ΠΟΛ. 1062/3-3-1999 Κοινοποίηση της υπ` αριθ. 581-1998 Γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
ΥΠΟΙΚ 1112194/5623-11/0016/ΠΟΛ.1062/3.3.1999 Κοινοποίηση της υπ` αριθ. 581/1998 Γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους-Ποινική δίωξη κατά εκδότη ακάλυπτης επιταγής ασκείται μετά από έγκληση του Προϊσταμένου της ΔΟΥ στην οποία έχουν βεβαιωθεί τα χρέη για την εξόφληση των οποίων εκδόθηκε η εν λόγω επιταγή
Σας κοινοποιούμε ως έχει την υπ` αριθ. 581/1998 Γνωμοδότηση του Δ` Τμήματος του Ν.Σ.Κ., που έγινε δεκτή από τον Υφυπουργό των Οικονομικών.
Με τη Γνωμοδότηση αυτή καθορίζονται οι σχετικές με την έγκληση διαδικασίες που ήδη απαιτούνται, κατά το άρθρο 4, παρ. 1 του Ν.2408/1996, για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά εκδότη ακάλυπτης επιταγής που εξεδόθη προς εξόφληση χρεών προς το Δημόσιο.
1. Δικαιούχος του δικαιώματος της έγκλησης, προκειμένου να ασκηθεί ποινική δίωξη για το αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, είναι ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ στην οποία έχουν βεβαιωθεί τα χρέη και προς εξόφληση των οποίων εκδόθηκε η εν λόγω επιταγή, χωρίς να απαιτείται προς τούτο ειδική εντολή του Προέδρου Ν.Σ.Κ.
Συνακόλουθα, αρμόδιος να προβεί στην ανάκληση αυτής, με τη διαδικασία του άρθρου 42 Κ.Πολ.Δ., είναι ο Προϊστάμενος ΔΟΥ.
2. Η τρίμηνος προθεσμία, ως γενική διάταξη του άρθρου 117 του Ποινικού Κώδικα, για την υποβολή της έγκλησης, ισχύει και εν προκειμένω. Ως ημερομηνία έναρξης αυτής θεωρείται η μέρα κατά την οποία ο δικαιούμενος σε υποβολή έγκλησης έλαβε γνώση της πράξης που ήδη έχει τελεσθεί και άρχεται από την ημέρα που περιέρχεται στη ΔΟΥ, άρα και στον Προϊστάμενο αυτής, το σχετικό έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος περί μη πληρωμής της εν λόγω επιταγής.
Η ημέρα αυτή θεωρείται ως η πρώτη του τριμήνου.
Ως τελευταία ημέρα αυτής θεωρείται η προηγουμένη της ταυτάριθμης ημέρας έναρξης του τρίτου, μετά τη γνώση, μήνα και αν τέτοια δεν υπάρχει, η τελευταία του εν λόγω μήνα, δηλαδή του τρίτου.
Εάν η έγκληση υποβληθεί μετά την παρέλευση του τριμήνου από την τέλεση της πράξης, θα πρέπει να ορίζεται ρητά η ημέρα που ο εγκαλών απέκτησε τη γνώση αυτή.
3. Σε ό,τι αφορά την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης, απαιτείται η πλήρης ικανοποίηση του κομιστή (παρ. 3, άρθρο 79 του Ν.5960/1933 και παρ. 1, άρθρο 4 του Ν.2408/1996) και σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται με την πληρωμή μόνο του ποσού της επιταγής, αλλά περιλαμβάνει την εξόφληση του συνόλου των απαιτήσεων του Δημοσίου, ως συνακόλουθο της μη πληρωμής της επιταγής (ποσό της επιταγής, προσαύξηση του άρθρου 5 του Ν.1819/1951 και των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής).
