Η οικονομία της Ελλάδας, όπως και άλλων χωρών της Μεσογείου, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, κυρίως λόγω του μικρού μεγέθους της ελληνικής αγοράς, των περιορισμένων πόρων, των καταναλωτικών μοτίβων και της εξέλιξής τους στην ελληνική αγορά, αλλά και λόγω του επικρατούντος επιχειρηματικού πολιτισμού.
Διασφαλισμένη τουλάχιστον μέχρι το 2030 η βιωσιμότητα του Δημόσιου Χρέους εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος.
Στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός δείχνει πως τελικά είναι «πολύ σκληρός για να μειωθεί» αφού τον Μάρτιο «σήκωσε πάλι κεφάλι» και άνοιξε νέα μέτωπα.
Η χορήγηση ενός μεγάλου επιχειρηματικού δανείου τον Φεβρουάριο με χαμηλό επιτόκιο συνέβαλε καθοριστικά στο να μειωθεί τον μήνα αυτόν το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ νέων καταθέσεων και δανείων, καθώς οι τράπεζες διατήρησαν, παράλληλα, αμετάβλητα τα επιτόκια καταθέσεων.
Αύξηση 34% σημείωσε το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας τον Φεβρουάριο εφέτος, καθώς καταγράφηκε αύξηση των εισαγωγών και, από την άλλη πλευρά, μεγάλη πτώση της αξίας των εξαγωγών.
Σημαντική αύξηση παρουσίασε ο κύκλος εργασιών του λιανεμπορίου το 2023, σύμφωνα με το νέο δείκτη που παρουσίασε ο Εμπορικός Σύλλογος της Αθήνας.
Ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ αναμένεται να μειωθεί στο 2,4% τον Μάρτιο του 2024, από 2,6% τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Eurostat, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Το 77,3% του φτωχού πληθυσμού και το 36,6% του μη φτωχού της χώρας δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους, περίπου, 438 ευρώ.
Στο 26,1% του πληθυσμού της χώρας (2.658.400 άτομα), παρουσιάζοντας μείωση κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2022 (26,3%), ανήλθε πέρυσι o πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας.
Κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες μειώθηκε η οικονομική ανισότητα στη χώρα από το 2015 (34,2% το 2015), σύμφωνα με την έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών το 2023.