ΠΟΛ. 1151/2016 Κοινοποίηση διατάξεων για τη διάκριση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ Α. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ I. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΝ ΤΜΗΜΑΤΑ B', Γ', Ε' Τηλέφωνο:213 2113108, Ταχ. Δ/νση:2103614303 Ταχ. Κωδ.:Κ. Σερβίας 10 FAX:2103635077 106 72 Αθήνα II. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΜΗΜΑ Α' Ταχ. Δ/νση:Χανδρή 1, Μοσχάτο Ταχ. Κωδ.:115 26 Β. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΤΜΗΜΑ Δ' Τηλέφωνο:210 6987458 Ταχ. Δ/νση:Κηφισίας 124 Ταχ. Κωδ.:115 26 Γ. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ Ι. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Γ.Γ.Δ.Ε. ΤΜΗΜΑΤΑ Α'- Ε' Τηλέφωνο:213 133 2251 ΙΙ. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Γ.Γ.Δ.Ε. ΤΜΗΜΑ Γ' Ταχ. Δ/νση:Χανδρή 1, Μοσχάτο Ταχ. Κωδ.:183 46 |
ΑΔΑ: 6Λ20Η-Ν3Σ Αθήνα 11 Οκτωβρίου 2016 ΑΔΑ: ΠΟΛ. 1151 ΠΡΟΣ:ΩΣ Π.Δ. |
ΘΕΜΑ: «Κοινοποίηση και οδηγίες εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α'), με τις οποίες τροποποιήθηκε το άρθρο 82 του ν.δ.356/1974 σχετικά με τη διάκριση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης, και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ. 1089/2016 (ΦΕΚ 2114 Β')»
Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α'/14-8-2015), με τις οποίες τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων - Κ.Ε.Δ.Ε.) με τίτλο «Διάκριση ληξιπρόθεσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης» και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1089/2016 (ΦΕΚ. 2114 Β'/8-7-2016) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, με την οποία τροποποιήθηκε η υπ’ αριθ. 1259/2013 όμοια απόφαση και παρέχουμε οδηγίες για την ενιαία εφαρμογή τους.
Με τις νέες διατάξεις επιταχύνεται η διαδικασία χαρακτηρισμού οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης και συγκεκριμένα:
1. Προβλέπεται για το χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες για τον εντοπισμό των πάσης φύσεως περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης.
Στην περίπτωση αυτή ένα ηλεκτρονικό μέσο για να είναι πρόσφορο αρκεί να συνεισφέρει, κατά την κοινή πείρα και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, ικανώς στον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων.
Τα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα, στα οποία απαιτείται να γίνεται έλεγχος, περιλαμβάνονται στον Πίνακα 1 της απόφασης.
Κάθε μεταβολή που επέρχεται στα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα εξαιτίας της διαρκούς βελτίωσης συστημάτων και υπηρεσιών που παρέχονται στη Φορολογική Διοίκηση γνωστοποιείται εγγράφως από τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, τη Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών και την Διεύθυνση Παροχής Φορολογικών Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων στη Διεύθυνση Εισπράξεων προκειμένου να παρασχεθούν οδηγίες στα αρμόδια όργανα.
2. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης παύει εφεξής να αποτελεί προϋπόθεση για το χαρακτηρισμό ληξιπρόθεσμης οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης.
Επομένως, δεν υφίσταται πλέον κώλυμα για την πρόοδο της διαδικασίας διάκρισης οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης τελεί υπό καθεστώς εκκαθάρισης και δεν έχει ολοκληρωθεί τυπικά η διαδικασία εκκαθάρισης λόγω π.χ. μη διορισμού εκκαθαριστή ή μη αντικατάστασης παραιτηθέντος εκκαθαριστή, εφόσον βέβαια συντρέχουν σε κάθε περίπτωση όλες οι λοιπές γενικής ισχύος προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό μιας ληξιπρόθεσμης οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης (διαπίστωση μη ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων ή εκποίησης αυτών πριν από ή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης κ.λπ.).
Η κατάργηση της πρόσθετης προϋπόθεσης για ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης αφορά τόσο τις περιπτώσεις εκκαθάρισης νομικού προσώπου (δηλαδή εκκαθάρισης μετά τη λύση του νομικού προσώπου) όσο και τις περιπτώσεις εκκαθάρισης επιχείρησης (όπως της ειδικής εκκαθάρισης επιχειρήσεων κατά τα άρθρα 46 και 46α του ν. 1892/1990) ή περιουσίας (όπως της δικαστικής εκκαθάρισης κληρονομίας).