4. Τέλος, στην περίπτωση έκδοσης ακάλυπτης επιταγής από Νομικό Πρόσωπο, η έγκληση θα υποβληθεί και η ποινική δίωξη θα ασκηθεί κατά του Φυσικού Προσώπου που εξέδωσε και υπέγραψε την ακάλυπτη επιταγή, ως εκπρόσωπος του Νομικού αυτού Προσώπου, αφού δεν υφίσταται ποινικό αδίκημα τελούμενο από Νομικό Πρόσωπο και, συνεπώς, θα πρέπει κατά την παράδοση της επιταγής στη ΔΟΥ να λαμβάνονται και να ελέγχονται τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας αυτού.
Αρ. Γνωμ. 581/1998 ------------------
Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτήματα σχετικά με την έγκληση, που ήδη απαιτείται, κατά το άρθρο 4, παρ. 1 του Ν.2408/1996, για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά εκδότη ακάλυπτης επιταγής που εξεδόθη προς εξόφληση βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο. --------------------------------------------------------------------
I. Στο άρθρο 79 του Ν.5960/1933, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του Ν.Δ.1325/1972, ορίζονται τα εξής:
"1. Ο εκδίδων επιταγήν μη πληρωθείσαν επί πληρωτού παρ`ω δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά τον χρόνον της εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής ταύτης, τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον 10.000 δρχ.
2. .........
3. Εις τον υπαίτιον της εν παρ. 1 πράξεως, όστις απεζημίωσε πλήρως τον κομιστήν μετά την νόμιμον εμφάνισιν και μη πληρωμήν της επιταγής, επιβάλλεται ποινή ηλαττωμένη κατά το άρθρο 83 του Ποινικού Κώδικος, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 85 αυτού.
4. Η εισαγωγή εις το ακροατήριον των κατά τας διατάξεις του παρόντος διωκομένων πράξεων γίνεται δι` απευθείας κλήσεως και άνευ προανακρίσεως".
Περαιτέρω, στο άρθρο 4, παρ. 1 του Ν.2408/1996 ορίζονται τα ακόλουθα:
"α) Στο άρθρο 79 του Ν.5960/1933, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 του Ν.Δ.1325/1972, προστίθεται παρ. 5, που έχει ως εξής:
"5. Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από έγκληση του κομιστή της επιταγής που δεν πληρώθηκε".
β) Η παρ. 3 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:
"3. Το αξιόποινο της πράξης της παρ. 1 εξαλείφεται αν ο υπαίτιος αποζημίωσε πλήρως τον κομιστή μετά τη νόμιμη εμφάνιση και μη πληρωμή της επιταγής".
Ενόψει της παραπάνω νομοθετικής μεταβολής με την οποία το ποινικό αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής μετετράπη από αυτεπαγγέλτως σε κατ` έγκληση διωκόμενο, η 16η Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών θέτει, με το υπ` αριθ. 1079190/3866-7/0016/30.6.1998 έγγραφό της, τα ακόλουθα ερωτήματα:
1. Ποιος υποβάλλει για λογαριασμό του Δημοσίου την έγκληση για τη δίωξη εκδότη επιταγής που δεν πληρώθηκε, όταν κομιστής αυτής είναι το ίδιο το Δημόσιο; Στην περίπτωση που αρμόδιο όργανο για την υποβολή της έγκλησης είναι το Ν.Σ.Κ. (άρθρο 7 του Π.Δ.282/1996) ποια τα απαιτούμενα στοιχεία που θα εμπεριέχονται στο σχετικό αποσταλλόμενο από την αρμόδια ΔΟΥ φάκελο;
