INSEAD - Adecco Group - Google Η τεχνητή νοημοσύνη ενισχύει το ψηφιακό χάσμα
Η εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) ενισχύει το ψηφιακό χάσμα, προσφέροντας στις χώρες υψηλού εισοδήματος ακόμα μεγαλύτερη δυνατότητα στην εύρεση ταλέντων, σύμφωνα με τα βασικά ευρήματα της φετινής έκθεσης του Παγκόσμιου Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου (GTCI), που πραγματοποιείται από το INSEAD, σε συνεργασία με την Adecco Group και την Google.
Η Ελλάδα εφέτος (2020) τοποθετείται στην 47η θέση του Δείκτη GTCI. Σημειώνεται ότι στον περυσινό Δείκτη είχαν συμπεριληφθεί 125 χώρες, ενώ εφέτος οι χώρες που συμμετείχαν, έφτασαν τις 132.
Στην έρευνα, η Ελλάδα έχει χαρακτηριστεί ως χώρα υψηλού εισοδήματος.
Στη γεωγραφική περιφέρεια της Ευρώπης, η Ελλάδα ανέρχεται στην 26η θέση από τις 38 χώρες, που εξετάστηκαν στην έρευνα, ενώ στην κατηγορία χωρών υψηλού εισοδήματος, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 42η θέση.
Η ομάδα ανταγωνιστών της Ελλάδας στην έρευνα GTCI ορίστηκε ως αυτή που συμπεριέλαβε χώρες υψηλού εισοδήματος της Ευρώπης. Συνολικά, η εν λόγω ομάδα αποτελείται από 25 χώρες.
Τόσο η βαθμολογία GTCI της Ελλάδας, όσο όμως και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, είναι χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των ευρωπαϊκών χωρών. Έτσι, ο βαθμός ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας σε σχέση με την εύρεση ταλέντων είναι αναμενόμενος, δεδομένου του επιπέδου του εισοδήματος της χώρας.
Βασικά συμπεράσματα της έκθεσης GTCI
Τα αποτελέσματα της φετινής έκθεσης GTCI αποδεικνύουν ότι οι δεξιότητες στην Τεχνητή Νοημοσύνη είναι σπάνιες και άνισα κατανεμημένες τόσο ανάμεσα στους επιχειρηματικούς κλάδους όσο και στις χώρες.
Ωστόσο, σύμφωνα με την ανάλυση της έκθεσης, με τις σωστές πολιτικές και προσεγγίσεις, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες στις αναδυόμενες αγορές, ώστε να προοδεύσουν στην ανταγωνιστικότητα των ταλέντων και να γίνουν «διεθνείς κόμβοι» για εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης.
Οι εν λόγω τεχνολογίες θα μπορούσαν επίσης να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην επίλυση φαινομενικά παγκόσμιων προκλήσεων, όπως η φτώχεια, οι ενδημικές ασθένειες, η αλλαγή του κλίματος και η τρομοκρατία.
Η έκθεση GTCI εξετάζει το πώς η ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης, όχι μόνο αλλάζει τη φύση της εργασίας, αλλά και το πώς οδηγεί στην επαναξιολόγηση των πρακτικών στο χώρο εργασίας, των εταιρικών δομών και των οικοσυστημάτων καινοτομίας.
Καθώς οι μηχανές και οι αλγόριθμοι συνεχίζουν να απορροφούν μία πληθώρα αρμοδιοτήτων και σχεδόν όλες οι θέσεις εργασίας επαναπροσδιορίζονται, το ταλέντο πρέπει να προσαρμοστεί, αλλά και να αποτυπώσει την αξία του μέσα από αυτή τη μετασχηματιστική τεχνολογία.
Αυτές οι αλλαγές και άλλες επιρροές της Τεχνητής Νοημοσύνης, συμπεριλαμβανομένων των νέων ευκαιριών και προκλήσεων, καλύπτονται σε συγκεκριμένα κεφάλαια της έκθεσης.
Στρατηγικές για την ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε όλα τα μέρη του κόσμου, με τις ΗΠΑ να πρωτοστατούν και την Κίνα να ανησυχεί περισσότερο για τους τρόπους με τους οποίους η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να επηρεάσει τις υφιστάμενες πολιτικές και οικονομικές σχέσεις. Η Ευρώπη υιοθετεί μία πιο επιφυλακτική στάση, με έμφαση στην προστασία των πολιτών και στην υπεύθυνη διαχείριση της τεχνολογίας.
Όμως, οι στρατηγικές δεξιοτήτων της Τεχνητής Νοημοσύνης δεν είναι αποκλειστικά θέμα κυρίαρχων κρατών.
Μεγάλες εταιρείες, όπως η Google, η Amazon, η Alibaba και η Tencent, ακολουθούν τις δικές τους στρατηγικές προσέλκυσης ταλέντων.
Επίσης, μεμονωμένες πόλεις δοκιμάζουν ολοένα και περισσότερο τα νέα εργαλεία που βασίζονται στην Τεχνητή Νοημοσύνη, όπως η αναγνώριση προσώπου και η τηλεπαρακολούθηση.