Για το λόγο αυτό δεν απαιτείται πλέον η αναζήτηση και λήψη από τον εκκαθαριστή (του νομικού προσώπου ή τον ειδικό εκκαθαριστή) βεβαίωσης ότι έχουν περατωθεί οι ενέργειες της εκκαθάρισης ή έκθεσης λογοδοσίας αυτού ούτε από το αρμόδιο δικαστήριο πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται η παύση της διαδικασίας της δικαστικής εκκαθάρισης κληρονομίας.
3. Προβλέπεται πλέον ρητά και στο νόμο ότι, σε περίπτωση που ο οφειλέτης τελεί σε κατάσταση πτώχευσης, πρέπει, για το χαρακτηρισμό ληξιπρόθεσμης οφειλής του ως ανεπίδεκτης είσπραξης, να έχει κηρυχθεί (με σχετική απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου) η παύση των εργασιών της πτώχευσης, ώστε, πριν από την έναρξη της διαδικασίας του άρθρου 82 του Κ.Ε.Δ.Ε., να έχει ολοκληρωθεί, πέραν της έρευνας από τη Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικό Κέντρο/Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης/Τελωνείο για τη διαπίστωση μη ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων ή εκποίησης αυτών κ.λπ., κατά τις διατάξεις γενικής ισχύος, και η προσπάθεια του συνδίκου της πτώχευσης για τη ρευστοποίηση της πτωχευτικής περιουσίας και την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Δημοσίου, ως πτωχευτικού πιστωτή.
Επισημαίνεται ότι η παύση των εργασιών της πτώχευσης δεν σημαίνει άνευ άλλου έλλειψη πτωχευτικής περιουσίας, καθώς αυτή κηρύσσεται και σε περίπτωση που, παρά την ύπαρξη ενεργητικού στην πτωχευτική περιουσία, αυτό είναι δύσκολα ρευστοποιήσιμο από το σύνδικο.
Επομένως, σε περίπτωση οφειλετών που έχουν ή είχαν κηρυχθεί σε πτώχευση απαιτείται να έχει περατωθεί αυτή ή να έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της.
Υπενθυμίζεται ότι στις πτωχεύσεις που ρυθμίζονται από τον Πτωχευτικό Κώδικα (ν. 3588/2007), η κήρυξη της παύσης εργασιών της πτώχευσης αποτελεί και λόγο περάτωσης αυτής, η οποία (περάτωση) επέρχεται μετά την πάροδο ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής (άρθρο 166 παρ. 2 Πτωχευτικού Κώδικα βλ. και υπ’ αριθ. ΠΟΛ 1050/2010).
4. Τροποποιούνται οι διατάξεις της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974, προκειμένου να εναρμονιστούν με τις αλλαγές που επήλθαν στις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, αναφορικά με την υποβολή αίτησης για την άσκηση ποινικής δίωξης.
5. Για το χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, προβλέπεται η σύνταξη αιτιολογημένης έκθεσης από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή, ο οποίος υπηρετεί στην αρμόδια για την εισήγηση, φορολογική ή τελωνειακή αρχή και επιλέγεται από τον Προϊστάμενο αυτής, με την οποία πιστοποιείται αφενός ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 της υπ’ αριθ. 1259/2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε., όπως ισχύει, και αφετέρου ότι συντρέχουν, σωρευτικά, τα ακόλουθα (όπως ορίζονται στο άρθρο 1Α της υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1259/2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε.):
α) Λήφθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ασφαλιστικά, διοικητικά, δικαστικά και αναγκαστικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη.
β) Διενεργήθηκε εκτεταμένη έρευνα για τον εντοπισμό κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας και λήφθηκε αντίγραφο της μερίδας του οφειλέτη τουλάχιστον από τα υποθηκοφυλακεία και τα κτηματολογικά γραφεία του τόπου κατοικίας, επαγγελματικής δραστηριότητας και του τόπου καταγωγής.
