Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γνωμοδότηση με θέμα «Η φορολόγηση στη συνεργατική οικονομία - υποχρεώσεις αναφοράς»
EPA/JULIEN WARNAND
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η φορολόγηση στη συνεργατική οικονομία — υποχρεώσεις αναφοράς» (πρόσθετη γνωμοδότηση) (2020/C 364/09)
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. Η φορολογία και οι φορολογικές πολιτικές πρέπει να προσαρμόζονται στη συνεχή εξέλιξη της συνεργατικής οικονομίας. Εν προκειμένω, δεν θα πρέπει να θεσπιστούν νέα ή ειδικά φορολογικά καθεστώτα, τη στιγμή που η ΕΟΚΕ θεωρεί πιο σκόπιμη την προσαρμογή των υφιστάμενων κανονιστικών διατάξεων και φορολογικών μοντέλων, με ταυτόχρονη διατήρηση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερομένων φορέων.
1.2. Η ΕΟΚΕ ζητεί τα εθνικά φορολογικά συστήματα να λάβουν υπόψη το φαινόμενο της συνεργατικής οικονομίας και των ψηφιακών πλατφορμών, τηρώντας παράλληλα τις αρχές που διέπουν ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, δηλαδή τη συνοχή, την προβλεψιμότητα και την ουδετερότητα, και εξασφαλίζοντας το δημόσιο συμφέρον μέσω της τήρησης των φορολογικών υποχρεώσεων από όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές.
1.3. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι φορολογικές πολιτικές που χρειάζεται να εφαρμοστούν για την ψηφιοποίηση της οικονομίας και την ανάπτυξη εργαλείων και λειτουργικών λύσεων πρέπει να συντονίζονται σε διεθνές επίπεδο. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη στενή συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής, των κρατών μελών και του ΟΟΣΑ/της G20, αναγνωρίζοντας ότι οι δρομολογηθείσες μορφές συνεργασίας έχουν ήδη αποφέρει ορισμένα απτά αποτελέσματα και στο μέλλον θα μπορούσαν να προκύψουν και άλλα ακόμη πιο σημαντικά.
1.4. Η ταχεία και αποτελεσματική αντίδραση των διεθνών, ευρωπαϊκών και εθνικών θεσμικών φορέων κρίνεται σημαντική για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που θέτει η ψηφιακή και η συνεργατική οικονομία, με την υιοθέτηση μιας προορατικής προσέγγισης και όχι μόνο με μια απλή αντίδραση όταν ανακύπτουν συγκεκριμένα ακανθώδη ζητήματα.
1.5. Ένα καθοριστικό ζήτημα όσον αφορά τα φορολογικά συστήματα που πρέπει να εφαρμοστούν στη συνεργατική οικονομία συνίσταται στις υποχρεώσεις των ψηφιακών πλατφορμών για τη συλλογή, την κοινοποίηση στις φορολογικές αρχές και την αποθήκευση πληροφοριών σχετικά με τις πραγματοποιούμενες συναλλαγές (υποχρεώσεις αναφοράς). Οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν θα πρέπει να δημιουργούν υπερβολική διοικητική επιβάρυνση στις πλατφόρμες.
1.6. Η δέουσα ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο ενός λειτουργικού και αναλογικού συστήματος συλλογής και ανταλλαγής δεδομένων θα μπορούσε όντως να διευκολύνει το έργο των φορολογικών αρχών, αφενός, και να εξασφαλίσει ένα ασφαλές και προβλέψιμο σύστημα για τις επιχειρήσεις, αφετέρου, προς όφελος της συνεργατικής οικονομίας στο σύνολό της.
1.7. Η ΕΟΚΕ προσβλέπει στην ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού προτύπου συλλογής των σχετικών με τους χρήστες δεδομένων και πληροφοριών που οι πλατφόρμες θα πρέπει να κοινοποιούν στις φορολογικές αρχές και να διατηρούν σε βάθος χρόνου. Οι υποχρεώσεις αναφοράς θα πρέπει να είναι σαφείς και εναρμονισμένες σε όλα τα κράτη μέλη. Ένα ευρωπαϊκό πρότυπο θα μπορούσε να περιορίσει την ανάληψη μονομερών δράσεων από τα κράτη μέλη οι οποίες θα δημιουργούσαν αντιπαραγωγική κανονιστική ανομοιογένεια και αβεβαιότητα εφαρμογής στην εσωτερική αγορά.
