Πράξη 30/30.09.2013 της ΤτΕ Ρύθμιση θεμάτων διοικητικής και λογιστικής οργάνωσης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ιδία δε αναφορικά με την εμπορική πολιτική, την πρόσκτηση εργασιών και τα συναφή με αυτήν δίκτυα, καθώς και την παρακολούθηση της παραγωγής, της είσπραξης ασφαλίστρων και της απόδοσης προμηθειών, και συναφείς κανόνες Δεοντολογίας.
Πράξη 30/30.09.2013 (ΦΕΚ Β 2556/10-10-2013)
Ρύθμιση θεμάτων διοικητικής και λογιστικής οργάνωσης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ιδία δε αναφορικά με την εμπορική πολιτική, την πρόσκτηση εργασιών και τα συναφή με αυτήν δίκτυα, καθώς και την παρακολούθηση της παραγωγής, της είσπραξης ασφαλίστρων και της απόδοσης προμηθειών, και συναφείς κανόνες Δεοντολογίας.
H ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αφού έλαβε υπόψη:
α) το άρθρο 55A του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως ισχύει,
β) τον Ν. 3867/2010 (ΦΕΚ Α' 128) «Εποπτεία Ιδιωτικής Ασφάλισης, σύσταση εγγυητικού κεφαλαίου ιδιωτικής ασφάλισης ζωής, οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτι-κής ικανότητας και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει, και ιδίως το άρθρο 1 αυτού,
γ) τον Ν. 3229/2004 (ΦΕΚ Α' 38) «Εποπτεία και έλεγχος ιδιωτικής ασφάλισης, εποπτεία και έλεγχος τυχερών παιχνιδιών, εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει, και ιδίως το άρθρο 3 παρ. 1 περ. (γ) αυτού, δ) το ν.δ. 400/1970 (ΦεΚ Α' 10) «Περί ιδιωτικής επιχει-ρήσεως ασφαλίσεως», όπως ισχύει, και ιδίως της παραγράφου 3 και 3α του άρθρου 6 αυτού, ε) τον Ν. 2496/1997 (ΦΕΚ Α' 87) «Ασφαλιστική σύμβαση, τροποποιήσεις της νομοθεσίας για την ιδιωτική ασφάλιση και άλλες διατάξεις», στ) τον Ν. 1569/1985 (ΦεΚ Α' 183), «Διαμεσολάβηση στις συμβάσεις ιδιωτικής ασφάλισης, σύσταση σώματος ειδικών πραγματογνωμόνων τροχαίων ατυχημάτων, Λειτουργία γραφείου διεθνούς ασφάλισης και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει, και ιδίως το άρθρο 21 παρ. 1 αυτού, ζ) το π.δ. 298/1986 (ΦΕΚ Α' 133) «Δικαιώματα και υποχρεώσεις ασφαλιστικών πρακτόρων και παραγωγών ασφαλίσεων και Κώδικας δεοντολογίας για την άσκηση του επαγγέλματος αυτών», όπως ισχύει, η) το π.δ. 190/2006 (ΦΕΚ Α' 196) «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2002/92/Ε.Κ. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (L 9/15.1.2003)», όπως ισχύει,
θ) την Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος 16/21.05.2013 (ΦΕΚ Β' 1257/23.05.2013) «Εκπαίδευση και πιστοποίηση γνώσεων των (αντ)ασφαλι-στικών διαμεσολαβητών», ι) την Απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης Κ3-8010/ 2007 (ΦΕΚ Β' 1600) «Καθορισμός των απαιτούμενων προ-ϋποθέσεων-εξετάσεων, που αποδεικνύουν την εμπειρία, τις ικανότητες και τις γενικές εμπορικές και επαγγελματικές γνώσεις των διαμεσολαβητών στην Ασφάλιση», όπως ισχύει,
ια) το από 27.09.2013 Εισηγητικό Σημείωμα της Διεύθυνσης Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης, και ιβ) ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκύπτει δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζει τα εξής:
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ, ΙΔΙΑ ΔΕ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΝΑΦΗ ΜΕ ΑΥΤΗΝ ΔΙΚΤΥΑ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΤΗΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ, ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Πεδίο Εφαρμογής
1. Οι διατάξεις της παρούσας εφαρμόζονται:
(α) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και στους αλλη-λασφαλιστικούς συνεταιρισμούς με έδρα την Ελλάδα για το σύνολο των ασφαλίσεων που αυτοί συνάπτουν, τόσο στην Ελλάδα όσο και στα άλλα Κράτη Μέλη της ΕΕ και του ΕΟΧ, μέσω υποκαταστημάτων ή με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, πλην όσων αλληλασφα-λιστικών συνεταιρισμών εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει, και (β) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και στους αλλη-λασφαλιστικούς συνεταιρισμούς τρίτων χωρών, δηλαδή χωρών μη Κρατών Μελών της ΕΕ και του ΕΟΧ για τις ασφαλίσεις που συνάπτουν στην Ελλάδα, εφεξής αναφερόμενες στην παρούσα ως «Εταιρείες».
2. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν έδρα σε οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ και του ΕΟΧ και ασκούν ασφάλιση στην Ελλάδα, είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, εμπίπτουν μόνο στην εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 9 παρ.1 και παρ. 2 και άρθρου 10 της παρούσας .
Για τις ανάγκες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, ως Εταιρείες νοούνται και οι ως άνω ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Άρθρο 2
Σκοπός
Σκοπός της παρούσας είναι ο καθορισμός ειδικότερων θεμάτων διοικητικής και λογιστικής οργάνωσης των Εταιρειών, τα οποία θα πρέπει να ενσωματώνονται στους εσωτερικούς κανονισμούς λειτουργίας τους και αφορούν στην εμπορική πολιτική της Εταιρείας, την πολιτική είσπραξης ασφαλίστρων, τους κανόνες δεοντολογίας της Εταιρείας, καθώς και τα σχετικά αρχεία που οι Εταιρείες πρέπει να τηρούν.
Άρθρο 3
Ορισμοί
Για τις ανάγκες εφαρμογής της παρούσας :
1. Ως «Αιτίαση», νοείται η αναφερόμενη στο άρθρο 2 παρ. 2 της Απόφασης της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος 3/08.01.2013 (ΦΕΚ Β' 9/09.01.2013).
2. Ως «Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές», νοούνται τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που ασκούν τη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρο 2 παρ.3 και 7 του π.δ. 190/2006, όπως ισχύει, δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολά-βησης.
3. Ως «Ασφαλιστικός Σύμβουλος», νοείται το πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, κατά την έννοια του άρθρου 16 του Ν. 1569/1985, όπως ισχύει.
4. Ως «Ασφάλιστρα», νοούνται τα οριζόμενα στο άρθρο 2α εδάφ. (κβ) του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει.
5. Ως «Δίκτυο Είσπραξης Ασφαλίστρων», νοείται κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο που εμπίπτει στη διάταξη του άρθρο 33 παρ. 2 ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει. Στο «Δίκτυο Είσπραξης Ασφαλίστρων» περιλαμβάνεται και το Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών εφόσον του έχει δοθεί σχετική εντολή.
6. Ως «Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών», νοείται το σύνολο των Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών, με τους οποίους συνεργάζεται η Εταιρεία, είτε άμεσα με απευθείας συμβατική σχέση («Άμεσης Σχέσης») είτε έμμεσα («Έμμεσης Σχέσης») μέσω άλλου/ων Ασφαλιστι-κού/ών Διαμεσολαβητή/ών, ο/οι οποίος/οι διατηρεί/ούν άμεση σχέση με την Εταιρεία, για την προώθηση και πρόσκτηση των ασφαλιστικών εργασιών της. Στο Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών εμπίπτουν και οι υπάλληλοι της Εταιρείας («Απευθείας Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών»).
7. Ως «Εξοδα Πρόσκτησης», νοούνται τα έξοδα που προκύπτουν από τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης, ιδία δε οι προμήθειες παραγωγής που σε κάθε περίπτωση η Εταιρεία καταβάλλει στους Ασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και οι οποίες προκύπτουν αποκλειστικά από τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης. Τα Έξοδα Πρόσκτησης διακρίνονται σε «Άμεσα», τα οποία έχουν προφανή και άμεση σχέση με το ασφαλιστικό προϊόν, και σε «Έμμεσα», τα οποία δεν έχουν την προηγούμενη σχέση με το ασφαλιστικό προϊόν: α) Ως «Άμεσα Έξοδα Πρόσκτησης», νοούνται οι εξής ειδικότερες κατηγορίες: i) προμήθειες παραγωγής προς τους Ασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές στη σύναψη των ασφαλιστικών συμβάσεων, ii) αμοιβές εκπαιδεύσεως των Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών καθοριζόμενες βάσει των προμηθειών παραγωγής, iii) έξοδα που πραγματοποιούνται για την κατάρτιση ασφαλιστικών εγγράφων και εντύπων παροχής πληροφοριών προς τους ασφαλισμένους, και iv) έξοδα που πραγματοποιούνται για την ένταξη της ασφαλιστικής σύμβασης στο χαρτοφυλάκιο (έξοδα ανάληψης ασφαλιστικού κινδύνου).
β) Ως «Εμμεσα Έξοδα Πρόσκτησης», νοούνται οι εξής ειδικότερες κατηγορίες: i) αμοιβές και επιδόματα προς τους Ασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές, που παρέχονται, πέραν των υπό στοιχείο (α) ανωτέρω αναφερόμενων προμηθειών, για την προσέλκυση νέων εργασιών, ii) τα έξοδα διαφήμισης και προώθησης ασφαλιστικών προϊόντων, iii) τα έξοδα διαφήμισης της εμπορικής επωνυμίας της Εταιρείας, iv) τα έξοδα διαχείρισης που αφορούν στην επεξεργασία των προτάσεων ασφάλισης και v) τα έξοδα έκδοσης των ασφαλιστικών συμβάσεων.