γ) Διερευνήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν υπόκεινται σε διάρρηξη, λόγω καταδολίευσης, μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
δ) Ολοκληρώθηκε η έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών απαιτήσεων, όπως μισθωμάτων, μισθών, συντάξεων, απαιτήσεων στις τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο εξωτερικό και την απόληψη τόκων από το εξωτερικό και, στην περίπτωση πληροφοριών για πηγές αποπληρωμής της οφειλής στην αλλοδαπή, διαπιστώθηκε ότι υποβλήθηκε τουλάχιστον η αίτηση του άρθρου 298 του ν.4072/2012 (ΦΕΚ Α' 86, άρθρο 5 της Οδηγίας 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 16ης Μαρτίου 2010) ή και άλλη συναφής αίτηση, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα σε σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολογίας ή σε άλλη διακρατική σύμβαση, εφόσον στην Οδηγία ή στις συμβάσεις αυτές προβλέπεται η παροχή, από αλλοδαπή αρχή, αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής στην είσπραξη.
ε) Διερευνήθηκε κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται στα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση και στο φυσικό φάκελο του οφειλέτη, όπως φορολογικές δηλώσεις, δηλώσεις μητρώου, ισολογισμοί και λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, έντυπα πληροφοριών για περιουσιακά στοιχεία.
Ειδικά για τις οφειλές στα Τελωνεία ο οριζόμενος ελεγκτής θα απευθύνεται στην αρμόδια Φορολογική Αρχή για τη λήψη των ανωτέρω απαιτούμενων στοιχείων.
στ) Σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ή έχει επέλθει περάτωση αυτής, τα οποία διαπιστώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κοινοποίηση δικαστικής απόφασης και έλεγχος τελεσιδικίας αυτής, όταν απαιτείται από το νόμο, λήψη πιστοποιητικού από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο σχετικά με την πορεία της πτώχευσης ή έρευνα στη μερίδα του οφειλέτη που τηρείται στο ανωτέρω δικαστήριο.
ζ) Όλες οι ανωτέρω έρευνες, ενέργειες και μέτρα έχουν ολοκληρωθεί ή ληφθεί και κατά των συνυπόχρεων προσώπων χωρίς να προκύψει δυνατότητα αποπληρωμής τους χρέους.
6. Η δέσμευση του συνόλου (εκατό τοις εκατό και ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης μεταξύ του οφειλέτη ή των συνυπόχρεων προσώπων και του πιστωτικού ιδρύματος), των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών, μέχρι του ύψους των οφειλών προς το Δημόσιο και των συμβεβαιωμένων οφειλών προς τρίτους, επεκτείνεται στο περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, και σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στην περίπτωση γ της παραγράφου 3 του άρθρου 82 του Κ.Ε.Δ.Ε καθώς και στην περίπτωση δ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και στο νέο άρθρο 4Α της υπ’ αριθ. ΠΟΛ. 1259/2013 απόφασης του Γ.Γ.Δ.Ε. προκειμένου να αποτραπεί η απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και να επιβληθούν τα προβλεπόμενα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.
Ειδικότερα, ο αρμόδιος, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, ενημερώνει άμεσα με έγγραφη ενέργειά του, στην οποία αναφέρονται οι έννομες συνέπειες που επέρχονται λόγω του χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Ακαδημίας 40 - Τ.Κ. 106 72 Αθήνα) και την Τράπεζα της Ελλάδος (Δ/νση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος - Τομέας Πρόληψης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομη Δραστηριότητα - Αμερικής 3 - ΤΚ. 102 50 Αθήνα), προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα.
Η ως άνω έγγραφη ενέργεια του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης κοινοποιείται στον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.
Η ανωτέρω δέσμευση δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ακατασχέτων κατά τις κείμενες διατάξεις.
Περαιτέρω, η δέσμευση αίρεται, με έγγραφη ενέργεια του αρμόδιου, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, με τον επαναχαρακτηρισμό της οφειλής ως εισπράξιμης ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο ακύρωση ή ανάκληση της απόφασης χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης ή την εξόφληση των οφειλών ή για άλλο νόμιμο λόγο.
Σημειώνουμε ότι για τον επαναχαρακτηρισμό οφειλής ως εισπράξιμης αρκεί να διαπιστωθεί ότι υπάρχει, πριν την παραγραφή της, δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.
Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αντιτάσσει σε συμψηφισμό παραγεγραμμένη απαίτηση του Δημοσίου για μια τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής (βλ. άρθρο 83, παρ. 2 του ΚΕΔΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 48, παρ. 2 του ν. 4174/2013, προκειμένου για απαιτήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτού, καθώς και τις ομοίου περιεχομένου διατάξεις των άρθρων 89 του ν. 2362/1995 και 139 του ν.4270/2014, κατά περίπτωση).