1.8. Όσον αφορά τις γενικές αρχές που θα πρέπει να καθοδηγούν την κανονιστική παρέμβαση σχετικά με τις υποχρεώσεις αναφοράς, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο να υιοθετηθεί μια προσέγγιση η οποία θα σέβεται την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ, και θα επιτρέπει την επίτευξη του επιδιωκόμενου κανονιστικού σκοπού, δηλαδή τη συλλογή σαφών και χρήσιμων πληροφοριών για το έργο των φορολογικών αρχών, χωρίς υπερβολική και αδικαιολόγητη θυσία του ιδιωτικού συμφέροντος των πλατφορμών και των τελικών χρηστών.
1.9. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι φορολογικοί κανόνες που αφορούν τη συνεργατική οικονομία, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με τις υποχρεώσεις αναφοράς, θα πρέπει να προσαρμόζονται κατά περίπτωση στους διάφορους τομείς και τις ποικίλες δραστηριότητες της συνεργατικής οικονομίας που συχνά διαφέρουν μεταξύ τους.
1.10. Κρίνει δε σημαντικό να εξεταστεί κατά πόσον η επικείμενη εφαρμογή της οδηγίας όσον αφορά τη θέσπιση ορισμένων απαιτήσεων για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών για τον εντοπισμό της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για σκοπούς άμεσης φορολογίας όσον αφορά τις υποχρεώσεις αναφοράς.
1.11. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ιδιωτικών φορέων και δημόσιων αρχών θα πρέπει προφανώς να πραγματοποιείται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία που διέπει την προστασία της ιδιωτικότητας και την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με γνώμονα την αναγκαιότητα, την αναλογικότητα και τη στενή ερμηνεία των δυνητικών εξαιρέσεων από τις γενικές αρχές της προστασίας της ιδιωτικότητας για λόγους επιβολής των φορολογικών κανόνων.
2. Εισαγωγή και γενικές αρχές
2.1. Η χάραξη αποτελεσματικών φορολογικών πολιτικών για τον τομέα της συνεργατικής οικονομίας αποτελεί πρόκληση τόσο για τα ευρωπαϊκά όργανα και τις εθνικές αρχές όσο και για τους φορείς του συγκεκριμένου τομέα. Εν προκειμένω, είναι σημαντικό να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού τόσο μεταξύ των διαφόρων φορέων της συνεργατικής οικονομίας όσο και μεταξύ αυτών και των παραδοσιακών φορέων που δραστηριοποιούνται στους ίδιους τομείς.
2.2. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η συνεργατική οικονομία γνώρισε συνεχή και αξιόλογη ανάπτυξη κατά τα τελευταία χρόνια και αποτελεί ευκαιρία περαιτέρω μελλοντικής ανάπτυξης για τις χώρες της ΕΕ καθότι καθιστά δυνατή την αξιοποίηση ανεκμετάλλευτων πόρων και την ανάληψη πρωτοβουλιών από μεμονωμένους πολίτες. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζει την ανάγκη κανονιστικής ρύθμισης που θα εξασφαλίζει την προστασία των καταναλωτών, την προάσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, την επίτευξη των φορολογικών στόχων και το θεμιτό ανταγωνισμό.
2.3. Ο ορισμός της «συνεργατικής οικονομίας» που χρησιμοποιείται στην παρούσα γνωμοδότηση αναφέρεται σε επιχειρηματικά μοντέλα όπου οι δραστηριότητες διευκολύνονται από συνεργατικές πλατφόρμες οι οποίες επιτρέπουν την προσωρινή χρήση αγαθών ή υπηρεσιών που συχνά παρέχονται από απλούς ιδιώτες. Σε αυτό το πλαίσιο, και από μεθοδολογική άποψη, θα ήταν σημαντικό να επιτευχθεί έστω ελάχιστη συναίνεση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών σχετικά με την έννοια της «συνεργατικής οικονομίας», προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ποικίλων ορισμών που εφαρμόζονται στην εσωτερική αγορά.