Οι κορυφαίες χώρες και πόλεις του GTCI 2020
Το 2020, τις κορυφαίες θέσεις στο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Παγκόσμιου Ταλέντου εξακολουθούν να κατέχουν χώρες υψηλού εισοδήματος.
Ο Δείκτης αντικατοπτρίζει μία υψηλή συσχέτιση μεταξύ του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μίας χώρας και της θέσης στην οποία κατατάσσεται στο GTCI.
Οι ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να κυριαρχούν, κρατώντας 17 από τις 25 καλύτερες θέσεις, ενώ η Ελβετία διατηρεί την πρώτη θέση μπροστά από τις ΗΠΑ. Ακολουθούν η Σιγκαπούρη (3η) και χώρες από τη Βόρεια Ευρώπη, όπως η Σουηδία (4η), η Δανία (5η), η Ολλανδία (6η) και η Φινλανδία (7η).
Στο άλλο άκρο της κλίμακας, η Υεμένη έρχεται τελευταία, στην 132η θέση κάτω από αφρικανικές χώρες, όπως η Αγκόλα, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και το Μπουρούντι.
Πρώτη πόλη με την υψηλότερη βαθμολογία στην προσέλκυση ταλέντων είναι η Νέα Υόρκη, ακολουθεί το Λονδίνο και η Σιγκαπούρη.
Τη δεκάδα συμπληρώνουν τρεις πόλεις των ΗΠΑ -Σαν Φρανσίσκο (4η), Βοστώνη (5η) και Λος Άντζελες (9η)- δύο από την Ευρώπη -Παρίσι (7η) και Μόναχο (10η)- και δύο από την Ανατολική Ασία -το Χονγκ Κονγκ (6η) και το Τόκιο (8η).
Μακροπρόθεσμες τάσεις
Όπως και στην περυσινή έκθεση, η έκδοση του 2020 περιλαμβάνει μία διαχρονική ανάλυση της ανταγωνιστικότητας των χωρών με βάση τα αποτελέσματα όλων των εκδόσεων του GTCI από το 2013.
Αυτή η ανάλυση περιλαμβάνει μόνο τις 88 χώρες που είχαν συμπεριληφθεί εξαρχής στο Δείκτη GTCI.
Αυτός ο μακροπρόθεσμος έλεγχος καθιστά ευκολότερο να εντοπίζονται οι γενικές τάσεις των χωρών που μπορεί να χάνονται στις ετήσιες αναλύσεις, καθώς κάθε χρόνο η λίστα συμπεριλαμβάνει και περισσότερες χώρες.
Σε σχέση με τον περυσινό Δείκτη, η θέση της Ελλάδας φαινομενικά έχει πέσει (ήταν 44η), όμως πρέπει να αναφερθεί πως, δεδομένου ότι ο αριθμός των χωρών που περιλαμβάνονται στον GTCI αλλάζει κάθε χρόνο, η πτώση αυτή δεν αντικατοπτρίζει κάποια επιδείνωση στην κατάσταση της χώρας.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, θα ήταν λάθος να συγκριθεί η γενική θέση στην κατάταξη της χώρας σε σχέση με το περασμένο έτος.
Παρατηρείται ότι η Ελλάδα από τη θέση 42 που κατείχε κατά μέσο όρο στα έτη 2015-2017, έχει μετατοπιστεί ελαφρώς υψηλότερα στη θέση 40, στα έτη 2018-2019.
Το κύριο εύρημα από την φετινή ανάλυση είναι το σημαντικό χάσμα που χωρίζει τις πρωταθλήτριες χώρες από την υπόλοιπη παγκόσμια κοινότητα.
Το χάσμα αυτό φαίνεται να αυξάνεται σε χώρες υψηλού εισοδήματος, βελτιώνοντας τα αποτελέσματά τους κατά τη διάρκεια των ετών, ενώ το αντίθετο φαίνεται να ισχύει για τα περισσότερα έθνη με χαμηλότερο εισόδημα.
Ενδιαφέρουσα εξαίρεση στο μοτίβο αυτό αποτελούν κάποιες χώρες χαμηλού εισοδήματος, όπως η Ινδονησία, χώρα με χαμηλότερο μεσαίο εισόδημα, η οποία έχει ανέλθει κατά 20 θέσεις στην κατάταξη από το 2015, φτάνοντας στην 58η θέση.
Δύο άλλες χώρες κατώτερου μέσου εισοδήματος με αξιοσημείωτη πρόοδο είναι η Γκάνα, η οποία κινήθηκε από τη θέση 83 στη θέση 74 και η Ινδία, η οποία βελτίωσε τη θέση της κατά 10 μονάδες και έφτασε στη θέση 66.
Η ανάλυση έδειξε ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Κίνας, της Κόστα Ρίκα και της Μαλαισίας, δύναται να γίνουν πρωταθλητές ταλέντων στις αντίστοιχες γεωγραφικές περιφέρειές τους.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!