους (ΓΧΚ) - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών για εργαστηριακή εξέταση συνοδευόμενα με φωτοτυπία του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας.
ε) Σε περίπτωση που έχει ενεργοποιηθεί η δειγματοληψία της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, παραδίδει στον εκπρόσωπο της επιχείρησης με αποδεικτικό επίδοσης τα δύο δείγματα «Α’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» και «Β’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» συνοδευόμενα με φωτοτυπία του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας, όπου ο τελευταίος υπογράφει ότι τα παρέλαβε.
στ) Σε περίπτωση που κατά τη δειγματοληψία δεν παρίσταται εκπρόσωπος της επιχείρησης, η Τελωνειακή Αρχή αποστέλλει αμελλητί τα δύο δείγματα «Α’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» και «Β’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» μαζί με φωτοτυπία του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας, στην Τελωνειακή Υπηρεσία στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης, προκειμένου να μεριμνήσει για την άμεση παράδοσή τους στην επιχείρηση με αποδεικτικό.
4. Τα δείγματα εξετάζονται ως προς τη γνησιότητα των βιομηχανοποιημένων καπνών σε χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών συνολικά. Τα δείγματα «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και «Β’ εξέταση ΑΑΔΕ», καθώς και τα δείγματα «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» και «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ», εάν έχει ενεργοποιηθεί η δειγματοληψία της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, εξετάζονται στο Γενικό Χημείο του Κράτους - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών. Ειδικότερα:
α) Αρχικά εξετάζονται το δείγμα «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» στο Γενικό Χημείο του Κράτους - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών και το δείγμα «Α’ εξέταση Επιχείρηση» της επιχείρησης σε εργαστήριο επιλογής της. Οι αντίστοιχες εκθέσεις εξέτασης αποστέλλονται από το Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών και από την επιχείρηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της εξέτασης των δειγμάτων.
β) Εάν δεν υπάρχει διαφορά αποτελεσμάτων μεταξύ των εκθέσεων εξέτασης των δειγμάτων «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και «Α’ εξέταση Επιχείρηση», το αποτέλεσμα της εξέτασης του δείγματος «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» θεωρείται οριστικό και η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή το γνωστοποιεί στην επιχείρηση και στο Γενικό Χημείο του Κράτους.
γ) Σε περίπτωση διαφοράς αποτελεσμάτων μεταξύ των εκθέσεων εξέτασης, αφενός του δείγματος «Α’ εξέταση ΑΑΔΕ» και αφετέρου του δείγματος «Α’ εξέταση Επιχείρηση», η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή προσκαλεί σε νέα επαναληπτική δειγματοληψία σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας. Εξετάζονται το δείγμα «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» στο Γενικό Χημείο του Κράτους - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών και τα δείγματα «Α’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» και «Β’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» σε εργαστήριο επιλογής της επιχείρησης. Οι αντίστοιχες εκθέσεις εξέτασης αποστέλλονται από το Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών και από την επιχείρηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της εξέτασης των δειγμάτων.
δ) Σε περίπτωση διαφοράς αποτελεσμάτων μεταξύ των εκθέσεων εξέτασης, αφενός του δείγματος «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» και αφετέρου των δειγμάτων «Α’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση» και «Β’ επαναληπτική εξέταση Επιχείρηση», η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ενημερώνει με επιστολή την επιχείρηση, την οποία κοινοποιεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 της παρούσας, αποστέλλοντας αντίγραφα των εκθέσεων της επιχείρησης στο Γενικό Χημείο του Κράτους - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών και αντίστοιχα αντίγραφο της έκθεσης του Γενικού Χημείου του Κράτους στην επιχείρηση. Σε περίπτωση που η επιχείρηση αμφισβητεί τα εργαστηριακά αποτελέσματα ή τη γνωμάτευση της έκθεσης εξέτασης του δείγματος «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» του Γενικού Χημείου του Κράτους, μπορεί, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση σε αυτήν της έκθεσης εξέτασης του δείγματος «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ», να υποβάλλει στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή αίτηση, για εξέταση του δείγματος «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» αναφέροντας εάν επιθυμεί ή όχι παράσταση εκπροσώπου της και δηλώνοντας τα στοιχεία του. Σε περίπτωση μη υποβολής σχετικής αίτησης εντός του χρονικού διαστήματος των δύο (2) εργασίμων ημερών, το αποτέλεσμα της εξέτασης του δείγματος «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» καθίσταται οριστικό. Για την εξέταση του δείγματος «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» (κατ’ έφεση εξέταση), εφαρμόζεται αναλογικά η διαδικασία του άρθρου 19 του Κώδικα Τροφίμων Ποτών και Αντικειμένων Κοινής Χρήσης.
ε) Η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ειδοποιεί σχετικά με την αίτηση της επιχείρησης το Γενικό Χημείο του Κράτους - Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών. Ο εκπρόσωπος της εταιρείας που παρίσταται κατά την κατ’ έφεση εξέταση δύναται να έχει ειδικότητα, μία εξ αυτών που διαλαμβάνονται στον ν. 4254/2014 (υποπαρ. ΣΤ.7, 3α,β του Άρθρου πρώτου).
στ) Εάν ο εκπρόσωπος της επιχείρησης δεν προσέλθει κατά την ορισθείσα από το Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών ημερομηνία για την εξέταση του δείγματος «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ», η κατ’ έφεση εξέταση πραγματοποιείται χωρίς την παρουσία του.