2.4. Η συνεργατική οικονομία αποτελεί πολυσχιδές οικονομικό φαινόμενο που πρέπει να ρυθμίζεται κανονιστικά στο σύνολό του δεδομένου ότι επηρεάζει διάφορες συνιστώσες της κοινωνίας, καθώς και πληθώρα νομικών θεσμών που καλύπτουν παραδοσιακά ένα φάσμα διαφορετικών και σαφώς διακριτών θεμάτων. Παραδείγματος χάρη, η συνεχής εξέλιξη της συνεργατικής οικονομίας επηρεάζει τους κανόνες που διέπουν το δίκαιο των καταναλωτών, το εργατικό δίκαιο, την κοινωνική ασφάλιση, το δίκαιο των συμβάσεων, το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και το δικαίωμα των δημόσιων υπηρεσιών.
2.5. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι απαιτείται τα εθνικά φορολογικά συστήματα, συντονιζόμενα αποτελεσματικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα νέα μοντέλα δραστηριότητας που σχετίζονται με το φαινόμενο της συνεργατικής οικονομίας. Η τήρηση των αρχών ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος (δηλαδή της συνοχής, της προβλεψιμότητας και της ουδετερότητας) στο πλαίσιο αυτών των νέων μοντέλων είναι απαραίτητη για όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές: δημόσιες αρχές, επιχειρήσεις και καταναλωτές.
2.6. Ωστόσο, οι παραδοσιακοί φορολογικοί κανόνες δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη συνεχή εξέλιξη της τεχνολογίας, με αποτέλεσμα να προκύπτει συχνά χρονική αναντιστοιχία μεταξύ του ταχύτατου ρυθμού ανάπτυξης της ψηφιακής οικονομίας και αυτού των φορολογικών κανόνων. Κρίνεται επομένως σκόπιμο η προσαρμογή των παραδοσιακών κανόνων και αρχών στις συντελούμενες τρέχουσες αλλαγές να είναι καίρια και ενδεδειγμένη και να διασφαλίζει τον συντονισμό των παρεμβάσεων του Ευρωπαίου νομοθέτη και των διαφόρων εθνικών νομοθετών.
2.7. Η έγκαιρη, αποτελεσματική και συντονισμένη αντίδραση των διεθνών, ευρωπαϊκών και εθνικών θεσμικών φορέων κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για την αντιμετώπιση των νέων ζητημάτων που θέτει η ψηφιακή και η συνεργατική οικονομία, με την υιοθέτηση μιας προορατικής προσέγγισης και όχι μόνο με μια απλή αντίδραση όταν ανακύπτουν συγκεκριμένα ακανθώδη ζητήματα.
2.8. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι, στο πλαίσιο της ψηφιοποίησης της οικονομίας, οι φορολογικές πολιτικές και η ανάπτυξη συγκεκριμένων εργαλείων και λύσεων πρέπει να συντονίζονται σε διεθνές ή ακόμη και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη στενή συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής, των κρατών μελών και του ΟΟΣΑ/της G20, αναγνωρίζοντας ότι αυτή η συνεργασία έχει ήδη αποφέρει ορισμένα απτά αποτελέσματα και ότι στο μέλλον θα μπορούσαν να προκύψουν και άλλα ακόμη πιο σημαντικά.
3. Υποχρεώσεις αναφοράς
3.1. Ένα καθοριστικό ζήτημα όσον αφορά τα συστήματα φορολόγησης της συνεργατικής οικονομίας αφορά τις υποχρεώσεις των ψηφιακών πλατφορμών για τη συλλογή, την κοινοποίηση στις φορολογικές αρχές και την αποθήκευση πληροφοριών σχετικά με τις πραγματοποιούμενες συναλλαγές. Η δέουσα ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο ενός λειτουργικού και αναλογικού συστήματος συλλογής και ανταλλαγής δεδομένων θα μπορούσε όντως να διευκολύνει το έργο των φορολογικών αρχών, οι οποίες θα πρέπει να αποκτούν τα δεδομένα γρήγορα και εύκολα, αφενός, και να εξασφαλίζουν ένα προβλέψιμο σύστημα για τις πλατφόρμες και τους χρήστες τους, αφετέρου. Οι υποχρεώσεις αναφοράς δεν θα πρέπει να δημιουργούν υπερβολική διοικητική επιβάρυνση στις πλατφόρμες και τους φορείς του συγκεκριμένου τομέα.