8. Ως «Προμήθεια», νοείται το Άμεσο Έξοδο Πρόσκτησης του άρθρου 3 παρ. 8.α(ί) της παρούσας, το ύψος του οποίου συναρτάται άμεσα από το Ασφάλιστρο και αποτελεί μέρος αυτού.
9. Ως «Συντονιστής Ασφαλιστικών Συμβούλων», νοείται το πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, κατά την έννοια του άρθρου 20 παρ. 2 του Ν. 1569/1985, όπως ισχύει.
10. Ως «Υπερπρομήθεια», νοείται κάθε Έξοδο Πρόσκτησης, είτε Άμεσο είτε Έμμεσο, το ύψος του οποίου συ-ναρτάται άμεσα από το Ασφάλιστρο ή τις Προμήθειες δίχως να αποτελεί μέρος του Ασφαλίστρου.
11. Ως «Υπεύθυνος Αναλογιστής», νοείται το πρόσωπο που ορίζεται στην περ. (β) της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει.
12. Ως «Υπεύθυνος Διοίκησης», νοείται το πρόσωπο που ορίζεται στην περ. (α) της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει.
13. Ως «Χαρτοφυλάκιο», νοείται το σύνολο των ασφαλίσεων και αντασφαλιστικών αναλήψεων της Εταιρείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Άρθρο 4 Γενικές Αρχές
Οι ακόλουθες πολιτικές υποχρεωτικά αποτελούν τμήμα του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της κάθε Εταιρείας, ο οποίος αποτελεί απόφαση της Διοικητικού της Συμβουλίου που λαμβάνεται κατόπιν εισήγησης του Υπεύθυνου Διοίκησης: α. «Εμπορική Πολιτική», σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 4α της παρούσας , και β. «Πολιτική Διαχείρισης Παραγωγής και Είσπραξης Ασφαλίστρων» (ΠΟΔΙΠΕΑ), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 5 της παρούσας .
Άρθρο 5
Εμπορική Πολιτική
1. Η Εμπορική Πολιτική σκοπεί στη συγκρότηση πλαισίου αρχών και κανόνων αναφορικά με το είδος των ασφαλιστικών εργασιών που ασκεί η Εταιρεία, τους στόχους που θέτει για τις εργασίες αυτές, καθώς και τα μέσα που χρησιμοποιεί για την επίτευξη των στόχων της. Ειδικότερα, η Εμπορική Πολιτική προβλέπει κατ’ ελάχιστον τα εξής:
1. Αναφορικά με το είδος των ασφαλιστικών εργασιών και τους στόχους της Εμπορικής Πολιτικής:
α) Το είδος των ασφαλιστικών προϊόντων και το Χαρτοφυλάκιο που η Εταιρεία σκοπεί να αναπτύξει. Ειδικότερα, εξειδικεύει και διακρίνει μεταξύ πρωτα-σφάλισης και αντασφαλιστικών αναλήψεων και κατατάσσει τις σκοπούμενες αυτές εργασίες σε κλάδους ασφάλισης.
β) Τον ρυθμό ανάπτυξης των ασφαλιστικών εργασιών του προηγούμενου εδαφίου και τον χρονικό ορίζοντα εντός του οποίου η Εταιρεία σκοπεί να τις αναπτύξει.
ii. Αναφορικά με τα μέσα που χρησιμοποιεί:
α) τα Δίκτυα Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών που η Εταιρεία σκοπεί να χρησιμοποιήσει και τον επι-διωκόμενο καταμερισμό της παραγωγής Ασφαλίστρων ανά κατηγορία Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή, β) το μέγεθος, απόλυτο ή σχετικό, της παραγωγής Ασφαλίστρων που η Εταιρεία σκοπεύει να αποκτά μέσω απευθείας πωλήσεων, γ) τα κριτήρια καταλληλότητας που η Εταιρεία χρησιμοποιεί ως προϋπόθεση για τη συνεργασία της με το Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών, δ) τις Προμήθειες, τις Υπερπρομήθειες και κάθε άλλο Έξοδο Πρόσκτησης που αποδίδει ξεχωριστά για κάθε κατηγορία Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών και για κάθε ασφαλιστικό προϊόν. Οι χορηγούμενες στους Ασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές Προμήθειες για τις ασφαλίσεις ζωής φέρουν τη σύμφωνη γνώμη και την υπογραφή του Υπεύθυνου Αναλογιστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 3 εδαφ. β του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει, ε) τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις επιλογής και ανάθεσης σε Δίκτυο Είσπραξης Ασφαλίστρων, στ) όπου εφαρμόζεται, τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις προκειμένου για τη μετάθεση ενός Ασφαλιστικού Συμβούλου από μια ομάδα Ασφαλιστικών Συμβούλων υπό έναν Συντονιστή Ασφαλιστικών Συμβούλων και την ένταξή του σε μια άλλη ομάδα υπό άλλον Συντονιστή Ασφαλιστικών Συμβούλων της Εταιρείας, και ζ) τους στόχους, τον τρόπο και τα μέσα που επιλέγει η Εταιρεία προκειμένου να διαφημίσει την εμπορική της επωνυμία και τα ασφαλιστικά της προϊόντα.
iii. Επίσης, η Εταιρεία προσδιορίζει τον τρόπο και τη συχνότητα με την οποία παρακολουθεί την τήρηση της Εμπορικής της Πολιτικής.