2. Στην προκειμένη περίπτωση, έχει εφαρμογή η σχετική διάταξη του άρθρου 117 του Ποινικού Κώδικα, κατά την οποία το δικαίωμα της κατ` έγκληση δίωξης εξαλείφεται εντός τριών μηνών από της τελεσθείσης πράξης, καθώς και ποια είναι η συγκεκριμένη ημερομηνία έναρξης της προαναφερθείσας προθεσμίας;
3. Πότε θεωρείται ότι το Δημόσιο αποζημιώνεται πλήρως κατά την έννοια της περ. β`, παρ. 1 του προαναφερθέντος άρθρου 4 του Ν.2408/1996, προκειμένου να εξαλειφθεί το αξιόποινο του εν λόγω αδικήματος; Ποιος είναι αρμόδιος, ως εκ τούτου, για την ανάκληση τυχόν υποβληθείσας έγκλησης που, μετά την υποβολή αυτής, το Δημόσιο αποζημιώθηκε πλήρως;
4. Στην περίπτωση που εκδότης επιταγής που δεν πληρώθηκε είναι Νομικό Πρόσωπο, κατά ποίων προσώπων αυτού το Δημόσιο θα ζητήσει την ποινική δίωξη κάνοντας χρήση του δια της εγκλήσεως δικαιώματος αυτού;"
II. Στον Α.Ν.1819/1951 "περί τρόπου διεξαγωγής των πάσης φύσεως συναλλαγών του Δημοσίου" και στα άρθρα 1 και 5 αυτού ορίζονται τα εξής:
"Αρθρο 1
1. Η πληρωμή των πάσης φύσεως οφειλών προς το Δημόσιον ενεργείται υποχρεωτικώς δι` επιταγών, αι οποίαι εκδίδονται απ` ευθείας εις διαταγήν της Υπηρεσίας εις ην κατά νόμον δέον να γίνη η καταβολή ή απευθείας εις διαταγήν του Ελληνικού Δημοσίου
2. Δι` αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται: α) τα ποσά των οφειλών προς το Δημόσιον, άτινα δύνανται να καταβάλλονται εις τα Ταμεία του Κράτους και τοις μετρητοίς, β) η διαδικασία της υπό των Δημοσίων Ταμείων εισπράξεως των επιταγών και της πιστώσεως των οφειλετών και γ) αι οφειλαί αίτινες καταβάλλονται αποκλειστικώς δια τραπεζικών επιταγών".
"Αρθρο 5
1. Διαφυλασσομένων των υπό του άρθρου 79 του Ν.5960/1933, ως ετροποποιήθη, προβλεπομένων κυρώσεων, η έκδοσις προς εξόφλησιν οφειλής προς το Δημόσιον επιταγής μη πληρωθείσης υπό του πληρωτού, συνεπάγεται την προσαύξησιν της δι` ην εξεδόθη η επιταγή οφειλής προς το Δημόσιον κατά ποσόν ίσον προς το της μη πληρωθείσης επιταγής, βεβαιουμένην δια πράξεως του οικείου Δημοσίου Ταμείου εις διαταγήν του οποίου εξεδόθη η επιταγή.
Το δια τοιαύτης επιταγής εξοφληθέν χρέος αναβιοί από της χρονολογίας καθ` ην εξεδόθη το επί τη παραδόσει της επιταγής διπλότυπον εισπράξεως με όλας τας συνεπείας υπερημερίας εν γένει".
Το πιο πάνω άρθρο 5 τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Ν.2252/1952, κατά το οποίο:
"Ο εν άρθρω 5 του Α.Ν.1819/1951 "περί τρόπου διεξαγωγής των πάσης φύσεως συναλλαγών του Δημοσίου" προβλεπόμενος καταλογισμός του εκδόντος επιταγήν μη πληρωθείσαν ενεργείται από της δημοσιεύσεως του παρόντος δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών εκδιδομένης βάσει των υπό του αρμοδίου Δημοσίου Ταμείου υποβαλλομένων στοιχείων".
Περαιτέρω, δυνάμει της εξουσιοδοτικής διατάξεως του πιο πάνω άρθρου 1, παρ. 2 του Α.Ν.2252/1952, εκδόθηκε η υπ` αριθ. 78069/1952 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η παρ. 3 της οποίας ορίζει: "Η Τράπεζα της Ελλάδος μεριμνά δια την άμεσον είσπραξιν των κατατεθεισών αυτή υπό των Δημοσίων Ταμείων και Τελωνείων επιταγών.