3.2. Υπάρχουν ήδη πολλά παραδείγματα αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ πλατφορμών και φορολογικών αρχών στον τομέα των μεταφορών, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Εσθονίας όπου υιοθετήθηκαν ρυθμίσεις για να διευκολυνθεί η φορολογική δήλωση των οδηγών που συμμετέχουν σε πλατφόρμες συνεπιβατισμού (car pooling). Άλλο ένα παράδειγμα καινοτόμου λύσης, πάντοτε στην Εσθονία, αφορά τον καθορισμό ελάχιστου και αναλογικού όγκου δεδομένων που πρέπει να κοινοποιούνται στις αρχές και τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν οι φορείς εκμετάλλευσης ι των πλατφορμών τρεχούμενο τραπεζικό λογαριασμό ειδικά για τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Αυτός ο τρεχούμενος λογαριασμός ευνοεί την απευθείας και ταχεία επικοινωνία μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης, των τραπεζών τους και των φορολογικών αρχών. Αντιθέτως, σε ορισμένες περιοχές παρατηρείται απροθυμία συνεργασίας με τις φορολογικές αρχές από τις διαδικτυακές πλατφόρμες.
3.3. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ προσβλέπει στην ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού προτύπου συλλογής των δεδομένων και των πληροφοριών που οι πλατφόρμες θα πρέπει να κοινοποιούν στις φορολογικές αρχές και να διατηρούν σε βάθος χρόνου. Η πληθώρα μονομερών δράσεων από τα κράτη μέλη και η συνύπαρξη ανομοιογενών καθεστώτων στην εσωτερική αγορά —όπως ήδη συμβαίνει, ως ένα βαθμό— θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε λειτουργικές δυσκολίες και έλλειψη αποτελεσματικότητας για το σύνολο του κλάδου της συνεργατικής οικονομίας.
3.4. Η ανάπτυξη ενός εναρμονισμένου ευρωπαϊκού μοντέλου υποβολής αναφοράς θα πρέπει να βασιστεί στην εμπειρία και στη λειτουργική ανατροφοδότηση που έχουν αποκτηθεί έως τώρα στην πράξη. Στα διάφορα κράτη μέλη εφαρμόζονται συστήματα υποβολής αναφοράς που διαφέρουν μεταξύ τους τόσο από οργανωτική άποψη όσο και ως προς τον όγκο και το είδος των δεδομένων που πρέπει να συλλέγονται και να διαβιβάζονται. Σε ορισμένα κράτη μέλη, τα συστήματα υποβολής αναφοράς είναι εξαιρετικά επαχθή και απαιτούν σημαντικές προσπάθειες από τις πλατφόρμες, ενώ σε άλλα κράτη μέλη τα συστήματα είναι πιο ευέλικτα και επηρεάζουν λιγότερο τις συνήθεις δραστηριότητες. Η εμπειρία ορισμένων κρατών μελών δείχνει επίσης ότι τα συστήματα προαιρετικής και εθελοντικής υποβολής αναφοράς, χωρίς συγκεκριμένες νομικές υποχρεώσεις, δεν λειτουργούν αποτελεσματικά.
3.5. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ο υφιστάμενος κατακερματισμός δεν είναι βιώσιμος μακροπρόθεσμα και ενέχει τον κίνδυνο πρόκλησης υπερβολικού κόστους και ανεπαρκειών που συνδέονται με την ανομοιογένεια των κανονιστικών ρυθμίσεων σε διάφορους τομείς της εσωτερικής αγοράς. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να βρεθεί μια ισορροπημένη προσέγγιση όσον αφορά την υποβολή αναφοράς, η οποία να διασφαλίζει ένα απλουστευμένο και λειτουργικό σύστημα. Η απλούστευση των υποχρεώσεων αναφοράς θα μπορούσε πράγματι να αποτελέσει απτό κίνητρο για τη συμμόρφωση των ψηφιακών πλατφορμών.