2. Η Εταιρεία, με ευθύνη και επιμέλεια του Υπεύθυνου Διοίκησης, υποβάλλει στην Τράπεζα της Ελλάδος την Εμπορική της Πολιτική στις 31.1.2014. Εφεξής, με ευθύνη και επιμέλεια του Υπεύθυνου Διοίκησης, ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος αμελλητί και το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία τροποποίησης της Εμπορικής της Πολιτικής, αναφέροντας συνοπτικά και σε γενικές γραμμές τις αλλαγές που έχουν επέλθει, τονίζοντας τις σημαντικότερες.
Η Εμπορική Πολιτική τίθεται οποτεδήποτε στη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδος κατόπιν σχετικού αιτήματός της.
Άρθρο 6
Κανονισμός Πωλήσεων
1. Κατ’ εφαρμογην της Εμπορικής Πολιτικής και με ευθύνη και επιμέλεια του Υπεύθυνου Διοίκησης, η Εταιρεία συντάσσει «Κανονισμό Πωλήσεων» ο οποίος ρυθμίζει με γενικό και ενιαίο τρόπο κατ’ ελάχιστον τα εξής:
α. Τα κριτήρια καταλληλότητας για τη συνεργασία της Εταιρείας με τους Ασφαλιστικούς Διαμεσολαβητές και το εν γένει Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών.
β. Τις υποχρεώσεις και τους όρους συνεργασίας καθώς και τις εντολές και οδηγίες προς το Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών, ιδία δε τις υποχρεώσεις και τους όρους συνεργασίας σύμφωνα με τους οποίους οι Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές εντάσσονται στο Δίκτυο Είσπραξης Ασφαλίστρων και εκτελούν την ανατεθείσα εντολή είσπραξης ασφαλίστρου.
γ. Τις διαδικασίες και τις οδηγίες της Εταιρείας σχετικά με την εξυπηρέτηση του ασφαλισμένου, του λήπτη της ασφάλισης και του δικαιούχου αποζημίωσης και κάθε ασφαλιστικής παροχής.
δ. Τον τρόπο, τον χρόνο και τις διαδικασίες εκατέρωθεν ενημέρωσης για τις προσκτηθείσες ασφαλιστικές εργασίες.
ε. Το ύψος ή τον τρόπο υπολογισμού των Προμηθειών, των Υπερπρομηθειών ως και κάθε άλλης προσδιορισμένης εκ των προτέρων αμοιβής ή παροχής που αποδίδεται σε κάθε κατηγορία Άμεσης Σχέσης Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών προκειμένου για την Πρόσκτηση ή τη διατήρηση ή την καλή λειτουργία των ασφαλιστικών συμβάσεων, και
στ. Τον τρόπο, τον χρόνο και τις διαδικασίες καταβολής των Προμηθειών, των Υπερπρομηθειών ως και κάθε άλλης προσδιορισμένης εκ των προτέρων αμοιβής ή παροχής που αποδίδεται στο Άμεσης Σχέσης Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών καθώς και τη διαδικασία ενημέρωσης για αυτές μεταξύ της Εταιρείας και του Άμεσης Σχέσης Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών.
2. Οι ρυθμίσεις του «Κανονισμού Πωλήσεων» δύναται να διαφοροποιούνται ανάλογα με την κατηγορία του Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών.
3. Οι προβλέψεις του «Κανονισμού Πωλήσεων» αποτε-λούν ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης συνεργασίας με το Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών.
4. Ο Κανονισμός Πωλήσεων ως και κάθε τροποποίησή του τηρείται από την Εταιρεία και υποβάλλεται αμελλητί ή βρίσκεται στην διάθεση της Τράπεζας της Ασφάλισης κατόπιν σχετικού αιτήματός της.
5. Οι Εταιρείες έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν με τρόπο γενικό και ενιαίο τις προβλέψεις του «Κανονισμού Πωλήσεων» σε όλο τους το Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών και να αποφεύγουν κάθε διακριτική και άνιση μεταχείριση μεταξύ των συνεργατών τους σε σχέση με τα προβλεπόμενα από τον «Κανονισμό Πωλήσεων».
Άρθρο 7
Ετήσιο Πρόγραμμα Παραγωγής Ασφαλίστρων
1. Κατ’ εφαρμογήν της Εμπορικής Πολιτικής και με ευθύνη και επιμέλεια του Υπεύθυνου Διοίκησης, η Εταιρεία συντάσσει ετήσιο πρόγραμμα για την παραγωγή των Ασφαλίστρων της επόμενης ετήσιας οικονομικής χρήσης «Ετήσιο Πρόγραμμα Παραγωγής Ασφαλίστρων», υποβάλλει δε αυτό προς έγκριση στο Διοικητικό Συμβούλιο πριν την έναρξη της επόμενης ετήσιας οικονομικής χρήσης.
