Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Νομολογία

ΣτΕ 1783/1995

Αριθμός 1783/1995

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Απριλίου 1995 με την εξής σύνθεση : Χρ. Γεραρής, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Σ. Καραλής, Δ. Κωστόπουλος, Σύμβουλοι, Α. Γκότσης, Σ. Μαρκάτης, Πάρεδροι. Γραμματέας η Δ. Μουζάκη.

Για να δικάσει την από 29 Ιουνίου 1992 αίτηση :

Του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Σπάρτης, ο οποίος παρέστη με τον Δ. Παπαδόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά του Αναστασίου Γ. Δρίλλια, κατοίκου Κυψέλης Αθηνών, οδός Κ. αριθ. 158-160, ο οποίος δεν παρέστη.

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθ. 39/1992 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Τριπόλεως.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Α. Γκότση. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του Δικαστηρίου και ,

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η οποία ασκήθηκε κατά το νόμο χωρίς να καταβληθούν τέλη και παράβολο, ζητείται η αναίρεση της αποφάσεως 39/92 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Τριπόλεως, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του Δημοσίου κατά της αποφάσεως 127/90 του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Τριπόλεως. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή προσφυγή του αναιρεσιβλήτου κατά του από 12-1-1990 εκκαθαριστικού σημειώματος εφάπαξ εισφοράς του άρθρου 7 του Ν. 1870/89 του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Σπάρτης και μεταρρυθμίσθηκε το εκκαθαριστικό αυτό σημείωμα.

2. Επειδή, στον αναιρεσίβλητο, ο οποίος δεν παρέστη κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση της υποθέσεως, επιδόθησαν νομότυπα και εμπρόθεσμα, με επιμέλεια του αναιρεσείοντος και σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 4 του Π.Δ. 18/89 "Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας" (φ. 8 Α), αντίγραφα της κρινόμενης αιτήσεως και της πράξεως του Προέδρου του Β Τμήματος περί ορισμού εισηγητή και δικασίμου, όπως προκύπτει από τις υπ' αριθ. 538 Γ και 539 Γ, της 31-10-1994, εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Αθ. Αμπράση. Επομένως, η υπό κρίση αίτηση, η οποία ασκήθηκε και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι τύποις δεκτή και περαιτέρω εξεταστέα παρά την απουσία του αναιρεσιβλήτου.

3. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 7 του Ν. 1870/89 (φ. 250 Α) ορίζεται ότι επιβάλλεται εφάπαξ εισφορά, μεταξύ άλλων, στο φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων, στην δε παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι για την επιβολή της εισφοράς αυτής λαμβάνεται ως βάση, για τα φυσικά πρόσωπα, το ποσό του φόρου εισοδήματος το οποίο αναλογεί κατά το οικονομικό έτος 1989 στο συνολικό τους εισόδημα, όπως αυτό προσδιορίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας περί φορολογίας εισοδήματος. Ακολούθως, στην παρ. 1 του άρθρου 8 του αυτού ως άνω νόμου ορίζεται ότι για τα φυσικά πρόσωπα η παραπάνω εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή 5% επί του ποσού του κύριου και του συμπληρωματικού φόρου. Εξάλλου, με το άρθρο 51 του Ν. 1882/90 (φ. 43 Α) κυρώθηκε η υπ' αριθ. 104/6962/477/Α.0012/18-4-1989 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά την οποία οι αναδρομικές αποδοχές που καταβλήθηκαν στους δικαστικούς λειτουργούς το 1988, επειδή οι βασικοί μισθοί τους που καθορίζονταν με το Ν. 755/78 και τα πριν από το Ν. 1587/86 νομοθετήματα ήταν κατώτεροι εκείνων των καθηγητών των Α.Ε.Ι. που καθορίσθηκαν με το Ν. 1517/85, λογίζονται ότι αποτελούν εισόδημα που αποκτάται κατά τη χρήση 1988, ποσοστό δε 20% από τις πιο πάνω καθαρές αναδρομικές αποδοχές απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος. Τέλος, με το μεταγενέστερο Ν. 1884/90 (φ. 21 Α), με το άρθρο 33 παρ. 14 του οποίου αντικαταστάθηκε το άρθρο 41 του Ν.Δ. 3323/55, αντιμετωπίσθηκε γενικότερα το θέμα του εισοδήματος από αποδοχές και συντάξεις που καταβάλλονται, πλην άλλων, βάσει δικαστικών αποφάσεων και ορίσθηκε, σε αντίθεση με το προηγούμενο καθεστώς (άρθρο 41 παρ. 1 Ν.Δ. 3323/55, όπως η παράγραφος αυτή είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 9 παρ. 3 του Ν. 1828/89 - φ. 2 Α), ότι ως χρόνος αποκτήσεώς τους για τη φορολογία εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο εισπράττονται από τους δικαιούχους.

4. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη, η προβλεπόμενη από το άρθρο 7 του Ν. 1870/89 εισφορά, η οποία, κατά τα προεκτεθέντα, υπολογίζεται επί του φόρου εισοδήματος των φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 1989 (χρήσεως 1988), επιβάλλεται και επί του φόρου εισοδήματος που αναλογεί στις ως άνω αναδρομικές αποδοχές των δικαστικών λειτουργών, αφού οι αποδοχές αυτές αποτελούν κατά το νόμο φορολογητέο εισόδημά τους της χρήσεως 1988 (πρβλ. σχετ. Σ.τ.Ε. 1121/94 επταμελούς συνθέσεως). Εξάλλου, η επιβολή της εν λόγω εισφοράς και επί του φόρου εισοδήματος που αναλογεί στις αναδρομικές αυτές αποδοχές των δικαστικών λειτουργών δεν αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας και ειδικότερα της ισότητας ως προς τα δημόσια βάρη (άρθρο 4 παρ. 1 και 5 του Συντ/τος), γιατί, όπως για τους λοιπούς φορολογουμένους, έτσι και για τους δικαστικούς λειτουργούς η εισφορά αυτή υπολογίζεται επί του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματά τους, τα οποία ο νόμος θεωρεί ως (φορολογητέα) εισοδήματα της χρήσεως 1988. Τούτο δε ιδίως, ενόψει και του ότι δεν αποκλείεται, κατ' αρχήν, εκ του Συντάγματος στον κοινό νομοθέτη να ορίσει ότι εισόδημα αναγόμενο σε προηγούμενη χρήση αποτελεί φορολογητέο εισόδημα επόμενης χρήσεως, εφόσον, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, συναρτά τη σχετική ρύθμιση με πραγματικό δεδομένο, το οποίο δημιουργεί, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, πραγματική φοροδοτική ικανότητα του φορολογουμένου κατά την τελευταία αυτή χρήση, όπως είναι η είσπραξη του οικείου ποσού κατά τη χρήση αυτή (Σ.τ.Ε. 974/95).

5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ο αναιρεσίβλητος, δικαστικός λειτουργός, υπέβαλε στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Σπάρτης δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1989, με την οποία δήλωσε συνολικό καθαρό εισόδημα, ατομικό του και της συζύγου του, επίσης δικαστικής λειτουργού, 7.328.626 δρχ., στο οποίο περιλαμβάνεται και ποσό 2.754.813 δρχ., το οποίο αντιστοιχεί στις μειωμένες κατά 20% αναδρομικές αποδοχές τους των έτων 1985 και 1986 που τους καταβλήθηκαν το έτος 1988, και τις οποίες δήλωσαν κατά το ένδικο οικονομικό έτος, σύμφωνα με την ως άνω κυρωθείσα με το Ν. 1882/90 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η φορολογική αρχή καταλόγισε σε βάρος του αναιρεσιβλήτου με το πιο πάν εκκαθαριστικό σημείωμα εισφορά του άρθρου 7 του. 1870/89 εκ δρχ. 100.482, την οποία υπολόγισε με βάση το φόρο που αντιστοιχούσε στο συνολικό ποσό πιό πάνω καθαρού εισοδήματος που δήλωσε ο αναιρεσίβλητος και η σύζυγός του. Το διοικητικό πρωτοδικείο έκρινε ότι μη νόμιμα συνυπολογίσθηκε για τον προσδιορισμό του φόρου επί του οποίου υπολογίσθηκε η ένδικη εισφορά και το ποσό των πιο πάνω αναδρομικών αποδοχών του αναιρεσιβλήτου και της συζύγου του, αφού οι αποδοχές αυτές, εκτός του ότι δεν συνιστούν φορολογητέο εισόδημα, αλλά αποζημίωση, πάντως δεν προέκυψαν κατά το έτος 1988, αλλά ανάγονται σε προηγούμενα έτη, τυχόν δε συνυπολογισμός και των αναδρομικών αυτών αποδοχών για την επιβολή της εν λόγω εισφοράς θα οδηγούσε σε άνιση μεταχείριση των δικαστικών λειτουργών σε σχέση με τους λοιπούς φορολογούμενους, για τους οποίους η εισφορά αυτή υπολογίσθηκε μόνο στα εισοδήματα που προέκυψαν και αποκτήθηκαν το έτος 1988. Η κρίση όμως αυτή της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν είναι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγούμενη σκέχη, νόμιμη, για το λόγο δε αυτό βάσιμα προβαλλόμενο με την κρινόμενη αίτηση, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.

Διά ταύτα

Δέχεται την αίτηση.

Αναιρεί την απόφαση 39/92 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Τριπόλεως, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αιτιολογικό και Επιβάλλει στον αναιρεσίβλητο τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίουΐανερχόμενη στο ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων (28.000) δραχμών.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Απριλίου 1995.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας

Χρ. Γεραρής Δ. Μουζάκη

Και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 3ης Μαϊου 1995.

Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας

Χρ. Γεραρής Π. Στεργιοπούλου

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!