3.6. Ως προς τις γενικές αρχές που θα πρέπει να καθοδηγούν την κανονιστική παρέμβαση όσον αφορά γενικά τη φορολόγηση της συνεργατικής οικονομίας και ειδικότερα τις υποχρεώσεις αναφοράς, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο να υιοθετηθεί μια προσέγγιση η οποία θα σέβεται την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ. Θα χρειαστεί συνεπώς να επιτραπεί η επίτευξη του επιδιωκόμενου κανονιστικού σκοπού, δηλαδή τη συλλογή σαφών και χρήσιμων πληροφοριών για το έργο των φορολογικών αρχών, προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και χωρίς υπερβολική θυσία του ιδιωτικού συμφέροντος των πλατφορμών και των τελικών χρηστών.
3.7. Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να εξασφαλίζει σαφείς και προβλέψιμους κανόνες για τους φορείς του συγκεκριμένου τομέα, με μέλημα να μην προκληθεί υπερβολικό κόστος συμμόρφωσης (π.χ. μέσω της περιττής και μη αναλογικής απαίτησης κοινοποίησης δεδομένων), αφενός, και να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική συλλογή πληροφοριών από τις φορολογικές αρχές, αφετέρου.
3.8. Επιπλέον, ένα αναλογικό και εύλογο σύστημα υποβολής αναφοράς θα πρέπει να προσδιορίζει, από ποιοτική άποψη, τα δεδομένα που είναι απολύτως απαραίτητα και πρέπει να συλλέγονται για τους σκοπούς της επιβολής των φορολογικών κανόνων, χωρίς να επιβάλλονται αδικαιολόγητες υποχρεώσεις στις πλατφόρμες και τους επαγγελματίες χρήστες τους ή τους τελικούς χρήστες. Μια αναλογική προσέγγιση θα πρέπει επίσης να κάνει διάκριση μεταξύ των επαγγελματικών φορέων που δραστηριοποιούνται στη συνεργατική οικονομία και των μη επαγγελματικών φορέων, με τη δέουσα προσαρμογή των υποχρεώσεων αναφοράς για αυτές τις δύο διαφορετικές κατηγορίες.
3.9. Ορισμένες συμπληρωματικές πτυχές που θα πρέπει να ρυθμιστούν με εναρμονισμένο τρόπο σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι οι εξής: i) οι γενικοί όροι που διέπουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας· ii) τα πρόσωπα που ασχολούνται με την επεξεργασία των δεδομένων· iii) οι οντότητες στις οποίες και οι σκοποί για τους οποίους μπορούν να γνωστοποιηθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα· iv) ο προσδιορισμός του τρόπου επεξεργασίας των δεδομένων· v) ο περιορισμός του σκοπού της επεξεργασίας των δεδομένων· vi) οι περίοδοι διατήρησης των δεδομένων.
3.10. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ιδιωτικών φορέων και δημόσιων αρχών θα πρέπει προφανώς να πραγματοποιείται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία που διέπει την προστασία της ιδιωτικότητας και την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με γνώμονα την αναγκαιότητα, την αναλογικότητα και τη στενή ερμηνεία των δυνητικών εξαιρέσεων από τις γενικές αρχές της προστασίας της ιδιωτικότητας για λόγους επιβολής των φορολογικών κανόνων.
3.11. Σε αυτή την περίπτωση, θα ήταν ενδεχομένως χρήσιμο να βελτιωθεί και να ενθαρρυνθεί επίσης η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων εθνικών φορολογικών αρχών, με στόχο τόσο τη διαμόρφωση δομών αποτελεσματικής συνεργασίας εστιασμένων στην πρόληψη της απάτης και της φοροαποφυγής όσο και την εναρμόνιση των πρακτικών λειτουργίας των διαφόρων αρχών.
3.12. Οι φορολογικοί κανόνες στη συνεργατική οικονομία, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τα συστήματα υποβολής αναφοράς, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να προσαρμόζονται στους διάφορους τομείς της συνεργατικής οικονομίας, δεδομένου ότι οι ποικίλες δραστηριότητες που σχετίζονται με τον συγκεκριμένο τομέα έχουν συχνά διαφορετικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που απαιτούν ειδικούς κανόνες.
3.13. Η ΕΟΚΕ συνιστά τη διασφάλιση, σε κάθε περίπτωση, ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε επίπεδο φορολογίας για τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της συνεργατικής οικονομίας και για τις αντίστοιχες παραδοσιακές δραστηριότητες, σύμφωνα με την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, με σκοπό την αποφυγή στρεβλώσεων στη λειτουργία των αγορών στις οποίες συνυπάρχουν παραδοσιακές δραστηριότητες και δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της συνεργατικής οικονομίας.