2. Η Εταιρεία παρακολουθεί την πορεία υλοποίησης του προγράμματος αυτού και προβαίνει, όταν κριθεί αναγκαίο από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας, σε επικαιροποίηση αυτού, κατόπιν εισήγησης του Υπεύθυνου Διοίκησης.
3. Στο Ετήσιο Πρόγραμμα Παραγωγής Ασφαλίστρων αναλύονται, τουλάχιστον ανά κλάδο και υποκλάδο ασφάλισης και ανά κατηγορία Δικτύου Πρόσκτησης, οι στόχοι για την παραγωγή Ασφαλίστρων, οι αναμενόμενες προς απόδοση Υπερπρομήθειες, το πλήθος των αναμενόμενων ασφαλιστικών συμβάσεων και ασφαλιστικών καλύψεων, διαχωρίζοντας τα μεγέθη για το νέο Χαρτοφυλάκιο και για το εν ισχύι.
4. Το Ετήσιο Πρόγραμμα Παραγωγής Ασφαλίστρων υποβάλλεται, με ευθύνη και επιμέλεια του Υπεύθυνου Διοίκησης, στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός των πρώτων δεκαπέντε (15) ημερών της υπό αναφοράν οικονομικής χρήσης, και αναλύεται σε τρίμηνες περιόδους.
Το πρόγραμμα αυτό υποβάλλεται επίσης σε κάθε επικαιροποίησή του, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία έγκρισής του από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας, αναφέροντας τους λόγους που επέβαλαν την τροποποίησή του.
5. Η Εταιρεία υποβάλλει για πρώτη φορά μετά την ισχύ της παρούσας το Ετήσιο Πρόγραμμα Παραγωγής Ασφαλίστρων της χρήσης 2014 στις 31.01.2014.
Άρθρο 8
Πολιτική Διαχείρισης Παραγωγής και Είσπραξης Ασφαλίστρων (ΠΟΔΙΠΕΑ)
1. Η ΠΟΔΙΠΕΑ περιγράφει τη στρατηγική και τους στόχους που θέτει η Εταιρεία προκειμένου για την είσπραξη των Ασφαλίστρων. Αναφέρει τα μέσα που σκοπεί η Εταιρεία να χρησιμοποιήσει προκειμένου για την επίτευξη των στόχων, τον βαθμό και την ένταση με την οποία σκοπεί να τα χρησιμοποιήσει αιτιολογώντας επαρκώς τις επιλογές της.
2. Η ΠΟΔΙΠΕΑ περιγράφει τις διαδικασίες και τις πρακτικές που υιοθετεί και εφαρμόζει η Εταιρεία προκει-μένου να διασφαλίζεται ότι το Ασφάλιστρο καταβάλλεται από τον λήπτη της ασφάλισης πριν την έναρξη της ασφαλιστικής κάλυψης. Αναφέρει δε και αιτιολογεί ξεχωριστά τις περιπτώσεις όπου, από τη σύμβαση της ασφάλισης ή τις περιστάσεις, προκύπτει διαφορετικά για την καταβολή του Ασφαλίστρου.
3. Η παροχή, σε συγκεκριμένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, της εντολής να εισπράττει Ασφάλιστρα στο όνομα και για λογαριασμό της Εταιρείας περιγράφεται και αιτιολογείται επαρκώς στην ΠΟΔΙΠΕΑ. Στην περίπτωση αυτή, η ΠΟΔΙΠΕΑ περιλαμβάνει συγκεκριμένα κριτήρια καταλληλότητας του τυχόν εντολοδόχου είσπραξης, εφόσον αυτός δεν συνδέεται με σύμβαση εξηρτημένης εργασίας με την Εταιρεία, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες παρέχεται η εντολή είσπραξης Ασφαλίστρου, όπως ενδεικτικά το ανώτατο επιτρεπόμενο προς είσπραξη ποσό Ασφαλίστρου στο πλαίσιο της προθεσμίας του άρθρου 33 παρ. 3 ν.δ. 400/1970. Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται να παρέχουν οι Εταιρείες στο Δίκτυο Είσπραξης Ασφαλίστρων τη δυνατότητα υπε-ξουσιοδότησης σε Συνεργάτη του Δικτύου Είσπραξης Ασφαλίστρων, αν προηγουμένως ο υπεξουσιοδοτούμε-νος δεν έχει αυτοτελώς αξιολογηθεί από την Εταιρεία βάσει των κριτηρίων της ΠΟΔΙΠΕΑ, θέτουν δε τη σχετική απαγόρευση στις συμβάσεις που συνάπτονται με το Δίκτυο Είσπραξης Ασφαλίστρων.
4. Με ευθύνη του Υπεύθυνου Διοίκησης, η Εταιρεία τηρεί ειδικό αρχείο το οποίο περιλαμβάνει κατ’ ελάχι-στον κάθε στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο, στο οποίο δίδεται η εντολή είσπραξης Ασφαλίστρου, πληροί τα κριτήρια καταλληλότητας, αξιόχρεου και φερεγγυότητας της παρ. 3. Τα στοιχεία αυτά παρέχονται στην Εταιρεία προς εκτίμηση με τη γραπτή συναίνεση του εντολοδόχου είσπραξης.