Τα πιστωτικά ιδρύματα από της ενημερώσεώς τους ενεργούν, χωρίς καμία άλλη διαδικασία ή διατύπωση, για την εφαρμογή των δεσμεύσεων με την υποχρέωση να ενημερώσουν εγγράφως την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, άμεσα σε περίπτωση εντοπισμού περιουσιακών στοιχείων ή εντός τριμήνου σε κάθε άλλη περίπτωση.
7. Ο χαρακτηρισμός της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ διενεργείται με απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου του Τμήματος που έχει την αρμοδιότητα του Δικαστικού και με σύμφωνη γνώμη του Προϊσταμένου Υποδιεύθυνσης της υπηρεσίας ή, σε περίπτωση που δεν προβλέπεται Υποδιεύθυνση, με σύμφωνη γνώμη του νόμιμου αναπληρωτή του Προϊσταμένου της υπηρεσίας.
Επισημαίνουμε ότι η γνωμοδότηση αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο οφείλει να αξιολογεί τα στοιχεία της υπόθεσης και να διατυπώνει θετική ή αρνητική γνώμη για την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, λαμβάνοντας υπόψη και τη σχετική εισήγηση.
Μάλιστα, η ειδικά αιτιολογημένη γνώμη, η οποία συντάσσεται σε ξεχωριστό διοικητικό έγγραφο, είναι ‘’σύμφωνη’’, και δεσμεύει, εφόσον είναι θετική, το όργανο που αποφασίζει είτε να εκδώσει την απόφαση σύμφωνα με τη γνωμοδότηση είτε, εάν δεν την κάνει δεκτή, να απόσχει από την έκδοση της απόφασης αιτιολογώντας ειδικά την επιλογή του αυτή.
Η αρνητική σύμφωνη γνώμη εμποδίζει το αρμόδιο όργανο να εκδώσει απόφαση χαρακτηρισμού οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης.
8. Ο χαρακτηρισμός της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης για συνολική ληξιπρόθεσμη βεβαιωμένη οφειλή μεγαλύτερη από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και έως ενάμισυ εκατομμύριο (1.500.000) ευρώ διενεργείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας και με σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 15 του ν.2648/1998.
Πίνακας 1. Διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα/ Επιχ. Μονάδα Είσπραξης) για τη διενέργεια ερευνών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82, παρ. 1α του ΚΕΔΕ:
Α. Σε πληροφοριακά συστήματα του Υπ. Οικονομικών:
1. Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (Ο.Π.Σ.) Taxis στα υποσυστήματα: μητρώου, εσόδων, δικαστικού, ΚΦΑΣ, ΦΠΑ, εισοδήματος νομικών προσώπων, πρωτοκόλλου, άλλων φόρων,
2. πληροφοριακό σύστημα εισοδήματος φυσικών προσώπων,
3. περαίωση φυσικών προσώπων,
4. πληροφοριακό σύστημα οχημάτων,
5. πληροφοριακό σύστημα περιουσιολογίου (δηλώσεις Ε9 και εκκαθαρίσεις φόρου ακίνητης περιουσίας -ενιαίου τέλους ακινήτων για φυσικά πρόσωπα και ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας φυσικών και νομικών προσώπων),
6. Ο.Π.Σ. Elenxis, στα υποσυστήματα: προφίλ φορολογούμενου και discoverer - αναφορές,
7. Ηλεκτρονική υπηρεσία προβολής δηλώσεων πληροφοριακών στοιχείων μισθώσεων ακίνητης περιουσίας και
8. στα στοιχεία συγκεντρωτικών καταστάσεων Πελατών / Προμηθευτών
Β. Σε πληροφοριακά συστήματα εκτός Υπ. Οικονομικών:
1. Μητρώο τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών,
2. επιβεβαίωση στοιχείων ταυτότητας από την Ελληνική Αστυνομία,
3. επιβεβαίωση στοιχείων μεταναστών από το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότη σης.
Επίσης, σε στοιχεία που τηρούνται ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και τα οποία συλλέγονται από άλλους φορείς στα πλαίσια υποχρέωσης παροχής τους σύμφωνα με το αρθ. 15 του ν.4174/2013 (ΠΟΛ. 1033/2014).
Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων
Γεώργιος Πιτσιλής
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!