Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

ΦΠΑ

ΠΟΛ. 1188/23-5-2000 Προθεσμία έναρξης του εντόκου της επιστροφής προστίμου με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, που ακύρωσε την ταμειακή βεβαίωση για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο

ΥΠΟΙΚ 1052328/2280/331/0014/ΠΟΛ.1188/23.5.2000

Προθεσμία έναρξης του εντόκου της επιστροφής προστίμου με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, που ακύρωσε την ταμειακή βεβαίωση για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο (νομικά πλημμελής πράξη επιβολής προστίμου)

Σας κοινοποιούμε την υπ` αριθ. 228/2000 Γνωμοδότηση του ΝΣΚ, σχετικά με το αναφερόμενο θέμα, η οποία έγινε δεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομικών, ως προς την άποψη της πλειοψηφίας.

Με τη Γνωμοδότηση αυτή έγινε δεκτό ότι η προθεσμία έναρξης του εντόκου της επιστροφής προστίμου αρχίζει μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα του επόμενου της κοινοποίησης στη Φορολογική Αρχή της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που ακύρωσε την ταμειακή βεβαίωση για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο (νομικά πλημμελής πράξη επιβολής προστίμου) και όχι της επακολουθήσασας απόφασης που ακύρωσε την πράξη επιβολής του προστίμου.

Αρ. Γνωμ.: 228/2000

Περίληψη ερωτήματος: Ερωτάται εάν η προθεσμία έναρξης του εντόκου της επιστροφής προστίμου αρχίζει μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα του επόμενου της κοινοποίησης στη Φορολογική Αρχή:

Α. Της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που ακύρωσε την ταμειακή βεβαίωση για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο (νομικά πλημμελής πράξη επιβολής προστίμου) και η Φορολογική Αρχή δεν προέβη στη διαγραφή του σχετικού χρέους και την απόκτηση (νέου) νόμιμου τίτλου ή δεν φαινόταν δυνατή η απόκτηση (νέου) νόμιμου τίτλου ή

Β. Της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που ακύρωσε την πράξη επιβολής προστίμου. 

Στην παρ. 2, εδάφιο 1 του άρθρου 38 του Ν.1473/1984, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν.2120/1993, ορίζεται:

"Κάθε άμεσος ή έμμεσος φόρος ή δασμός, κύριος ή πρόσθετος, ή πρόστιμο, που έχει καταβληθεί, κατά το ποσό που δεν οφείλεται με βάση οριστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου οιουδήποτε βαθμού, συμψηφίζεται ή επιστρέφεται εντόκως με το επιτόκιο που ισχύει για τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου τρίμηνης διάρκειας. Το έντοκο της επιστροφής του φόρου αρχίζει μετά την πάροδο εξαμήνου, από την πρώτη του μήνα του επομένου της κοινοποίησης στη φορολογική αρχή της απόφασης του αρμόδιου δικαστηρίου...".

Εν προκειμένω, κατά το διδόμενο από την ερωτώσα Υπηρεσία πραγματικό, η ΔΟΥ Α` Πειραιά προέβη σε καταλογισμό, ύστερα από προσωρινό έλεγχο, σε βάρος της εταιρίας "...." ποσού ύψους 12.870.665 δρχ., με την υπ` αριθ. 434/26.7.1993 πράξη επιβολής προστίμου ΦΠΑ άρθρου 48, παρ. 3 του Ν.1648/1986 (πενταπλάσιο του φόρου ύψους 2.574.133 δρχ.), που βεβαιώθηκαν με το υπ` αριθ. 403/29.9.1993 διπλότυπο βεβαίωσης και εξοφλήθηκαν ολοσχερώς με τις αναλογούσες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Η ως άνω εταιρία άσκησε τα εξής ένδικα μέσα:

α) Κατά της υπ` αριθ. 434/1993 πράξης επιβολής προστίμου την από 6.3.1999 προσφυγή, επί της οποίας εκδόθηκε αρχικά η υπ` αριθ. 3204/1996 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά και τελικά η υπ` αριθ. 1284/1999 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία ακυρώθηκε η προσβληθείσα πράξη. η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στο Δημόσιο την 7.7.1999.

β) Κατά της υπ` αριθ. 3320/1993 ατομικής ειδοποίησης και της υπ` αριθ. 402/1993 ταμειακής βεβαίωσης περί καταβολής του ΦΠΑ, άσκησε την από 29.11.1993 ανακοπή. Ασκησε επίσης άλλη ανακοπή κατά της αυτής ως άνω ατομικής ειδοποίησης και της υπ` αριθ. 403/1993 ταμειακής βεβαίωσης περί καταβολής του προστίμου.

Συνεκδικασθεισών των δύο ανακοπών, εξεδόθη η υπ` αριθ. 65/1994 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά που τις απέρριψε. Τελικά, εξεδόθη η υπ` αριθ. 2027/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, η οποία ακύρωσε την ταμειακή βεβαίωση που αφορούσε την επιβολή του προστίμου, ως στηριζόμενη επί νομικώς πλημμελούς πράξεως επιβολής προστίμου.

Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στο Δημόσιο την 5.10.1995. Κατά της απόφασης αυτής, το Δημόσιο έχει ασκήσει αίτηση αναιρέσεως.

Η ανωτέρω εταιρία, επικαλούμενη την υπ` αριθ. 2027/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την υπ` αριθ. 7122/29.11.1995 αίτησή της, ζήτησε την επιστροφή του προστίμου.