5. Η ΠΟΔΙΠΕΑ καθορίζει τα αρμόδια πρόσωπα, τη διαδικασία που ακολουθεί και τις ενέργειες της Εταιρείας, σε περίπτωση που ο Εντολοδόχος Είσπραξης υπερβεί το ανώτατο επιτρεπόμενο ποσό είσπραξης Ασφαλίστρου ή/και την προθεσμία του άρ. 33 παρ. 2 ν.δ. 400/1970 για την απόδοση αυτού στην Εταιρεία.
6. Η ΠΟΔΙΠΕΑ αναφέρει τα πληροφοριακά συστήματα που σκοπεί η Εταιρεία να χρησιμοποιεί για την πληροφοριακή υποστήριξη και μηχανογράφηση της παραγωγής Ασφαλίστρων της Εταιρείας, καθώς και το πλαίσιο λειτουργίας που υιοθετεί για τη συνεχή παρακολούθηση της παραγωγής και είσπραξης Ασφαλίστρων και την απόδοση των αναλογουσών Προμηθειών και Υπερπρο-μηθειών.
7. Η ΠΟΔΙΠΕΑ, όπως ισχύει μετά από κάθε τροποποίησή της, υποβάλλεται αμελλητί ή βρίσκεται στη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, κατόπιν σχετικού αιτήματός της.
8. Η Εταιρεία, με ευθύνη και επιμέλεια του Υπεύθυνου Διοίκησης, ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος για τη λήψη απόφασης τροποποίησης της ΠΟΔΙΠΕΑ από το Διοικητικό της Συμβούλιο, το αργότερο εντός δέκα
(10) ημερών από τη σχετική συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η ΠΟΔΙΠΕΑ, όπως ισχύει μετά από κάθε τροποποίησή της, βρίσκεται στη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, κατόπιν σχετικού αιτήματός της.
Άρθρο 9
Οργάνωση Διαχείρισης Παραγωγής και Είσπραξης Ασφαλίστρου
1. Η Εταιρεία αναπτύσσει και χρησιμοποιεί πληροφοριακά συστήματα προκειμένου για τη σε συνεχή βάση παρακολούθηση της παραγωγής των Ασφαλίστρων, την είσπραξή τους και την καταβολή των αναλογουσών Προμηθειών και Υπερπρομηθειών στο Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών. Η παρακολούθηση γίνεται αναλυτικά, βάσει τουλάχιστον των στοιχείων ταυτοποίησης του λήπτη ασφάλισης, του αριθμού συμβολαίου, του χρόνου έναρξης και λήξης ισχύος του συμβολαίου, των ασφαλιστικών καλύψεων, των Ασφαλίστρων ανά ασφαλιστική κάλυψη, του χρόνου έναρξης και λήξης των ασφαλιστικών καλύψεων, της αντίστοιχης Προμήθειας και Υπερπρομήθειας, του συνεργάτη Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών που διενήργησε τη διαμεσολάβηση και πρόσκτηση εργασιών και της κατηγορίας Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών.
2. Από το πληροφοριακό σύστημα της παρ. 1 της παρούσας εξάγεται ηλεκτρονική κατάσταση που αποτυπώ-νει, ανά ασφαλιστήριο συμβόλαιο και ανά ασφαλιστική κάλυψη, την παραγωγή Ασφαλίστρων, το ποσό Ασφαλίστρων που έχει εισπραχθεί από την Εταιρεία και την οφειλόμενη Υπερπρομήθεια, ξεχωριστά για κάθε κωδικό Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή.
Η κατάσταση αυτή παραθέτει τα στοιχεία του δεύτερου εδαφίου της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου υπό μορφή πίνακα δεδομένων, οι σειρές του οποίου αφορούν στις ως άνω σχετικές πληροφορίες ξεχωριστά ανά ασφαλιστήριο συμβόλαιο και ασφαλιστική κάλυψη, οι δε στήλες αυτού αφορούν στα ως άνω αναλυτικά στοιχεία που αντιστοιχούν στην κάθε σειρά. Τα στοιχεία του πίνακα αυτού είναι δεκτικά ηλεκτρονικής επεξεργασίας από τον παραλήπτη, προκειμένου για την πραγματοποίηση από εκείνον αριθμητικών πράξεων προς επαλήθευση.
Η ως άνω κατάσταση Ασφαλίστρων της εκάστοτε τρέχουσας εβδομάδας, είτε καθίσταται σε συνεχή βάση ηλεκτρονικά προσβάσιμη από τον Ασφαλιστικό Διαμεσολαβητή είτε αποστέλλεται σε εκείνον το αργότερο στο τέλος της επόμενης εβδομάδας, είναι δε διαθέσιμη στον Ασφαλιστικό Διαμεσολαβητή και για διάστημα τουλάχιστον έξι (6) μηνών μετά την για οποιονδήποτε λόγο λήξη της συνεργασίας του Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή με την Εταιρεία.