Εν περιπτώσει καθ` ην επιταγή τις δεν πληρωθή τελικώς υπό της εφ` ης εξεδόθη Τραπέζης, είτε λόγω ανυπαρξίας παρ` αυτή διαθεσίμων του εκδόντος ταύτην, είτε δι` άλλον λόγον, η Τράπεζα της Ελλάδος αμελλητί θα γνωστοποιήση τούτο εγγράφως εις το αρμόδιον Ταμείον, ταυτοχρόνως δε, επιστρέφουσα εις τούτο την απλήρωτον επιταγήν, χρεώνει προσωρινώς υπό ιδιαίτερον λογαριασμόν το Ελληνικόν Δημόσιον δια του ποσού ταύτης και αναγγέλει την γενομένην χρέωσιν εις την Γ.Δ.Δ. λογιστικού (Διεύθυνσιν III)".
Εξάλλου, στον Ποινικό Κώδικα ορίζονται τα εξής:
Αρθρο 117, παρ. 1: "Οταν ο νόμος απαιτεί έγκληση για την ποινική δίωξη κάποιας αξιόποινης πράξης, το αξιόποινο εξαλείφεται αν ο δικαιούχος δεν υποβάλει την έγκληση μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε και για το πρόσωπο που την τέλεσε ή για έναν από τους συμμετόχους της".
Αρθρο 118, παρ. 1: "Το δικαίωμα της έγκλησης ανήκει στον άμεσα παθόντα από την αξιόποινη πράξη, αν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά με ειδική διάταξη".
Αρθρο 120, παρ. 1: "Αυτός που υπέβαλε την έγκληση μπορεί να την ανακαλέσει, με τους όρους που ορίζει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας".
Περαιτέρω, στον Κ.Π.Δ. ορίζονται τα εξής:
Αρθρο 46: "Αν ο παθών θέλει να ζητήσει τη δίωξη αξιόποινης πράξης, υποβάλλει την έγκληση σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 42, παρ. 2 και 3".
Αρθρο 52: "1. Ο εγκαλών μπορεί, είτε ο ίδιος, είτε με ειδικό πληρεξούσιο, να ανακαλέσει την έγκληση.
2. Για τους υπαλλήλους στους οποίους δηλώνεται η ανάκληση και για τον τρόπο με τον οποίο αυτή πρέπει να γίνει, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 42.
Η ανάκληση μπορεί, επίσης, να γίνει και στο ακροατήριο σε όλη τη διάρκεια της δίκης και ωσότου δημοσιευτεί η απόφαση του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Αν η ανάκληση γίνει αργότερα, είναι απαράδεκτη".
Αρθρο 42, παρ. 2 και 3, στο οποίο παραπέμπουν οι διατάξεις των πιο πάνω άρθρων 46 και 52:
"2. Η μήνυση γίνεται απευθείας στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, αλλά και στους άλλους ανακριτικούς υπαλλήλους, είτε από τον ίδιο το μηνυτή, είτε από ειδικό πληρεξούσιο. Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας μπορεί να δοθεί και με απλή έγγραφη δήλωση. Η γνησιότητα της υπογραφής του εντολέα πρέπει να βεβαιώνεται από οποιαδήποτε Δημόσια, Δημοτική ή Κοινοτική Αρχή ή δικηγόρο. Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας προσαρτάται στην έκθεση για την κατάθεση της μήνυσης. Μπορεί, επίσης, η μήνυση να γίνει και προφορικά, οπότε συντάσσεται έκθεση, σύμφωνα με τα άρθρα 148 επ. 3. Αν η μήνυση έγινε σε ανακριτικό υπάλληλο, αυτός τη στέλνει χωρίς χρονοτριβή στον αρμόδιο για την ποινική δίωξη εισαγγελέα ή στο δημόσιο κατήγορο".
Τέλος, σύμφωνα δε με το Π.Δ.282/1996: "Στην αρμοδιότητα του Ν.Σ.Κ. υπάγονται: α) Η δικαστική υπεράσπιση ενώπιον κάθε ημεδαπού Δικαστηρίου των συμφερόντων του Κράτους και των ΝΠΔΔ, που η νομική τους υπηρεσία διεξάγεται απ` αυτό ή από μέλη του, σύμφωνα με ειδικές διατάξεις...." (άρθρο 2). "Ο Πρόεδρος του ΝΣΚ...στ) παρέχει τις εντολές για την άσκηση αγωγής, εγκλήσεως και κάθε άλλης επιθετικής δικαστικής πράξης ή ενέργειας..." (άρθρο 7, παρ. 2).
III. Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις και από το συνδυασμό αυτών, προκύπτουν οι ακόλουθες απαντήσεις στα τεθέντα ερωτήματα:
Επί του πρώτου ερωτήματος: Δικαιούχος του δικαιώματος της έγκλησης, προκειμένου να ασκηθεί ποινική δίωξη για το αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, είναι κατά την παρ. 5 του άρθρου 79 του Ν.5960/1933, που προσετέθη με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν.2408/1996, ο κομιστής της επιταγής. Ως κομιστής επιταγής που εκδόθηκε προς εξόφληση οφειλών προς το Δημόσιο, πρέπει να θεωρηθεί η ΔΟΥ (ως υπηρεσία του Δημοσίου) στην οποία είναι βεβαιωμένες οι οφειλές αυτές, είτε η επιταγή εκδόθηκε εις διαταγήν αυτής της ιδίας της ΔΟΥ, όπως συνήθως συμβαίνει, είτε εις διαταγήν του Δημοσίου, καθόσον η ΔΟΥ είναι από το νόμο (άρθρο 5 του Π.Δ.551/1988) αρμόδια και υπεύθυνη για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων, τα οποία, εφόσον υπερβαίνουν ορισμένο ποσό (που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών), εξοφλούνται υποχρεωτικά με επιταγές. Επομένως, δικαιούμενος σε υποβολή έγκλησης επί εκδόσεως τέτοιας ακάλυπτης επιταγής είναι ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ στην οποία έχουν βεβαιωθεί τα χρέη προς εξόφληση των οποίων εκδόθηκε η επιταγή, χωρίς μάλιστα να απαιτείται ειδική προς τούτο εντολή του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., κατά το άρθρο 7, παρ. 2 του Π.Δ.282/1996, διότι η διάταξη αυτή αφορά αποκλειστικώς και μόνο στις περιπτώσεις που ανακύπτει ανάγκη υποβολής εγκλήσεως κατά το χειρισμό υποθέσεων που έχουν ανατεθεί στο κύριο προσωπικό του Ν.Σ.Κ. και τους δικηγόρους του Δημοσίου.
Σημειωτέον ότι και στη συναφή περίπτωση του ποινικού αδικήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, κατά ρητή διατύπωση του νόμου (άρθρο 23, παρ. 1 του Ν.2523/1997, που αντικατέστησε το άρθρο 25 του Ν.1882/1990) τη σχετική "αίτηση" για την άσκηση της ποινικής δίωξης υποβάλλει ο Προϊστάμενος της οικείας ΔΟΥ.
Επί του δευτέρου ερωτήματος: Η τρίμηνος (αποκλειστική) προθεσμία του άρθρου 117 του Π.Κ. για την υποβολή της έγκλησης ισχύει και για το ποινικό αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, αφού η προαναφερθείσα διάταξη είναι γενική και εφαρμόζεται σε κάθε κατ` έγκληση διωκόμενο ποινικό αδίκημα. Ημερομηνία έναρξης του τριμήνου δεν είναι η ημέρα τέλεσης του αδικήματος, αλλά η ημέρα κατά την οποία ο δικαιούμενος σε υποβολή έγκλησης έλαβε γνώση της πράξης που έχει ήδη τελεσθεί (και ενός τουλάχιστον από τους συμμετόχους σ` αυτή). Εάν η έγκληση υποβληθεί μετά την παρέλευση τριμήνου από την τέλεση της πράξης, θα πρέπει να ορίζεται η ημέρα που ο εγκαλών απόκτησε τη γνώση αυτή (Α.Π.2005/1992, 1668/1988 κ.λπ.) Επειδή το Ποινικόν Δίκαιον ανήκει εις άλλην σφαίραν δικαίου και στερείται διατάξεων ως εκείνας των άρθρων 241 και 242 του Αστικού Κώδικος, ως πρώτη ημέρα του τριμήνου θεωρείται η ημέρα που ο δικαιούμενος σε έγκληση έλαβε γνώση, συμπεριλαμβανομένης και αυτής στο τρίμηνο, τελευταία δε ημέρα η προηγούμενη της ταυτάριθμης της ημέρας έναρξης ημέρα του τρίτου μετά τη γνώση μήνα και εάν τέτοια δεν υπάρχει, η τελευταία ημέρα του μήνα αυτού.