3.14. Τέλος, χρήσιμος για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης της συνεργατικής οικονομίας θα ήταν ο καθορισμός ελάχιστων κατώτατων ορίων κάτω από τα οποία ορισμένες δραστηριότητες θεωρούνται μη επαγγελματικές ή μη σημαντικές από οικονομική άποψη και μπορούν, επομένως, να επωφελούνται από ειδικές φορολογικές απαλλαγές. Είναι, ωστόσο, σημαντικό τα εν λόγω κατώτατα όρια να καθορίζονται κατά τρόπο εύλογο, κατόπιν ενδελεχούς ανάλυσης των κανονιστικών επιπτώσεων.
4. ΦΠΑ και συνεργατική οικονομία
4.1. Για τους σκοπούς του ΦΠΑ, είναι θεμελιώδους σημασίας να προσδιοριστεί με ακρίβεια η έννοια του «υποκείμενου στον φόρο» και να προσδιοριστεί αν αυτός ενεργεί στο πλαίσιο άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας. Επιπλέον, παραμένει δύσκολο να καθοριστεί ποια πρέπει να είναι η φορολογική μεταχείριση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της συνεργατικής οικονομίας και δεν υπόκεινται στην πληρωμή χρηματικού ποσού, αλλά συνεπάγονται την ύπαρξη κάποιου ανταλλάγματος ή αντίστοιχου ισόποσου, π.χ. βασισμένου στη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των χρηστών και στην αποκόμιση αξίας από αυτά.
4.2. Ειδικότερα, για τους σκοπούς του ΦΠΑ, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ τριών διαφορετικών περιπτώσεων όσον αφορά την αμοιβή για παρεχόμενες υπηρεσίες: i) περιπτώσεις όπου οι υπηρεσίες παρέχονται έναντι καταβολής χρηματικού ποσού· ii) περιπτώσεις κατά τις οποίες η αμοιβή δεν καταβάλλεται σε χρήμα, αλλά υπό μορφή άλλης υπηρεσίας ή μη χρηματικής αμοιβής· και iii) περιπτώσεις κατά τις οποίες η υπηρεσία παρέχεται δωρεάν χωρίς κανένα αντάλλαγμα (1).
4.3. Όσον αφορά τις συγκεκριμένες περιπτώσεις που εμπίπτουν ενδεχομένως στο σημείο ii), η ΕΟΚΕ ζητεί να εξεταστεί προσεκτικά κατά πόσον οι δραστηριότητες των συνεργατικών πλατφορμών συνεπάγονται υποχρεώσεις ΦΠΑ.
4.4.βΕν προκειμένω, η ΕΟΚΕ θεωρεί χρήσιμη την πρώτη μελέτη που εκπόνησε η ομάδα εμπειρογνωμόνων σε θέματα ΦΠΑ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «VAT treatment of the sharing economy» (Χειρισμός του ΦΠΑ στη συνεργατική οικονομία) και προσβλέπει σε περαιτέρω διερεύνηση του θέματος αυτού.
4.5. Θα ήταν επίσης σκόπιμο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι εθνικές φορολογικές αρχές να προωθήσουν δράσεις συνεργασίας και αμοιβαίου συντονισμού σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τον ΦΠΑ στον τομέα της συνεργατικής οικονομίας, με στόχο τόσο την απόκτηση εναρμονισμένων πρακτικών λειτουργίας όσο και την ανταλλαγή πληροφοριών που είναι χρήσιμες για την επιβολή του νόμου και την πρόληψη κρουσμάτων απάτης και φοροαποφυγής.
4.6. Η ΕΟΚΕ κρίνει σημαντικό να εξεταστεί κατά πόσον η επικείμενη εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με τη θέσπιση ορισμένων απαιτήσεων για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά τον εντοπισμό της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για σκοπούς άμεσης φορολογίας όσον αφορά τις υποχρεώσεις αναφοράς, είτε αναφορικά με τις διαδικτυακές πληρωμές με πιστωτική κάρτα είτε σχετικά με τις πληρωμές μέσω απευθείας τραπεζικών μεταφορών και λοιπών μεθόδων ταχείας πληρωμής.
Βρυξέλλες 16 Ιουλίου 2020.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Luca JAHIER
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!