Άρθρο 10
Λοιπά θέματα οργάνωσης
1. Η Εταιρεία οργανώνεται κατάλληλα και θέτει διαδικασίες για την παρακολούθηση της ικανοποίησης των κριτηρίων του άρθρου 5 παρ. 1 περίπτ. ii εδαφ. γ της παρούσας και μεριμνά για τη διασφάλιση της εκ μέρους του Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών εφαρμογής των συμβατικώς αναληφθεισών υποχρεώσεων, των συμφωνημένων μεταξύ τους διαδικασιών και οδηγιών της Εταιρείας σχετικά με την εξυπηρέτηση του ασφαλισμένου, του λήπτη της ασφάλισης και του δικαιούχου αποζημίωσης και κάθε ασφαλιστικής παροχής.
2. Τα κάθε είδους συστήματα των Εταιρειών για την καταχώρηση αιτήσεων ασφάλισης από το Δίκτυο Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών δεν επιτρέπουν την καταχώρηση αίτησης με προγενέστερη ημερομηνία από την ημερομηνία παραλαβής της από την Εταιρεία.
Στην εξαιρετική περίπτωση της αίτησης για ασφαλιστική κάλυψη που αρχίζει πριν την ημερομηνία της αίτησης της ασφάλισης, η υποβολή της αίτησης γίνεται μόνον εγγράφως και η Εταιρεία εξετάζει τη συνδρομή των συναφών όρων και προϋποθέσεων των διατάξεων των άρθρων 3 και 5 του Ν. 2496/1997, όπως ισχύει.
3. Οι Εταιρείες αποστέλλουν τουλάχιστον σε μηνιαία βάση, εγγράφως ή ηλεκτρονικά, τουλάχιστον βάσει στοιχείων ταυτοποίησης λήπτη ασφάλισης και αριθμού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, αναλυτική κατάσταση Προμηθειών και Υπερπρομηθειών προς τους δικαιούχους του άρθρου 4 παρ. 4 Ν.1569/1985.
Η Εταιρεία είναι σε θέση, μετά από σχετικό αίτημα Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή, να καταρτίσει ανά πάσα στιγμή την αναλυτική κατάσταση Προμηθειών και Υπερπρομηθειών και να αποστείλει αυτή εντός διαστήματος επτά (7) ημερών το αργότερο από την ημερομηνία της αίτησης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΑΡΧΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Άρθρο 11
Αρχείο Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών
1. Κάθε Εταιρεία τηρεί ειδικό «Αρχείο Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών», τόσο σε έντυπη όσο και σε ηλεκτρονική μορφή. Στο Αρχείο αυτό τηρούνται, κατ’ ελάχιστον, οι συμβάσεις των Άμεσων Συνεργατών, καθώς και όλα τα έγγραφα και στοιχεία για τις περιπτώσεις λήξης της συνεργασίας τους με την Εταιρεία.
2. Το Αρχείο Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών τηρείται από την έναρξη της συνεργασίας και τουλάχιστον μέχρι και πέντε (5) έτη από την, με οποιον-δήποτε τρόπο, λήξη αυτής.
3. Η έναρξη και λήξη σύμβασης ή/και συνεργασίας καταχωρίζεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών στο Αρχείο Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
Άρθρο 12
Γενικές Αρχές
1. Οι Εταιρείες:
α) δρουν με εντιμότητα, νόμιμα και με δέουσα προσοχή και επιμέλεια προς τους Πελάτες και τους συνεργάτες τους, β) παρέχουν τις Υπηρεσίες του προς τους Πελάτες του με πίστη, αντικειμενικότητα και αμεροληψία, γ) δημιουργούν, υιοθετούν και χρησιμοποιούν μηχανισμούς ορθής πληροφόρησης, αποβλέποντας στην ποιότητα της εξυπηρέτησης, δ) δρουν αμελλητί στις τυχόν εναντίον τους αιτιάσεις των Πελατών, ε) υιοθετούν αποτελεσματικά μέτρα διαχείρισης Σύγκρουσης Συμφερόντων, στ) διαφυλάσσουν τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ τους, και
ζ) οργανώνουν κατάλληλα τις πληροφορίες και τα στοιχεία που χρησιμοποιούν και τα οποία οφείλουν να τηρούν συνεχώς και για ικανό χρονικό διάστημα προ-κειμένου για την άσκηση της δραστηριότητάς τους.
2. Οι Εταιρείες αποφεύγουν κάθε πράξη που θα έθετε σε αμφισβήτηση την αξιοπιστία του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης και επιδιώκει την προβολή και την εμπέδωση της πολλαπλής σημασίας του θεσμού στη συνείδηση του κοινωνικού συνόλου.
Άρθρο 13
Κανόνες Προσυμβατικής Δεοντολογίας
1. Όταν οι Εταιρείες προβαίνουν σε απευθείας πω-λήσεις, εφαρμόζουν τις διατάξεις του Κανονισμού Συμπεριφοράς των Δικτύων Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών και Είσπραξης Ασφαλίστρου, όπως ισχύει, πλέον του παρόντος άρθρου.