ζ) Σε περίπτωση που υπάρχει:
i) διαφορά αποτελέσματος ή/και γνωμάτευσης μεταξύ της «Α’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ» και της «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ», ή
ii) o παριστάμενος εκπρόσωπος της επιχείρησης, διαφωνεί με τα αποτελέσματα της επαναληπτικής εξέτασης ή τις μεθόδους που εφαρμόστηκαν κατά την επαναληπτική εξέταση, δύναται να ζητήσει εγγράφως, την ημέρα της κατ’ έφεση εξέτασης, την παραπομπή της υπόθεσης στο Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο (ΑΧΣ) για γνωμοδότηση και να δηλώσει εάν επιθυμεί να παραστεί στο ΑΧΣ καταβάλλοντας και το προβλεπόμενο από τη νομοθεσία παράβολο.
η) Το Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών διαβιβάζει τον φάκελο της υπόθεσης στην αρμόδια επιτελική Διεύθυνση του Γενικού Χημείου του Κράτους (ΓΧΚ), προκειμένου να μεριμνήσει για την παραπομπή της υπόθεσης στο Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο (ΑΧΣ) και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.
Σε περίπτωση που η επιχείρηση διαφωνεί με τη γνωμοδότηση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ), έχει το δικαίωμα να καταθέσει στο Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο (ΑΧΣ) αίτηση θεραπείας, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, άλλως η απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) καθίσταται τελεσίδικη. Η αρμόδια επιτελική Διεύθυνση του Γενικού Χημείου του Κράτους (ΓΧΚ) αποστέλλει την απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) στο Τμήμα Χημικών Υπηρεσιών Σερρών, το οποίο τη γνωστοποιεί στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή μαζί με την έκθεση εξέτασης του δείγματος «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ».
θ) Εάν η υπόθεση δεν παραπεμφθεί στο Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο (ΑΧΣ), η γνωμάτευση της έκθεσης εξέτασης του δείγματος «Β’ επαναληπτική εξέταση ΑΑΔΕ», θεωρείται οριστική και τελεσίδικη και η επιχείρηση οφείλει να την αποδεχθεί, χωρίς καμία άλλη διαδικασία διοικητικής προσβολής ή αίτησης θεραπείας.
Άρθρο 4
Επικοινωνία με επιχειρήσεις
1. Η επικοινωνία με τις επιχειρήσεις καπνικών, πλην της περίπτωσης της αποστολής δειγμάτων, γίνεται με επιστολή της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής η οποία κοινοποιείται ηλεκτρονικά στην επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. Στις περιπτώσεις που η ηλεκτρονική κοινοποίηση βάσει του άρθρου 5 του ν. 4174/2013 δεν είναι εφικτή, η επικοινωνία δύναται να γίνεται με έναν από τους τρόπους που περιγράφεται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου καλύπτουν και τη γνωστοποίηση της κατάσχεσης στην εταιρεία καπνικών σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν. 4758/2020
2. Η επικοινωνία με την επιχείρηση καπνικών, διενεργείται με έναν από τους παρακάτω τρόπους:
α) από υπάλληλο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής συντασσόμενου σχετικού αποδεικτικού επίδοσης.
β) με αποστολή μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου συνοδευόμενου από ηλεκτρονικό μήνυμα παράδοσης και από ηλεκτρονικό μήνυμα ανάγνωσης του απεσταλμένου μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Προϋπόθεση για τη χρήση του εν λόγω τρόπου επικοινωνίας είναι η γνωστοποίηση από την επιχείρηση του/των εταιρικών λογαριασμών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που επιθυμεί να λαμβάνει επικοινωνία. Η γνωστοποίηση του/των λογαριασμών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από την επιχείρηση καπνικών γίνεται μέσω συστημένης επιστολής, υπογεγραμμένης από τον νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης, η οποία απευθύνεται προς την:
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. Διεύθυνση Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων Τμήμα Γ΄ Δίωξης Λαθρεμπορίου και Οργανωμένου Εγκλήματος Καρ. Σερβίας 10, 10184 Αθήνα |
Η ανάκληση ή η μεταβολή του/των δηλωμένων λογαριασμών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου γίνεται αποκλειστικά με νέα συστημένη επιστολή προς την ως άνω Υπηρεσία.
Άρθρο 5
Παράβολα
Τα παράβολα της κατ’ έφεση εξέτασης και της παραπομπής της υπόθεσης στο Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο, βαρύνουν την επιχείρηση, προκαταβάλλονται και προβλέπονται στην κοινή υπουργική απόφαση υπ΄αρ. 3011238/6397/0078/1998 (Β΄ 607) ως ισχύει.
Άρθρο 6
Καταργούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας καταργείται η απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων υπ΄αρ. 30/004/000/3957 «Διαδικασία δειγματοληψίας και εξέτασης των δειγμάτων των κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών» (Β΄ 3619/2018).
2. Ο χειρισμός και η εξέταση των δειγμάτων κατασχεμένων βιομηχανοποιημένων καπνών που ελήφθησαν πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης καθώς και η οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων, ακολουθεί τα προβλεπόμενα στην απόφαση υπ΄αρ. 30/004/000/3957.
Άρθρο 7
Έναρξη ισχύος
1. Το Παράρτημα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
2. Η απόφαση ισχύει από την δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Aθήνα, 23 Απριλίου 2021
Ο Διοικητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!