Η αρμόδια ΔΟΥ ζήτησε τη συνδρομή του Δικαστικού Γραφείου Πειραιά και της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία υπέβαλε σχετικό ερώτημα στο ΝΣΚ, το οποίο με την υπ` αριθ. 776/1996 Γνωμοδότηση της Ολομέλειας, που εγκρίθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών, γνωμοδότησε υπέρ της επιστροφής του προστίμου, δεχθέν ότι μετά την τελεσίδικη ακύρωση της ταμειακής βεβαίωσης ως επιστηριζομένης επί μη νομίμου τίτλου, το πρόστιμο πρέπει να θεωρηθεί ως αχρεωστήτως καταβληθέν, η δε άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως κατά της ανωτέρω αποφάσεως δεν αναστέλλει την εκτέλεσή της. Η Α` ΔΟΥ Πειραιά δεν επέστρεψε το εν λόγω πρόστιμο, έτσι η εταιρία επανήλθε και με την υπ` αριθ. 11926/20.7.1999 αίτησή της ζήτησε και πάλι την επιστροφή του καταβληθέντος προστίμου με το νόμιμο επιτόκιο που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν.1473/1984.

Ενόψει του ανωτέρω πραγματικού, τίθεται το υπό κρίσιν ερώτημα.

Οπως έγινε δεκτό και από την προαναφερόμενη Γνωμοδότηση της Ολομέλειας του ΝΣΚ, μετά την τελεσίδικη ακύρωση της ταμειακής βεβαίωσης του προστίμου, τούτο θεωρείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν και επομένως πρέπει να επιστραφεί. Κατά τα εις την παρ. 2 του άρθρου 38 του Ν.1473/1984, το με βάση δικαστική απόφαση προκύπτον ως αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό επιστρέφεται εντόκως με το επιτόκιο που ισχύει για τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας και το έντοκο της επιστροφής αρχίζει μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα του επόμενου της κοινοποίησης στη Φορολογική Αρχή της απόφασης του αρμοδίου Δικαστηρίου.

Εν προκειμένω, εφόσον με την υπ` αριθ. 2027/1995 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά ακυρώθηκε η ταμειακή βεβαίωση για την καταβολή του προστίμου και η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στη Φορολογική Αρχή, η προθεσμία έναρξης του εντόκου της επιστροφής του προστίμου αρχίζει κατά τα ειδικότερον εις την παρ. 2 του άρθρου 38 οριζόμενα από την κοινοποίηση της απόφασης αυτής, αφού δι` αυτής το πρώτον δημιουργήθηκε το αχρεώστητον του καταβληθέντος προστίμου και η υποχρέωση του Δημοσίου προς επιστροφή του. Η επακολουθήσασα ακύρωση της πράξης επιβολής προστίμου δια της υπ` αριθ. 1284/1999 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, δεν αναιρεί τα ανωτέρω, καθόσον οι προϋποθέσεις του νόμου για το έντοκο της επιστροφής του προστίμου συνέτρεξαν με την έκδοση της ακυρωσάσης την ταμειακή βεβαίωση για την καταβολή του προστίμου δικαστικής απόφασης.

Κατά τη γνώμη, όμως, του Νομικού Συμβούλου Παν. Κιούση, το άρθρο 3 του Ν.2120/1993 αναφέρεται σε οριστικές αποφάσεις Διοικητικών Δικαστηρίων, οι οποίες τέμνουν κατ` ουσίαν τη σχετική φορολογική διαφορά και όχι σε αποφάσεις που εκδίδονται για τις ίδιες διαφορές στα πλαίσια του ΚΕΔΕ, όπου ερευνάται η ύπαρξη ή η ανυπαρξία νομίμου τίτλου και εμποδίζεται η προβολή αντιρρήσεων ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου και η αμφισβήτηση του κατ` ουσίαν βασίμου της απαιτήσεως του Δημοσίου. Τούτο προκύπτει εκ του ότι ο νομοθέτης μετέρχεται την φράση "δεν οφείλεται", πράγμα που προϋποθέτει ουσιαστική διακρίβωση της ανυπαρξίας φορολογικής οφειλής και όχι απλώς ακύρωση ατομικής ειδοποιήσεως κ.λπ., λόγω ελλείψεως νομίμου τίτλου.

Περαιτέρω, κατά την έννοια των ιδίων ως άνω διατάξεων, μόνη η ακύρωση της καταλογιστικής του φόρου πράξεως δεν συνεπάγεται την άνευ ετέρου επιστροφή και δη έντοκα του τυχόν καταβληθέντος ποσού, αλλά είναι αναγκαία η προηγούμενη έρευνα από την Υπηρεσία της μη παραγραφής της σχετικής φορολογικής αξιώσεως, οπότε και μόνον θα τεθεί θέμα εφαρμογής των άνω διατάξεων.

Οθεν, κατά τη μειοψηφήσασα γνώμη δεν τίθεται ζήτημα εντόκου επιστροφής του αιτουμένου ποσού, εφόσον η επικαλουμένη απόφαση εξεδόθη επί διαφοράς του ΚΕΔΕ.

Συνεπώς, κατά την πλειοψηφήσασα άποψη του Τμήματος, η προθεσμία έναρξης του εντόκου της επιστροφής του επιβληθέντος και καταβληθέντος προστίμου υπό της εταιρίας "....." αρχίζει μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα του επόμενου της κοινοποίησης στη Φορολογική Αρχή της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης (υπ` αριθ. 2027/1995 απόφαση Διοικητικού Εφετείου Πειραιά) που ακύρωσε την ταμειακή βεβαίωση για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο (νομικά πλημμελής πράξη επιβολής προστίμου) και όχι της απόφασης που ακύρωσε την πράξη επιβολής του προστίμου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!