2. Οι Εταιρείες διαθέτουν σε όλους τους συνεργάτες του Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών το απαραίτητο ενημερωτικό υλικό για την προβλεπόμενη στη νομοθεσία προσυμβατική ενημέρωση του ασφαλισμένου και του λήπτη της ασφάλισης σχετικά με την Εταιρεία και τα προϊόντα της.
3. Οι Εταιρείες αναπτύσσουν διαδικασίες και ελέγχουν εάν το κατάλληλο υλικό παρεδόθη έγκαιρα στον ασφαλισμένο και τον λήπτη της ασφάλισης. Για τον σκοπό αυτόν, ζητούν από τους συνεργάτες τους να λαμβάνουν την υπογραφή τους σε σχετικό έντυπο ενημέρωσης, καταχωρίζουν δε αντίγραφο του εγγράφου αυτού σε ειδικό ηλεκτρονικό αρχείο.
4. Πριν την παράδοση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, οι Εταιρείες ελέγχουν τα απαιτούμενα δικαιολογητι-κά του ασφαλισμένου και του λήπτη της ασφάλισης που προσήκουν στη συγκεκριμένη σύμβαση ασφάλισης, όπως ενδεικτικά τα ερωτηματολόγια του άρθρου 3 παρ. 1 Ν. 2496/1997, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που είναι αναγκαίο και επιτρέπει την ακριβή περιγραφή των χαρακτηριστικών του λήπτη ασφάλισης και του ασφαλισμένου και την ορθή εκτίμηση του αναλαμβανόμενου από εκείνες κινδύνου.
5. Κάθε έντυπο ή έγγραφο που αποδεικνύει την εκπλήρωση συμβατικής υποχρέωσης των Εταιρειών από ή προς τον ασφαλισμένο ή τον λήπτη της ασφάλισης ή τρίτο δικαιούχο αποζημίωσης, φέρει συγκεκριμένη μοναδική αρίθμηση.
Οι αιτήσεις ασφάλισης και έκδοσης πρόσθετων πράξεων όλων των κλάδων καθώς και οι αιτήσεις εξαγοράς εντάσσονται στην υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.
Η Εταιρεία τηρεί ειδικό ηλεκτρονικό αρχείο για την παρακολούθηση της παράδοσης των αριθμημένων εντύπων σε λήπτη ασφάλισης ή Συνεργάτη ή τρίτο και επιστροφής αυτών από τον λήπτη ασφάλισης ή Συνεργάτη ή τρίτο στην Εταιρεία.
Άρθρο 14
Λοιποί Κανόνες Δεοντολογίας
1. Οι Εταιρείες διαθέτουν σε όλους τους συνεργάτες του Δικτύου Πρόσκτησης Ασφαλιστικών Εργασιών το απαραίτητο ενημερωτικό υλικό για την προβλεπόμε-νη στη νομοθεσία ενημέρωση του ασφαλισμένου και του λήπτη της ασφάλισης σχετικά με την Εταιρεία και τα προϊόντα της κατά την διάρκεια της ασφαλιστικής σύμβασης.
2. Η Εταιρεία παρέχει στον λήπτη της ασφάλισης και στον ασφαλισμένο εγγράφως ή ηλεκτρονικά καθ’ υπόδειξή τους, αμελλητί και όχι πέραν των δέκα (10) ημερών από την αίτησή τους, αντίγραφα από το αρχείο που τηρεί, των:
α. ασφαλιστηρίων συμβολαίων που τους αφορούν, αιτήσεων και πρόσθετων πράξεων επ’ αυτών, και
β. αποδεικτικών εγγράφων για την παραλαβή από τον ασφαλισμένο ή/και τον λήπτη της ασφάλισης των πάσης φύσεων εγγράφων ή εντύπων που υποχρεούται να του παραδίδει η Εταιρεία, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
3. Οι Εταιρείες τηρούν το ηλεκτρονικό αρχείο της προηγούμενης παραγράφου για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την ημερομηνία λήξης της ασφάλισης ή πλήρους διακανονισμού αξίωσης για αποζημίωση ή καταβολής της παροχής.
4. Κατά τη διάρκεια της σύμβασης συνεργασίας μεταξύ της Εταιρείας και του Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή, η Εταιρεία δεν παρεμβαίνει είτε άμεσα είτε έμμεσα στη συναλλαγή και την εν γένει σχέση μεταξύ λήπτη ασφάλισης και ασφαλισμένου αφενός, και Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή αφετέρου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 15
Κυρώσεις
Για κάθε παράβαση της παρούσας Πράξης και με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στην ασφαλιστική νομοθεσία, η Τράπεζα της Ελλάδος επιβάλλει στην Εταιρεία και στα μέλη της Διοίκησής της πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 120 Ν.Δ/τος 400/1970.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 16
Με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 5 παρ. 2 και 7 παρ. 5 της παρούσας, η παρούσα ισχύει από την 01.01.2014.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο Διοικητής ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΡΟΒΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!