Ειδικότερα, στην περίπτωση ακάλυπτης επιταγής εις διαταγή ΔΟΥ ή του Δημοσίου, η παραπάνω τρίμηνη προθεσμία θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι αρχίζει από την ημέρα που περιέρχεται στη ΔΟΥ το κατά την παρ. 3 της υπ` αριθ. 78069/1952 απόφασης Υπουργού Οικονομικών έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος, περί μη πληρωμής της ακάλυπτης επιταγής, οπότε τεκμαίρεται ότι λαμβάνει γνώση του γεγονότος αυτού ο δικαιούμενος σε έγκληση Προϊστάμενος της ΔΟΥ.
Επί του τρίτου ερωτήματος: Για την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, κατά την παρ. 3 του άρθρου 79 του Ν.5960/1933, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4, παρ. 1 του Ν.2408/1996, απαιτείται "πλήρης ικανοποίηση του κομιστή". Η πλήρης ικανοποίηση του κομιστή δεν ταυτίζεται με την πληρωμή του ποσού της επιταγής, αλλά είναι έννοια ευρύτερη και περιλαμβάνει την αποκατάσταση και κάθε άλλης ζημίας που τυχόν υπέστη ο κομιστής από την καθυστερημένη πληρωμή της επιταγής (Α.Π.718/1997). Εάν η επιταγή έχει εκδοθεί εις διαταγήν ΔΟΥ ή του Δημοσίου, η "πλήρης ικανοποίηση" της πιο πάνω διατάξεως θα πρέπει να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει την εξόφληση του συνόλου των απαιτήσεων του Δημοσίου που συμφώνως προς τας κειμένας διατάξεις προέκυψαν από την μη πληρωμή της επιταγής (ήτοι του ποσού της επιταγής, της "προσαυξήσεως" του άρθρου 5 του Α.Ν.1819/1951, ίσης προς το ποσό της επιταγής και των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής επί των προαναφερθέντων ποσών). Αρμόδιος να προβεί στην ανάκληση της εγκλήσεως είναι ο κατά ανωτέρω δικαιούμενος σε υποβολή αυτής, ο Προϊστάμενος της οικείας ΔΟΥ και κατά την ίδια με την υποβολή της εγκλήσεως διαδικασία του άρθρου 42 του Κ.Π.Δ.
Επί του τετάρτου ερωτήματος: Ποινικό αδίκημα τελούμενο από Νομικό Πρόσωπο είναι, κατά το Ελληνικό Δίκαιο, αδιανόητο. Ετσι, από τη δραστηριότητα των Νομικών Προσώπων την ποινική ευθύνη φέρει το Φυσικό Πρόσωπο που προέβη στην ποινικά κολάσιμη πράξη, ως εκπρόσωπος του Νομικού Προσώπου.
Στην προκειμένη, λοιπόν, περίπτωση της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής από Νομικό Πρόσωπο, η έγκληση θα υποβληθεί και η ποινική δίωξη θα ασκηθεί κατά του Φυσικού Προσώπου που εξέδωσε και υπέγραψε την ακάλυπτη επιταγή, ως εκπρόσωπος του Νομικού Προσώπου, για το λόγο δε αυτό, κατά την παράδοση στη ΔΟΥ της επιταγής, θα πρέπει να λαμβάνονται και να ελέγχονται τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας αυτού.
IV. Επομένως, στα τεθέντα ερωτήματα, αρμόζουν οι αναλυτικά εκτεθείσες παραπάνω απαντήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!